2/6/24

Το μυστικό “ησυχαστήριο”

(Όταν ο Βιμ Βέντερς συνάντησε τον Πέτερ Χάντκε)
 
Της Μαρίας Μοίρα
 
ΠΕΤΕΡ ΧΑΝΤΚΕ, Δοκίμιο για το αποχωρητήριο, Μετάφραση Σπύρος Μοσκόβου, Εκδόσεις βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 74
    
Ένα απρόσμενο αφήγημα με ευφυείς αποστροφές, παράξενες διαθλάσεις και ποιητικά οραματικά ξεστρατίσματα από τον Πέτερ Χάντκε, για την τουαλέτα, το αφοδευτήριο, το μέρος, τον απόπατο, τον καμπινέ. Το αποχωρητήριο που λειτουργεί, σύμφωνα με τον συγγραφέα, πέρα από την προφανή και αναμενόμενα αποσιωπημένη χρήση του, ως ανάπαυλα από την τύρβη των συναναστροφών, ως χωροχρονική παύση από την ένταση της καθημερινότητας. Ως το ασφαλές καταφύγιο και το μυστικό ησυχαστήριο της ύπαρξης, αφού εκεί ο άνθρωπος κλεισμένος και ασφαλής σε έναν ελάχιστο χώρο μπορεί να απομονωθεί μακριά από όλους, λησμονώντας για λίγο τις κοσμικές υποχρεώσεις, τις αναγκαστικές παρεμβολές και τις αθέλητες εκτροπές του βίου και να συγκεντρωθεί με ζήλο στην ενδοσκόπηση και στην ανασύσταση του κατακερματισμένου εαυτού.
Και έτσι ο συγγραφέας συναντά τον σκηνοθέτη και αναπτύσσεται ένας απρόβλεπτος διάλογος με την νέα ταινία του Βιμ Βέντερς Υπέροχες μέρες. Ο ήρωας της, ένας ολιγαρκής και μοναχικός μεσήλικας, ζει λιτά, πειθαρχημένα και αισιόδοξα την κάθε μέρα που ξημερώνει, απόλυτα ικανοποιημένος και συμφιλιωμένος με την ταπεινή ιδιότητα του συντηρητή-καθαριστή αποχωρητηρίων, από επιλογή και όχι από ανάγκη. Εργάζεται λοιπόν στο Tokyo Toilet Project, ένα πειραματικό αρχιτεκτονικό πρόγραμμα αστικού εξευγενισμού, σύμφωνα με το οποίο 17 δημόσιες τουαλέτες στη συνοικία του Τόκιο Σιμπούγια επανασχεδιάστηκαν με τη βοήθεια αρχιτεκτόνων από όλο τον κόσμο. Ο σχεδιασμός αυτών των πρότυπης μορφής αυτοματοποιημένων και τεχνολογικά εξελιγμένων τουαλετών, αποτέλεσε την αφορμή για να επινοηθεί η αφήγηση γι’ αυτόν τον παλαιάς κοπής μακάριο αστό αναχωρητή, που διαβάζει βιβλία, τραβάει καλλιτεχνικές φωτογραφίες με αναλογική μηχανή και ακούει παλιά ροκ συγκροτήματα από κασέτες. Τον άνθρωπο που απολαμβάνει, χωρίς ενοχές και άγχος, βιάση και σύγχυση, την καθησυχαστική επανάληψη μιας σειράς τελετουργιών. Την ρουτίνα μιας ακολουθίας από μικρές καθημερινές μέριμνες, απλές προσωπικές απολαύσεις και δημιουργικές πράξεις αισθητικής καταγραφής και επίμονης παρατήρησης της φύσης στα πάρκα της πόλης. Αυτόν που τραβάει φωτογραφίες χωρίς προκαθορισμένο στόχο, σαν προσευχή ή σαν ένα εγκώμιο της σκιάς και του φωτός και υπηρετεί με απόλυτη σοβαρότητα, αίσθηση καθήκοντος και τελειοθηρική επιμονή, το κοινωφελές έργο της ανακούφισης των συμπολιτών του στα άψογης καθαριότητας σύγχρονα απαστράπτοντα αποχωρητήρια του Τόκιο.
Ο  Πέτερ Χάντκε, με αρκετές αυτοβιογραφικές μαρτυρίες, βιωματικές αναφορές σε ταξίδια, επισκέψεις τόπων και παρεμβολές ποικίλων αναγνωσμάτων, μυεί τον αναγνώστη του σ’ αυτές τις ιδιωτικές, μοναχικές παύσεις της δημόσιας εικόνας του ανθρώπου, διεισδύοντας στο άβατο του αποχωρητηρίου και στις αινιγματικές αδιόρατες πτυχές της χρήσης του. Γράφει για την γεωμετρία του περιορισμένου χώρου της περιοδικής τακτικής ανακουφιστικής απομόνωσης. Διερευνά τη συνθήκη αυτού του πρόσκαιρου τόπου καταφυγής από την επίμονη παρουσία και τα εξεταστικά βλέμματα των άλλων. Θυμάται χωρίς νοσταλγικό εξωραϊσμό συμβάντα της νεότητάς του και συγκρίνει τους συγκινητικούς γραφικούς αποπάτους των αγροτικών σπιτιών με την αισθητηριακή πλησμονή από οσμές, χρώματα, εναλλαγές φωτός και σκότους, με άλλα αποχωρητήρια παράξενα, γραφικά, κοσμικά, επιτηδευμένα, υποτυπώδη, ελεεινά, ξεχασμένα, τα οποία φωτογραφίζει. Απαριθμεί τις στιγμές όπου βρήκε καταφύγιο ντροπιασμένος και δυστυχισμένος στο αποχωρητήριο του σχολείου, όταν, χωρίς να μπορεί να το αποφύγει, ούρησε στην τραπεζαρία ενώπιον όλων των συμμαθητών του την πρώτη μέρα της παρουσίας του εκεί. Ή όταν κατά την πρώτη εφηβική του απόδραση μακριά από το σπίτι, καθώς δεν είχε λεφτά για ξενοδοχείο βρήκε φιλόξενο καταφύγιο στο αποχωρητήριο του σιδηροδρομικού σταθμού, ξαπλώνοντας για ώρες στο πάτωμα κουλουριασμένος σαν έμβρυο. Παραθέτει τις γοητευτικές αναφορές του Τανιζάκι στο Εγκώμιο της σκιάς για το ιλαρό φιλτραρισμένο φως των αποχωρητηρίων των γιαπωνέζικων ναών, με τους ντελικάτης υφής τοίχους από ελαφρό ξύλο και ανοιχτόχρωμο χαρτί που αναπνέει. Εκεί όπου και ο ίδιος ο Χάντκε, μπαίνοντας στις δημόσιες τουαλέτες του ναού της Νάρα ένα πρωινό, μαγεμένος από το μυστηριακό σύθαμπο που δημιουργούσε η αντανάκλαση του φωτός, βυθισμένος στην απόλυτη σιωπή και γαλήνη, ένιωσε το θερμό χοϊκό καλωσόρισμα του τόπου. Όταν «αποτινάσσοντας του φραγμούς και έμπλεος μιας ενέργειας που ήταν αναζωογονητικά απροσδιόριστη» κατόρθωσε να συγκροτήσει εντός του, χωρίς πλέον δισταγμούς και αναβολές, με διαύγεια και καθαρότητα την εικόνα της Ιαπωνίας. Έτσι αποκαλύπτει στον αναγνώστη του ότι εκεί στον απόμερο καμπινέ, μετά από μέρες άγονης περιπλάνησης στην ύπαρξη και στον ανοίκειο χώρο, αισθάνθηκε ότι έφθασε σε έναν τόπο ανεπανάληπτο, στον κατ’ εξοχήν «τόπο». Εκεί μέσα όπως εύγλωττα διηγείται: «η Ιαπωνία μου έγινε οικεία, εκεί μόνο έφτασα πραγματικά στο νησί, εκεί με δέχτηκε η χώρα ολόκληρη».
Ο νομπελίστας Αυστριακός συγγραφέας Πέτερ Χάντκε, στο πιο απροσδόκητο δοκίμιό του πραγματεύεται με ποιητικό οίστρο και ενθουσιασμό την ιδέα ενός χώρου γαλήνης και διεγερτικής ολιγόλεπτης απομόνωσης, όπου κυριαρχεί το μισοσκόταδο. Ανατέμνει το αποχωρητήριο ως το αναχωρητήριο της καθημερινής ζωής, στο οποίο ο άνθρωπος καταφεύγει κενός και βαριεστημένος από την φορτική πολυκοσμία και την ακατάπαυστη λογοδιάρροια των άλλων, για να ανασυνταχθεί και να αξιολογήσει τους στόχους και τις επιλογές του. Αναδεικνύει αυτό το παροδικό ησυχαστήριο-άσυλο-κρησφύγετο, ως μια ζώνη προστασίας μακριά από την παραζάλη, τις αντιφάσεις και τις αθέλητες παρεμβολές, όπου απολαμβάνεις μια σύντομη ανακουφιστική μουσική παύση μακριά από τον κόσμο. Αλλά η ειδοποιός διαφορά, ο πραγματικός λόγος για τον οποίο έγραψε αυτό το κείμενο, όπως ο ίδιος εξομολογείται, είναι η διαδικασία της μετάβασης. Όταν από τον κορεσμό και την αφόρητη παραζάλη των συναναστροφών βρίσκεις καταφύγιο κλειδαμπαρωμένος και μόνος μέσα στη σιωπή του αποχωρητηρίου, αλλά κυρίως όταν επιστρέφεις ξανά στον κόσμο αμέσως μετά, εφορμώντας με ανανεωμένη προσμονή, ζέση και αποφασιστικότητα προς τη ζωή. Και αυτή είναι η κατακλείδα και η ύστατη προτροπή του συγγραφέα:
«Εμπρός σήκω, γύρισε στους άλλους, πολυσύλλαβος, έμπλεος ευγλωττίας».  

Αναστάσης Μελέτης, Live Fast Die Young Bad Girls Do It Well, βίντεο εγκατάσταση, εκτυπωμένες φωτογραφίες

1 σχόλιο:

Βέρα Παύλου είπε...

ΩΡΑΙΟ!