Της Βάλιας Ζαπώνη*
ΧΑΡΟΥΛΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ, Μάλο Μόμε, εκδόσεις
Βάρφης, σελ.110
Την
ξενιτιά, την ορφάνια, την πίκρα, την αγάπη τα τέσσαρα τα ζύγισαν βαρύτερα είν’
τα ξένα ...
Αυτό
το δημοτικό τραγούδι εμπεριέχει όλη την ουσία του βιβλίου. Η Ξενιτιά που την
περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα, από
σκούρο γκρίζο μέχρι μαύρο, κατάμαυρο. Αρπάζει το συγγραφικό της χρωστήρα
και ζωγραφίζει πρόσωπα, συναισθήματα, συγκρούσεις, αγάπες μίση, έρωτες. Με τρόπο ρεαλιστικό, που σε πολλά σημεία του
βιβλίου γίνεται νατουραλιστικός, σκιαγραφεί χαρακτήρες, αποδομεί παγιωμένες
αντιλήψεις, γκρεμίζει καθωσπρεπισμούς. Τίποτα δεν μένει. Τινάζει στον αέρα τις
οικογενειακές σχέσεις, στηλιτεύει την υποκρισία της ελληνικής επαρχίας,
κατηγορεί την εκκλησία και τους ιερείς, γιατί τρέφονται από την αμάθεια και το
φόβο των πιστών και των αφελών. Κι έχει εργαλεία λόγου για να πετύχει με άριστο
τρόπο αυτήν την ανατρεπτική δουλειά της Έχει τη σλαβομακεδονική γλώσσα, ξέρει
την ποντιακή, παίζει στα δάκτυλα τα θεατρικά δρώμενα. Οι επιστολές, το θέατρο, οι
διάλογοι, η ψυχολογία βοηθάνε τη συγγραφέα να δώσει ένα άριστο αποτέλεσμα και
να δημιουργήσει τέτοια ατμόσφαιρα που αρνείσαι στο τέλος να αφήσεις το βιβλίο
από τα χέρια σου, μια και σ’ έχει συνεπάρει και σ’ έχει ταξιδεύσει στη Γερμανία,
στην ελληνική επαρχία και πάνω απ’ όλα στο λαβύρινθο των ανθρώπινων σχέσεων.
Συναισθήματα
μίσους, πολλές φορές απέχθειας κι αποξένωσης τρέφει η κόρη προς την μάνα, «τα
χέρια είναι για να αγκαλιάζουν και να αγαπούν» λέει απευθυνόμενη στην μάννα της,
κατηγορώντας την πως τους παράτησε φεύγοντας για τη Γερμανία και στέρησε τα
παιδιά της από την αγάπη και τη φροντίδα του γονιού. Τα καταδίκασε να ζήσουν
μια ζωή στερημένη από φροντίδα , λατρεία, πλησίασμα, που ξέρει μόνο η μάνα να
δίνει στα παιδιά της. Μπορεί μια γιαγιά να μεγαλώσει τα εγγόνια της και να
μεριμνήσει για την ψυχική τους υγεία κι ευτυχία; Μπορεί να κρατήσει στιγμές από
το μεγάλωμα τους, τις ανησυχίες τους τα βάσανα τους; Φυσικά, όχι. Κι οι φωτογραφίες
δεν μπορούνε να αποτυπώσουν τη ζωή, τις αγωνίες των μικρών παιδιών και των
εφήβων. Είναι φευγαλέο πέρασμα από τη ζωή, ένα αστραπιαίο χάδι στο χρόνο, μια
ψευδαίσθηση ζωής.
Κι
η Γερμανία; Μια χώρα που τρώει ανθρώπους, οργανωμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια,
που καταβροχθίζει τον ανθό της ελληνικής επαρχίας τον στοιβάζει σε φάμπρικες, σε
εργοστάσια, εκμεταλλευόμενη την υπεραξία της και θησαυρίζοντας από τη σκληρή
μέχρι εξοντώσεως εργασία τους.
Κι
η ελληνική επαρχία; Εξορκισμοί, αμάθεια, υποκρισία φαρισαϊσμός και πάνω απ’ όλα
σχέσεις εξουσίας. Η γυναίκα υποταγμένη
στον άντρα ,να πλένει τα βρωμιάρικα πόδια του πεθερού κι από δούλα στο σπίτι
των γονιών να μεταφέρει την μιζέρια της και την κακομοιριά της στο σπίτι του
άντρα της.
Κι
οι παπάδες; Συμβάλλουν στην αμάθεια, στη διαιώνιση της υποκρισίας ,στη
δημιουργία χαρακτήρων φοβισμένων, γεμάτων προλήψεων και δεισιδαιμονιών.
Έντονα
πολιτικό το βιβλίο της Χαρούλας με ειρωνική διάθεση για τον βασιλιά για τον
δήθεν παράδεισο της Γερμανίας που χωνεύει τους έλληνες εργάτες και τους ρουφάει
στη μεγάλη χοάνη της εκμετάλλευσης, για την υποκρισία των ανθρώπων της
Εκκλησίας που γεμίζουν ενοχές και φόβο τις κατακαημένες ψυχές των αγράμματων
χωρικών. Κι όταν τελειώνεις το βιβλίο η στυφή γεύση που
σου μένει εξαφανίζεται, φεύγει κι επανέρχεσαι να το ξαναδιαβάσεις για να το
«χορτάσεις» …
Η Βάλιας Ζαπώνη είναι φιλόλογος-συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου