1.
Τί γρήγορα στεγνώνουνε τὰ δάκρυα,
ἀλλά ὁ πόνος διαρκεῖ σὰν
τὸ χυμένο λάδι
κάτω ἀπ’ τὸ βιαστικὸ
σφουγγάρισμα.
Ἄ, νὰ μποροῦσα ν’
ἀγαπήσω, ὅπως ἐρωτεύομαι,
νά ’ χα τὴ δύναμη τοῦ
Κόστια καὶ τοῦ Γλάρου
τί γλύκα θά ‘χε μέσα μου
ὁ πόνος,
πόσο γλυκύς θὰ ἦταν καὶ ὁ
θάνατος ποὺ περιμένω.
2.
Εἶναι τυχαῖο πὼς εἶδα χθὲς τὴν πεθαμένη Ρέα
καὶ πὼς τὴν ἤθελα γυναίκα
κι ὄχι γυναικαδελφή μου!
Εἶναι τυχαῖο πὼς κάθε μέρα θέλω νὰ πεθαίνω
ἀπάνω σ’ ἔνα σῶμα ποὺ
ἀποκαλῶ «ἀγάπη μου» !
3.
Τί ψευδαπάτη κι ἡ αἰώνια φράση :
ἐδῶ ἀναπαύεται ὁ τάδε καὶ
ἡ τάδε.
Τὰ λείψανά της ἔμοιαζαν
μὲ ξεφτισμένη
ταβανόβουρτσα.
Τὴ σύραμε καὶ τὴν πετάξαμε
στὸν πέρα τοῖχο τοῦ
νεκροταφείου.
Δὲν θά ‘κανε κὰν γιὰ σκιάχτρο.
Ἦταν ἡ μέρα τῆς
ἀνακομιδῆς ὀστῶν.
4.
Καινούργια δάκρυα, γοργὰ στεγνώματα.
Καὶ ὁ χαβάς, χαβάς. Δὲν βγαίνει ἄκρη.
Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια τῆς ἀλήθειας.
Μόνο νὰ κλαίω θέλω, μόνο νὰ κλαίω,
δηλαδή : ποῦ καὶ ποῦ.
11 Δεκ. 2016
Αντώνης Ζέρβας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου