20/11/16

Αντίθετα με τον χαμένο ελληνικό χρόνο...

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ

Χρόνης Μπότσογλου, Απέναντι του βουνού, Σεπτέμβριος 2011, τέμπερα σε χαρτί, 57,5 x 76,5 εκ.


ΖΑΟΥΜΕ ΚΑΜΠΡΕ, Confiteor, Εκδόσεις Πόλις

Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση των 700 σελίδων του βιβλίου έχω σχεδόν πειστεί ότι από τις χώρες αλλά και τις μειονότητες της Ευρώπης, η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες που αντιστέκονται σθεναρά στην μεταμοντέρνα λογοτεχνία. Οι Έλληνες συγγραφείς που χρησιμοποιούν μεταμοντέρνα γραφή αποκλείονται εκ προοιμίου από κάθε λογοτεχνικό βραβείο, δεν βρίσκουν χώρο στις στήλες των «έγκριτων» κριτικών και πανταχόθεν λοιδορούνται. Έρχονται στο μυαλό καμιά φορά οι εργάτες των πρώτων βιομηχανικών χρόνων που έσπαγαν τις μηχανές. Κάπως έτσι αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα η μεταμοντέρνα λογοτεχνία. Σαν κάτι εξοβελιστέο, καταραμένο, βλάσφημο απέναντι στις αρετές της αφήγησης. Βέβαια η Ελλάδα έχει μακρά παράδοση στον λογοτεχνικό συντηρητισμό. Αν δούμε συγκριτικά την λογοτεχνική μας παραγωγή, θα παρατηρήσουμε ότι όταν στην Ευρώπη εκδίδεται η Aναζήτηση του χαμένου χρόνου και ο Οδυσσέας του Τζόις, στην Ελλάδα ο σημαντικότερος πεζογράφος είναι ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Και θα περάσουν πολλά χρόνια μέχρι οι επιδράσεις των μοντέρνων να εμφανιστούν, με υπερβολή και χωρίς φυσικότητα, στην ελληνική πεζογραφική παραγωγή και να γίνουν κάπως αποδεκτές. Αλλά ας επιστρέψουμε στην Ευρώπη και στην Καταλονία. 
Μέσα από ποικίλες και περίεργες λογοτεχνικές επιδράσεις, ο Προυστ και το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο άσκησε μεγάλη επίδραση στην ισπανόφωνη και πορτογαλόφωνη λογοτεχνία, κυρίως εκτός Ευρώπης. Θα αναφέρω δύο μεγάλα κατά τη γνώμη μου έργα που γράφτηκαν με άξονα το παιχνίδι μνήμης και ζωής, την επισφαλή σχέση υποκειμενικότητας κι αντικειμενικότητας. Το Κοντά στην άγρια καρδιά (1944) της ιδιαίτερης περίπτωσης της Κλαρίσε Λισπέκτορ, η οποία έγραψε το θεωρούμενο ως αριστούργημά της στα 18 της χρόνια, και το  Paradiso του Κουβανού Χοσέ Λεσάμα Λίμα (1966).

Ο Ζάουμε Καμπρέ γράφει στα καταλανικά αλλά φυσικά είναι επηρεασμένος από την ισπανόφωνη παράδοση. Το Confiteor πατάει σε αυτό το πρότυπο, τόσο όσον αφορά στην αρχή του, η οποία αποτελείται από τις οικογενειακές και άλλες αναμνήσεις του κεντρικού ήρωα Αντριά, αλλά και μετά τη μέση, όπου η σχεδόν ταυτόφωνη σύμπτωση πολλαπλών ιστορικών στιγμών αποτελεί αναφορά στον τελευταίο τόμο του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, όπου παρελθόν και παρόν βρίσκονται στην ίδια χρονική στιγμή. Ωστόσο ο συγγραφέας προχωράει παραπέρα, συνθέτοντας ένα μυθιστόρημα που εμπεριέχει πολλά λογοτεχνικά είδη και ρεύματα.
Δεν ξέρω αν είχε υπόψη του την εξαιρετική νουβέλα του Ναμπόκοβ Το μάτι (1930 στα ρωσικά, 1965 στα αγγλικά), ωστόσο ακολουθεί την ιδέα του Αμερικανορώσου: ο ήρωας βλέπει τον εαυτό του απ’ έξω σαν αντικειμενικός παρατηρητής και μετατρέπει την υποκειμενική αφήγηση σε αντικειμενική και το πρώτο πρόσωπο σε τρίτο διαρκώς σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου, ακόμα και μέσα στην ίδια παράγραφο. Όσοι έχουν διαβάσει τη νουβέλα του Ναμπόκοβ προϊδεάζονται ότι ο αφηγητής έχει πεθάνει. Όσοι δεν την έχουν διαβάσει, ξαφνιάζονται από την διαφορετικότητα και τη φρεσκάδα της ιδέας.
Οι πρώτες 100 σελίδες του μυθιστορήματος παραπέμπουν απευθείας στον Προυστ, καθώς το συγγραφικό ενδιαφέρον στρέφεται κυρίως στην υποκειμενική οπτική και στις λεπτομέρειες της προσωπικής ζωής του ήρωα. Στη συνέχεια όμως το μυθιστόρημα στρέφεται και σε άλλες κατευθύνσεις, οι οποίες ακροβατούν ανάμεσα στο ιστορικό μυθιστόρημα, το πολιτικό-ιστορικό θρίλερ, το ρεπορτάζ-καταγγελία των φρικαλεοτήτων στο Άουσβιτς και άλλα πολλά τα οποία συνέχονται χαλαρά μέσα από την πορεία ενός βιολιού ανά τους αιώνες. Κατά την γνώμη μου, επειδή το μυθιστόρημα πατάει αφηγηματικά επάνω σε ήδη υπάρχοντα πρότυπα, η υφολογική σύγκριση με το Paradiso ή την Λισπέκτορ (ας μην αναφέρουμε τον Προυστ) είναι συντριπτική και το κάνει να φαίνεται κακογραμμένο. Όμως αυτό εξισορροπείται από το επί της ουσίας επίτευγμα του μυθιστορήματος, το γεγονός δηλαδή ότι κατορθώνει να εντάξει όλα αυτά τα πολλαπλά αφηγηματικά είδη σε μία ενιαία φόρμα, χωρίς να ξεφεύγει από το βασικό αφηγηματικό του πλαίσιο, που είναι η ταυτόσημη παρουσία του χρόνου στη μνήμη, και τα στοιχειώδη, βασικά συναισθήματα της ανθρώπινης ζωής.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: