2/2/13

Η συνέπεια της ποίησης

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ

ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ, Πρόσωπο με τη Γη, εκδόσεις Γαβριηλίδη, σελ. 149

Ό,τι πολύτιμο θερμαίνεται στη στάχτη
«Καμένη Γη», 1996

Κατασταλαγμένος, συνειρμικός λόγος με έντονη μεταφυσική απόκλιση. Πρόσωπα, επώνυμα και ανώνυμα, και πράγματα, βαρύτιμα ή άσημα, συνυπάρχουν φωτισμένα καταλλήλως μέσα σ΄ ένα συγκινησιακό κλίμα απρόσκοπτης, κι άλλο τόσο ουσιαστικής, αμφίδρομης επικοινωνίας. Συγκεκριμένοι τόποι, εθνικοί και ξένοι, εκθαμβωτικοί και μη, αναψηλαφώνται. Η καίρια οντολογική απόχρωση προκαθορίζει μάλιστα την ποιότητα και τον χαρακτήρα των εκάστοτε αισθητικών ή και διαισθητικών συνεπαγωγών. Η γέφυρα από τον Εαυτό στον Άλλο, ιδίως όταν ο τελευταίος υφίσταται ως βρέφος-υιός, διατηρείται ανέπαφη, καθόλα έτοιμη να συμβάλει στην υπόθεση της γνωσιολογικής ωρίμανσης. Ακόμη και σχισμές από το ασύνειδο καταπίστευμα επιτρέπουν να φανεί ένα είδος πρωτογενούς συνάφειας Εαυτού–Άλλου. Το ρήμα είναι εν ολίγοις κόμβος εποικοδομητικής συναντίληψης και όχι βρόγχος θλιβερών παρερμηνειών. Ο δημιουργικός λόγος, είτε ως φύλακας ερειπίων (βλ. «Γυάρος), για να θυμηθούμε τον Αλέξη Τραϊανό, είτε ως ανακαινιστής ή και συντηρητής του πραγματικού (βλ. «Χειμερινό ηλιοστάσιο») δρα σύμφωνα με τις αρχές μιας ρηματικής τάξης, η οποία ξέρει να αποβάλλει πρωτίστως τους περιττούς προσδιορισμούς, τους πασιφανείς συσχετισμούς, αλλά και τα τερτίπια μιας αδιέξοδης ρητορικής του εγώ. Η πρόσληψη της Γης και των συνεκδοχών της, η αναδιανομή του χθόνιου μηνύματος και ό, τι αυτό τεκμαίρει, φρονώ ότι ξεκινά σπερματικά από την πρώτη κιόλας ποιητική δοκιμή, με τίτλο Ιδίοις σώμασι, του 1986 (εκδόσεις Πλέθρον). Εννοώ τον άρτιο «Ελαιώνα της νύχτας».

Η έμφαση, η οποία δίδεται στην ανάδειξη της ζείδωρης επαφής του Εαυτού με το γενέθλιο χώμα, μένει αναλλοίωτη από τότε. Ένα ευδιάκριτο, ισχυρό πνευματικό στοιχείο, εξακολουθεί και σήμερα να συνέχει τη γραφή, προβάλλοντας αξίες και σημαίνουσες πτυχές του πραγματικού, οι οποίες συνήθως περνούν απαρατήρητες μέσα στην τύρβη της καθημερινότητας. Οι σημασιοσυντακτικοί μέθοδοι και οι  λοιπές αισθητικές προαιρέσεις, οι οποίες κρίνονται, ως εκ των πραγμάτων, ικανές και αναγκαίες για την απρόσκοπτη προβολή και περαιτέρω ανάπτυξη του πρωταρχικού ποιητικού σχεδίου, είναι προ πολλού κατασταλαγμένες. Πρόκειται άλλωστε για το δέκατο πέμπτο ποιητικό βιβλίο του Θανάση Χατζόπουλου, χωρίς να συνυπολογίσω τα δύο τομίδια ποιητικής.
Στίγμα οι «Ευκάλυπτοι» σήμερα, τους οποίους παραθέτω αυτούσιους για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής: «Θροΐζουν πάντα στον ύπνο/ Μαντικά τα φύλλα τους / Γεμίζει ο δρόμος μυρωδιές / Χνούδια από τους ανθούς τους / Βρίσκει το χάδι η αφή γλυπτό/ Τεράστιοι κορμοί τον συντροφεύουν /Και όλο υψώνονται γυρεύοντας/ Απόκριση που δεν θα δώσει/ Ποτέ κανένας ουρανός / Συγχώρεση και άφεση και οικτιρμό». Ο Θανάσης Χατζόπουλος ανήκει στους ποιητές, οι οποίοι εμφανίστηκαν στην δεκαετία του ’80, αποσπώντας τα ευμενή σχόλια της κριτικής. Από τότε έως τώρα δεν παύει να οράται τον κόσμο, τα είδωλά του και τα σημαινόμενά του κατά τρόπο εμφανώς στοχαστικό. Απολογητικός, αποδεικτικός και συμπαγής κατά κανόνα, ο στίχος του επιθεωρεί, μεταξύ άλλων, ένα μέρος της περιρρέουσας συνθήκης συμφιλιωτικά. Η φαινομενολογία των ορατών δεν τον πανικοβάλλει ούτε τον καθιστά έναν ακόμη ανενεργό, έναν ουδέτερο θεατή. Επεξεργάζεται την πρώτη ύλη του υπαρκτού με τη νηφαλιότητα εκείνη, η οποία διακρίνει εν γένει έναν έμπειρο, εκλεκτικό περιηγητή, ο οποίος διατυπώνει τα μηνύματά του ευθυγραμμισμένος πάντα με τη δεδομένη ρητορική τού τοπίου. Εξ ου και οι από ποιητική σκοπιά έγκυροι αφορισμοί των ποικίλων ταξιδιωτικών του βιωμάτων. Διάφοροι παράγοντες και παντοειδή γεννήματα του πολιτισμού περνούν διαδοχικά μέσα από τα φίλτρα των ποιητικών επανεκτιμήσεων. Ο ευάγωγος λεκτικός ιστός παραμένει στο μεταξύ ο κατ΄ εξοχήν δίαυλος του δούναι και του λαβείν μεταξύ του υποψιασμένου υποκειμένου και των λογής «αντικειμενικοτήτων», οι οποίες το περιβάλλουν καταστατικά, μαζί βεβαίως με τα όσα συμφραζόμενά τους.  Στην «Γεωπολιτική» φρονώ ότι παρέχεται συνοπτικά το υπόστρωμα της ειδικότερης θέασης από αμιγώς κοινωνικής πλευράς. Παραθέτω: «Στεριές και θάλασσες / Κομμένες και ραμμένες / Στη στάθμη του πλούτου/ Υπέργειου και υπόγειου / Σε σφαίρες επιρροής [...] Ενώ αλφαδιάζουν τους νεκρούς / Σε τάφους ομαδικούς και / Σε επισκέψιμα νεκροταφεία περιωπής».
Όπως συμβαίνει και με ό,τι κατατίθεται στις αμέσως δύο προηγούμενες συλλογές του ποιητή, με τίτλους  αντιστοίχως Μετόπη και Πέρασμα, που κυκλοφορήθηκαν αμφότερες από τις εκδόσεις «Ύψιλον» το 2007, οι εκφάνσεις της ύλης διερμηνεύονται διασταλτικά, η δε σχέση, η οποία συνδέει το εσωτερικό των όντων με τις συνομοταξίες των ιδεών, παραμένει ιδιαιτέρως ζωτική: το τελικό προϊόν της γραφής συνιστά εν τέλει αράγιστο κάτοπτρο ενός επαρκούς αναλυτή παραγωγικών οσμώσεων.
                                                                      
Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής

Δεν υπάρχουν σχόλια: