29/5/08

Κώδικας Ντα Βίντσι

Κώδικας Ντα Βίντσι

επιμέλεια Κώστας Βούλγαρης

τχ. 115, 13/3/2005

Γράγουν: Κώστας Βούλγαρης, Λήδα Καζαντζάκη, Γιώργος Μπλάνας, Νικόλας Σεβαστάκης, Ευγενία Κριτσέφσκαγια, Ανδρέας Πανταζόπουλος, συνέντευξη Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ



Ένας κώδικας των ημερών

Του Κώστα ΒΟΥΛΓΑΡΗ

|"Μπεστ σέλερ στην Αμερική και την Ευρώπη, το θρίλερ του Νταν Μπράουν συνδυάζει το μυστήριο ενός φόνου με την ιστορία του εσωτερισμού, μια συναρπαστική αστυνομική αφήγηση με μια αρκετά αιρετική ερμηνεία της δυτικής ιστορίας.
Με αφετηρία την άγρια δολοφονία του εφόρου του Λούβρου μέσα στις αίθουσες του Μουσείου, ξεδιπλώνεται ένα πληθωρικό βιβλίο, από τις σελίδες του οποίου παρελαύνουν, με πραγματικά ταχύ βηματισμό, μυστικές αδελφότητες, θρησκευτικές εταιρείες, μυστήρια, όπως η φύση του μειδιάματος της Μόνα Λίζα και ο τόπος όπου λανθάνει το Ιερό Δισκοπότηρο, μεσαιωνικοί θρύλοι, εραλδική, κώδικες και αποκρυπτογράφοι, χάρτες θησαυρών, συνωμοσίες και εγκλήματα. Είναι βέβαιο ότι οι λάτρες του είδους θα ξετρελαθούν."| (Κατερίνα Σχινά, "Βιβλιοθήκη" |Ελευθεροτυπίας|, 9/7/2004).
Πρόκειται για μια από τις τυπικές, πρώτες δημοσιογραφικές βιβλιοσυστάσεις του |Κώδικα| στο ελληνικό κοινό, η οποία περιγράφει, νομίζω επακριβώς, και ταυτόχρονα αναδεικνύει τα βασικά ατού του βιβλίου καθώς και τον αρχικό ορίζοντα των ημεδαπών αναγνωστικών προσδοκιών.
Έκτοτε βέβαια κύλησε πολύ νερό και μελάνι, που αναπαρήγαγε τη διάχυτη αδυναμία να αρθρωθεί ένας πειστικός λόγος επί ή περί του πονήματος του Νταν Μπράουν. Παρ' όλα αυτά, από τις στήλες των "Βιβλίων" του |Βήματος| (1/8/2004) ο Φίλιππος Φιλίππου κατέθεσε ανοικτά την αμηχανία του για τη συνταγή επιτυχίας του |Κώδικα,| παραπέμποντας, έστω σχηματικά, όχι σε "αναγνωστικές συμπεριφορές" αλλά σε "αναγνωστικά γούστα", εισάγοντας έτσι μια υπόρρητη, θα έλεγα κρυπτική ένσταση επί της αισθητικής και συνακόλουθα της ιδεολογίας του βιβλίου.
Επίσης, εδώ στις "Αναγνώσεις" (τχ. 96, 31/10/2004), η ιστορικός Γιάννα Κατσιαμπούρα περιέγραψε, κατά τη γνώμη μου ιδιαίτερα εύστοχα, τον μηχανισμό της κατασκευής του:
|"Ο συγγραφέας εμφανίζει με μαεστρία στοιχεία σχετικά γνωστά, 'που όλο κάτι να θυμίζουν', αλλά όχι πασίγνωστα, τόσο ώστε ακόμη και ανακρίβειες ή παρακινδυνευμένες ερμηνείες να μην είναι προφανείς στον κάθε αναγνώστη. Η ιστορία του τάγματος των Ιπποτών του Ναού, παραδείγματος χάριν, εκτός από έναν κύκλο ιστορικών, δεν είναι τόσο γνωστή. Περισσότερο έχει περάσει στο χώρο του μύθου και της συνωμοσιολογίας, λόγω της απηνούς δίωξης που υπέστησαν τα μέλη του από την παπική εξουσία ήδη από τον 14ο αιώνα. Ας θυμηθούμε εδώ και το| Εκκρεμές του Φουκώ |του Ουμπέρτο Έκο, που ακριβώς αυτόν το μύθο έχει ως θέμα του. [...] Μια σειρά τέτοιους μύθους εκμεταλλεύεται ο Μπράουν: τη Μαγδαληνή και τα| Απόκρυφα Ευαγγέλια, |τους Ναϊτες και το Γκράαλ, μυστικές αδελφότητες και καλά κρυμμένα μυστικά. Στοιχεία για τα οποία καθένας κάτι έχει ακούσει, αλλά χωρίς να τεκμαίρονται με ασφάλεια."|
Τέλος, ο Κώστας Καρακώτιας (|Νέα Εστία,| τχ. 1772, Νοέμβρης 2004), προσέγγισε τον ιδεολογικό πυρήνα του βιβλίου: |"συγκροτεί και προτείνει μια ανάγνωση της πολιτισμικής ιστορίας και εξέλιξης του δυτικού κόσμου, η οποία όμως, αν και αντιτίθεται στον κυρίαρχο θρησκευτικό μυστικισμό, είναι τελικά κι αυτή μια άλλη, το ίδιο μυστικιστική και επιπλέον συνωμοσιολογική και αποκρυφιστική εκδοχή".|
Ο |Κώδικας ντα Βίντσι| των 604 σελίδων (εκδόσεις Λιβάνη) στη χώρα μας είχε πουλήσει 104.000 αντίτυπα μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με τα στοιχεία του λογιστηρίου του εκδοτικού οίκου (πρέπει να πλησιάζει τις 150.000 και συνεχίζει ακάθεκτος...), ενώ μέχρι στιγμής έχει μεταφραστεί σε 42 γλώσσες και παγκοσμίως έχει ξεπεράσει τα 19.000.000 αντίτυπα. Αυτό το νούμερο θα πρέπει ίσως να το διπλασιάσουμε, προσθέτοντας και τους αναγνώστες "από δεύτερο χέρι", μιας και πρόκειται για ένα από τα βιβλία που διαβάζονται απ' όλη την οικογένεια ή και δανείζονται σε φίλους.
Ο |Κώδικας ντα Βίντσι| δεν αφορά τη σύγχρονη λογοτεχνία, δεν προωθεί στο ελάχιστο την τέχνη της γραφής, παρ' ότι πρόκειται για ένα τεχνικά άρτιο αφήγημα, που χρησιμοποιεί άψογα τις από δεκαετίες εμπεδωμένες (και οικείες στον αναγνώστη) αφηγηματικές τεχνικές του μυθιστορήματος μυστηρίου, μα και πλήθος άλλες, μέχρι και στοιχεία της αφηγηματικής γλώσσας των ταινιών περιπέτειας. Με αυτή την έννοια, το βιβλίο και η εμπορική του επιτυχία δεν εμπίπτουν τόσο στη σφαίρα της λογοτεχνικής κριτικής, αλλά μάλλον θα πρέπει να εξετασθούν ως ένα φαινόμενο κοινωνικό: ως ασφαλής ένδειξη μιας εκδοχής της μαζικής κουλτούρας και ιδεολογίας και όχι ως λογοτεχνία.
Παρ' όλα αυτά, στις σελίδες που σήμερα αφιερώνουμε σε αυτή τη συζήτηση του βιβλίου, δεν σκοπεύουμε να καταφύγουμε στις ευκολίες της σπεύδουσας καθημερινής δημοσιογραφίας, αλλά θα προσπαθήσουμε να πορευθούμε τους δρόμους της κριτικής και του στοχασμού. Για παράδειγμα, δεν θα βολευτούμε με την ανώδυνη καταγγελία του |Κώδικα| ως ένα παραλογοτεχνικό προϊόν και φαινόμενο. Πόσο μάλλον, που η παραλογοτεχνία δεν συνιστά μία και συμπαγή περιοχή, τόσο μέσα στη διαδρομή του χρόνου όσο και στις σημερινές εκδοχές της.
Το σίγουρο όμως είναι, πως το συγκεκριμένο βιβλίο διαμορφώνει ιδεολογία, με ιδιαίτερη ένταση και σε τρομακτική μάλιστα κλίμακα. Επιπλέον, γειωμένο στην πραγματικότητα, με τον τρόπο που εξήγησε η Κατσιαμπούρα, δεν εμπίπτει καν στη διάκριση λογοτεχνίας και παραλογοτεχνίας, ή ντοκουμέντου και μυθοπλασίας, γιατί τοποθετείται έξω από τη συνθήκη όπου αυτές οι διακρίσεις υφίστανται. Πρόκειται για μια αφήγηση μεγάλου εύρους και στόχευσης, που εισάγει και οργανώνει τους όρους της ύπαρξής της, σε μια ιδιότυπη σχέση με την πραγματικότητα: μέσω της διαθλασμένης, επιλεκτικά μετατοπισμένης πραγματικότητας την οποία αφηγείται, που με τη σειρά της επικυρώνεται ως πραγματικότητα δια της αφήγησής της. Με χαρακτηριστικότερο μορφολογικό στοιχείο το αβαθές, μια νέου τύπου και παγκόσμιου ορίζοντα επιφανειακότητα κυριαρχεί, διαχειριζόμενη τον σκληρό πυρήνα του αντίπαλου δέους: την ιστορικότητα.
Πρόκειται για ένα βιβλίο ανοικτό, από κάθε άποψη: οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί μέρος του "συστήματος" που κατασκευάζει ο |Κώδικας|, εάν αδυνατεί να κρατηθεί σε απόσταση ως προς αυτό. Έχουμε να κάνουμε με μια αυτάρκη, αυτοτροφοδοτούμενη, χωρίς τέλος μεγάλη αφήγηση, η οποία προϋποθέτει τη συμμετοχή του αναγνωστικού κοινού στην εκδίπλωση της όλης δυναμικής της, δηλαδή στη μετατόπιση από την αντίληψη της πραγματικότητας ως βιωμένης εμπειρίας. Κάποιοι αναρωτήθηκαν, αν βρισκόμαστε μπροστά σε μια αίρεση, άλλοι έκαναν λόγο για μια νέα θρησκεία. Μάλλον πρόκειται για ένα τρόπο θέασης και ταυτόχρονα εσωτερίκευσης του κόσμου, ως μιας τεράστιας και τρομακτικής, όμως συνάμα καθημερινής συνωμοτικής συνθήκης, με οικεία περιβάλλοντα και συμφραζόμενα, μα και με αιώνια, καλά κρυμμένα μυστικά. Με τον ίδιο τον Νταν Μπράουν όχι στο ρόλο του υπερανθρώπου συγγραφέα, αλλά -όπως αντίστοιχα και ο πρωταγωνιστής του- στη θέση του συμπιληματικού διανοούμενου, επιστημονικά ενημερωμένου, φιλέρευνου και εργατικού, που ταυτόχρονα συνοψίζει όλες τις συνδηλώσεις ενός Μεγάλου Διδασκάλου των ημερών: αν ένας κλασικός μυστικιστής θα δήλωνε "μέσα από μένα μιλάει ο Θεός", τώρα ο συγγραφέας περιορίζεται στο ρόλο του "συντονιστή" της επιχείρησης ανακάλυψης του "μεγάλου μυστικού".
Ο |Κώδικας| ανέβασε στις λίστες των "ευπώλητων" και τα προγενέστερα βιβλία του Νταν Μπράουν |illuminati-Οι πεφωτισμένοι| και |Αρκτικός κύκλος| (επίσης από τις εκδόσεις Λιβάνη). Στην "πλάτη" δε του |Κώδικα| κυκλοφόρησαν δύο ακόμη, συμπληρωματικά βιβλία, που κι αυτά σημειώνουν εντυπωσιακή εκδοτική επιτυχία: |Σπάζοντας τον Κώδικα Ντα Βίντσι|, του Simon Cox (εκδόσεις Έσοπτρον) και τα |Απόκρυφα του Κώδικα ντα Βίντσι,| του Νταν Μπερστάιν (εκδόσεις Καστανιώτη), ενώ η τουριστική βιομηχανία απέκτησε ένα νέο κλάδο: την επίσκεψη στο Παρίσι, ώστε να ξεναγηθούν οι αναγνώστες του |Κώδικα| στους χώρους όπου εκτυλίσσεται η αφήγηση, δηλαδή να δουν την πάλαι ποτέ πόλη του φωτός με τα μάτια του Νταν Μπράουν και του βιβλίου του.
Έτσι, δεν είναι μόνο η πρωτοφανής αναγνωστική ανταπόκριση αλλά η μαζική πρόσληψη, η αλληλεπίδραση κειμένου-αναγνώστη, που εν τέλει κάνει αυτόν τον τρόπο να γίνεται |τόπος|, υπαρκτός και επικίνδυνος. Ή, δοκιμάζοντας εδώ ένα σχήμα του Φρέντικ Τζαίημσον, όταν αυτός ο νέος χώρος συνιστά τη στιγμή της "αλήθειας" του, το ύφος του καθίσταται εναργές, πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη φορά την επιφάνεια της συνείδησης: ένας νέου τύπου χώρος, με τη δικιά του συνοχή, αρθρώνεται ως περιεχόμενο.
Ένα από τα χαρακτηριστικά σημεία του |Κώδικα ντα Βίντσι| περιγράφει αυτόν ακριβώς τον μηχανισμό, τον δικό του μηχανισμό μετατόπισης και εν τέλει υποκατάστασης της πραγματικότητας. Σε μια τυχαία σελίδα, μέσα σε έναν "αθώο" διάλογο, γίνεται λόγος για την ισχύ |"ολόκληρων αιώνων επίσημης ιστορίας".| Η οποία όμως ισχύς δεν προκύπτει από τη συλλογική συνείδηση των κοινωνιών, που την νομιμοποίησαν ως ιστορία τους, αλλά, σε τελευταία ανάλυση, επειδή |"επιβεβαιώνεται από το βιβλίο με τις μεγαλύτερες πωλήσεις όλων των εποχών":|
-|"Μη μου πεις ότι ο Χάρυ Πότερ στην πραγματικότητα αναφέρεται στο Άγιο Δισκοπότηρο.|
-|Εννοούσα τη Βίβλο..."| (σελ. 226).
Η παραπομπή και η αντιστοίχηση στον |Κώδικα| είναι προφανής, ως ενσωματωμένος στόχος και κυρίως ως αποτέλεσμα: πρόκειται για τον ανοικτό χαρακτήρα του βιβλίου, για τον οποίο μιλούσα προηγουμένως. Επιπλέον, αυτή η διαπίστωση για το ρόλο της Βίβλου, ως αφήγηση και οργάνωση της πραγματικότητας, βρίσκεται σχεδόν τυχαία ριγμένη μέσα σε ένα κεφάλαιο, το οποίο περιγράφει μια αστυνομική καταδίωξη. Μια διαπίστωση που γίνεται από τους καταδιωκόμενους πρωταγωνιστές, ενώ συζητούν για την πραγματική φύση του "Αγίου Δισκοπότηρου" και οι οποίοι, ακριβώς εκείνη τη στιγμή, τυχαίνει να βρίσκονται μέσα στο δάσος της Βουλώνης, περιτριγυρισμένοι από πόρνες, τραβεστί, ναρκομανείς κι όλη την παρακμή του κόσμου τούτου...



Η παράλυση της ευρωπαϊκής κριτικής και η αποκαθήλωση του βιβλίου από τους γάλλους

Της Λήδας ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Ο |Κώδικας ντα Βίντσι| και οι |Πεφωτισμένοι| είναι τα νέα συνώνυμα της μανίας του εσωτερισμού. Που άρχισε να καταλαμβάνει από το '89 και μετά τον δυτικό κόσμο.
Συνάδουσα με αυτό το παραλήρημα η συντριπτική πλειοψηφία των εκπροσώπων της ευρωπαϊκής λογοτεχνικής κριτικής -συμπεριλαμβανόμενης και της πλειοψηφίας των ελλήνων κριτικών- είδε τα δυο εν λόγω πονήματα του αμερικανού συγγραφέα Νταν Μπραουν μέσα από αυτήν την συγκεκριμένη οπτική, με νεκρωμένα, θα έλεγε κανείς, τα όποια τυχόν ανακλαστικά της. Κινήθηκε μέχρι και τα όρια του άκρατου ενθουσιασμού, περνώντας από την συγκατάβαση έως και την αδιαφορία, και επέτρεψε την ένταξη των εν λόγω βιβλίων στην κατηγορία της λεγόμενης ψυχαγωγικής λογοτεχνίας. Ενώ η επιτυχία τους έγινε αποδεκτή, ούτε λίγο ούτε πολύ ως ένα φυσικό γεγονός, επακόλουθο της λεγόμενης στροφής του αναγνωστικού κοινού προς το μυστηριώδες και το παράδοξο.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ακόμη και κριτικοί της συντηρητικής και κατά τα άλλα αυστηρής στις επιλογές της γερμανικής |Φράγκφουρτερ Άλγκεμάινε Τσάιτουγκ| ακολούθησαν τον συρμό, προτείνοντας τον |Κώδικα| ως |"ένα αστυνομικό μυθιστόρημα πρώτης τάξεως".| Ενώ η κριτικός του εβδομαδιαίου γερμανικού περιοδικού |Στερν|, Κλάουντια Φουντέους, ήγειρε ενστάσεις μόνον για τις τελευταίες 100 σελίδες τού, κατά τα άλλα, |"καλογραμμένου θρίλερ"| Πεφωτισμένοι |"με τη συναρπαστική δράση και το φόνο να αποτελεί το φόντο για την ανάδυση του ζητήματος της αντίθεσης μεταξύ της επιστήμης και της πίστης στον θεό. Στις οποίες σελίδες ο Νταν Μπράουν εξαλείφει κάθε ίχνος της πραγματικότητας για χάρη μιας φανταστικής ατμόσφαιρας και εξορκίζει ένα χάππυ-έντ με τον τρόπο του Τζέημς Μποντ".|
Εξαίρεση στον κανόνα κατάφεραν να αποτελέσουν ορισμένοι γάλλοι κριτικοί, προσπαθώντας, μέσα από μια ολοκληρωμένη ανάλυση εις βάθος, να διαβάσουν ανάμεσα στις γραμμές και μακράν του ορυμαγδού της εκδοτικής επιτυχίας.
Στο περιοδικό |Λε Πουάν| (24 Φεβρουαρίου 2005) δημοσιεύτηκε αφιέρωμα στον Νταν Μπράουν, με τον τίτλο "Η τρέλα του εσωτερισμού". Εκεί, ο κριτικός Ζακ-Πιερ Αμέτ επιχειρεί να διαλευκάνει το νεφελώδες βιογραφικό πίσω από το οποίο κρύβεται ο συγγραφέας. Ενώ ο κοινωνιολόγος Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ αποκαλύπτει τις πολιτικές συντεταγμένες της σημειολογίας των διόλου ακίνδυνων συμπιλημάτων του Νταν Μπράουν.
Αποκαθήλωση όμως λαμβάνει χώρα και στο σχετικό αφιέρωμα της συντηρητικής εφημερίδας |Λε Φιγκαρό| (26 Φεβρουαρίου 2005). Ο κριτικός Αρνώ Μπορντάς διυλίζει τα έργα του Νταν Μπραουν, καταδεικνύοντας τις ανακρίβειες από τις οποίες βρίθουν και την χολιγουντιανού τύπου προχειρότητα με την οποία αυτές έχουν συναρμοστεί.
Συνοψίζοντας τον |Κώδικα ντα Βίντσι| και τους |Πεφωτισμένους|, μιλά για μια |"επιχείρηση που θα μπορούσε να αποκαλέσει κανείς 'Dan Brown Inc.'"|, όπου |"με την εισαγωγή 'πληροφοριών' αναδύονται μυθιστορήματα έτοιμα να διαβαστούν".| Αυτό το φαινόμενο δεν είναι ίσως καινούριο στις μέρες μας, αλλά χαρακτηριστικό μιας ιδιότυπης λογοτεχνικής παραγωγής. Ο Nταν Μπράουν |"κινδυνεύει να μείνει στην ιστορία της λογοτεχνίας ως ο μυθοποιός ενός συγκεκριμένου πνεύματος εποχής"|, γράφει ο Αρνώ Μπορντάς. Που γέννησε |"η χρεοκοπία των ιδεολογιών και η αμφισβήτηση των θρησκευτικών δογμάτων, έριξε το δυτικό κόσμο σε ένα είδος παρανοϊκού τρόμου, μια ανίχνευση των αισθήσεων εντελώς αποπροσανατολισμένη, που βαδίζει στα τυφλά και αναπροσδιορίζει τον κόσμο ως ένα οργανωμένο χάος, εσκεμμένα γεμάτο με κρυφά σημάδια και σύμβολα ερμηνεύσιμα επ' άπειρον".| Ο οποίος Νταν Μπράουν απέχει παρασάγγες από συγγραφείς όπως ο Ουμπέρτο Έκο ή ο Τέοντορ Ρόζακ, που |"επέδειξαν με παρόμοια θέματα μεγαλύτερο ταλέντο και υψηλότερη ευφυία"|.
Επισημαίνει ακόμα, ότι οι "τεκμηριώσεις" του Νταν Μπράουν |"θα άφηναν άναυδο όποιον θα διαπίστωνε τον αριθμό των μικρών συμβιβασμών με την ιστορία, που ο συγγραφέας δεν διστάζει να διαπράξει. Αρκεί απλά να ξέρει, ότι ο γάλλος μεταφραστής υποχρεώθηκε να ξεκαθαρίσει το πρωτότυπο, φοβούμενος μήπως οι συμπατριώτες του ξεσπάσουν σε γέλια με την ανάγνωση συγκεκριμένων εδαφίων, όπως το σχέδιο των Παρισίων". "Στην πρωτότυπη| έκδοση του Κώδικα ντα Βίντσι |εμφανίζεται τόσο απλοποιημένο, όσο κανένας ταξιδιωτικός οδηγός δεν θα τολμούσε να φτιάξει".|
Ο Αρνώ Μπορντάς τοποθετεί τον συγγραφέα δίπλα στον Αλέξανδρο Δουμά, ο οποίος επίσης κατηγορήθηκε ότι βίασε τη ιστορία αλλά το παραδέχτηκε με ένα ευφυές απόφθεγμα,για να δείξει ότι ο Νταν Μπράουν ωχριά μπροστά του, αποποιούμενος τις ευθύνες του, και χρησιμοποιώντας τους φανταστικούς χαρακτήρες του, |"για να διευρύνει την περιφέρεια των στόχων του".|
Για να τον χαρακτηρίσει, εν τέλει, |"γνήσιο προϊόν του αμερικανικού πανεπιστημίου της δεκαετίας του '80, όπου κυριαρχούσε το 'πολιτικά ορθό'. Ο Nταν Μπράουν είναι φεμινιστής, αντικληρικός και παρανοϊκός. Γι' αυτόν, η Ιστορία συνοψίζεται σε μια μεγάλη και διαρκή συνωμοσία του καθολικού άντρα κατά της ειδωλολάτρισσας γυναίκας, η οποία συνεχώς φιμώνεται και καταπιέζεται. Ξεκινώντας από εκεί, κάθε μέσο είναι επιτρεπτό, προκειμένου να πείσει για τα σημεία του τον αναγνώστη που διψά για απίθανες ιστορίες."|
Τιμητική εξαίρεση δίπλα στους Γάλλους υπήρξαν και οι ρώσοι κριτικοί, με τις παρεμβάσεις τους που σταχυολόγησε η Ευγενία Κριτσέφσκαγια και δημοσιεύονται στις επόμενες σελίδες των "Αναγνώσεων".


Οι συνέπειες μιας παλιάς ιστορίας

Του Γιώργου ΜΠΛΑΝΑ

|Παλιά, τα βιβλία γράφονταν
από τους ανθρώπους των γραμμάτων
και διαβάζονταν από το κοινό.
Σήμερα γράφονται από το κοινό
και δεν διαβάζονται από κανέναν.|

ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ


Αν κρίνουμε από το φαινομενικά παράδοξο ρητό (1894) του Ουάιλντ, ο θάνατος του συγγραφέα είναι ιδέα παλαιότερη από τον αντικαπιταλιστικό ακτιβισμό του Ρολάν Μπαρτ, ο οποίος απέδιδε στον αναγνώστη προτεραιότητα απέναντι στο κείμενο, και στο κείμενο ένα είδος "πρωταρχικότητας" απέναντι στον συγγραφέα. Η οπτική αυτή θα αποθεωνόταν από τον Μισέλ Φουκώ, με τον αφορισμό πως ο συγγραφέας αφήνει πίσω του μόνο τα σημάδια της απουσίας του. Ο ίδιος ο συγγραφέας –ήταν δεν ήταν αποτέλεσμα της ανόδου στην ιστορική σκηνή της αστικής ατομικότητας- δεν θα πέθαινε. Θα πιεζόταν όμως να επιλέξει ανάμεσα σε έναν παραδοσιακό ρόλο και σε μια μοντέρνα λειτουργία, που αφορούσε το είδος πεζογραφίας που αποκαλούμε "Παραλογοτεχνία".
Η λογοτεχνία δεν μπορούσε να μην επηρεαστεί από την μηχανοποίηση της εκδοτικής παραγωγής. Ο Μπένγιαμιν φρόντισε να καταδείξει το νέο πλαίσιο, εντός του οποίου ο δυτικός άνθρωπος όφειλε να παράγει τέχνη στο εξής, χωρίς πανικούς και δραματικά επιφωνήματα για την απώλεια της "προαιώνιας αυθεντικότητας" του έργου τέχνης. Η δημιουργία "λογοτεχνικών προϊόντων" αποτέλεσε τμήμα της καπιταλιστικής οικονομίας, περνώντας γρήγορα από το "προϊοντικό" στο "πελατοκεντρικό" μάρκετινγκ. Η "Παραλογοτεχνία", μέρος μιας υποκουλτούρας που ο Λέο Λόβενταλ αναγνώριζε από την κατευθυνόμενη αναπαραγωγή της πραγματικότητας, θα τρεφόταν από την τάση της δεξιάς πτέρυγας των Ρομαντικών συγγραφέων προς την Μυθιστορία, όπου όλα ξεκινούν από μια δεδομένη αυθεντική κατάσταση, για να επιστέψουν σ' αυτήν, με την ολοκληρωτική νίκη των ηρώων επί της πραγματικότητας. Αυτός ο συναισθηματικός φονταμενταλισμός δεν χρειαζόταν καν ένα συγγραφέα, υπό την έννοια του "παρεκκλίνοντος" υποκείμενου, αφού η αφετηρία και το πέρας της αφήγησης είχαν ήδη δεχθεί αρκετή επεξεργασία από την κοινή γνώμη, ή τέλος πάντων από αυτό που ο αστικός φιλελευθερισμός ονόμαζε Common Sense. Παρόλα αυτά, επειδή οι συντάκτες των νέων αυτών "λαϊκών" πεζογραφημάτων έπρεπε να αντληθούν από τον χώρο της κατεξοχήν λογοτεχνίας, η στερεοτυπία των θεμάτων δεν απέκλειε την ρητορική ευρηματικότητα.
Ο συγγραφέας μπορεί να μην κινδύνευε, αφού, σύμφωνα με τον Λούκατς, το κατεξοχήν μυθιστόρημα ήταν ήδη "η μορφή που παίρνει η περιπέτεια μιας εσωτερικότητας χωρίς θεούς". Αυτό σήμαινε πως η λογοτεχνική αφήγηση είχε εμπλακεί στο ζήτημα της "Ολότητας" και προσπαθούσε να υποκαταστήσει την ιστορία από αριστερά, με τρόπο δαιμονιακό, όπως ο μυστικιστής προσπαθεί να φτάσει τον υπέρτατο θεό, καταστρέφοντας για χάρη της ατομικότητάς του την ίδια του την υπόσταση: το μυστικό. Η ευφυής αυτή παρατήρηση εξηγεί γιατί η λογοτεχνία δέχθηκε τόση κριτική ως παραγωγός ιδεολογίας. Το πάθος για την "Ολότητα", την χρέωνε με την δημιουργία ενός ιερού ομοιώματος του κόσμου, που ο αναγνώστης όφειλε να αποδεχθεί και να λατρέψει. Αντίθετα, η παραλογοτεχνική Μυθιστορία θα ξεπερνούσε την εμπλοκή της με την κοινωνική πραγματικότητα, δεχόμενη μιαν άνευρη κατηγορία για "φυγή από την πραγματικότητα". Και δικαίως, διότι η Μυθιστορία δεν μπορεί να δημιουργήσει ιδεολογία, ούτε μύθους. Μπορεί μόνο να επαναλάβει μύθους και ιδεολογικά σχήματα.
Ωστόσο, αν κάποιος κινδύνευε ήταν ο ίδιος ο αναγνώστης. Υπ' αυτήν την έννοια, το παραδοξολόγημα του Ουάιλντ είναι προφητικό. Τα βιβλία τα γράφουν πια οι αναγνώστες -ως αναπαραγωγή των απόψεών τους- αλλά δεν διαβάζονται από κανέναν, αφού ο αναγνώστης δεν διαβάζει πλέον παρά ό,τι θα μπορούσε να γράψει ο ίδιος. Εδώ, η ανάγνωση θεωρείται μια μορφή ετεροπροσωπίας, με την γραμματική έννοια, δεδομένου ότι δύσκολα θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε την αναγκαιότητα ενός κειμένου, που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο τις περιπέτειες του ίδιου του αναγνώστη. Κάτι τέτοιο, μόνο το χεγκελιανό "Απόλυτο Πνεύμα" θα μπορούσε να το πραγματοποιήσει, υπό την έννοια πως κάποτε, στο τέλος της ιστορίας ίσως, οποιοδήποτε κείμενο θα συντασσόταν από την Αυτοσυνείδηση, με στόχο την Αυτοσυνείδηση, και θα εξιστορούσε τις περιπέτειες που πέρασε η Αυτοσυνείδηση μέχρι να κατακτήσει τον εαυτό της. Φυσικά, στο τέλος της ιστορίας, κάθε κείμενο θα είναι άχρηστο. Δεν θα μπορεί να πει τίποτε περισσότερο απ' ό,τι ήδη γνωρίζουμε. Κάθε σκέψη, κάθε πράξη, θα είναι τμήμα της διαδικασίας παραγωγής της και μάλιστα τίποτε περισσότερο από την διαδικασία παραγωγής της.
Ο κριτικός Ρομπέρτο Σιμανόβσκι παρατήρησε πρόσφατα, πως όσο περισσότερο το λογοτεχνικό κείμενο γίνεται μέρος της τεχνικής διαδικασίας παραγωγής του, τόσο ο ρόλος τού αναγνώστη απονευρώνεται και η ανάγνωση αφήνει ελάχιστα ίχνη πίσω της. Μπορούμε να εντοπίσουμε εδώ την διαδικασία υποκατάστασης της χρηστικής αξίας από την ανταλλακτική, που διέπει τον μηχανισμό της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας. Ο συγγραφέας υποκαθίσταται από το όνομά του και ο "λόγος" του από την δυνατότητα κατοχής του "λόγου" του. Ο αναγνώστης υποκαθίσταται από το καταναλωτικό υποκείμενο και το κείμενο από τον συνολικό χρόνο απασχόλησης με το κείμενο. Συνεπώς, ο συγγραφέας δεν είναι νεκρός αλλά ο αναγνώστης απουσιάζει δραματικά.
Καθώς μια τέτοια συνθήκη οδηγούσε στην συρρίκνωση της αγοράς, ξαφνικά –αλλά όχι ανεξήγητα– βρεθήκαμε μπροστά στο φαινόμενο |Κώδικας ντα Βίντσι|, που επέφερε δραστικές οικονομικές, επικοινωνιακές και δομικές μεταβολές στον μηχανισμό παραγωγής και κατανάλωσης λογοτεχνικών έργων. Η επιτυχία του επηρέασε την κίνηση των κεφαλαίων στην βιβλιαγορά, εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες ρίχτηκαν στο κυνήγι των μυστικών του, μη συναφείς επιχειρήσεις ενεπλάκησαν κερδοφόρα στον κύκλο εργασιών του, και η παραγωγή διευρύνθηκε με την έκδοση σχετικών εγχειριδίων και οδηγών.
Ουσιαστικά, πρόκειται για μια "ειδολογική" αλλαγή, που συνδέει τον |Κώδικα ντα Βίντσι| με την ιστορική συγκυρία, αποδίδοντάς του καίριο ρόλο στην προσπάθεια της μεταβιομηχανικής κοινωνίας να ξεπεράσει την θεμελιώδη αντίφασή της: το ασυμβίβαστο ανάμεσα στην προσωπική ανάπτυξη και την κοινωνική επιτυχία.
Ο |Κώδικας ντα Βίντσι|, παραμένοντας "Παραλογοτέχνημα", στρέφεται προς το κατεξοχήν μυθιστόρημα. Ενώ η ρητορική του δεν ξεπερνά την στερεοτυπία της "Βιομηχανικής Μυθιστορίας", προσφέροντας στον αναγνώστη μιαν απρόσκοπτη αποδοχή των ίδιων των κοινότοπων σκέψεων και συναισθημάτων του, παράλληλα επιφορτίζεται με την συνολική "παρουσίαση της απόκρυφης ιστορίας του δυτικού κόσμου", "συνδυάζοντας... την τέχνη, την ιστορία και την θρησκεία". Δηλαδή, αναλαμβάνει το έργο του κλασικού μυθιστορήματος, δημιουργώντας ένα μείγμα συναισθηματικής αδράνειας και ιδεολογικής κινητοποίησης.
Οποιοδήποτε "Παραλογοτέχνημα" θα μπορούσε να αρχίζει, όπως ακριβώς ο |Κώδικας ντα Βίντσι,| με την φράση: "Ο Ρόμπερτ Λάνγκντον βγήκε σιγά - σιγά από το λήθαργο", και να τελειώνει με την φράση: "Προς στιγμήν νόμισε ότι άκουσε μια γυναικεία φωνή... μεστή από τη σοφία των αιώνων... να του ψιθυρίζει από τα βάθη της γης". Δεν θα απαιτούσα από τον αναγνώστη την συμμετοχή σε άλλο συναισθηματικό και στοχαστικό πλαίσιο από αυτό που ήδη υφίσταται μέσα του: ο ήρωας ξεκινά από την διατάραξη της δεδομένης ισορροπίας του, και επιστρέφει στην αυθεντικότητά της, μετά από συναισθηματικούς και πνευματικούς κλονισμούς. Θα μπορούσε δηλαδή –όπως στο σύνολο των παραλογοτεχνικών Μυθιστοριών– κάποιος (ή κάποιοι παράγοντες, μια συνομωσία εν προκειμένω), να προβάλει αντίσταση στην επίτευξη των προσωπικών του στόχων (συναισθηματικών, επαγγελματικών, οικογενειακών ή ακόμη ακόμη και μεταφυσικών, αν πρόκειται για ιστορία τρόμου). Σ' αυτήν την περίπτωση, θα διακυβεύονταν αυστηρά προσωπικά συμφέροντα του ήρωα, αρκετά κοινά ωστόσο, για να ενδιαφέρουν τον αναγνώστη, ο οποίος θα έπρεπε να ταυτιστεί με τον ήρωα, προκειμένου να συνεχίσει απρόσκοπτα την ανάγνωση. Φυσικά, θα περιοριζόταν αναγκαστικά ο αριθμός των αναγνωστών.
Στην περίπτωση του |Κώδικα ντα Βίντσι|, δεν διακυβεύεται η προσωπική ισορροπία του ήρωα αλλά η μοίρα της ανθρωπότητας, πράγμα που σημαίνει πως το βιβλίο μπορεί να απευθύνεται σε κάθε αναγνώστη. Για να το πούμε καλύτερα, αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια η ζωή του αναγνώστη. Ο κατεξοχήν ήρωας είναι ο αναγνώστης, όπως ο ήρωας κάθε θρησκευτικής τελετής είναι η ψυχή του πιστού. Υποτίθεται βέβαια πως αποδέχεται ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό πλαίσιο για τα ελατήρια της ιστορίας: την συνομωσία. Είναι χαρακτηριστικό πως μια τέτοια άποψη δεν μπορεί να ισχύει παρά "καθολικά", όπως σε κάθε ιδεολογία (κατά την άποψη τουλάχιστον του Αλτουσέρ). Υπάρχει ή δεν υπάρχει ένα θεμελιώδες μυστικό, χάριν του οποίου δρουν οι "Μυστικές Οργανώσεις", με αντικείμενο τον καθορισμό της ζωής καθενός μας. Συνεπώς, τα αφηγούμενα αφορούν άμεσα το σύνολο της ιστορίας και μετατρέπουν την αφήγηση σε παρόν, εντός του οποίου κινούνται οι αναγνώστες. Το αποτέλεσμα έχει δύο σκέλη: Πρώτον, διευρύνει τον κύκλο των αναγνωστών, επιτυγχάνοντας το απόλυτο προϊόν, και δεύτερον διαμορφώνει μια συνείδηση που υποπτευόμενη τα πάντα και τους πάντες, συνωμοτεί απέναντι στην ίδια της την ταυτότητα. Καθένας μας θα μπορούσε να διατηρεί τον έλεγχο του εαυτού του, αν γνώριζε το βάθος και το πλάτος της αλλοτρίωσης που έχει υποστεί. Πρόκειται για μια ψευδαίσθηση αυτογνωσίας, αλλά λειτουργεί μια χαρά, όταν πρόκειται το υποκείμενο να έρθει αντιμέτωπο με την δυσφορία που του προκαλεί το κοινωνικό περιβάλλον.
Ενώ η παραλογοτεχνική ρητορική του |Κώδικα ντα Βίντσι| επιβραβεύει την αμιγώς υποκειμενική πλευρά του αναγνώστη, η μυθιστορηματική προθετικότητά του τον εγκαλεί σε μια ιδεολογική σχέση με την ιστορία. Το συνδετικό στοιχείο των δύο όψεων του υποκειμένου είναι η φαινομενικά λογική πρόταση, πως η ιστορία αποτελεί δημιούργημα μιας απόκρυφης –άρα απόλυτα ελεύθερης– υποκειμενικότητας. Έτσι εξηγείται η άνεση με την οποία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι αισθάνονται προσωπικά κολακευμένοι να δρουν τόσο μαζικά.
Μετά την αποτυχία των θεωριών περί του τέλους της ιστορίας να εξασφαλίσουν στην μεταβιομηχανική κοινωνία ένα σταθερό ιδεολογικό πλαίσιο, στο εσωτερικό του οποίου προφανώς το υποκείμενο δεν θα είχε ανάγκη από κανένα κείμενο προκειμένου να κρατήσει την ισορροπία του (κι έτσι το κόστος της διαφήμισης, της κατεξοχήν εμπορικής δραστηριότητας, θα μειωνόταν δραστικά, αφού οι ρητορικοί ελιγμοί πειθούς του καταναλωτή θα ήταν εντελώς άχρηστοι), το πλαίσιο αυτό επιχειρείται να εντοπιστεί στην αφομοίωση της ιστορίας από το υποκείμενο. Ο αναγνώστης μπορεί να έχει μόνο μια διέξοδο προς την ατομικότητά του: να συνωμοτήσει απέναντι στην συνομωσία που καθορίζει την ζωή του, να γίνει δηλαδή ένα τμήμα της. Δεν θέλει πολλή σκέψη για να καταλάβουμε πως το "Απόλυτο Πνεύμα", αφού δεν μπήκε από την πόρτα, επιχειρεί να μπει από το παράθυρο της ιστορίας. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό το "Απόλυτο Πνεύμα" δεν είναι παρά η διεύρυνση της Δύσης, οριζόντια και κάθετα. Οριζόντια στην επιφάνεια του πλανήτη, και κάθετα προς όλες τις κοινωνικές τάξεις των δυτικών κοινωνιών.
Ωστόσο, το υβριδικό αυτό κείμενο θα κάνει τον κύκλο του, αφήνοντας πίσω του μόνο το ιδεολόγημα που αποτέλεσε την αιχμή της εμπορικής επιτυχίας του. Στο μεταξύ, άλλος ένας φονταμενταλισμός πρέπει να λύσει προβλήματα που υπερβαίνουν κάθε λύση εκτός ιστορικής προοπτικής.

|Ο Γιώργος Μπλάνας είναι ποιητής και μεταφραστής|



Μαγεύοντας το κοινό: μια νέα δεισιδαιμονία και η πολιτική της

Του Νικόλα ΣΕΒΑΣΤΑΚΗ

Η συζήτηση για το φαινόμενο |Κώδικας ντα Βίντσι| και την περίπτωση Dan Brown αντιμετωπίζει μια συγκεκριμένη παγίδα: να εγκλωβιστεί στον ίδιο τον επικοινωνιακό και εμπορικό θρίαμβο του γεγονότος ή να καταχωριστεί ως μια ακόμα εκδοχή της έριδος μεταξύ "υψηλής" και "λαϊκής" κουλτούρας, μεταξύ αυθεντικής λογοτεχνίας και, έστω κομψής, παρα-λογοτεχνίας. Έχοντας επίγνωση του κινδύνου, πρέπει έτσι να διευρύνουμε το πεδίο της συζήτησης για να σταθούμε στις πολιτισμικές και πολιτικές του διαστάσεις, πέρα από τη διαπίστωση πως σε κάθε εποχή υπάρχει και ένας Dan Brown για να γοητεύσει το μεγάλο κοινό και τη θερινή μας σχόλη. Αν μέχρι προχθές ήταν μια ορισμένη κατασκοπευτική "ψυχροπολεμική" πλοκή που ύφαινε τα δίχτυα της μεγάλης συνωμοσίας -από την υποψία για σκόπιμη απόκρυψη πληροφοριών για τα UFO εκ μέρους των κυβερνήσεων μέχρι τη βεβαιότητα για τα αφανή κέντρα που διαφεντεύουν τις τύχες του κόσμου- τώρα φαίνεται πως το παράδειγμα εμπλουτίζεται ποιοτικά: επίκεντρο δεν είναι πλέον τόσο η πολιτική συνωμοσία ούτε η δια-κρατική κατασκοπεία και οι υπόγειες μάχες ανάμεσα σε ανταγωνιστικές υπηρεσίες και "εθνικά" επιστρατευμένους πράκτορες. Οι νέοι άξονες της πλοκής και οι εφεδρείες της απόκρυφης γνώσης που διακινούνται με τα πλανητικά best-sellers, περιλαμβάνουν κυρίως θρησκευτικό υλικό και "πνευματικότητα". Αιχμή αναδεικνύεται πλέον η γενεαλογία των ιερών Μυστικών, οι ιστορίες μιας κλεμμένης από τα κατεστημένα βαθιάς αλήθειας, που αν αποκαλυφθεί μπορεί να αλλάξει το ρου της ιστορίας και την ανθρώπινη ζωή. Το στοιχείο της μηχανορραφίας και η ραδιουργία των συμβάντων μετατοπίζεται από τα ορθολογικά και πεζά παιχνίδια ισχύος και αμοιβαίας αποτροπής (ας θυμηθούμε εδώ τα μυστικά σούπερ όπλα της ψυχροπολεμικής φαντασίας) στην κατοχή μιας απαγορευμένης ιερής γνώσης. Κατά έναν τρόπο, η νέα γενιά αυτής της φιλολογίας του απόκρυφου, λογοτεχνικής και δοκιμιακής, παρακολουθεί στενά τις ευρύτερες μετατοπίσεις στα κοινωνικά και ιδεολογικά τοπία της νεοκαπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Βλέπουμε ένα παιχνίδι που υπερβαίνει τους απλούς ανταγωνισμούς συμφερόντων και τους πολέμους για σφαίρες επιρροής, για να ξανοιχτεί στις ασύμμετρες απειλές που πηγάζουν από διάφορα ιδιωτικά δίκτυα, εν υπνώσει πυρήνες και δαιμονικές προσωπικότητες που δρουν στο άυλο, σχεδόν μεταφυσικό, πεδίο της διεθνικής Αυτοκρατορίας. Επειδή ωστόσο κάθε πλοκή έχει και το έπαθλο και την ανταμοιβή της για τον αναγνώστη και τον θεατή, παρατηρούμε και σε αυτό το σημείο μια μετατόπιση. Το έπαθλο είναι πλέον η πρόσβαση σε μια γνώση, που προσφέρει το κλειδί της δύναμης και της κοσμικής επιρροής, γνώση που εμφανίζεται ταυτοχρόνως πανάρχαια και υπερσύγχρονη, θαμμένη στο βαθύτερο παρελθόν και ικανή να ορίσει το απώτερο μέλλον.
Το ερώτημα πάντως δεν αφορά τόσο τα υλικά της αφηγηματικής συνταγής που καθιστούν εύγεστα τα αντίστοιχα πολιτιστικά προϊόντα. Σε μεγάλο βαθμό, οι τεχνικές είναι οι κλασικές της αστυνομικής ίντριγκας και της ιστορίας μυστηρίου. Πέρα ωστόσο από τις τεχνικές της μαζικής απήχησης, πολύτιμες εξάλλου γι' αυτού του τύπου τα συγγραφικά εγχειρήματα, το ενδιαφέρον βρίσκεται στις συγκεκριμένες απολαύσεις του αναγνώστη ή του θεατή. Εδώ νομίζω μπορεί να επισημανθεί η ιδιαίτερη λειτουργία των λόγων αυτών στα πλαίσια της μετανεωτερικότητας. Και τούτο διότι τα συγκεκριμένα αφηγηματικά τεκμήρια κοσμούν υφολογικά κάποιες βασικές ιδέες για τον κόσμο και τη θέση των υποκειμένων στον κόσμο. Μια ιδέα είναι, για παράδειγμα, ότι όλα τα συλλογικά μορφώματα και οι θεσμοί είναι μάσκες, προσωπεία και κρησφύγετα μαγικών μεταμορφωτικών δυνάμεων που βυσσοδομούν πίσω από τη σκηνή του κόσμου. Δεν έχει τόσο σημασία αν αυτές οι δυνάμεις ανακαλούν την αποσιωπημένη γενεά ενός "ανθρώπινου" Ιησού, την κλεμμένη σοφία ενός χαμένου πολιτισμού ή τα Γκράαλ μιας εκρομαντισμένης μεσαιωνικής ιπποσύνης. Το σημαντικό είναι εδώ η άφεση του κόσμου σε μυστικές ενέργειες, σε πνεύματα και σκιώδεις υπάρξεις που ενισχύουν και θωπεύουν το ήδη θρυμματισμένο και φοβικό πολιτικό φαντασιακό των συγχρόνων: την αίσθηση με άλλα λόγια ότι οι σχέσεις, οι αρχιτεκτονικές διατάξεις και ιεραρχίες του κόσμου που μας περιβάλλει δεν μπορεί να ελεγχθούν, να αμφισβητηθούν με τα κλασικά έλλογα μέσα, παρά μόνο με αλχημικά τεχνάσματα και "εσωτερικούς" δρόμους φωτισμού.
Μια άλλη ιδέα που προκύπτει από αυτό το υλικό είναι προέκταση της πρώτης: ότι τα συμφέροντα, οι συγκρούσεις και τα σύγχρονα δεινά ριζώνουν σε ανομήματα και βδελυρές πράξεις μεμονωμένων προσώπων, κάποιων χαρισματικών κακών ή των επιγόνων και ακολούθων τους. Ο δημοκόπος μυστικισμός συνδυάζεται έτσι με ένα υπόστρωμα ηθικομανιχαϊκής κοσμολογίας: αν υπάρχει πλέον σωτηρία, αυτή εναπόκειται απλώς στην ανατροπή κάποιων κατεστημένων αφηγήσεων και στην ανακάλυψη εκείνου του "κώδικα" που θα ερμηνεύσει τα σημάδια της ιστορίας, αποκαθιστώντας την τάξη της αλήθειας. Η εμμονή με τους κώδικες και τους κωδικούς, την αποκρυπτογράφηση και τις μεταφράσεις, περνά έτσι από τα σεμινάρια των cultural studies στα ευφυή πολυφωνικά μίξερ του λαϊκού αναγνώσματος και της blockbuster ταινίας. Για παράδειγμα, τόσο στον |Κώδικα ντα Βίντσι| όσο και στους, λιγότερο ευνοημένους από τη δημοσιότητα |Ιλουμινάτι,| ο Brown υποβάλλει διαρκώς την εικόνα της αντιπαράθεσης ανάμεσα στο επίσημο ψεύδος (της Καθολικής Εκκλησίας, του Opus Dei κ.λπ.) και σε μια θεμελιώδη αλήθεια που βρίσκεται υπό απηνή διωγμό, αλήθεια που απαιτεί την καθαρτήρια κατάλυση των θεσμικών συμβάσεων. Αυτή η εξέγερση κατά του ψεύδους των θεσμών βρίσκει εν τέλει θερμή ανταπόκριση στο διάχυτο "κόμμα" της αντιθεσμικής Αγανάκτησης και στις μνησίκακες ηδονές που εισπράττει ο πολίτης από την εκθαμβωτική αποκάλυψη των "σκανδάλων της εξουσίας".
Τέλος, μια ακόμα ιδέα σχετίζεται με τη χρήση της Ιστορίας, της θρησκειολογίας, της φυσικής ή της φιλοσοφίας, στο μπλέντερ των εν λόγω αφηγήσεων. Η χρήση αυτή μοιάζει να προστατεύει και να δικαιώνει τη νέα αγραμματοσύνη και το χαρακτηριστικό ημιμαθές έθος της ίσης εγκυρότητας όλων των λόγων και όλων των "μορφών σοφίας": ζωδιακοί χάρτες και αστρονομία, ιστορικά τεκμήρια και απόκρυφοι συμβολισμοί, new age αμπελοφιλοσοφίες και δυτική μεταφυσική, σπέσιαλ εφέ εγκυκλοπαιδισμού και πραγματική γνώση των πηγών, αποκτούν αίφνης την ίδια αληθοφάνεια και το ίδιο ποσοστό πρόσβασης στην αλήθεια. Υπό το πρόσχημα μιας εκ νέου σαγήνευσης του κόσμου και των υπηκόων του, η νέα κουλτούρα της ιερής συνωμοσίας είναι έτσι το φασματικό αποτύπωμα της "κοινωνίας των δικτύων" και των φόβων της.
Σημείο σύμπτωσης τεχνολογισμού και δεισιδαιμονίας, γνώσης και μαγικών χρησμών, ολιγαρχικού πνεύματος της κάστας και μαζικοδημοκρατικού ατομικισμού, το πνεύμα του |Κώδικα ντα Βίντσι| μάλλον θα έχει μέλλον λαμπρό. Έστω ως ισχνό παραμυθητικό απόσταγμα που απευθύνεται κατά βάση στις πολιτικές και πνευματικές μας αδράνειες ή στη σεναριακή φτώχεια των πειραματισμών μας με το Υπαρκτό.

|Ο Νικόλας Σεβαστάκης διδάσκει στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου)|



Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ

Αποκρυφισμός και θεωρία της συνωμοσίας:
τα αντισημιτικά υπονοούμενα

(Ο Γάλλος φιλόσοφος και ιστορικός των ιδεών Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ μιλάει για τον |Κώδικα ντα Βίντσι|, τη θεωρία της συνωμοσίας, τον αντισημιτισμό και την ακροδεξιά).

-Ο |Κώδικας ντα Βίντσι| εδράζεται στο γεγονός ότι η Καθολική Εκκλησία έχει αποκρύψει επεισόδια από τη ζωή του Ιησού. Αυτά τα επεισόδια ήταν από καιρό γνωστά, τι καινούριο προσκόμισε ο Νταν Μπράουν;
-Η κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος, δηλαδή το γεγονός ότι από το Χριστό, σύζυγο της Μαρίας Μαγδαληνής, φθάνει μέχρι τις μέρες μας μια συνεχής διαδοχή απογόνων, είναι δανεισμένη από βιβλία όπως |Το Ιερό Αίνιγμα| των Michael Baigent, Richard Leigh και Henry Lincoln, που γνώρισε παγκόσμια επιτυχία, και |Η αποκάλυψη των ιπποτών του τάγματος του ναού του Σολομώντα| των Lynn Picknett και Clive Prince. Αυτοί οι συγγραφείς επιτυχιών, επανέλαβαν μερικές αμφισβητούμενες, τουλάχιστον, ερμηνείες κειμένων που περιέγραφαν με υπαινιγμούς τις σχέσεις του Ιησού και της Μαρίας Μαγδαληνής, και συγκεκριμένα το κατά Φίλιππο Ευαγγέλιο (κεφ. LVIIΙ, στιχ. 33-6), ένα από τα απόκρυφα Ευαγγέλια.
Οι Baigent, Leigh, και Lincoln, πρόσθεσαν σ' αυτή τη μυθολογική αφήγηση την ευφάνταστη θέση ότι η υποτιθέμενη "Ιερή κοινότητα της Σιών" είχε πραγματική αποστολή να διαφυλάξει την ιερή γενεαλογία των απογόνων του ζεύγους. Το ίδιο συμβαίνει και με την ερμηνεία του Ιερού-Γκράαλ, που παραδοσιακά συμβολίζει το ιερό δισκοπότηρο στο οποίο φυλάχτηκε το αίμα του Χριστού κατά τη σταύρωση: ο Νταν Μπράουν ξαναπαίρνει αυτή την ιδέα από |Το Ιερό Αίνιγμα|, την παρουσιάζει σαν μια αλήθεια κρυμμένη από την Εκκλησία και υποστηρίζει ότι το Γκράαλ αναπαριστά τη γραμμή διαδοχής του Χριστού, δηλαδή το γενεαλογικό δένδρο με το οποίο οι μεροβιγκιανοί βασιλείς τεκμηριώνουν την καταγωγή τους από τον Χριστό. Γεγονός που προϋποθέτει ότι μετά τη σταύρωση η Μαρία Μαγδαληνή κατέφυγε στη Γαλλία με το παιδί της, και ότι ένας από τους απογόνους της, που παντρεύτηκε μέλος γαλλικής φυλής, ίδρυσε τη μεροβιγκιανή δυναστεία. Για να ενισχυθεί η πλοκή, αρκεί να προστεθεί ότι το τάγμα των ιπποτών του ναού του Σολομώντα δημιουργήθηκε για να προστατέψει το μυστικό του Γκράαλ. Όσο για τη συμμετοχή του Λεονάρδο ντα Βίντσι, που παρουσιάζεται ως ένας από τους μεγάλους δασκάλους της εκκλησιαστικής κοινότητας της Σιών -από το 1510 ως το 1519-, επινοήθηκε το 1956 από τον μυθομανή και πανούργο Γάλλο Pierre Plantard, και είναι σαφές ότι ο Ντα Βίντσι δεν έκρυψε στους πίνακές του ενδείξεις του φανταστικού "μεγάλου μυστικού", δηλαδή του γάμου του Ιησού με τη Μαρία Μαγδαληνή. Οι αξιόλογες έρευνες των Marie-France Etchegoin και Frédéric Lenoir το έχουν καλά αποδείξει. Με τους ιππότες του τάγματος του ναού του Σολομώντα και με το Λεονάρδο ντα Βίντσι, ο Νταν Μπράουν εμφανίζεται σαν ένας ερανιστής που κορφολογεί από όλα τα δένδρα.
-Στο νέο του βιβλίο |Άγγελοι και δαίμονες,| η μυστικιστική οργάνωση των Ιλιμινάτι (Ιlluminati-Πεφωτισμένοι), ξαναέρχεται στο προσκήνιο και επιτίθεται στους καρδινάλιους του Βατικανού. Οι Ιλιμινάτι αυτοί υπήρξαν ποτέ; Και γιατί ο Dan Brown καταφέρεται με επιμονή εναντίον της ρωμαιο-καθολικής εκκλησίας;
- Η λέξη Ιλιμινέ (Illumine-φωτισμένος), που συναντάται στη γαλλική μασονική ορολογία πριν από την εμφάνιση των "Ιλιμινέ της Βαυαρίας", κατέληξε να σημαίνει μασόνος συνωμότης, και κατόπιν, στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα, εβραιο-μασόνος. Οφείλουμε να ξεχωρίσουμε με επιμέλεια, από τη μια μεριά την ιστορία της Τάξης των Ιλιμινέ, που ήταν μυστική παραμασονική οργάνωση που ιδρύθηκε από τον Adam Weishaupt στη Βαυαρία την 1η Μαϊου 1776 και διαλύθηκε το Μάρτιο 1785, και, από την άλλη, τη μυθοποίηση των "Ιλιμινέ της Βαυαρίας", στην οποία έχει συνεισφέρει με αποφασιστικό τρόπο το περίφημο αντιμασονικό και αντεπαναστατικό βιβλίο του αβά Barruel, |Απομνημονεύματα προς χρήσιν της ιστορίας του γιακοβινισμού| (1797-1798). Σ' αυτό το βιβλίο, ο Barruel υπερτιμά, μέχρι παραληρήματος, την επιρροή των Ιλιμινάτι (που τους θεωρεί άθεους) στην κήρυξη και εξέλιξη της Γαλλικής Επανάστασης, την οποία παρουσιάζει ως αποτέλεσμα μασονικής συνωμοσίας. Η αναδρομική καταγγελία της αντιχριστιανικής και αποκρυφιστικής δράσης των Ιλιμινέ, συμμετέχει έκτοτε στην παραδοσιοκρατική καθολική ρητορεία, πριν αποτελέσει θέμα της μυστικιστικής-αποκρυφιστικής λογοτεχνίας εν γένει, που στηρίζεται στη θεωρία της μασονικής ή εβραιο-μασονικής συνωμοσίας.
Αυτή η συνωμοτική άποψη, παρούσα πριν την παγκόσμια διάδοση των "Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών" στη δεκαετία του '20, θα βρει μία μυθοπλαστική νομιμοποίηση σε αυτό το διαβόητο πλαστογράφημα, που κατασκευάστηκε στο Παρίσι, κατά το 1900 με 1901, για λογαριασμό της μυστικής πολιτικής αστυνομίας του Τσάρου, της Οχράνα (βλέπε επ' αυτού τη νέα έκδοση του βιβλίου μου [P.-A. Taguieff, |Les Protocoles des Sages de Sion. Faux et usages d' un faux,| Tόμοι ΙΙ, Παρίσι, Berg International, 2004] για τις απαρχές και τις μετενσαρκώσεις, εδώ κι έναν αιώνα, αυτού του κατασκευασμένου "ντοκουμέντου"). Στους "Σοφούς της Σιών" θα δούμε την επιστροφή των Ιλιμινάτι ή μια ακόμη απόδειξη της ανησυχητικής παρουσίας τους. Το θέμα, της ανελέητης πάλης ανάμεσα στους ιλιμινέ και την χριστιανοσύνη, αποτελεί κοινοτοπία αυτής της ακροδεξιάς αποκρυφιστικής λογοτεχνίας και επαναλαμβάνεται από τον επιδέξιο Νταν Μπράουν.
-Τα μυθιστορήματα του Μπράουν παίζουν πάντα με το γεγονός ότι υπάρχουν σέχτες, ομάδες που κατέχουν μιαν αλήθεια αντίθετη στα επίσημα ψεύδη, και με το ότι οι ομάδες αυτές εξελίσσονται γρήγορα σε αρχιεκβιαστές ή δολοφόνους. Γιατί το συγκεκριμένο είδος μυθιστορήματος γνωρίζει τόση επιτυχία στις μέρες μας;
-Εκείνο που κεντρίζει την περιέργεια, είναι η άποψη πως η αλήθεια αποσιωπάται από κυνικά άτομα που κρύβονται πίσω από κοινωνικά προσωπεία. Το θέαμα μιας μάχης μέχρι θανάτου ανάμεσα σε οργανωμένους επαναστάτες, σε μυστικές οργανώσεις ή σέχτες, και ορατούς ή αόρατους κυβερνήτες, γοητεύει. Εκείνο που κόβει την ανάσα είναι οι περιπέτειες της μεγάλης σύγκρουσης ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν τις επίσημες αλήθειες, δηλαδή τα ψεύδη της Εκκλησίας, και σε εκείνους που, έτοιμοι για όλα, κατέχουν την απαγορευμένη αλήθεια. Εκείνο που ψυχαγωγεί, είναι η αποκάλυψη των επίσημων αρχιαπατεώνων και των μυστικών τους. Εκείνο που ευχαριστεί είναι οι "αποκαλύψεις"... Την αγαλλίαση της αποκάλυψης των μυστικών την ξαναβρίσκουμε στους αρνητιστές [: σε εκείνους οι οποίοι αρνούνται τη Γενοκτονία των Εβραίων της Ευρώπης από τη ναζιστική Γερμανία], των οποίων τα θέματα είναι συχνά παρόντα στην αποκρυφιστικο-συνομωτική φιλολογία.
-Σχετικά με τον |Κώδικα ντα Βίντσι,| ειπώθηκε κάτι για αποκαλύψεις με αντισημιτικό χαρακτήρα. Εσείς τι πιστεύετε; Σ' αυτό το βιβλίο υπάρχει ένα ιδεολογικά ύποπτο μήνυμα;
- Ο Νταν Μπράουν πέτυχε μια λεπτή επιχείρηση: κατόρθωσε να αποσπάσει, από ένα συμβολικό κυκεώνα όπου κυριαρχούσε η συνωμοτικότητα και ο αντισημιτισμός, τα υλικά μιας "εξαγνισμένης" πλοκής. Πάντως, αν και σβήστηκαν από τον συγγραφέα τα ίχνη της αντι-εβραιο-μασονικής μυθολογίας, οι αναγνώστες που διαθέτουν αυτές τις ανησυχίες συναντούν και πάλι εκεί την εν λόγω μυθολογία. Το βάθος ανέρχεται στην επιφάνεια. Μπορούμε να δούμε ένα αποκαλυπτικό περί αυτού παράδειγμα στο |Κίτρινο βιβλίο| (πρωτότυπος τίτλος: |Οι μυστικές οργανώσεις και η εξουσία τους τον 20ο αιώνα,| 1993, 1995, παγκόσμιο μπεστ-σέλερ στο είδος του), του οποίου ο συγγραφέας, ο Jan Udo Holey, ένας γερμανός νεοναζί που στρέφεται στον αποκρυφισμό (και ο οποίος κρατά την ανωνυμία του στη Γαλλία, ενώ στη Γερμανία κρύβεται με το ψευδώνυμο Jan van Helsing), αντλεί από τις ίδιες πηγές με τον Νταν Μπράουν. Αναφερόμενος κυρίως στο |"Ιερό αίνιγμα",| ο Holey επικαλείται το Κοινό της Σιών ή τους Ιλιμινάτι, για να αναπτύξει το θέμα της παγκόσμιας συνωμοσίας, χωρίς να μπαίνει στο κόπο να προστατέψει το λόγο του, από αντι-εβραϊκές και αντι-μασονικές εμπλοκές, με ένα περίβλημα σατανισμού. Παραδείγματος χάρη, στο |Κίτρινο Βιβλίο| τχ. 6 (2001), στο δωδέκατο κεφάλαιο (με τίτλο: "Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών") διαβάζουμε: "Οι ηγέτες των Ιλιμινάτι είναι μία ισχυρή μικρο-ομάδα από διεθνείς τραπεζίτες, βιομηχάνους, επιστήμονες, στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες, εκπαιδευτικούς και οικονομολόγους. Όλοι έχουν υιοθετήσει το εωσφορικό δόγμα των Adam Weishaupt και Albert Pike [ο οποίος παρουσιάζεται ως ο μεγάλος αμερικανός μαθητής του Weishaupt]. Λατρεύουν τον Εωσφόρο (...). Οικειοποιούνται για λογαριασμό τους την εωσφορική συνωμοσία, προκειμένου να πάρουν τον απόλυτο έλεγχο του κόσμου". Για να μην φανεί αφελής ή κάτι χειρότερο, ο Holey προσθέτει: "Είναι πολύ απλουστευτικό να θεωρήσουμε ότι πρόκειται για εβραϊκή συνωμοσία. Είναι μάλλον σατανική συνωμοσία στην οποία συμμετείχαν Εβραίοι, ο Weishaupt, ο Μαρξ, οι Warburg, οι Ρότσιλντ, ο Jacob Schiff". Χρειάζεται να υπογραμμίσουμε την άρνηση; Ακόμα και οι νεο-ναζί, όταν πλάθουν τα μελλοντικά τους μπεστ-σέλερς, εξωραϊζουν ευφημιστικά τους λόγους τους. Για να επανέλθουμε στα μυθιστορήματα του Νταν Μπράουν, αυτό που μου φαίνεται ανησυχητικό είναι το γεγονός της λαθρόβιας εγχάραξης, η οποία επιχειρείται διαμέσου της ανάγνωσης αυτού του είδους αποκρυφιστικών και συνωμοτικών θρίλερ, όπως ο |Κώδικας ντα Βίντσι| ή οι |Άγγελοι και Δαίμονες|: ο αναγνώστης ξεχνά τη λειτουργική διάσταση του μυθιστορήματος για να διαπερασθεί από φανταστικές ιστορίες, καταλήγοντας να πιστέψει την αυθεντικότητα ορισμένων "αποκαλύψεων". Ο αντισημιτισμός, σβησμένος από την πρόσοψη, παραμένει παρών στα υπονοούμενα των θεμάτων (το Κοινό της Σιών, οι Ιλιμινάτι), ακούγεται ως υποβλητική μελωδία ενός πολυφωνικού κειμένου. Ωστόσο, τίποτα δεν μου επιτρέπει να αποδώσω στο συγγραφέα (ή στην ομάδα που ενδεχομένως τον περιβάλλει) την πρόθεση ότι παίζει σε πολλά ταμπλώ. Πάντως, κανείς δεν χειραγωγεί χωρίς συμβολικά εφέ, προκαθορισμένα ή μη, χωρίς ένα απόθεμα αναπαραστάσεων σφραγισμένων από αντισημιτικούς και αντιμασονικούς προσανατολισμούς.
-Ο αποκρυφισμός, σε γενικές γραμμές πουλάει. Γιατί όμως αυτή η παράδοξη επιτυχία του |Κώδικα Ντα Βίντσι|; Τι παραπάνω προσφέρει; Πώς εξηγείτε αυτή την τεράστια εκδοτική επιτυχία σε Ευρώπη και Ηνωμένες-Πολιτείες;
- Ο λόγος της επιτυχίας οφείλεται στην ανάμειξη και τις σωστές δόσεις στην επεξεργασία της πλοκής, αποκρυφιστικών και συνωμοτικών στοιχείων (το Κοινό της Σιών), θεμάτων που προέρχονται από την αντι-ιστορία του χριστιανισμού (ο Ιησούς, η Μαρία Μαγδαληνή και οι απόγονοί τους, το Γκράαλ, οι ιππότες του ναού, κτλ.), ψευδοαποκαλύψεων για συμμετοχή ή για μυστικές δραστηριότητες σπουδαίων προσώπων (ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, ο Λεονάρδο ντα Βίντσι, ο Ζαν Κοκτό, κ.λπ.), από την ανακύκλωση της διαβολικής μυθολογικοποίησης του Opus Dei, κ.λπ. Πρόκειται για μια συνάντηση αστυνομικής πλοκής, γοητείας της συνωμοσίας και σαγήνης του μυστηρίου. Μήπως άλλωστε οι μυστικές εγκληματικές οργανώσεις δεν λειτουργούν όπως τα αλληγορικά πρόσωπα της τρομοκρατικής απειλής; Εκείνο που συνεπαίρνει τον αναγνώστη είναι η αναμάγευση του κόσμου και της Ιστορίας, έστω και μέσα από έναν εφιάλτη. Και φυσικά, μέσα από φήμες ή ψευδείς κατασκευές, που θεωρούνται ότι αποκαλύπτουν το "παρασκήνιο", τη μυστική ιστορία πίσω από την ορατή ιστορία. Είναι επιπλέον η αυταπάτη, ότι η πρόσβαση στα "μυστικά" της Ιστορίας καθιστά τον αναγνώστη κύριό της.

Μετάφραση Μάρθα Πύλια-Ανδρέας Πανταζόπουλος



Αμερικανική απάντηση στην «ευρωπαϊκή πρόκληση»

Της Ευγενίας ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ

Την πρώτη μέρα πώλησης του |Κώδικα| στη Μόσχα πουλήθηκαν 7 χιλιάδες αντίτυπα και ακολούθησε ένας χαμός.
Το πρώτο σχόλιο για το βιβλίο έφτασε στη Ρωσία από ένα ρωσο-αμερικάνο διανοούμενο, ενώ αυτά που ακολούθησαν λίγο πολύ συγκλίνουν με το δικό του, αν και οι κύκλοι των "εγχώριων" ρώσων διανοουμένων είναι πολύ πιο σκληροί με το "μυθιστόρημα-σαπουνόπερα" του Dan Brown, προφυλάσσοντας τον αναγνώστη από το να πάρει στα σοβαρά την ιστορική αξία των πληροφοριών του βιβλίου και συνιστώντας τον |Κώδικα| μόνο ως ένα ανάλαφρο ευχάριστο ανάγνωσμα, χωρίς όμως ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία: |"Έχοντας απλουστεύσει στο έπακρον τις ιδέες του Έκο και άλλων κορυφαίων, στους ώμους των οποίων έχει ανέβει, ο Dan Brown τελειοποίησε αυτό το λογοτεχνικό είδος και δημιούργησε ένα 'διανοητικό μπεστ σέλλερ' για τους φτωχούς".|
Εκτός από την φτωχή γλώσσα (|"η πρώτη μεταφορά κάνει την εμφάνιση στην 125η σελίδα"|), καταλογίζουν στον συγγραφέα και φανερή κλοπή του θέματος και των ηρώων: |"Όλο το υλικό του μυθιστορήματος έχει κλαπεί από το βιβλίο των Μπεϊτζεντ, Λι και Λίνκολν| Ιερό Γκραάλ και Ιερό Αίμα, |μόνο που ο Dan Brown μαγάρισε αυτή την κομψή φανταστική ιστορία με το χοντροκομμένο του αφηγηματικό πλαίσιο".|
Από την άλλη: |"...αυτή η μομφή θα μπορούσε να απευθυνθεί σε όλη την πρόζα του ποστμοντερνισμού. Οι συγγραφείς-ποστμοντερνιστές έχουν καταλάβει προ πολλού, ότι δεν υπάρχει λόγος να επινοούν νέους ήρωες, αρκεί να τους κλωνοποιούν. Έτσι η πολυμάθεια αντικατέστησε την φαντασία".|
Πώς όμως εξηγείται αυτό το παραλήρημα; Αμφίβολη λογοτεχνική αξία, κλεμμένες εικόνες και θεωρίες...
|"Ο αναγνώστης βαρέθηκε τα απλά θέματα και σκέψεις, στις οποίες βασίζεται η πλειοψηφία των λογοτεχνικών έργων, και τότε ζήτηση απέκτησαν βιβλία που παρουσιάζουν νέες απόψεις για τον περιβάλλοντα κόσμο, νέες θρησκευτικές και φιλοσοφικές ιδέες... Στον πόλεμο για την προσέλκυση του αναγνωστικού κοινού, η λογοτεχνική βιομηχανία αναγκάζεται να επινοεί όλο και καινούργια όπλα. Ένα τέτοιο όπλο είναι τα επιτεύγματα της επιστημονικής σκέψης, φιλοσοφικές και μυστικιστικές θεωρίες, το ενδιαφέρον για τις οποίες περιοριζόταν παλαιά στον στενό κύκλο των ειδικών...".|
|"...Ο| Κώδικας |είναι γέννημα θρέμμα του αμερικανοκεντρισμού. Ό, τι μένει εκτός προγράμματος, δεν υπάρχει για έναν αμερικάνο... Η Ρωσία έχει πάντα το ρόλο της αυτοκρατορίας του Κακού, η Ευρώπη αυτόν ενός μουσείου και προορισμού για εκδρομές. Κι εδώ είναι ενδιαφέρουσα η ερώτηση (σε σχέση με τις τρελές πωλήσεις του βιβλίου στην Ευρώπη): γιατί αποδέχθηκε αδιαμαρτύρητα αυτό το ρόλο; Μήπως δεν πρόσεξαν οι Ευρωπαίοι, ή έκαναν πως δεν πρόσεξαν την αγένεια με την οποία ο Brown τους έδειξε τη θέση, όπου τους κατατάσσουν οι ομόεθνοί του;".|
|"Ένα κομπλιμέντο:| ο Κώδικας |δεν έγινε στη Ρωσία μπεστσέλλερ του διανοούμενου αναγνώστη, όπως δεν έγινε είκοσι χρόνια πριν το| Ιερό Γκραάλ. |Και απ' αυτή την άποψη έχει ενδιαφέρον η μοίρα των μπεστσέλλερ: όπως βλέπουμε και από το παράδειγμα των Μπέιτζεντ, Λι και Λίνκολν, κρατάνε το πολύ πολύ μιάμιση γενιά, μετά χάνονται από τη μνήμη των αναγνωστών. Απλά σε κάθε νέα γενιά η λογοτεχνική κουζίνα πρέπει να μαγειρέψει φρέσκο φαγητό. Μπορεί να μην είναι καινούργιο, αλλά ξαναζεσταμένο που σερβίρεται ως φρέσκο. Ο Brown έδειξε, ότι αρκεί να πλαισιώσεις έναν παλιό πίνακα με μια καινούργια κορνίζα".|

Αποσπάσματα από τα άρθρα:
|Ντάνιελ Κλούγκερ "Πώς να μάθεις μια μυστικιστική ιστορία μέσα σε δυο ώρες και να μη πεθάνεις από πλήξη" (Ισραήλ, ρωσόφωνη Λογοτεχνική Επιθεώρηση του Ιντερνετ-βιβλιοπωλείου "Δον-Κιχώτης").
Αλέξανδρ Ντόντε "Ο κλέψας του κλέψαντος, λογοτεχνικο-δικαστική υπόθεση με στοιχεία παιδικής αθωότητας" (Ρωσία, δημοσιευμένο στο Ίντερνετ Φόρουμ "Αλντεμπαράν").
Αλεξάνδρ Μπάλοντ "Dan Brown και μυθιστόρημα-ανδρόγυνος" (Ρωσία, περιοδικό "Σαμιζντάτ").|

|Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασική φιλόλογος|



Ο μύθος της συνωμοσίας, μύθος της αντεπανάστασης

Του Ανδρέα ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΥ

Η τεράστια εκδοτική επιτυχία του |Κώδικα ντα Βίντσι| και στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να προκαλεί. Να προκαλεί να σκεφθούμε τις αιτίες της μαζικής κατανάλωσης ενός προϊόντος το οποίο, αν και δεν προσφέρει ουσιαστικά τίποτα καινούργιο ως προς το θέμα το οποίο πραγματεύεται, τείνει πλέον να καταστεί πολιτισμικός κοινωνικός κώδικας. Άλλωστε, η αποκωδικοποίηση είναι συστατικά εγγεγραμμένη στο ίδιο το εν λόγω ανάγνωσμα. Ριζοσπαστική θέληση, επομένως, μιας ουσιαστικής αποκάλυψης, μιας ανοιχτής στην κοινή θέα αποδελτίωσης και δημόσιας καταγγελίας ενός σκανδάλου, μιας σκανδαλώδους συνωμοσίας, όχι της οποιασδήποτε, αλλά εκείνης η οποία συνέχει μεταφυσικές αγωνίες και αγωνιώδη εγκόσμια ερωτήματα, αυτοί είναι οι περισσότερο ή λιγότερο διακηρυγμένοι στόχοι του μυθιστορήματος.
Οι στόχοι αυτοί, με εξαιρετική επιμέλεια σμιλεμένοι, συναντούν όχι απλώς την αποδοχή του αναγνωστικού κοινού, αλλά την ενθουσιαστική του προσχώρηση, μέσα σε ένα καθεστώς αφήγησης διεπόμενο από ίντριγκες και αποκαλύψεις, όπου εξυφάνθηκαν τα ευγενή ψεύδη μιας ριζικής απόκλισης από την αλήθεια. Οι συνωμότες, και όλοι όσοι κατά καιρούς απέκρυψαν την αλήθεια σχέσεων ζωτικών, όλοι όσοι θεωρούνται ότι υπονόμευσαν τη δημοσιότητα μιας βιωμένης εμπειρίας, ενσαρκώνουν τη σκοτεινή, δαιμονική όψη μιας εωσφορικής πραγματικότητας που θέλει τους ανθρώπους σε μόνιμη κατάσταση αλλοτρίωσης. Αυτή, ακριβώς, είναι η φύση ενός διφορούμενου όρου όπως αυτός της αλλοτρίωσης: καταρχήν, ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στη γνώση της ανθρωπολογικής μας συνθήκης, εξ ου και η έντονα γνωστική-αποκρυφιστική της διάσταση, αλλά και ένα αίτημα ανα-βίωσης μιας καταστατικής αλήθειας η οποία αναδεικνύει, πέρα από την εξηγητική της λειτουργία, και τον κινητοποιητικό της ρόλο.
Βρισκόμαστε στο επίκεντρο του μύθου της συνωμοσίας. Όπως κάθε μύθος, έτσι και ο συνωμοτικός, κατεξοχήν ενσάρκωση της "διαβολικής αιτιότητας", παρέχει ένα κατανοητό από όλους εξηγητικό σχήμα για τα συμβαίνοντα, για ό,τι υποτίθεται μας έχει αποκρυφτεί και επηρεάζει αρνητικά τη ζωή μας, την ίδια στιγμή που κινητοποιεί. Μόνο που ο μύθος αυτός, ιδιαίτερα στις παρούσες περιστάσεις, απευθύνεται σε μοναχικά άτομα, σε ένα πλήθος μοναδοποιημένων ανθρώπων, στο γνωστό "μοναχικό πλήθος", το οποίο φαίνεται να έχει διαρρήξει τη σχέση του με οτιδήποτε συλλογικό. Αν το πρόσημο της νέας εποχής είναι η αποσύνδεση της νεοτερικής δημοκρατικής ατομικότητας από τη συλλογική συνείδηση των κοινωνικών προταγμάτων, αν η εποχή μας είναι κατεξοχήν "κριτική", για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο της γαλλικής κοινωνιολογίας του 19ου αιώνα, δηλαδή "επικίνδυνη", τότε ο συνωμοτικός μύθος, μετατρέπει την ατομικότητα αυτή σε μια φοβική φιγούρα κλεισμένη στον εαυτό της, και τη χαμένη κοινωνικότητα σε ασύνορο πεδίο ατομικιστικής κινητοποίησης για την κατάκτηση της κρυμμένης αλήθειας. Και τα μάγια λύνονται. Σε αφηγηματικό επίπεδο, έχει προηγηθεί η απόσπαση από το ιστορικό πλαίσιο, η αναίρεση της σχετικότητας των (ιστορικών) καταστάσεων: παραδείγματος χάρη, ο γάμος -και το φιλί- του Ιησού με την Μαρία σημαίνεται με συγκαιρινό τρόπο, ενώ στο κατά Φίλιππο Ευαγγέλιο γίνεται λόγος για "πνευματικούς γάμους" μεταξύ Θεού και ανθρώπινης ψυχής, επομένως το "φιλί" είναι μια μεταφορά.
Η διολίσθηση αυτή ταιριάζει με μια άλλη, είναι το μετα-ρομαντικό απόσπασμα μιας άλλης, ευρύτερης. Η ιστορία αναθεωρείται, ξαναγράφεται. Ο ιστορικός αναθεωρητισμός κλητεύει τον σύγχρονο τραυματισμένο εαυτό να διαγράψει την ιστορία της αναυθεντικότητάς του, προκειμένου να εξυγιανθεί. Ο αναθεωρητισμός χαράζει το δρόμο της εξυγίανσης. Η τεράστια εκδοτική επιτυχία του |Κώδικα ντα Βίντσι,| εγγεγραμμένη σε ένα ψυχο-κοινωνικό καθεστώς κόπωσης και αγωνίας, αναπαριστά μυριάδες ατομικές κινητοποιήσεις, πλαισιωμένες από ένα αίτημα "επιστροφής" σε μία αθωότητα πέρα από την ιστορία.
Πέρα από την ιστορία; Ακριβώς. Αν η αποκάλυψη της συνωμοσίας λειτουργεί ως εξατομικευμένη ενδόμυχη επανάσταση που "λυτρώνει" και (υποτίθεται ότι) επιτρέπει την κυριαρχία πάνω στην ιστορία, το εγχείρημα αυτό δεν μπορεί να ευοδωθεί αν, με την ίδια αυτή κίνηση, η ιστορία δεν αποκαθαρεί από τη σκουριά των ανθρώπων, αν δεν εκδηλωθεί το αίτημα για μία άλλη, εναλλακτική (αντι-) ιστορία: αιτήματα αλήθειας και ιστορίας ενάντια στην επίσημη και θεσπισμένη ιστορία, αλλά και αιτήματα δικαιοσύνης και ταυτότητας απέναντι στη σφετερισμένη αθωότητα. Το τέλος της "οργανικής εποχής", μετωνυμία της "χρεοκοπίας" των μεγάλων αφηγήσεων, έρχεται όχι απλώς να επιτρέψει, αλλά να επιβάλλει τη μοναχική συναισθηματική περιπέτεια και την αγαλλίαση από την εξιχνίαση ενός μεγάλου μυστικού, να αποκαλύψει την θεμελιώδη ξενότητα των συνωμοτών και την επί του κόσμου κυριαρχία τους. Γιατί η αλήθεια είναι πάντα κρυμμένη μέσα σε ένα μυστικό. Έτσι, ο συνωμοτικός μύθος λειτουργεί ως μεγάλος εξορκισμός, όπως μας τον αποκωδικοποιεί ο Ραούλ Ζιραρντέ: απέλαση από το μυστήριο, έκθεση στο ξέφωτο και στην κοινή θέα, καταγγελία και αντιμετώπιση της μηχανορραφίας. Στη θέση των χαμένων πολιτικών θρησκειών, η "αποκάλυψη" αυτοπροσώπως, υποβασταζόμενη από ένα αναγνωστικό καρτέλ: ανάδυση μιας μετα-θεολογίας του πολιτικού, την οποία άτυπα κηρύσσει ο Νταν Μπράουν και που μπορεί να απευθύνεται και να ενοποιεί τα πλέον διαφορετικά κοινά.
Το πολιτικό, έτσι, επιστρέφει, τη φορά όμως αυτή μεταλλαγμένο, με τη μακιαβελική πανουργία της ριζικής νοητικής αναδόμησης, θανάσιμα διαβρωμένο από ένα διάχυτο ηθικό αίτημα αποκατάστασης της αλήθειας και των σιδερένιων ιεραρχιών που απορρέουν από αυτή, με την κατάθεση μιας ριζοσπαστικά αναθεωρημένης ιερής υπόσχεσης: "πίσω από τη μυθολογία της συνωμοσίας", θα μας ξαναπεί ο Ζιραρντέ, "αποκαλύπτεται πάντα η θέαση μιας Τάξης, με τη θρησκευτική έννοια του όρου, ενωτικής και κατακτητικής...", μιας τάξης που έχει διασαλευθεί, η αποκατάσταση της οποίας επείγει. Αυτός ο ταξικός επειγοντισμός έρχεται να μαρτυρήσει την κατασταλτική λογική του συνωμοτικού μύθου, την παραδοσιακοκεντρική του αγκύρωση, αλλά και την άτεγκτη ορθολογικότητά του αρμονικά συναρθρωμένη με το ανορθολογικό του περιεχόμενο. Κολυμπάμε ήδη μέσα στην μικρονοϊκά κατασκευασμένη αθωότητα, σφυρηλατημένη από την υπερ-ατομικιστική δαπάνη και το μικροαστικό χρέος της διαφάνειας. Η εποχή της αντεπανάστασης έχει χαράξει...

|Ο Ανδρέας Πανταζόπουλος διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου