29/5/08

Άλμπερτ Αϊνστάιν, (1879-1955)

Άλμπερτ Αϊνστάιν, (1879-1955)
επιμέλεια Γιώργος Καλπαδάκης
τχ. 145, 2/10/2005


Γράφουν: Κώστας Γαβρόγλου, Θόδωρος Αραμπατζής, Γιώργος Καλπαδάκης, Τζων Σάϊμον: συνέντευξη
Άλμπερτ Αϊνστάιν (1879-1955)



Του Γιώργου ΚΑΛΠΑΔΑΚΗ

Στις 11 του περασμένου Απρίλη η βρετανική εφημερίδα |Γκάρντιαν| δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο "Γιατί ο Αϊνστάιν μπορεί να έκανε λάθος". Αναφερόταν στην ανακοίνωση μιας ομάδας αστροφυσικών από το Ινστιτούτο Αστρονομίας του Πανεπιστημίου Κέημπριτζ και το Πανεπιστήμιο της Νότιας Ουαλίας στο Σίδνεϋ, οι οποίοι από το 2001 αναλύουν το φως που εκπέμπουν 143 ουράνια σώματα, εκατομμύρια έτη φωτός μακριά από τη Γη. Το πόρισμα της μελέτης είναι συγκλονιστικό: η ταχύτητα του φωτός, που σύμφωνα με τη θεωρία της ειδικής σχετικότητας παραμένει αμετάβλητη σε όλα τα συστήματα συντεταγμένων, στην πραγματικότητα δείχνει να επιβραδύνεται. Η λεγόμενη "σταθερά λεπτής υφής", μια από τις θεμελιώδεις σταθερές στο σύμπαν που καθορίζει την ταχύτητα του φωτός, έχει μεταβληθεί κατά 0.001% από τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης. Την ίδια εποχή, και ενώ αστρονόμοι και ερευνητές αμφισβητούν τα πορίσματα της εν λόγω έρευνας, ένας δορυφόρος αξίας 700 εκατ. δολαρίων επιχειρεί να ελέγξει τις προβλέψεις της θεωρίας της σχετικότητας. Η καθοριστική συμβολή του Αϊνστάιν στη φυσική, παρά τις όποιες ρωγμές που μπορεί να υποστούν μελλοντικά οι θεωρίες του, καταδεικνύεται από το γεγονός ότι το έργο του εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση για τις σύγχρονες φυσικές επιστήμες. Από τη Μεγάλη Έκρηξη, την ατομική και πυρηνική φυσική και τη μελέτη της βαρύτητας, μέχρι την μηχανική των επιταχυντών σωματιδίων, τις μηχανές μέτρησης συντεταγμένων για τα αεροσκάφη και τους ανιχνευτές καπνού, οι θεωρίες του Αϊνστάιν συνθέτουν το βασικό ιστό για μια πλειάδα φυσικών και τεχνολογικών ζητημάτων, θέτοντας διαρκώς νέα προβλήματα για τις μεταγενέστερες γενιές επιστημόνων και αποτελώντας την αφετηρία για την αναζήτηση της "θεωρίας των ενοποιημένων πεδίων".
Στα είκοσι έξι του χρόνια το 1905, ως υπάλληλος στο Ελβετικό Γραφείο Ευρεσιτεχνιών της Βέρνης, ο Αϊνστάιν δημοσίευσε τέσσερις εργασίες: τη διδακτορική του διατριβή που κατετέθη στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, μια δεύτερη εργασία που εξηγούσε τον τρόπο αλληλεπίδρασης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας με την ύλη, άλλη μία εργασία για την μοριακή κίνηση Brown που ενίσχυε την υπόθεση περί ύπαρξης ατόμων, και τέλος την ειδική θεωρία της σχετικότητας, η οποία έδειχνε ότι εάν η ταχύτητα του φωτός παραμένει σταθερή για όλα τα συστήματα αναφοράς, τότε η κίνηση και ο χρόνος εξαρτώνται από το σύστημα αναφοράς τους. Σε μια μικρότερη εργασία που δημοσιεύθηκε στα τέλη της ίδιας χρονιάς, ο Αϊνστάιν συνήγαγε την ισοδυναμία μάζας και ενέργειας, μια ανακάλυψη που έμελλε να αποτελέσει τη βάση για την πυρηνική φυσική και συνέβαλε στον χαρακτηρισμό του μεταπολεμικά ως "πατέρα της πυρηνικής εποχής". Οι εργασίες αυτές υπερέβαιναν την παραδοσιακή λογική της επαγωγής από εμπειρικά δεδομένα σε επεξηγητικά θεωρητικά σχήματα, και εδράζονταν σε αισθητικής φύσεως αξιώματα --τόσο πρωτοποριακά μάλιστα, ώστε οι επαναστατικές τους συνέπειες δεν έγιναν άμεσα αντιληπτές από τα περισσότερα μέλη της γερμανικής επιστημονικής κοινότητας.
Η ζωή του Αϊνστάιν άλλαξε ριζικά μετά τη διατύπωση της γενικής θεωρίας της σχετικότητας και τη συνακόλουθη επαλήθευσή της στα τέλη της δεκαετίας του 1910. Ο τίτλος της |ιδιοφυΐας| που ανέτρεψε την κρατούσα νευτώνεια εικόνα του σύμπαντος και έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης φυσικής, τον μετέτρεψε εν μια νυκτί σε αντικείμενο ενός υπέρμετρου θαυμασμού, που συχνά άγγιζε τα όρια της υστερίας. Σε έναν κόσμο αποσυντεθημένο από τους διχασμούς του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι ανατρεπτικές ιδέες του νεαρού Γερμανού έμοιαζαν σαν μια δύναμη υπέρβασης των διακρατικών διαφορών, με όπλο την οικουμενική γλώσσα της φυσικής. Αλλά και ο δημόσιος βίος του Αϊνστάιν αποτελεί υπόδειγμα, για την θαρραλέα πολιτική του στάση την εποχή του μακαρθισμού, του ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού εξοπλισμών και των φυλετικών διακρίσεων, μια στάση που, από ότι δείχνουν τα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα αρχεία του FBI, θα του στοίχιζε την απέλασή του εάν δεν πέθαινε λίγους μήνες προτού o Χούβερ θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο υπονόμευσής του.
Ως σύμβολο της επαναστατικής επιστήμης, η εικόνα του δεν άργησε να εμπορευματοποιηθεί --ποιος ξεχνά την διαφήμιση της Κάρλσμπεργκ πριν από λίγα χρόνια, με μια μαϊμού να κρατάει ένα ποτήρι μπύρας και να αναφωνεί "|Το ένστικτο λέει μπύρα|", και τον Αϊνστάιν παραδίπλα να λέει κρατώντας κι αυτός ένα ποτήρι μπύρα, "|Η λογική λέει Κάρλσμπεργκ|" Ο ίδιος πάντα αντιμετώπιζε με χιουμοριστική διάθεση τις πιο ελαφριές πλευρές της ζωής του ως δημόσιου προσώπου, και στωικά τις ακραίες εκδηλώσεις που απέρρεαν από την προσοχή που προσέλκυε καθημερινά.
Το 1913, εν μέσω του τραυματικού και μακροχρόνιου διαζυγίου του με την ελληνοσερβικής καταγωγής Μιλέβα Μάριτς, ο Αϊνστάιν απηύθυνε μια συγκλονιστική επιστολή προς την ξαδέλφη και μέλλουσα σύζυγό του Έλσα Λόουενταλ. Καταλήγοντας, γράφει: "|Δεν είναι ν' απορείς που στις συνθήκες αυτές θεριεύει η αγάπη μου για την επιστήμη: από την κοιλάδα των δακρύων, με ανυψώνει στις απρόσωπες γαλήνιες σφαίρες|". Πενήντα χρόνια μετά το θάνατό του, εξακολουθούμε να τον αναζητούμε ανάμεσα στις ιδιωτικές του αντιφάσεις, τη δημόσια παρουσία του, και τις "απρόσωπες γαλήνιες σφαίρες" που τον οδήγησαν στις μεγαλύτερες ανακαλύψεις των φυσικών επιστημών από την εποχή του Νεύτωνα.
Για να τιμήσει τον μεγάλο Γερμανοεβραίο φυσικό, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ανακήρυξε το 2005, εκατοστή επέτειος από τις επαναστατικές του ανακαλύψεις και πεντηκοστή από το θάνατό του, Διεθνές Έτος Φυσικής.


Η αχαλίνωτη κατανάλωση μιας ιδιοφυίας



Του Κώστα ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ

Ίσως κανένας άλλος επιστήμονας να μην θαυμάστηκε τόσο πολύ, από τόσο μεγάλη μερίδα του πληθυσμού της γης, όσο ο Αϊνστάιν. Ένα απειροελάχιστο ποσοστό όσων θαυμάζουν τον Αϊνστάιν γνωρίζει τις θεωρίες του και ένα ακόμη μικρότερο ποσοστό γνωρίζει τις λεπτομέρειες της επιστημονικής συμβολής του. Και όμως. Για δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους, ο Αϊνστάιν έγινε και συνεχίζει να είναι το σύμβολο της γνώσης και της αλήθειας –ακόμη και αυτής που οδήγησε στην κατασκευή όπλων που μπορούν να εξαφανίσουν τη ζωή από τον πλανήτη. Μυθοποιήθηκε ο άνθρωπος που με το έργο του συνέβαλε περισσότερο από όλους στην αμετάκλητη υπονόμευση της κλασσικής φυσικής, η αμφισβήτησή της οποίας ήταν απολύτως αδιανόητη μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα. Ο Αϊνστάιν έγινε η κατ' εξοχήν εικόνα του κατ' εξοχήν επιστήμονα. Αφηρημένος, απόμακρος, ατημέλητος, δημιουργός ενός μαθηματικού τύπου που όλοι (ανα)γνωρίζουν ως το απαραίτητο εξάρτημα μιας παιδείας που θέλει να υποδηλώνει την παντοδυναμία της επιστήμης στην εποχή μας. Τρία γράμματα και ένας αριθμός, μία εξίσωση αναγνωρίσιμη απ' όλους ως εικόνα, χωρίς περιεχόμενο.

Ο περιφερόμενος εγκέφαλος
Κανείς, όμως, δεν λεηλατήθηκε και τόσο πολύ, από τόσους πολλούς, όσο ο Αϊνστάιν. Του έκλεψαν ακόμη και τον εγκέφαλο. Λίγα χρόνια πριν, μία ανατριχιαστική ιστορία ήρθε να μας θυμίσει ότι δεν έχουν ακόμη καταναλωθεί όλα όσα έχουν σχέση με τον Αϊνστάιν. Ο Τόμας Χάρβεϋ, ο γιατρός που έκανε την νεκροψία του, αφαίρεσε, χωρίς την άδεια των οικείων του Αϊνστάιν, τον εγκέφαλό του. Από το 1955 τον περιέφερε μαζί του μέσα σε ένα βάζο, μήπως, όπως δήλωνε, η επιστήμη καταφέρει να λύσει το μυστήριο της δημιουργικότητας του. Ερευνητές, στους οποίους "δάνειζε" τον εγκέφαλο ή τους έδινε μικρά κομματάκια, βρήκαν πως ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν ήταν πιο ελαφρύς από τους "κανονικούς", πιο πεπλατυσμένος, με περισσότερες πτυχώσεις, και πως είχε περισσότερα κύτταρα μιας συγκεκριμένης κατηγορίας. Όπως ανακοίνωσαν διάφοροι ερευνητές σε έγκυρα νευρολογικά περιοδικά, όταν υπάρχουν πολλά τέτοια κύτταρα στον εγκέφαλο των ποντικιών, τα βοηθούν να βρίσκουν το φαγητό τους πιο γρήγορα από αυτά που έχουν λιγότερα, όταν τοποθετούνται σε λαβύρινθο. Πέραν τούτου, δεν βρέθηκε να έχει τίποτα το ιδιαίτερο ο εγκέφαλος του Αϊνστάιν. Τζίφος και η απόπειρα της επιστήμης να καταφέρει να ερμηνεύσει τον εαυτό της! Το μόνο που κατάφερε ήταν ένας ιδιόμορφος παραλληλισμός (ή και ταύτιση;) του Αϊνστάιν με τα ποντίκια – και, βασικά, με τα ορεξάτα.

Ρημαδιό
Ο Αϊνστάιν είναι ταυτισμένος με την δημιουργία των θεωριών της σχετικότητας, με τις οποίες κυριολεκτικά ρήμαξε αυτό που ονομάζουμε κλασσική φυσική. Η ειδική και η γενική θεωρία της σχετικότητας, μαζί με την κβαντομηχανική, αντικατέστησαν νόμους, έννοιες και ερμηνείες, που για τρεις αιώνες φάνταζαν άτρωτοι. Το 1905, με την ειδική θεωρία της σχετικότητας απέδειξε ότι ήταν βαθιά λανθασμένος ο τρόπος με τον οποίο μετρούσαμε, τόσους αιώνες, τις αποστάσεις και τον χρόνο. Το λάθος δεν ήταν επειδή έπρεπε να έχουμε ακριβέστερα όργανα. Το λάθος απέρρεε από το ότι ήταν απολύτως αναγκαίο να εντάξουμε στην διαδικασία μέτρησης την σχετική κίνηση ανάμεσα σε αυτόν που κάνει τη μέτρηση και σε αυτό που μετράει, και να αλλάξουμε ριζικά τις απόψεις μας για κάτι που ήταν "αυτονόητο": την έννοια των ταυτόχρονων γεγονότων. Με την γενική όμως θεωρία της σχετικότητας, που ολοκληρώνει το 1916, ο Αϊνστάιν ανατρέπει οριστικά την κλασσική φυσική. Ο χώρος δεν είναι πια το απόλυτο πλαίσιο όπου διαδραματίζονται τα φυσικά φαινόμενα. Αποκτά δομή. Είναι περισσότερο τσαλακωμένος κοντά σε μεγάλες μάζες. Το τσαλάκωμα αυτό δημιουργεί αυλάκια, που αναγκάζουν ακόμα και τις ακτίνες φωτός να ακολουθήσουν μια πορεία προδιαγεγραμμένη από την κατανομή των μαζών στο σύμπαν.

Οι καλοί και οι κακοί
Οι θεωρίες της σχετικότητας, κυρίως η ειδική θεωρία της σχετικότητας, έγινε το αγαπημένο παιδί των πάσης φύσεως ιδεαλιστών, υποκειμενιστών, και άλλων ομάδων που θεώρησαν ότι οι αντίπαλοί τους υλιστές, και θιασώτες της αντικειμενικότητας, δεν θα μπορούσαν να απαντήσουν στην "πασιφανή" κατά τους πρώτους προτίμηση της φύσης να "επιβεβαιώνει" την κοσμοθεωρία τους. "Όλα είναι σχετικά" διακήρυτταν οι πρώτοι. Οι υλιστές ανταπαντούσαν ότι η θεωρία αυτή δεν διαφέρει σε τίποτε από άλλες, και πως τα μετρήσιμα αποτελέσματα "επιβεβαίωναν" την αντικειμενική υπόσταση της φύσης. Η διαμάχη αυτή άρχισε λίγα χρόνια μετά την διατύπωση της θεωρίας, όταν το πολιτικό και ιδεολογικό διακύβευμα ήταν τεράστιο. Το 1919, υπήρξαν οι πρώτες πειραματικές ενδείξεις ότι οι κλασικές αντιλήψεις για την δομή του χώρου και του χρόνου ήταν λανθασμένες. Σε λίγα χρόνια, το 1926, ολοκληρώθηκε η διατύπωση της κβαντομηχανικής για τα φαινόμενα του μικρόκοσμου, τα οποία ακολουθούσαν μια ριζικά διαφορετική αιτιακή πορεία σε σχέση με τις επιταγές της κλασσικής φυσικής. Και πάλι οι ιδεαλιστές δήλωναν, με κάθε τρόπο, ότι τα επιτεύγματα της επιστήμης στον 20ό αιώνα ήρθαν να επιβεβαιώσουν αυτά που υποστήριζαν για πολλούς αιώνες. Η διαμάχη ανάμεσα στους λογής ιδεαλιστές και στους πολυάριθμους αντιπάλους τους, ήταν, ουσιαστικά, μία διαμάχη για το ποιοι και πώς θα οικειοποιηθούν την σύγχρονη φυσική: Με ποιους όρους θα εκλαϊκευτεί η ρήξη με την κλασσική φυσική και σε ποιανού κοσμοθεωρία θα ενταχθεί η σύγχρονη φυσική. Πάντοτε, λοιπόν, η ερμηνεία των νέων θεωριών κρύβει και μία ιδεολογική διαμάχη, και πάντοτε οι αθώες εκλαϊκεύσεις, με τον αλτρουιστικό στόχο να μορφώσουν τον "απλό πολίτη", αποτελούν τμήμα μιας περίπλοκης επιχείρησης οικειοποίησης, από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, αυτού που θεωρείται κατά καιρούς ως το "καινούργιο", το "σύγχρονο", το "ρηξικέλευθο".

Ένας απόλυτος ριζοσπαστισμός
Ο Αϊνστάιν, πολύ πριν από τις φρικαλεότητες του ναζισμού, θεώρησε ότι δεν έπρεπε να ακολουθήσει την συντηρητική ουδετερότητα του ακαδημαϊκού κατεστημένου. Αντιμιλιταριστής, με έναν απόλυτο τρόπο, καλούσε τους νέους να "επιμείνουν ως αντιρρησίες συνείδησης... Είναι μία παράνομη πράξη, αλλά ένας αγώνας για τα αληθινά δικαιώματα του λαού ενάντια στις κυβερνήσεις που απαιτούν εγκληματικές πράξεις από τους υπηκόους τους". Υποστηρικτής των σιωνιστικών οργανώσεων, για να δημιουργηθεί η κρατική τους οντότητα στην Παλαιστίνη, αλλά και αμείλικτος πολέμιός τους, όταν άρχισαν οι δολοφονίες αράβων, αρνήθηκε την επίσημη πρόταση να γίνει ο πρώτος πρόεδρος του νεοϊδρυθέντος κράτους του Ισραήλ.
Εκφράστηκε δημόσια εναντίον του Μακαρθισμού, κάτι που δεν του συγχώρεσε ποτέ το FBI, που είχε στο μεταξύ συγκροτήσει έναν τεράστιο φάκελο εναντίον του, με πολλά στοιχεία και από την ενεργό αντιρατσιστική του στάση. Πάρα πολλά Ιδρύματα είχαν θελήσει να τιμήσουν τον Αϊνστάιν, ο οποίος, όμως, απέρριπτε τις προτάσεις τους να τα επισκεφθεί και να μιλήσει στο ακροατήριο τους. Εξαίρεση αποτέλεσε η αποδοχή της πρόσκλησης από το Πανεπιστήμιο Lincoln -ένα Πανεπιστήμιο αμιγώς για μαύρους- να αναγορευτεί επίτιμος διδάκτορας, το 1949. Στην ομιλία του δεν αρκέστηκε στην ανάλυση του επιστημονικού του έργου, αλλά μίλησε για τον ρατσισμό που αποτελεί "αρρώστια των λευκών", σε μια εποχή που το λιντσάρισμα των μαύρων ήταν σύνηθες φαινόμενο. Το άρθρο του "Γιατί ο Σοσιαλισμός;", στο πρώτο τεύχος του |Monthly Review,| μπορεί να φαίνεται αφελές με την επίκληση για δημιουργία μιας παγκόσμιας κυβέρνησης, αλλά θα πρέπει να θυμηθούμε ότι γράφεται στην αρχή της περιόδου του Μακαρθισμού. Μιας περιόδου κατά την οποία άλλοι νομπελίστες και ανερχόμενοι νεαροί επιστήμονες ήταν αποκλειστικά απασχολημένοι με το μοίρασμα της πίτας και την κατανομή εξουσιών στο νέο πλαίσιο της επιστημονικής έρευνας που διαμορφώθηκε μεταπολεμικά στις ΗΠΑ, μετά τον "θρίαμβο" των φυσικών να κατασκευάσουν την ατομική βόμβα.
"Μπορώ να πεθάνω και χωρίς την βοήθεια των γιατρών", λέγεται πώς είπε λίγο πριν πεθάνει, πιστεύοντας ότι ταλαιπωρείται άδικα. Πενήντα χρόνια μετά τον θάνατο του, ο Αϊνστάιν συνεχίζει να ταλαιπωρείται από μια κοινωνία που εκφράζει με παραληρηματικό τρόπο την γοητεία που της ασκεί η ιδιοφυΐα. Η κοινωνικά κατασκευασμένη ιδιοφυΐα του Αϊνστάιν αποτελεί, τελικά, ένα επίκτητο μεταθανάτιο χαρακτηριστικό, που αλλοιώνει και διαστρεβλώνει την "πραγματική" ιδιοφυία ενός δημιουργού. Αυτή όμως η κοινωνική κατασκευή φαίνεται να είναι και η αναγκαία προϋπόθεση για την αχαλίνωτη κατανάλωση του.

|Ο Κώστας Γαβρόγλου διδάσκει Ιστορία των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών|


Η θεωρία της σχετικότητας και η φιλοσοφία του χώρου και του χρόνου



Του Θόδωρου ΑΡΑΜΠΑΤΖΗ

Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είναι ταυτισμένος με την επανάσταση στη φυσική, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, που οδήγησε στη θεμελίωση της σύγχρονης φυσικής. Με το έργο του ανατρέπονται "αυτονόητες" έννοιες και πεποιθήσεις για τη δομή του κόσμου. Στην Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας, η οποία διατυπώθηκε από τον Αϊνστάιν το 1905, ο χώρος και ο χρόνος παύουν να θεωρούνται το απόλυτο πλαίσιο στο οποίο πραγματώνονται τα φαινόμενα της φύσης. Το μήκος και η χρονική διάρκεια θεωρούνται πλέον σχετικά μεγέθη. Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, μετά την ολοκληρωμένη διατύπωση της το 1916, δίνει μία ακόμη πιο ριζοσπαστική εικόνα του κόσμου: η κατανομή των μαζών στο σύμπαν καθορίζει τη δομή του χωροχρόνου, η πορεία μιας ακτίνας φωτός καμπυλώνεται όταν περνάει κοντά από ένα σώμα, το βαρυτικό πεδίο επηρεάζει τη συχνότητα του φωτός.
Η Θεωρία της Σχετικότητας οδήγησε στην αναθεώρηση των παραδοσιακών φιλοσοφικών ιδεών, σχετικά με τη φύση του χώρου και του χρόνου. Ο νεώτερος προβληματισμός για τη φύση του χώρου και του χρόνου έχει τις ρίζες του στον 17ο αιώνα, όταν διαμορφώθηκε η Νευτώνεια μηχανική. Ο Νεύτωνας υποστήριζε μία απολυτοκρατική άποψη για τον χώρο και τον χρόνο. Δηλαδή, θεωρούσε ότι ο χώρος και ο χρόνος είναι αυθύπαρκτες οντότητες, που υπάρχουν ανεξάρτητα από τα υλικά αντικείμενα και από τις φυσικές διαδικασίες. Ο χώρος και ο χρόνος, σύμφωνα με αυτή την άποψη, είναι τα "δοχεία" εντός των οποίων περιέχονται τα υλικά αντικείμενα και εκτυλίσσονται οι φυσικές διαδικασίες.
Ο Λάιμπνιτς, αντίθετα, υποστήριζε μια σχεσιοκρατική θεώρηση του χώρου και του χρόνου. Δηλαδή θεωρούσε, αφενός, ότι ο χώρος ήταν το σύνολο των χωρικών σχέσεων μεταξύ των υλικών αντικειμένων και, αφετέρου, ότι ο χρόνος ήταν το σύνολο των χρονικών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων συμβάντων. Ο χώρος και ο χρόνος, σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από τα υλικά αντικείμενα και τις φυσικές διαδικασίες.
Το 1715-1716, ο Νεύτωνας και ο Λάιμπνιτς ενεπλάκησαν σε μία έντονη διαμάχη, η οποία μεταξύ άλλων αφορούσε και τη φύση του χώρου και του χρόνου. Η έκβαση της διαμάχης ήταν, κατά γενική ομολογία, υπέρ του Νεύτωνα, ο οποίος πρότεινε μία σειρά από εξαιρετικά ευφυή επιχειρήματα (νοητικά πειράματα), για να υποστηρίξει την αυτόνομη ύπαρξη του χώρου. Ο στόχος αυτών των επιχειρημάτων ήταν να δείξουν ότι ο χώρος επιδρά αιτιακά πάνω στα υλικά αντικείμενα. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, έναν κάδο γεμάτο με νερό. Όταν ο κάδος είναι ακίνητος, ως προς τον απόλυτο χώρο, τότε η επιφάνεια του νερού που περιέχει είναι επίπεδη. Αν ο κάδος περιστραφεί, δηλαδή αν εκτελέσει επιταχυνόμενη κίνηση ως προς τον χώρο, τότε θα εμφανιστούν οι λεγόμενες αδρανειακές δυνάμεις, λόγω των οποίων η επιφάνεια του νερού θα αρχίσει να ανυψώνεται στα τοιχώματα του κάδου. Αυτό θα συμβεί, σύμφωνα με τον Νεύτωνα, ακόμη και αν ο κάδος είναι το μοναδικό αντικείμενο που υπάρχει στο σύμπαν, πράγμα που δείχνει ότι η εμφάνιση αδρανειακών δυνάμεων, εξαιτίας της επιταχυνόμενης κίνησης ενός αντικειμένου ως προς τον απόλυτο χώρο, είναι προϊόν της αιτιακής δράσης του χώρου πάνω στο συγκεκριμένο αντικείμενο.
Η απολυτοκρατική θέση του Νεύτωνα σχετικά με τον χώρο παρέμεινε κυρίαρχη έως τον 19ο αιώνα, όταν αμφισβητήθηκε από τον Αυστριακό φυσικό και φιλόσοφο Ερνστ Μαχ. Ο Μαχ ήταν αντίθετος στη χρήση νοητικών πειραμάτων, τα οποία θεωρούσε ότι στερούνται εμπειρικού περιεχομένου. Απέρριψε λοιπόν τη συλλογιστική του Νεύτωνα, αφού τα συμπεράσματά του βασίζονταν σε ένα νοητικό πείραμα, όπου το μόνο υλικό σώμα που υπήρχε στο σύμπαν ήταν ο περιστρεφόμενος κάδος. Ο Μαχ επεσήμανε, ότι η περιστροφή ενός κάδου στον πραγματικό κόσμο, πάντοτε λαμβάνει χώρα ως προς κάποιο σύστημα αναφοράς~ για παράδειγμα, ως προς το σύστημα αναφοράς που αποτελούν οι απλανείς αστέρες. Έτσι, λοιπόν, κάθε πραγματικό πείραμα με έναν περιστρεφόμενο κάδο δεν δείχνει, κατ’ ανάγκη, ότι η εμφάνιση αδρανειακών δυνάμεων οφείλεται στον απόλυτο χώρο. Μπορεί να είναι αποτέλεσμα της επιταχυνόμενης κίνησης του κάδου ως προς τους απλανείς αστέρες ή, γενικότερα, της επιταχυνόμενης κίνησης του κάδου ως προς την κατανομή των μαζών που υπάρχουν στο σύμπαν. Η κριτική του Μαχ ενάντια στη Νευτώνεια, απολυτοκρατική αντίληψη του χώρου αποτέλεσε ένα από τα εναύσματα του Αϊνστάιν, για τη δημιουργία της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας.
Ένα άλλο ερώτημα σχετικά με τον χώρο αφορά τη δομή του: Έως τις αρχές του 19ου αιώνα ήταν κοινά αποδεκτό ότι η δομή του χώρου εκφράζεται από τα αξιώματα της Ευκλείδειας γεωμετρίας. Ο Καντ είχε θεμελιώσει φιλοσοφικά αυτή την άποψη, υποστηρίζοντας ότι ο χώρος και ο χρόνος δεν αφορούν τα "πράγματα καθεαυτά", αλλά την οργάνωση των δεδομένων της εμπειρίας από τον ανθρώπινο νου. Η Ευκλείδεια γεωμετρία, επομένως, αντανακλά τη δομή αυτής της νοητικής λειτουργίας. Έτσι εξηγείται και η αναγκαιότητα των αξιωμάτων της. Η Καντιανή άποψη για τον χώρο και τον χρόνο δέχθηκε ένα πλήγμα με την εμφάνιση μη Ευκλείδειων γεωμετριών στον 19ο αιώνα, που σταδιακά οδήγησε στη διάκριση της γεωμετρίας ως αξιωματικού συστήματος, από τη "φυσική γεωμετρία" που αναπαριστά τη δομή του φυσικού χώρου. Αυτή η διάκριση έγινε απολύτως σαφής με τη συγκρότηση της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας, η οποία αποδίδει μία μη-Ευκλείδεια δομή στον φυσικό χώρο ή, για να είμαστε ακριβείς, στον χωροχρόνο.
Η απολυτοκρατική θεώρηση του χρόνου παρέμεινε ακλόνητη, έως τη δημιουργία της Ειδικής Θεωρίας της Σχετικότητας. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, ο χρόνος ρέει με τον ίδιο ρυθμό για όλους τους παρατηρητές, ανεξάρτητα από τη σχετική τους κίνηση. Έπεται ότι οι κρίσεις ενός παρατηρητή σχετικά με το ταυτόχρονο δύο συμβάντων δεν εξαρτώνται από την κινητική του κατάσταση.
Ο Αϊνστάιν είχε σημαντική φιλοσοφική παιδεία και έντονες φιλοσοφικές ανησυχίες. Στην εργασία του τού 1905 |"Για την Ηλεκτροδυναμική των Κινούμενων Σωμάτων",| στην οποία διατύπωσε την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας, διακρίνει κανείς έναν βαθύ φιλοσοφικό προβληματισμό. Ένα σημαντικό, ίσως το πιο σημαντικό τμήμα της εργασίας αυτής, περιέχει μία εννοιολογική ανάλυση της έννοιας του χρόνου και, συγκεκριμένα, του ταυτόχρονου. Σύμφωνα με αυτή την ανάλυση, δύο συμβάντα που είναι ταυτόχρονα για έναν παρατηρητή, δεν είναι ταυτόχρονα για άλλους παρατηρητές που κινούνται ως προς εκείνον. Η σχετικοποίηση του ταυτόχρονου ήταν το πρώτο βήμα για τη συγκρότηση μιας διαφορετικής σύλληψης του χρόνου και του χώρου. Ο χρόνος παύει να θεωρείται ως απόλυτη οντότητα και σχετικοποιείται ως προς κάποιο σύστημα αναφοράς. Ο χώρος και ο χρόνος δεν έχουν πλέον ανεξάρτητη υπόσταση, και αποτελούν πτυχές μίας ενιαίας οντότητας, του χωροχρόνου.
Η περαιτέρω γενίκευση της θεωρίας της σχετικότητας, σε μη αδρανειακά συστήματα, επέφερε και άλλες ριζικές αλλαγές στην έννοια του χωροχρόνου. Στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, η μαθηματική δομή του χωροχρόνου εξαρτάται από την κατανομή της μάζας που περιέχει. Ύλη και χωροχρόνος δεν είναι ανεξάρτητες οντότητες. Η κατανομή της ύλης καθορίζει τη δομή του χωροχρόνου και, αντίστροφα, η δομή του χωροχρόνου καθορίζει την κίνηση της ύλης.
Η θεωρία της σχετικότητας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της φιλοσοφίας της επιστήμης του 20ού αιώνα. Η επαγγελματική συγκρότηση του κλάδου ήταν αλληλένδετη με την ανάδυση και την επικράτηση του Λογικού Θετικισμού, ενός φιλοσοφικού ρεύματος που ξεκίνησε αρχικά στην ηπειρωτική Ευρώπη και στη συνέχεια μεταπήδησε στον αγγλόφωνο κόσμο. Σημαντικά μέλη αυτού του ρεύματος ξεκίνησαν τη φιλοσοφική τους σταδιοδρομία επιχειρώντας να αναμορφώσουν την Καντιανή θεωρία περί χώρου και χρόνου, υπό το φως των σημαντικών εξελίξεων στη φυσική στις αρχές του 20ού αιώνα. Και ο ίδιος ο Αϊνστάιν συνέβαλε στις φιλοσοφικές συζητήσεις περί χώρου και χρόνου, είτε μέσω εκλαϊκευτικών δοκιμίων για τη θεωρία της σχετικότητας είτε μέσω κειμένων που πραγματεύονταν φιλοσοφικά ερωτήματα με πιο τεχνικό τρόπο. Έκτοτε, η φύση του χώρου και του χρόνου εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους κεντρικούς άξονες των συζητήσεων στη φιλοσοφία της επιστήμης, και η θεωρία της σχετικότητας αποτελεί την αφετηρία του σχετικού προβληματισμού.

|Ο Θόδωρος Αραμπατζής διδάσκει ιστορία και φιλοσοφία των επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών|


Άλμπερτ Αϊνστάιν, ένας ριζοσπάστης:



Αλβέρτος Αϊνστάιν, ένας ριζοσπάστης:
Η σκιαγράφηση μιας πολιτικής προσωπικότητας

Του Τζων ΣΑΪΜΟΝ

Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, παιδί μιας φιλελεύθερης, αστικής, γερμανοεβραϊκής οικογένειας, γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου του 1879. Τα παιδικά και τα πρώτα εφηβικά χρόνια του δεν πρέπει να ήταν κάτι πέρα από τα συνηθισμένα. Όπως πολλοί νέοι στα τέλη του 19ου αιώνα, διακατεχόταν από περιέργεια, διάβαζε Δαρβίνο, έτρεφε ενδιαφέρον για τον υλικό, δηλαδή τον φυσικό, κόσμο και επιθυμούσε να διερευνήσει "το μυστήριο της φύσης, για να διακρίνει 'το νόμο μέσα στο νόμο'". To 1895, ο Αϊνστάιν, δεκαέξι χρονών, αποποιείται τα γερμανικά του πολιτικά δικαιώματα και πηγαίνει στην Ελβετία, επιδιώκοντας κυρίως να αποφύγει να υπηρετήσει στο στρατό αλλά και να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Πολυτεχνικό Ινστιτούτο της Ζυρίχης. Εκεί πήρε το διδακτορικό του, μέσα σε ένα περιβάλλον σχετικά απαλλαγμένο από τον αντισημιτισμό που επικρατούσε στα γερμανικά και τα αυστριακά πανεπιστήμια. Η Ζυρίχη είχε όμως και άλλα να του προσφέρει. Ο Αϊνστάιν περνούσε πολύ καιρό στο "Καφέ Οντεόν", τόπο συνάντησης για τους Ρώσους ριζοσπάστες, όπως την Αλεξάντρα Κολοντάι, τον Λέον Τρότσκυ, και, μερικά χρόνια αργότερα, τον Λένιν. Είναι γεγονός ότι ο Αϊνστάιν έχανε ακόμη και τα μαθήματά του για να συμμετέχει στις έντονες πολιτικές συζητήσεις που διεξάγονταν στο Καφέ Οντεόν.
Αδυνατώντας να βρει εργασία ως ακαδημαϊκός δάσκαλος, ο Αϊνστάιν πήγε το 1902 να εργαστεί στο ελβετικό γραφείο ευρεσιτεχνίας στη Βέρνη. Το 1905 αποδείχτηκε γι' αυτόν |annus mirabulus|: εκείνο το έτος δημοσίευσε άρθρα πάνω στην ειδική θεωρία της σχετικότητας, την κβαντομηχανική και την κίνηση του Μπράουν. Το 1914 του προσέφεραν έδρα καθηγητή στο Βερολίνο, την οποία και δέχτηκε. Ο Φρεντ Τζερόουμ, συγγραφέας ενός βιβλίου για τον Αϊνστάιν που εκδόθηκε πρόσφατα και βασίζεται στα αρχεία της CIA, σημειώνει ότι η πρόταση για τη θέση προέκυψε μέσα στο πλαίσιο ανταγωνισμού μεταξύ πανεπιστημίων της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας για τον εντοπισμό ανθρώπων με υψηλές επιδόσεις στον επιστημονικό και τεχνολογικό τομέα, ικανών να παρέχουν υποστήριξη στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των κυβερνήσεων τους. Ατυχώς, ο Αϊνστάιν ανέλαβε τη θέση μόλις ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, με τη Γερμανία να πρωταγωνιστεί ανάμεσα στις εμπόλεμες δυνάμεις.
Ο Αϊνστάιν τάχθηκε κατά του πολέμου. Διαφοροποιήθηκε από τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες, προς τους οποίους ήταν στο παρελθόν φιλικά προσκείμενος, και συντάχθηκε με τη μειοψηφία του κόμματος, που έβλεπε τον πόλεμο σαν μια διαμάχη ανάμεσα στις κυρίαρχες τάξεις των εμπόλεμων. Ήρθε, επίσης, σε αντιπαράθεση με τους περισσότερους συναδέλφούς του επιστήμονες. Ο Μαξ Πλανκ, φυσικός του ίδιου διαμετρήματος με τον Αϊνστάιν, μαζί με περίπου άλλους εκατό επιστήμονες υπέγραψαν το άκρως εθνικιστικό "Μανιφέστο προς τον Πολιτισμένο Κόσμο", με το οποίο υποστήριζαν τους πολεμικούς σκοπούς της Γερμανίας, χρησιμοποιώντας μια γλώσσα-προάγγελο του ναζιστικού λόγου της επόμενης γενιάς, και νομιμοποιούσαν τον πόλεμο ως δικαιολογημένη αντίσταση στις "ρωσικές ορδές", στους "Μογγόλους", και στους "Νέγρους" που είχαν "ξεσηκωθεί ενάντια στη λευκή φυλή". Μόνο ο Αϊνστάιν και άλλοι τρεις επιστήμονες απάντησαν με ένα κείμενο, η δημοσίευσή του οποίου απαγορεύθηκε πάραυτα από την γερμανική κυβέρνηση. Σ' αυτό χαρακτήριζαν επονείδιστη τη στάση των επιστημόνων (οι οποίοι, προς μεγάλη λύπη, περιστοιχίζονταν από πλήθος συγγραφέων και καλλιτεχνών). Τουλάχιστον ένας από τους συντάκτες του κειμένου αυτού φυλακίστηκε. Όχι όμως και ο Αϊνστάιν. Η φήμη που είχε πρόσφατα αποκτήσει όχι μόνο τον προστάτευε, αλλά του έδινε τη δυνατότητα να αρθρώνει λόγο εκεί όπου άλλοι δεν μπορούσαν.
Στα ταραγμένα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο, ο Αϊνστάιν συνέχισε να εκφράζεται με παρρησία. Τη μέρα της παραίτησης του Κάιζερ Βίλχεμ --στη διάρκεια ενός δεκαπενθήμερου κατά το οποίο οι άνθρωποι ήρθαν αντιμέτωποι με την επιστράτευση, αλλά και την πτώση άλλων επτά ευρωπαϊκών μοναρχιών, που αντικαταστάθηκαν προσωρινά από φιλελεύθερα και σοσιαλιστικά καθεστώτα-- ο Αϊνστάιν έβαλε στην πόρτα της αίθουσάς του ένα σημείωμα που έλεγε |"τα μαθήματα ματαιώθηκαν - επανάσταση|". Στο παρελθόν, είχε συνταχθεί με τους φιλελεύθερους και ριζοσπάστες φοιτητές και συναδέλφους του υπερασπίζοντας τη στάση τους ενάντια στον πόλεμο. Τώρα, μεταπολεμικά, αντιστεκόταν μαζί τους απέναντι στον ρεβανσιστικό μιλιταρισμό που αναπτυσσόταν και που σύντομα θα έδινε τη θέση του στον ναζισμό.
Εξαιτίας της προβολής του, ο Αϊνστάιν μπήκε στο στόχαστρο του αναζωπυρωμένου αντισημιτισμού. Η εργασία του πάνω στη θεωρία της σχετικότητας καταγγέλθηκε ως "εβραϊκή διαστροφή", όχι μόνο από ακροδεξιούς πολιτικούς αλλά ακόμα και από συναδέλφους του Γερμανούς επιστήμονες. Τη στιγμή εκείνη ο Αϊνστάιν ήταν μια διάσημη προσωπικότητα διεθνώς. Το 1921 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Φυσικής για τη μελέτη του πάνω στα φωτοηλεκτρικά φαινόμενα, με την οποία υπέδειξε την κβαντική φύση του φωτός. Αισθητή ήταν επίσης η παρουσία του Αϊνστάιν στα πολιτιστικά και κοινωνικά πράγματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Το ίδιο διάστημα εκφραζόταν ανοιχτά όσον αφορά τις πολιτικές απόψεις του. Αντιτιθέμενος στον διογκούμενο ρατσισμό, τη σωβινιστική βία και τον ακραίο εθνικισμό στη Γερμανία του '20, εργάστηκε για την ευρωπαϊκή ενότητα και υποστήριξε οργανώσεις που εστίαζαν στην προστασία των Εβραίων από την αυξανόμενη αντισημιτική βία. Η αφοσίωσή του στην αρχή της ισότητας υπήρξε ολοκληρωτική: για να αντισταθμίσει το πρόβλημα των αυξανόμενων διδάκτρων που οι ασθενέστεροι οικονομικά φοιτητές δεν μπορούσαν να καταβάλλουν, ο Αϊνστάιν παρέδιδε καθημερινά επιπλέον μαθήματα φυσικής δωρεάν. Καθώς οξυνόταν η οικονομική και πολιτική κρίση στην Ευρώπη, ο Αϊνστάιν όλο και περισσότερο έθετε πολιτικά ζητήματα από το βήμα επιστημονικών συνεδρίων. "|Μπορούσε|", σημειώνει ο Τζερόουμ, "|το πρωί να συζητά τη θεωρία της σχετικότητας σε διάλεξη στο πανεπιστήμιο, και το ίδιο βράδυ να παρακινεί τους νέους να αρνηθούν να υπηρετήσουν στο στρατό|".
Το 1930, το Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ δείχνει πως έχει τις προϋποθέσεις να γίνει η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στη Γερμανία και ο Αϊνστάιν, παρότι δραστήριος ακόμη στη χώρα του, όλο και πιο συχνά αναζητά διέξοδο στο εξωτερικό για επιστημονική και πολιτική έκφραση. Διδάσκει στη Βρετανία, στην Ολλανδία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και, από το 1930, στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια ως επισκέπτης καθηγητής. Στις 30 Ιανουαρίου του 1933, οι ναζί παίρνουν την εξουσία και δημεύουν την περιουσία του Αϊνστάιν στο Βερολίνο. Το Μάιο, ο Γκέμπελς, υπουργός προπαγάνδας του Χίτλερ, οργανώνει τη δημόσια καύση βιβλίων, στην οποία είχαν την τιμητική τους και τα έργα του Αϊνστάιν. Οι φωτογραφίες από την βαρβαρότητα αυτή έκαναν τον γύρο του κόσμου. Όταν ναζιστικές εφημερίδες δημοσιεύουν την επικήρυξη δολοφονίας του έναντι γενναιόδωρου ποσού, ο Αϊνστάιν αναγκάζεται να ολοκληρώσει ένα κύκλο διαλέξεων στην Ολλανδία με την προστασία σωματοφυλάκων. Το χειμώνα εκείνο, καθώς βρισκόταν στο Ινστιτούτο της Καλιφόρνια , αποφασίζει με την οικογένεια του να μην επιστρέψουν στο Βερολίνο. Αποδέχεται μια μόνιμη θέση στο Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών του Πρίνστον, στο Νιου Τζέρσεϋ, και μετακομίζει σε ένα μικρό σπίτι στην Οδό Μέρσερ.
Ενώ προσπαθεί να εγκλιματιστεί στον νέο του τόπο, ο Αϊνστάιν δουλεύει σκληρά πάνω στη θεωρία ενοποιημένου πεδίου, επιδιώκοντας να αποδείξει ότι ο ηλεκτρομαγνητισμός και η βαρύτητα αποτελούν διαφορετικές εκδηλώσεις ενός και μοναδικού θεμελιώδους φαινομένου. Αυτό παρέμεινε κύριο ερευνητικό του μέλημα για την υπόλοιπη ζωή του -ένα ζήτημα που εξακολουθεί να απασχολεί έντονα και τη σύγχρονη φυσική και κοσμολογία.
Υποστήριξε με πάθος και δημόσια τις δυνάμεις που πολεμούσαν τον Φράνκο στον ισπανικό εμφύλιο. Το 1939, μετά από προτροπή του φυσικού Λέο Σίλαρντ, ο ίδιος πρόσφυγας από τη ναζιστική Γερμανία, ο Αϊνστάιν έγραψε στον πρόεδρο Ρούζβελτ για να τον προειδοποιήσει σχετικά με την πρόοδο που σημείωναν οι Γερμανοί στην πυρηνική έρευνα και το ενδεχόμενο να κατασκευάσουν ένα ατομικό όπλο. Η επιστολή είχε ως αποτέλεσμα την προσπάθεια των ΗΠΑ να κατασκευάσουν την ατομική βόμβα. Αυτή παραμένει η πιο γνωστή δημόσια πράξη του Αϊνστάιν. Πάντως, δεν ήταν μόνο ο φόβος της κυβέρνησης για το ριζοσπαστισμό του Αϊνστάιν, αλλά και η απροθυμία του ίδιου που τον κράτησαν μακριά από οποιαδήποτε ανάμιξη στο σχέδιο Μανχάταν.
Μετά τον πόλεμο, ο Αϊνστάιν καταδίκασε το βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι. Ο Φρεντ Τζερόουμ παραθέτει μια συνέντευξη του 1946 στη λονδρέζικη |Sunday Express|, όπου ο Αϊνστάιν "|απέδωσε τη ρίψη της ατομικής βόμβας στο Ναγκασάκι στην αντισοβιετική εξωτερική πολιτική του προέδρου Τρούμαν|", και εξέφρασε την άποψη ότι "|αν ο Ρούζβελτ ζούσε, η Χιροσίμα δεν θα είχε βομβαρδιστεί|". Όπως σημειώνει ο Τζέρομ, η συνέντευξη προστέθηκε αμέσως στον διογκούμενο φάκελο του FBI για τον Αϊνστάιν.
Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια σημαδεύτηκαν από ένα αντικομμουνιστικό παραλήρημα στην κυβέρνηση και σε επιχειρηματικούς κύκλους, που στόχο είχε να ενισχύσει τους εσωτερικούς και διεθνείς στόχους των ΗΠΑ. Οι επιστήμονες του σχεδίου Μανχάταν, που είχαν εμπλακεί στη συζήτηση σχετικά με τη χρήση της βόμβας στους μήνες που μεσολάβησαν ανάμεσα στην ήττα της Γερμανίας, το Μάιο του 1945, και στο βομβαρδισμό της Χιροσίμα, τον Αύγουστο, γνώριζαν καλά το θέμα. Πολλοί προέβλεπαν την εκκίνηση μιας κούρσας πυρηνικών εξοπλισμών ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση. Με στόχο να ασκήσουν πίεση για να αποτραπεί αυτή η προοπτική, προχώρησαν στην ίδρυση της Επιτροπής Ατομικών Επιστημόνων (ECAS), της οποίας ο Αϊνστάιν δέχτηκε να γίνει πρόεδρος.
Ο Αϊνστάιν δεν αδιαφόρησε μπροστά σ' ένα σημαντικό πολιτικό πρόβλημα της δεκαετίας του 1940 στις ΗΠΑ: στα εκτεταμένα φαινόμενα ρατσισμού, φυλετικών διακρίσεων, λυντσαρίσματος, και άλλων εκδηλώσεων της λευκής ανωτερότητας. Το 1946, μπροστά στο μεγάλο κύμα λυντσαρίσματος που ξέσπασε σε εθνική κλίμακα, ο Πωλ Ρόουμπσον κάλεσε τον Αϊνστάιν να μοιραστεί μαζί του τη θέση του προέδρου της Αμερικανικής Σταυροφορίας κατά του Λυντσαρίσματος. Η ομάδα, που περιλάμβανε τον Ντι Μπουά, καθώς και άλλα μέλη του κινήματος για τα κοινωνικά δικαιώματα, οργάνωσε στην Ουάσιγκτον συγκέντρωση, όπου επρόκειτο να μιλήσει ο Αϊνστάιν. Δεν τα κατάφερε λόγω ασθένειας, έγραψε όμως μια επιστολή στον πρόεδρο Τρούμαν, με την οποία ζητούσε τη λήψη μέτρων εναντίον του λυντσαρίσματος (δίωξη όσων εμπλέκονται σε τέτοιες πράξεις, ψήφιση ομοσπονδιακού νόμου) και την απομάκρυνση του ρατσιστή γερουσιαστή του Μισισιπή, Θίοντορ Μπίλμπο. Ο Ρόουμπσον παρέδωσε την επιστολή του Αϊνστάιν, αλλά η συνάντηση διακόπηκε απότομα εξαιτίας της έντασης που δημιουργήθηκε όταν ο Ρόουμπσον είπε στον Τρούμαν ότι, στην περίπτωση που η κυβέρνηση δεν παράσχει προστασία στους μαύρους, θα είναι αναγκασμένοι να την εξασφαλίσουν μόνοι τους. Σε κάθε περίπτωση, ο Αϊνστάιν συμφωνούσε με τον Ρόουμπσον: έγραφε στην επιστολή του πως "|πάντα υπάρχει τρόπος να υπερβεί κανείς τα εμπόδια που θέτει ο νόμος, όταν υπάρχει θέληση να εργαστεί για ένα δίκαιο σκοπό|".
Ο Αϊνστάιν, αν και πρόθυμος να χρησιμοποιήσει τη φήμη του προς όφελος τη κοινωνικής δικαιοσύνης, αρνούνταν σταθερά τις τιμητικές διακρίσεις. Με μία εξαίρεση: το Μάιο του 1946, ο Χόρας Μαν Μποντ, πρόεδρος του Πανεπιστημίου Λίνκολν στην Πενσυλβάνια, ενός παραδοσιακά "μαύρου ιδρύματος", απέδωσε στον Αϊνστάιν μια τιμητική διάκριση. Εκείνος τη δέχτηκε και πέρασε τη μέρα δίνοντας διαλέξεις και συζητώντας με τους φοιτητές.
Η πολιτική του στράτευση τον ώθησε να αναλάβει δράση στο εγχώριο ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων, αλλά και στο ενδεχόμενο πυρηνικού ολοκαυτώματος εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου. Υποστήριξε το νέο Προοδευτικό Κόμμα (Progressive Party), όπως ο συμπατριώτης του Τόμας Μαν και ο φίλος και γείτονάς του Μπεν Σαν, γνωστός για τους πολιτικούς πίνακές του, και ειδικά αυτούς με θέμα την υπόθεση Σάκο και Βαντσέτι. Το κόμμα, που συγκροτήθηκε από την αριστερή πτέρυγα του παλαιού συνασπισμού Νιου Ντηλ του Ρούζβελτ, και περιλάμβανε ριζοσπάστες, σοσιαλιστές και κομμουνιστές, ιδρύθηκε προκειμένου να προωθήσει το 1948 την υποψηφιότητα για την προεδρία του πρώην αντιπροέδρου Χένρυ Γουάλας.
Ο Αϊνστάιν ανέλαβε επίσης και άλλες, πιο δύσκολες και πιο επικίνδυνες, πολιτικές πρωτοβουλίες. Ίσως τίποτα δεν τράβηξε τη διεθνή προσοχή περισσότερο από την προσπάθειά του να παρέμβει στην υπόθεση κατηγορίας των Τζούλιους και Έθελ Ρόζενμπεργκ. Το 1953, σε επιστολή του προς τον δικαστικό Ίρβινγκ Κάουφμαν ο Αϊνστάιν τόνιζε ότι στη δίκη δεν αποδείχτηκε η ενοχή των κατηγορουμένων "πέραν πάσης αμφιβολίας". Σημείωνε, επίσης, ότι, ακόμη και αν υπάρχουν επιστημονικά τεκμήρια, αυτά δεν αποδεικνύουν τίποτα. Καθώς δεν έλαβε απάντηση, έγραψε στον πρόεδρο, εκθέτοντας τις απόψεις του. Ο Τρούμαν επίσης δεν απάντησε, και ο Αϊνστάιν δημοσιοποίησε το περιεχόμενο της επιστολής στα μέσα ενημέρωσης. Στη συνέχεια έκανε έκκληση μέσω των New York Times να δοθεί χάρη στους Ρόζενμπεργκ. Δυστυχώς, στην περίπτωση αυτή το διάσημο όνομα του Αϊνστάιν δεν ωφέλησε σε τίποτα. Οι Ρόζενμπεργκ θανατώθηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα του Σινγκ Σινγκ στις 19 του Ιούνη (...).
Το 1954, ο Αϊνστάιν συμφώνησε επ' ευκαιρία της επετείου των εβδομήντα πέντε χρόνων του να διοργανωθεί ένα συνέδριο για τον αγώνα υπέρ των πολιτικών ελευθεριών από την Επιτροπή για τις Πολιτικές Ελευθερίες (ECLC). Η Επιτροπή είχε συσταθεί ως απάντηση στην αποτυχία της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών να υπερασπιστεί τους κομμουνιστές και να θέσει ζητήματα πολιτικών ελευθεριών που ανέκυψαν από την υπόθεση των Ρόζενμπεργκ. Με το συνέδριο ξεκινά η σαρανταεξάχρονη πορεία της ECLC για την υπεράσπιση της ελευθερίας της έκφρασης, των εργασιακών δικαιωμάτων και την προώθηση εκστρατειών υπέρ των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Πώς να κλείσω αυτό το σύντομο και αναγκαστικά ατελές και περιληπτικό σημείωμα πάνω στην πολιτική δράση του Αϊνστάιν; Δεν αναφέρθηκε, για παράδειγμα, η προσήλωση του στις αρχές του πασιφισμού και στην ύπαρξη μιας παγκόσμιας τάξης, ούτε η επί μακρόν σχέση του με τον φυσικό και μαρξιστή Λέοπολντ Ίνφελντ. Ο Αϊνστάιν ήταν επίσης υπέρμαχος, όπως και αρκετοί άλλοι αριστεροί επιστήμονες, της μαζικής παιδείας και την επαφή με την επιστήμη ως εργαλείο εναντίον του σκοταδισμού και του μυστικισμού των ψευδεπιστημών, και η οποία μπορούσε, τότε και τώρα, να συμβάλει στην ανάπτυξη της πολιτικής και κοινωνικής αντίστασης.
Μερικές μέρες πριν πεθάνει, στις 18 Απριλίου 1955, ο Αϊνστάιν υπέγραψε το περίφημο Μανιφέστο Αϊνστάιν - Ράσσελ. Στο κείμενο αυτό, ο θεωρητικός φυσικός και ο φιλόσοφος-μαθηματικός Μπέρτραντ Ράσελ δεν μένουν μόνο σε αόριστα ηθικά επιχειρήματα υπέρ του πασιφισμού. Αντίθετα, μιλούν για πολιτικές επιλογές: "Μπροστά μας ανοίγεται, αν το επιλέξουμε, ο απέραντος δρόμος προς την ευτυχία, τη γνώση και τη σοφία. Θα επιλέξουμε το θάνατο, επειδή δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τις διαφορές μας; Απευθυνόμαστε ως άνθρωποι σε ανθρώπους: Να θυμάστε την ανθρώπινη ιδιότητά σας και να ξεχνάτε τα υπόλοιπα. Αν το μπορέσετε, ανοίγεται ο δρόμος προς ένα νέο παράδεισο~ αν όχι, εκείνος προς τον παγκόσμιο χαμό".
Ο Αϊνστάιν υπήρξε ριζοσπάστης, από τα φοιτητικά του χρόνια μέχρι το θάνατο του. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του, στοχαζόμενος τα τρέχοντα πολιτικά ζητήματα και την κοσμοθεωρία του, είπε σ' ένα φίλο ότι παραμένει "επαναστάτης", ένας "|Βεζούβιος που αναβλύζει λάβα"|.

Ο Τζων Σάιμον είναι βιβλιοκριτικός και διευθυντής του |Monthly Review Foundation|. Το άρθρο δημοσίευσε, στην ολοκληρωμένη του μορφή, η αμερικανική έκδοση του περιοδικού, στο τεύχος Μαΐου 2005.

Μετάφραση: Μάρω Καλαντζοπούλου
Επιμέλεια: Ιουλία Σκουνάκη

***

Στα τέλη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αϊνστάιν ενδιαφέρθηκε για τη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκονταν οι Εβραίοι της Ευρώπης ύστερα από την γενοκτονία των ναζί. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του μη-θρησκευόμενο Εβραίο. Ήδη από τις πρώτες στιγμές που, σαν παιδί, αντιμετώπισε τον αντισημιτισμό, υπήρξε παρατηρητής, ενίοτε και θύμα αυτής της εθνικιστικής επιδημίας, και αντέδρασε σ' αυτή όπως και σε άλλα εγκλήματα μίσους. Από νωρίς, το 1921, όταν πραγματοποίησε το πρώτο του ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες προς εξεύρεση χρηματικού κεφαλαίου για τη δημιουργία των εβραϊκών οικισμών στην Παλαιστίνη, προσπαθούσε να προλάβει την καταστροφή που απειλούσε να πλήξει την εβραϊκή κοινότητα της Ευρώπης. Αντιστάθηκε στην επιβολή περιορισμών, νομικών και μη, στη ζωή των Εβραίων της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, υποστήριξε -με μικρή επιτυχία- την μετανάστευση των Εβραίων στην Αμερική, και τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας μιας "εβραϊκής εθνικής πατρίδας", όπως ονομάστηκε, στην Παλαιστίνη. Τον αποκάλεσαν σιωνιστή, χαρακτηρισμό που δεν του ταίριαζε, αλλά και που δεν πάλεψε να αποφύγει. Εντούτοις, διαχώρισε τη θέση του από τους σωβινιστές και φανατικούς σιωνιστές, όπως τους Βλάντιμιρ Ζαμποτίνσκι και Μέναχεμ Μπέγκιν, συχνά ακόμη και από τους μετριοπαθείς σιωνιστές, όπως τους Χέιμ Βάιτσμαν και Ντέιβιντ Μπεν Γκούριον. Το 1930, ο Αϊνστάιν έγραφε, "|ο τυραννικός εθνικισμός |[ή ο εθνικισμός που οδηγεί στην καταπίεση]| πρέπει να ηττηθεί ..., θα έβλεπα ένα μέλλον για την Παλαιστίνη μόνο στη βάση μιας ειρηνικής συνεργασίας μεταξύ των δύο λαών που έχουν την πατρίδα τους στην περιοχή ..., πάνω απ' όλα πρέπει να καταφέρουν να συμβιώσουν|". Τόσο πριν όσο και μετά τον πόλεμο, δεν σταμάτησε να υποστηρίζει τη δημιουργία ενός δικοινοτικού, εβραϊκού και παλαιστινιακού, κράτους.
Το 1946, εκατοντάδες χιλιάδες ευρωπαίοι Εβραίοι ήταν ακόμα εκτοπισμένοι και οι νικήτριες σύμμαχες χώρες απρόθυμες να απορροφήσουν ακόμα και ένα μέρος του προσφυγικού πληθυσμού. Τότε ο Αϊνστάιν παρουσιάστηκε στην αγγλοαμερικανική Επιτροπή Έρευνας για την Παλαιστίνη και έκανε έκκληση υπέρ μιας "εβραϊκής πατρίδας", η οποία παρερμηνεύτηκε, μάλλον σκόπιμα, από το σιωνιστικό κατεστημένο ως έκκληση για εβραϊκή εθνική ανεξαρτησία. Ο Αϊνστάιν, με τη βοήθεια του φίλου του ραββίνου Στήβεν Ουάιζ αποσαφήνισε τη θέση του. Από τη μια μεριά, οι Εβραίοι, υποστήριξε, πρέπει να μπορούν να εγκαθίστανται ελεύθερα στην Παλαιστίνη, πάντα στα πλαίσια των οικονομικών της δυνατοτήτων. Από την άλλη, η κυβέρνηση της χώρας πρέπει να εξασφαλίσει ότι δεν θα "|κυριαρχήσει η μία κοινότητα εις βάρος της άλλης|". Μολονότι ο Ουάιζ αξίωνε μια πιο σκληρή δήλωση, ο Αϊνστάιν δήλωσε ότι "|η πεισματική διεκδίκηση ενός εβραϊκού κράτους μόνο ανεπιθύμητα αποτελέσματα θα έχει για μας|" (...).

***

|Όποιος συμβουλεύει τους Αμερικανούς να αποκρύπτουν πληροφορίες που ίσως γνωρίζουν, σχετικές με κατασκόπους και σαμποτέρ, είναι και ο ίδιος εχθρός της Αμερικής|.
Βουλευτής Τζόσεφ Μακάρθυ, αναφερόμενος στην προτροπή του Αϊνστάιν προς τους πολίτες να αρνηθούν να καταθέσουν στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών, 14.6.1953

|Με το φουντωτό κεφάλι, προφεσόρε, πες
Πες μας πως δεν είσαι με τους κομμουνιστές.
Πες μας πως δεν τρως στα στενά σοκάκια
Καπιταλιστές και μικρά παιδάκια.
Πες μας πως δεν είσαι ο Αϊνσταϊνότσκι
Μόνο μια καμπύλωση στη μορφή του Τρότσκι|.

Στίχοι γραμμένοι από τον Χ. Ι. Φίλιπς, χρονικογράφο λαϊκής εφημερίδας, την εποχή του μακαρθισμού

Ο φαινομενικά γαλήνιος βίος του σοφού επιστήμονα δεν έπαψε ποτέ να σκιάζεται από το τραγικό παρελθόν ενός αποτυχημένου οικογενειάρχη. Μόλις το 1985 έγινε γνωστή η ύπαρξη της ασθενικής του κόρης Λίζερλ, γεννημένης το 1902 και πιθανότατα εγκαταλειμμένης σε κάποιο ορφανοτροφείο, επειδή η στιγμή της γέννησής της --πριν από το γάμο του Άλμπερτ με την ελληνοσερβικής καταγωγής Μιλέβα Μάριτς-- θα του στερούσε μεταξύ άλλων τη δυνατότητα να διεκδικήσει μια θέση εργασίας στις δημόσιες υπηρεσίες της συντηρητικής πρωτεύουσας της Ελβετίας. Η τύχη της δεν μαθεύτηκε ποτέ, ενώ οι δύο γιοι του Αϊνστάιν μεγάλωσαν με την μητέρα τους, πλήρως αποξενωμένοι από τον πατέρα τους. Ο μικρότερος πέθανε σε μια ψυχιατρική κλινική. Ήταν έγκλειστος από το 1948, μετά το θάνατο της Μιλέβα, η οποία τον πρόσεχε από την εποχή που εμφανίσθηκαν τα πρώτα σημάδια σχιζοφρένειας. Ακόμα και ο πρωτότοκος γιος, που πέθανε το 1973 στο τέλος μιας πετυχημένης ακαδημαϊκής καριέρας στον τομέα της υδραυλικής μηχανικής, ποτέ δεν συγχώρησε στον Άλμπερτ τη συναισθηματικά επώδυνη απουσία του, όπως εξομολογήθηκε σε μια από τις λίγες περιπτώσεις που αναφέρθηκε στον πατέρα του~ η συνεχής ερώτηση, "Είστε συγγενής του Αϊνστάιν;", είχε γίνει γι' αυτόν μια παραλλαγή του κινέζικου βασανιστηρίου της σταγόνας.

Γ.Κ.


Η πρόσληψη της θεωρίας της σχετικότητας στην Ελλάδα



Του Γιώργου ΚΑΛΠΑΔΑΚΗ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΧΑΚΗΣ, |Η υποδοχή των ιδεών του Einstein στην Ελλάδα|, έκδοση Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, Αθήνα 2005

Ο πρώτος επιστήμονας που εισήγαγε τη θεωρία της σχετικότητας στην Ελλάδα ήταν ο Αθανάσιος Καραγιαννίδης. Υφηγητής των μαθηματικών, ο Καραγιαννίδης μαθήτευσε με υποτροφία στη Γερμανία υπό την καθοδήγηση του μεγάλου μαθηματικού Φήλιξ Κλάιν (1849-1925). Τον Φεβρουάριο του 1910 το έγκυρο επιστημονικό περιοδικό του Πολυτεχνικού Συλλόγου, ο |Αρχιμήδης|, δημοσιεύει την εργασία του με τίτλο "Συμβολή εις την μηχανικήν των μεγάλων ταχυτήτων". Το έδαφος για την εργασία του είχε ήδη προλειανθεί από τον Οκτώβριο του 1909, όπου σε άλλο άρθρο του ο Καραγιαννίδης είχε θίξει ορισμένα προβλήματα που ανακύπτουν από τη "θεωρία των συναρτήσεων", ενώ το Σεπτέμβριο του 1910 δημοσιεύει ακόμα μια εργασία όπου παρουσιάζει θέματα που σχετίζονται με την θεωρία της σχετικότητας και αναπτύσσει τη θέση ότι "|η θεωρία της νέας Μηχανικής είναι εγγύτερα προς την αλήθεια|".
Ανήκε άραγε ο Καραγιαννίδης ανάμεσα σε εκείνους οι οποίοι εξέλαβαν τα αποτελέσματα του Αϊνστάιν σαν πανομοιότυπα της θεωρίας των Χέντρικ Λορέντζ και Ανρί Πουανκαρέ, όπου ο αιθέρας εξακολουθούσε να αποτελεί το πλαίσιο αναφοράς το οποίο εξηγεί τη συστολή του χώρου και τη διαστολή του χρόνου; Ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας των φυσικών, δεν ήταν καθόλου σαφές μετά τη δημοσίευσή της ότι η θεωρία του Αϊνστάιν πρότεινε μια θεμελιωδώς καινούργια θεώρηση της φυσικής πραγματικότητας, ενώ ευρύτερη αποδοχή αρχίζει να αποκτά μετά το 1911.
Στον |Αρχιμήδη| θα εμφανισθεί το 1910 και ένα άρθρο του Δημητρίου Χόνδρου (1882-1962), με τίτλο "Το αξίωμα της Σχετικότητας και η έννοια του Χώρου και Χρόνου". Ο Χόνδρος υπήρξε από τους πρώτους επαγγελματίες φυσικούς επιστήμονες στη χώρα, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ανάπτυξη της Φυσικής μέσα από τη συστηματική οργάνωση των εργαστηρίων φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (στο οποίο διετέλεσε καθηγητής από το 1912 μέχρι το 1952), τη συγγραφή πρωτότυπων και εκλαϊκευτικών εργασιών σε ξένα και ελληνικά περιοδικά, και την τακτική συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς και συνέδρια ως εκπρόσωπος της Ελλάδας. Το 1909 είχε αναγορευτεί διδάκτωρ, έχοντας εκπονήσει τη διατριβή του στο Μόναχο υπό την εποπτεία του μεγάλου Γερμανού φυσικού και διδασκάλου, Άρνολντ Σόμερφελντ (1868-1951). Μαζί με τον μελλοντικό νομπελίστα Πήτερ Ντιμπάι, ο Χόνδρος δημοσιεύει το 1910 μια πολύ σημαντική εργασία πάνω στην τεχνολογία των οπτικών ινών στο |Annalen der Physik|, ένα από τα κορυφαία επιστημονικά περιοδικά στον κόσμο, και μάλιστα εκείνο στο οποίο ο Αϊνστάιν είχε δημοσιεύσει το 1905 τις τέσσερις επαναστατικές του εργασίες. Στο άρθρο του ο Χόνδρος επισημαίνει τα ουκ ολίγα προβλήματα που δημιουργούνταν από την ηλεκτροδυναμική θεωρία του Μάξγουελ, τονίζοντας ωστόσο ότι "αι νέαι ιδέαι" του Αϊνστάιν και η αποδοχή τους "|ίσως συναντήση δυσκολίας, ίσως και αποδειχθώσιν εν τω μέλλοντι ουχί ορθαί, αλλ' οιαδήποτε και αν είναι η έκβασις της κρίσεως, εν κέρδος μέγα θα μείνη πάντοτε. Η επιστήμη θα προχωρήση κατά εν βήμα προς την αλήθειαν|".
Το 1920-1, ενώ έχουν μεσολαβήσει η δημοσίευση των αρχών της γενικής θεωρίας της σχετικότητας από τον Αϊνστάιν το 1916, και η εν μέρει πειραματική επαλήθευση των προβλέψεων της θεωρίας αυτής από την αποστολή του Άρθουρ Έντινγκτον στη Δυτική Αφρική το 1919, ο Χόνδρος επανέρχεται στη θεωρία της σχετικότητας μέσα από τέσσερις διαλέξεις που δημοσιεύονται στο Δελτίο της Ελληνικής Εταιρείας Φυσικών Επιστημών, ενώ η μία από αυτές εμφανίζεται στα γαλλικά στο περίφημο |Revue Scientifique|. Απευθυνόμενος σε κοινό ειδικών, ο Χόνδρος πραγματοποιεί μια επισκόπηση των ραγδαίων αλλαγών που επέφερε η προσπάθεια του Αϊνστάιν να εξηγήσει τις φαινομενικές αντιφάσεις ανάμεσα στη θεωρία του ηλεκτρομαγνητισμού και την κλασική μηχανική. Εκείνο που θα έπρεπε να διερευνηθεί περισσότερο εδώ είναι εάν ο Χόνδρος ήταν πράγματι ο μοναδικός επιστήμονας που μιλούσε για τη σχετικότητα κατά αυτή την περίοδο, πράγμα από μόνο του αξιοσημείωτο. Επιπλέον, θα είχε ενδιαφέρον να γνωρίζαμε αν και με ποιο τρόπο προβαλλόταν η θεωρία στα πανεπιστημιακά συγγράμματα: σαν μια νέα θεωρία για τη φύση του χώρου και του χρόνου ή σαν μια απόπειρα βελτίωσης της θεωρίας του ηλεκτρονίου του Λορέντζ;
Στον πρώτο τόμο του μηνιαίου μαρξιστικού περιοδικού, |Αναγέννηση| (Σεπτέμβρης 1926 - Αύγουστος 1927), πλάι σε κείμενα του Καζαντζάκη, του Βάρναλη, του Κορδάτου, του Άλκη Θρύλου, αλλά και του εκδότη του Δημήτρη Γληνού, βρίσκει κανείς ένα άρθρο για τη θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν, γραμμένο από τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Αριστοτέλη Οικονόμου. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1934, ο Οικονόμου εκδίδει ένα βιβλίο μαζί με τον μαθηματικό Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή, ο οποίος μάλιστα τύγχανε προσωπικός γνωστός του Αϊνστάιν, με τίτλο |Χώρος, Χρόνος, Χωρόχρονος|.
Το 1933, σε κείμενο της σύνταξης του συντηρητικού, αντικομουνιστικού αλλά ταυτόχρονα δημοτικιστικού περιοδικού που εξέδιδαν οι Σπύρος Μελάς, Γιώργος Θεοτοκάς και Γιάννης Οικονομίδης, |Ιδέα|, διαβάζουμε τις ακόλουθες εκπληκτικές γραμμές για τις εξελίξεις στην κβαντική μηχανική: "|Εμείς, σύμφωνα με τις βαθιές μας πεποιθήσεις, δεν μπορούμε παρά να υιοθετήσουμε την ιδεαλιστική και αντιαιτιοκρατική ερμηνεία --και το κάνουμε με τόσο μεγαλύτερη ικανοποίηση και ενθουσιασμό όσο η ίδια η πρόσφατη εξέλιξη της επιστήμης, με την ακατάπαυστη αποπνευμάτωση και μαθηματικοποίησή της, με την ανεπάρκεια του αιτιοκρατισμού στον ενδοατομικό κόσμο, έρχεται να δικαιώσει εκείνους, που υποστήριζαν ανέκαθεν τη μεταφυσικότητα κάθε γνωστικής απόπειρας, την καταπληκτική αντιστοιχία των απώτατων επιστημονικών πορισμάτων με τις πεμπτουσιακές κατηγορίες|". Σε ένα κείμενο της |Ιδέας| με τίτλο "Αϊνστάιν και... διαλεκτικός υλισμός", χλευάζονται οι προσπάθειες πολιτικοποίησης της θεωρίας της σχετικότητας από τους κομμουνιστές: "|Ένας εμβρόντητος νεαρός οπαδός του Μαρξ έκανε τώρα τελευταία μια συνταρακτική ανακάλυψη: βρήκε ότι οι 'οι θεωρίες του Αϊνστάιν είναι ένα από τα δυνατότερα θεμέλια που δόθηκαν στη μαρξιστική διαλεκτική'... είναι για να θαυμάζει κανείς τον πνευματικό φτωχοπροδρομισμό αλλά και το ανήκουστο θράσος των κομουνιστών 'διανοούμενων' που βλάστησαν στον τόπο μας... Δεν είναι πολύς καιρός που ο κ. Γληνός μας πληροφορούσε ότι ο διαλεκτικός υλισμός είναι προορισμένος ν' αναγεννήσει όλες τις επιστήμες!|"
Τη δεκαετία του '30 κι άλλα περιοδικά, όπως ο |Επιστημολόγος| (που κινείτο στο ίδιο ιδεολογικό μήκος κύματος με την |Ιδέα| και εκδιδόταν τη διετία 1932-1934) και η |Επιστημονική Ηχώ| (ένα πολύ δημοφιλές περιοδικό για τις εφαρμοσμένες επιστήμες και τη βιομηχανία) προχώρησαν στη δημοσίευση κειμένων για τη θεωρία της σχετικότητας. Εδώ θα άξιζε να μελετήσει κανείς σε μεγαλύτερο βάθος το βαθμό στον οποίο οι Έλληνες εκλαϊκευτές του έργου του Αϊνστάιν επηρεάστηκαν από τα πολιτικά τεκταινόμενα, και συγκεκριμένα από την άνοδο των ναζί στην εξουσία και τον στιγματισμό της θεωρίας της σχετικότητας σαν προϊόν της "εβραϊκής επιστήμης".
Βασικό σημείο κριτικής της μελέτης του Γιώργου Βλαχάκη δεν μπορεί να είναι παρά η επιλογή του όρου "υποδοχή" στον τίτλο για την περιγραφή των πρώτων εγχώριων αναφορών στη θεωρία της σχετικότητας, ή αλλιώς της κοινοποίησής της, αφού παραβλέπει τις πιο πρόσφατες προσεγγίσεις στην ιστοριογραφία των επιστημών που στηρίζονται στην υιοθέτηση καταλληλότερων ερμηνευτικών εργαλείων, όπως ο όρος "πρόσληψη". Για παράδειγμα, το γεγονός ότι στα συγγράμματα των Ελλήνων φυσικών βρίσκει κανείς αναφορές στους αρχαίους κατά την παρουσίαση επιστημονικών ιδεών, είναι μεν αξιοπερίεργο σε ένα πρώτο επίπεδο αλλά στην ουσία αντανακλά την αδήριτη ανάγκη προσαρμογής των επιστημονικών θεωριών στις τοπικές εκπαιδευτικές και πολιτισμικές παραδόσεις. Η σκοπιά του βιβλίου εδράζεται στην --κυρίαρχη ανάμεσα στους περισσότερους επιστήμονες-- αντίληψη περί μονόπλευρης μετάδοσης επιστημονικής γνώσης από το "κέντρο" (π.χ. τη Γερμανία) στην περιφέρεια (π.χ. στην Ελλάδα), ενώ οποιαδήποτε παρέκκλιση από τις αρχικές ιδέες αποτελεί αναπόφευκτα ένα κακέκτυπο, μια κακοχωνεμένη παραποίηση του "πρωτοτύπου". Αυτή η προσέγγιση είναι μάλλον παρωχημένη από ιστοριογραφική άποψη, όπως μαρτυρούν και οι πλείστες μελέτες πάνω στην πρόσληψη της θεωρίας της σχετικότητας στη Γερμανία, την Ισπανία, την Κίνα, τη Ρωσία, τη Βραζιλία, την Αγγλία.
Ο συγγραφέας δείχνει να έχει σαφή εικόνα των "ιδιότυπων χαρακτηριστικών" της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας, εντούτοις η εικόνα αυτή δεν αποτελεί παρά το κοινό εφαλτήριο δύο αντικρουόμενων προσεγγίσεων. Η πρώτη, την οποία και υιοθετεί, αποδίδει αυτές τις ιδιοτυπίες σε σαθρά θεσμικά πλαίσια, αδυναμία κατανόησης, έπαρση, ερασιτεχνισμό, πολιτική μεροληψία, καιροσκοπισμό, ποιητική διάθεση, τάση προς αμπελοφιλοσοφία. Η δεύτερη προσέγγιση, χωρίς να παραβλέπει τα παραπάνω, ανάγει ωστόσο τις ιδιοτυπίες της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας σε βαθιά ριζωμένες εκπαιδευτικές νοοτροπίες, θεσμικές δομές, στρατηγικές εγχώριας νομιμοποίησης, τακτικές προσέλκυσης ενός συγκεκριμένου κοινού, πολιτικές πεποιθήσεις, φιλοσοφικές αφετηρίες, θρησκευτικά υπόβαθρα, εκλαϊκευτικές μεθόδους. Δια της τελευταίας προσέγγισης έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να χυθεί περισσότερο φως στις πολύπλοκες διαδικασίες πρόσληψης επιστημονικών ιδεών από πλευράς "περιφερειακών" επιστημονικών κοινοτήτων, όπως υπήρξε ιστορικά η ελληνική, και συνεπώς μια μελλοντική μελέτη σίγουρα θα επωφελείτο από την υιοθέτησή της.
Εξ αρχής ο Γιώργος Βλαχάκης καθιστά σαφές ότι το βιβλίο του αποτελεί μια "|πρώτη προσέγγιση|" των τεκμηρίων που αφορούν την "υποδοχή" της θεωρίας της σχετικότητας στην Ελλάδα και συνεπώς αναμένουμε με ενδιαφέρον μια προσεχή, πιο ολοκληρωμένη έκδοση.

|Ο Γιώργος Καλπαδάκης είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο Πολιτικό Τμήμα της Νομικής Αθηνών|


Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και η σχετικότητα



Της Ντίνας ΝΤΑΛΟΥΚΑ

Όταν το 1905 ο Αϊνστάιν δημοσίευσε το άρθρο του για την ειδική θεωρία της σχετικότητας, δεν εργαζόταν ούτε σε κάποιο πανεπιστήμιο ούτε σε κάποιο ερευνητικό κέντρο. Είχαν προηγηθεί κάποιες διερευνητικές κρούσεις σε πανεπιστήμια, αλλά τα αποτελέσματά τους δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Λίγο μετά την αποφοίτησή του από το Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, το 1902, κατάφερε να προσληφθεί ως υπάλληλος στο Γραφείο Ευρεσιτεχνιών στη Βέρνη της Ελβετίας, με τον κατώτερο βαθμό. Εκεί εργαζόταν και ένας πολύ στενός φίλος του, ο Michel Besso, ο μοναδικός άνθρωπος που ο Αϊνστάιν ευχαριστεί στο άρθρο του, για τις εποικοδομητικές συζητήσεις που είχαν.
Όλα αυτά ήταν απ' την αρχή γνωστά στους μελετητές του έργου του. Το ίδιο γνωστό ήταν και το γεγονός ότι ο Αϊνστάιν είχε σχεδιάσει την εκτέλεση αρκετών πειραμάτων (τα οποία δεν πραγματοποίησε) και είχε κατοχυρώσει στο όνομά του ορισμένες πατέντες για εφευρέσεις.
Όμως, το κατά πόσο η εργασία του στη Βέρνη και οι υπόλοιπες πρακτικές δραστηριότητές του είχαν επηρεάσει τον Αϊνστάιν στη διατύπωση της ειδικής θεωρίας της σχετικότητας, ήταν κάτι που δεν είχε απασχολήσει τους ιστορικούς των επιστημών, αφού το κυρίαρχο ιστοριογραφικό πλαίσιο εντός του οποίου μελετάται το έργο του Αϊνστάιν ήταν αυτό της ιδιοφυίας, αποκομμένης από τα εγκόσμια, και που καθοδηγείται μόνο από τις αλληλουχίες των θεωρητικών σκέψεών του. Βασική αναλυτική κατηγορία για να γραφτεί η ιστορία ήταν η ιδιοφυία των προσώπων.
Η εικόνα, την οποία οι περισσότεροι από εμάς έχουμε για τον Αϊνστάιν, είναι αυτή που, λίγο υπερβολικά ίσως, μας παρουσιάζει ο Roland Barthes στο "Brain of Αϊνστάιν". Εκεί ο Αϊνστάιν παρουσιάζεται σαν να είναι μόνο ο εγκέφαλος του, σαν να είναι μόνο μία εικόνα της σκέψης του χωρίς καμία υλικότητα, χωρίς καμία επαφή με το κοινωνικό γίγνεσθαι. Παρουσιάζεται σα να είναι μία σκέψη βυθισμένη στα μεγάλα θεωρητικά σχήματα και τις αφηρημένες αναζητήσεις. Είναι όμως έτσι; Ή καλύτερα, είναι μόνο έτσι;
Αλλά η επιστήμη δεν είναι μόνο οι ιδέες της. Υπάρχουν τα όργανα που χρησιμοποιούνται στην άσκηση της, υπάρχουν οι χώροι (όπως τα εργαστήρια) όπου μορφοποιούνται πρακτικές, υπάρχουν οι τεχνολογίες που διαμορφώνουν τεχνικές, και όλα αυτά ενσωματώνουν την πείρα επιστημόνων και τεχνιτών και η οποία μεταφέρεται από γενιά σε γενιά με υπόρρητους τρόπους. Και μόλις τα τελευταία χρόνια κάποιοι ιστορικοί και κοινωνιολόγοι των επιστημών άρχισαν να μελετούν την επιστήμη ως ένα σύνολο ανθρώπινων δραστηριοτήτων, με ιδιαίτερη έμφαση στην επιστημονική πρακτική και στον υλικό πολιτισμό, που φάνηκε να αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα στην συνδιαμόρφωση της επιστημονικής κουλτούρας. Ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτής της τάσης στην ιστοριογραφία των επιστημών είναι ο Peter Galison, καθηγητής ιστορίας των επιστημών και φυσικής στην έδρα Mallinckrodt του Πανεπιστημίου του Harvard, που επιχειρεί μία ανάγνωση της εργασίας του Αϊνστάιν υπό το πρίσμα του υλικού πολιτισμού των ρολογιών, των χαρτών, των τηλεγράφων, των σιδηροδρόμων, των επιστημονικών οργάνων, δηλαδή, των τεχνολογικών εξελίξεων της περιόδου της απασχόλησής του στο γραφείο ευρεσιτεχνιών .

Ευρεσιτεχνίες στην Βέρνη
Το γραφείο ευρεσιτεχνιών της Βέρνης ήταν εκείνη την εποχή το επίκεντρο των εφευρέσεων, της παραγωγής και του πατενταρίσματος οποιασδήποτε νέας τεχνολογίας. Και επομένως η θέση του εκεί του πρόσφερε ουσιαστικά μία ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τις μηχανές και με όλες τις νέες τεχνολογίες. Του πρόσφερε, όμως, και την ευκαιρία να αφουγκραστεί και ένα σύνολο κοινωνικών αναγκών και διεργασιών, η έκφραση των οποίων αποτυπωνόταν στις αιτήσεις για κατοχύρωση καινοτόμων προτάσεων.
Ένα από τα κυρίαρχα ζητήματα εκείνη την εποχή ήταν ο συγχρονισμός των ρολογιών. Αρκετά συχνά βρισκόταν στο επίκεντρο της θεματολογίας περιοδικών, τόσο της φυσικής όσο και της φιλοσοφίας. Το ενδιαφέρον για αυτό το πρόβλημα αναζωπυρώθηκε από τις αλλαγές που ζούσε εκείνη την εποχή η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική. Η εξάπλωση των σιδηροδρομικών δικτύων, η χρήση της τηλεγραφίας, η εμμονή στο σχεδιασμό χαρτών, με κύριο αίτημα τον προσδιορισμό του γεωγραφικού μήκους, όπου κρίσιμο σημείο ήταν ο συγχρονισμός των ρολογιών, ως αποτέλεσμα των μεγάλων ταξιδιών που πια ήταν εξαιρετικά συχνά και επιβεβλημένα τόσο για εμπορικούς όσο και για στρατιωτικούς λόγους, οι μεγάλες βιομηχανίες και οι ανάγκες των μεγάλων αποικιοκρατικών στρατών, γέννησαν το ερώτημα "τι ώρα είναι τώρα κάπου αλλού;".
Οι αξιόπιστες διαδικασίες συγχρονισμού των ρολογιών ήταν η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Είναι η εποχή που η έρευνα χτίζει δεσμούς εμπιστοσύνης με συμφέροντα πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά, συμβάλλοντας τόσο στην παραγωγή υπεραξίας όσο και στη συσσώρευση κεφαλαίου και την ικανοποίηση των εθνικών φιλοδοξιών. Ήδη από το 1830, το ζήτημα του συγχρονισμού των ρολογιών ήταν στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων μηχανικών, επιστημόνων, εφευρετών, πολιτικών αλλά και στρατιωτικών. Εφευρέτες στη Μεγάλη Βρετανία με τις απομακρυσμένες κατακτήσεις, ήδη από εκείνη την εποχή αρχίζουν να κατασκευάζουν συστήματα ηλεκτρικής κατανομής, για να συνδέσουν τα απομακρυσμένα ρολόγια με ένα κεντρικό ρολόι.
Η Γερμανία, η μεγάλη στρατιωτική δύναμη της εποχής μέσα στο πλαίσιο των επιτυχιών της στον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο, διακηρύττει την εξαιρετικά μεγάλη σημασία που έπαιξε και πρέπει να εξακολουθήσει να παίζει το εκτεταμένο σιδηροδρομικό δίκτυο, στη συγκέντρωση, τη διακίνηση και τον ανεφοδιασμό του πολυπληθούς στρατού της στα μεγάλα πεδία της μάχης. Αλλά το ενιαίο σιδηροδρομικό δίκτυο προϋποθέτει και την ενοποίηση της ώρας στα διάφορα κρατίδια. Στη συνέχεια, όμως, το επιχείρημα της ενοποίησης της ώρας γίνεται τμήμα της πολιτικής επιχειρηματολογίας για την ενοποίηση της Γερμανίας, καθώς και προαπαιτούμενο για την εύρυθμη λειτουργία ενός ισχυρού κράτους και των μηχανισμών του. Όλα αυτά ήταν που οδήγησαν, κυρίως τους στρατιωτικούς, να εκφράζουν δημόσια τις σκέψεις τους για μία παγκόσμια ώρα βασισμένη στον μεσημβρινό του Greenwich.
Η Ελβετία, παρά το ότι δεν ήταν μια υπερδύναμη και μόλις έκανε τα πρώτα της βήματα στον τομέα των σιδηροδρόμων και της τηλεγραφίας, άρχισε τις προσπάθειες και προς την κατεύθυνση του συντονισμού των ρολογιών. Ήδη από το 1890 εγκαινιάζεται το δίκτυο αστικής ώρας της Βιέννης, που στην ουσία καθιστά το συγχρονισμό των ρολογιών δημόσια ορατό.
Αυτή ήταν η κατάσταση στην Ευρώπη, την εποχή που ο Αϊνστάιν έθετε τις βάσεις του άρθρου του. Ο Αϊνστάιν καθημερινά εξέταζε αιτήσεις για κατοχύρωση ευρεσιτεχνιών, συμπεριλαμβανομένων και των προτάσεων για μηχανισμούς συγχρονισμού των ρολογιών στους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Μήπως όλα αυτά μπορούν να ερμηνεύσουν την χρήση του παραδείγματος με τα τραίνα και τα βαγόνια, για να εξηγήσει τις αδυναμίες της κλασσικής έννοιας του ταυτοχρόνου, στην εργασία του 1905; Κι όμως, μέχρι σήμερα οι σχολιαστές του Αϊνστάιν έμαθαν να ερμηνεύουν τις αναφορές που υπάρχουν στο άρθρο σε τρένα και στην έννοια του ταυτόχρονου, σαν μία εκτεταμένη μεταφορά.
Όμως η ανάγνωση του Peter Galison τοποθετεί τον Αϊνστάιν στο σταυροδρόμι των εξελίξεων της τεχνολογίας. Ο Αϊνστάιν δεν είναι πια μόνο ο φιλόσοφος-επιστήμονας. Είναι και ο υπάλληλος του γραφείου ευρεσιτεχνιών-επιστήμονας. Και η σχετικότητα διαμορφώνεται όχι μόνο μέσα από τη αμφισβήτηση των νευτώνειων απολύτων αλλά μέσα από τους προβληματισμούς για να λυθεί το πραγματικά πρακτικό πρόβλημα του συντονισμού των ρολογιών. Μελετώντας και αναλύοντας τα σχέδια που έφταναν στο γραφείο του, ο Αϊνστάιν είχε την ευκαιρία να βρίσκεται στο κέντρο των τεχνολογικών εξελίξεων, που απαιτούσαν την κατασκευή ακριβούς ηλεκτρομηχανικού εξοπλισμού, ο οποίος θα εξασφάλιζε τον συγχρονισμό των ρολογιών στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και στις πόλεις. Έτσι, λοιπόν, η ανάλυση του Galison ανέδειξε μία επιπλέον διάσταση του έργου του, σκιαγραφώντας έναν Αϊνστάιν που κινήθηκε στο σταυροδρόμι φιλοσοφίας, επιστήμης και τεχνολογίας.

|Η Ντίνα Νταλούκα είναι υποψήφια διδάκτωρ στην ιστορία των επιστημών και τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών|


Αϊνστάιν και Πικάσο



Αϊνστάιν και Πικάσο
Τη στιγμή της δημιουργίας η αισθητική είναι κυρίαρχη

Άρθουρ Μίλλερ
συνέντευξη στον Γιώργο Καλπαδάκη

Εκπονώντας το διδακτορικό φυσικής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασσαχουσέτης, ο Άρθουρ Μίλλερ διακρίθηκε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ως μελετητής της θεωρίας της σχετικότητας και της κβαντικής μηχανικής, εστιάζοντας στο έργο του Αϊνστάιν, του Νιλς Μπορ, του Έρβιν Σρέντιγκερ και του Βέρνερ Χάιζενμπεργκ. Το 1976, ο Μίλλερ ανακάλυψε στο Παρίσι τα ανέκδοτα χειρόγραφα και τις επιστολές του μεγάλου μαθηματικού και φιλοσόφου Ανρί Πουανκαρέ (1856-1912), της πολυμαθούς διάνοιας που διετέλεσε ταυτόχρονα πρόεδρος της Γαλλικής Ακαδημίας και της Ακαδημίας Επιστημών. Ενδεικτικό της πολυσήμαντης συμβολής του στις επιστήμες, το γεγονός ότι η NASA έκρινε σκόπιμο να αναδημοσιεύσει τη μελέτη του γύρω από την ουράνια μηχανική, δημοσιευμένη το 1899, για να σχεδιάσει την τροχιά του πυραύλου Apollo στη σελήνη. Ο Μίλλερ βρήκε πόσο κοντά είχε φτάσει ο Πουανκαρέ στην ανακάλυψη της θεωρίας της σχετικότητας, αλλά και την τεράστια επιρροή που είχαν οι ιδέες του πάνω στον νεαρό Αϊνστάιν. Ορμώμενος από την κεντρική σημασία της αισθητικής παραμέτρου που διέβλεπε στα επιστημονικά γραπτά του Πουανκαρέ και του Αϊνστάιν, ο Μίλλερ ασχολήθηκε με τη σημασία των "οπτικών απεικονίσεων" και προχώρησε στην εξερεύνηση των σχέσεων μεταξύ αισθητικής, διαίσθησης, και αναπαράστασης στο έργο επιστημόνων και καλλιτεχνών που επιχειρούν να "διαβάσουν" τη φύση (|Insights of Genius: Imagery and Creativity in Science and Art|, 2000). Το 2001 δημοσιεύεται η παράλληλη βιογραφία του Πικάσο και του Αϊνστάιν με τίτλο |Αϊνστάιν-Πικάσο: ο χώρος, ο χρόνος και η ομορφιά| (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Τραυλός, 2002), όπου σκιαγραφούνται οι κοινές επιρροές που τους ώθησαν να αναθεωρήσουν, χωριστά και εν αγνοία του ενός από τον άλλον, τις κρατούσες ιδέες γύρω από το χώρο και τον χρόνο. Το βιβλίο προτάθηκε για το Βραβείο Πούλιτζερ.

\* Ποια προβλήματα απασχολούσαν την επιστημονική κοινότητα το 1905 και πώς τα αντιμετώπισε ο Αϊνστάιν;\

Το βασικό πρόβλημα με το οποίο ήσαν αντιμέτωποι οι φυσικοί τη δεδομένη χρονική στιγμή αφορούσε τη δομή του ηλεκτρονίου, για το οποίο κυριαρχούσε η αντίληψη ότι ήταν σαν μια σφαίρα με αρνητικό φορτίο. Τι εμποδίζει αυτό το αντικείμενο από το να εκρήγνυται, δεδομένης της τεράστιας απώθησης μεταξύ των συστατικών του στοιχείων; Θα μπορούσε μια θεωρία του ηλεκτρονίου σε κατάσταση ισορροπίας να εξηγήσει φαινόμενα όπως το γεγονός ότι η ταχύτητα του φωτός παραμένει πάντα η ίδια, ανεξάρτητα από τη σχετική κίνηση μεταξύ της πηγής του φωτός και του παρατηρητή; Την εποχή εκείνη υπήρχαν μόνο δύο γνωστές δυνάμεις: ο ηλεκτρομαγνητισμός και η βαρύτητα. Θα μπορούσε μια θεωρία ενός σταθερού ηλεκτρονίου να ενσωματώσει τη βαρύτητα σε μια θεωρία των πάντων -σε μια ενοποιημένη θεωρία; Ο Αϊνστάιν επιλήφθηκε αυτών των ερωτημάτων, απορρίπτοντάς τα ως λαθεμένα. Όπως θυμήθηκε, δεκαέξι χρόνια αργότερα, οι επιστήμονες του 1905 "|διατύπωναν θεωρίες έξω από τα νερά τους|". Για τον Αϊνστάιν το κομβικό ζήτημα ήταν η φύση του χώρου και του χρόνου.

\* Προς τα τέλη του 19ου αιώνα ο Γάλλος επιστήμονας Ανρί Πουανκαρέ είχε ήδη αναπτύξει μια αρχή της σχετικότητας. Ποια ήταν αυτή η μυστηριώδης φυσιογνωμία και γιατί δεν θεωρείται σήμερα ο εφευρέτης της θεωρίας της σχετικότητας;\

Ο Ανρί Πουανκαρέ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς στην ιστορία του κλάδου. Μεταξύ των ανακαλύψεών του συγκαταλέγονται η θεωρία των δυναμικών συστημάτων και η θεωρία του χάους --και οι δύο ανακαλύφθηκαν εκ νέου τη δεκαετία του 1970, ενώ ο Πουανκαρέ τις είχε διατυπώσει από τη δεκαετία του 1890. Ήταν τρομερά πολυμαθής: εκτός από τα μαθηματικά, διεξήγε σημαντική έρευνα στη φυσική, τη γεωδαισία, τη ναυσιπλοΐα και τη φιλοσοφία. Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα στιγμή στην ιστορία των ιδεών υπήρξε όταν ο Αϊνστάιν και ο Πουανκαρέ είχαν και οι δυο στη διάθεσή τους τα ίδια πειραματικά δεδομένα. Και οι δυο αναπαρέστησαν αυτά τα δεδομένα, χρησιμοποιώντας τα ίδια μαθηματικά. Αλλά ενώ ο Αϊνστάιν ερμήνευσε τα μαθηματικά αποτελέσματα ως τη θεωρία της σχετικότητας, ο Πουανκαρέ τα ερμήνευσε ως μια θεωρία του ηλεκτρονίου --πράγμα αδύνατο, αφού κάτι τέτοιο θα χρειαζόταν κβαντική ηλεκτροδυναμική, η οποία δεν ήταν ακόμα γνωστή το 1905. Αυτό που έκανε τη διαφορά μεταξύ των δύο ανδρών ήταν η χρήση που έκανε ο Αϊνστάιν των πειραμάτων σκέψης και των επιχειρημάτων περί συμμετρίας, τα οποία του επέτρεψαν να πάει πέρα από τα γνωστά δεδομένα. Ο Πουανκαρέ, από την άλλη, ποτέ δεν έθιξε τη σχετικότητα του χρόνου --για εκείνον ο χρόνος, και όχι ο χώρος, ήταν ένα απόλυτο μέγεθος.

\* Το 1907, δύο χρόνια μετά το annus mirabilis του Αϊνστάιν, ο Πάμπλο Πικάσο ζωγράφισε ένα πίνακα ο οποίος έθεσε τα θεμέλια για αυτό που σήμερα αποκαλούμε "σύγχρονη τέχνη": "Οι Δεσποινίδες της Αβινιόν". Μπορούμε να εντοπίσουμε κάποια κοινά σημεία εκκίνησης στα έργα του Αϊνστάιν και του Πικάσο;\

Σίγουρα δεν ήταν μια χρονική σύμπτωση. Και οι δύο άνδρες συμπαρασύρθηκαν από το πνευματικό τσουνάμι που σάρωνε την Ευρώπη --την αβάν-γκαρντ. Ο κύριος προβληματισμός τους περιστρεφόταν γύρω από τον χώρο και τον χρόνο, και το κοινό σημείο εκκίνησης ήταν η φύση του συγχρονισμού. Ο Αϊνστάιν προσέγγισε αυτό το πρόβλημα μελετώντας το χρόνο ως μια τέταρτη διάσταση, ενώ κι ο Πικάσο το προσέγγισε εξετάζοντας μια τέταρτη χωρική διάσταση. Για τον Αϊνστάιν και τον Πικάσο το ζήτημα ήταν πώς θα αναπαριστούσαν ταυτόχρονα όλες τις οπτικές ενός φαινόμενου, χαρακτηρίζοντας κάθε μία από αυτές τις οπτικές ως συμβατικές. Κατά αυτό τον τρόπο, δεν υπάρχει μια προνομιακή σκοπιά ενός φαινομένου (:όπως το παρατηρείς και πειραματίζεσαι, έτσι είναι ακριβώς).

\* Ποιες ήταν οι ευρύτερες κοινωνικές και πνευματικές συγκυρίες στην πρωτοποριακή δουλειά του Αϊνστάιν και του Πικάσο;\

Και οι δύο υπήρξαν μπροστά από την εποχή τους στην επίλυση προβλημάτων, από την άποψη ότι είχαν διαμορφώσει "δεξαμενές σκέψης" που αποτελούνταν από φίλους, οι οποίοι ήσαν ευρυμαθείς και τους πληροφορούσαν για τις τελευταίες εξελίξεις από το πνευματικό μέτωπο. Ο Αϊνστάιν και ο Πικάσο επέλεγαν την ουσία από αυτή τη σωρεία πληροφοριών και την συνέθεταν με τολμηρούς νέους τρόπους. Συνεπώς, ήταν ενήμεροι των φιλοσοφικών ρευμάτων: ο κύκλος του Αϊνστάιν μαζευόταν και συζητούσε για τον Ιμμάνουελ Καντ, τον Ντέηβιντ Χιουμ και τον Ερνστ Μαχ (των οποίων το έργο ο Αϊνστάιν είχε διαβάσει κι από μόνος του), καθώς και για τον Πουανκαρέ, ενώ ο κύκλος του Πικάσο για τον Νίτσε κυρίως. Ο Αϊνστάιν ενημερωνόταν για τις τεχνολογικές εξελίξεις, αφού δούλευε σε γραφείο ευρεσιτεχνίας και στο ίδιο κτίριο συστεγαζόταν το Γραφείο Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών, ενώ ο Πικάσο ήταν ενημερωμένος για όλες τις τεχνικές της φωτογραφίας και της κινηματογραφίας, καθώς και για επιστημονικές εξελίξεις όπως οι ακτίνες-Χ.

\* Τι δείχνει η μελέτη σας πάνω στον Πικάσο και τον Αϊνστάιν για τις σχέσεις τέχνης και επιστήμης;\

Τη στιγμή της δημιουργικής σύλληψης, τα σύνορα μεταξύ των γνωστικών κλάδων διαλύονται και οι αισθητικές αντιλήψεις αποκτούν πρωταρχική σημασία. Εκείνη τη στιγμή, η σκέψη με εικόνες, δηλαδή η περισυλλογή χωρίς λέξεις, είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος δημιουργικής σκέψης που διαπιστώνεται συχνότερα μέσα από τις μαρτυρίες των πιο δημιουργικών καλλιτεχνών και επιστημόνων.
\*
Ανέπτυξε ποτέ ο Αϊνστάιν δικές του ιδέες για την τέχνη και τη σχέση της με την επιστήμη;\

Όχι για την τέχνη καθαυτή --αλλά έγραψε για την αισθητική και την επιστήμη. Τα πρώτα του σχόλια πάνω σε αυτά τα θέματα εμφανίζονται σε δύο από τις ιστορικές του δημοσιεύσεις το 1905. Στην πραγματικότητα, η αιτία που ο Αϊνστάιν έγραψε τις εργασίες αυτές --και συνεπώς η αφορμή για τις μεγάλες ανακαλύψεις που έκανε σε αυτές-- σχετιζόταν με παράπονα αισθητικής φύσεως. Πιστεύω ότι, προϋπόθεση για να γίνει μια μεγάλη ανακάλυψη από έναν καλλιτέχνη ή έναν επιστήμονα, είναι αυτός να ανακαλύψει πρώτα μια νέα αισθητική. Για τον Αϊνστάιν αυτό συνεπαγόταν μια μινιμαλιστική αισθητική --γιατί να έχουμε ταυτόχρονα δύο δραματικά διαφορετικές αναπαραστάσεις για το φως (ένα κύμα) και την πηγή του (ένα ηλεκτρόνιο, περιγραφόμενο σαν σωματίδιο); Γιατί να μην έχουμε μόνο σωματίδια --τα ηλεκτρόνια και τα κβάντα φωτός; Με αυτόν τον τρόπο ανακάλυψε ο Αϊνστάιν τα κβάντα φωτός. Στην εργασία του για την σχετικότητα, ο Αϊνστάιν ερμήνευσε την επανάληψη στην εξήγηση ως ασυμμετρία --ανακαλύπτοντας έτσι έναν νέο νόμο της φύσης. Παράλληλα, ο Πικάσο ανακάλυπτε ότι η αισθητική της αναγωγής της μορφής σε γεωμετρία τον οδηγούσε σε ένα μονοπάτι που τελικά τον έβγαλε στον κυβισμό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου