18/5/25

Το απείθαρχο μωσαϊκό

Της Μαρίας Μοίρα
 
ΆΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ, Απάρνηση, Εκδόσεις Τόπος, σελ. 365

    
Ο Άρης Μαραγκόπουλος στο παρόν βιβλίο παρουσιάζει το τελευταίο μέρος της τριλογίας των «Κολυμπητών» (Φλλσστ, φλλσστ, φλλλσσστ και Ω! Τι υπέροχη εκδρομή) επιχειρώντας μια μυθιστορηματική επισκόπηση της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης στη χώρα μας, και όχι μόνο. Σ’ αυτόν τον ύστατο μυθοπλαστικό απολογισμό, της μετά την πανδημία του covid συνθήκης, ο συγγραφέας με πολιτική διεισδυτικότητα και βαθιά ανθρώπινη συναίσθηση, με ανατρεπτικό χιούμορ και οξύνοια, εγρήγορση και παρήγορη αισθαντικότητα, συνθέτει ένα πολύχρωμο και πολύτροπο μωσαϊκό υποκειμένων, τόπων και  καταστάσεων.
Γράφει με ένα προφορικό ιδίωμα, με μια γλώσσα άμεση, ουσιαστική και λειτουργική, άλλοτε αποσιωπώντας με περίσκεψη και άλλοτε δηλώνοντας με παρρησία, όσα τον ανησυχούν βαθιά. Αφήνοντας ανολοκλήρωτες τις φράσεις στα σφιγμένα στόματα των χαρακτήρων, σαν διακεκομμένους μετέωρους συλλογισμούς. Με πικρή ειρωνεία συνεχίζει απτόητος να δρασκελίζει τα χρόνια και τους καιρούς, καταδεικνύοντας όσα ταλανίζουν και αποσταθεροποιούν τους νεότερους ήρωες της  τριλογίας και τους συντρόφους τους, στην Ελλάδα της απάθειας, της διαφθοράς και της ρεμούλας. Εξιστορώντας όσα εμπνέουν, εμψυχώνουν και δίνουν κουράγιο σ’ αυτούς τους επιγόνους των χαλκέντερων γηραιών κολυμπητών της μεταπολίτευσης με τις στερεοτυπικές κατηγοριοποιημένες απόψεις και τις άκαμπτες βεβαιότητες (ταξινομημένους στην ασφάλεια της παντοδύναμης δεξιάς, του κέντρου, της αριστεράς, της τέχνης και της διανόησης). Τους ήρωες που γνωρίσαμε στο πρώτο μέρος της τριλογίας: Τον Θωμά Μπαγασάκο, Μανιάτη μάγκα, φιλοβασιλικό και εθνικόφρονα, πλουτισμένο από καντίνες με βρώμικα και την κατάλληλη υψηλή προστασία, τον Θωμά Πουλόπουλο, Πασόκο πολιτικό μηχανικό, που συνέβαλε με ζέση στην τσιμεντοποίηση της Αθήνας δια της αντιπαροχής, με τα ανάλογα παχυλά οικονομικά ανταλλάγματα, τον Θωμά Ακαμάτη ευσυνείδητο αριστερό, εκπρόσωπο της εργατικής τάξης και μέλος του ΚΚΕ με τις γνωστές ιδεολογικές αγκυλώσεις και ακαμψίες και τέλος τον Φώντα, τον δάσκαλο, προοδευτικό διανοούμενο που αναλύοντας, σχολιάζοντας και επεξηγώντας, διερμήνευε όσα διαμείβονταν στον μικρόκοσμο της παρέας τους αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, καθοδηγώντας μέχρι τέλους τις αντιδράσεις τους και επιβλέποντας την μετεξέλιξή τους σε ενεργούς υπεύθυνους πολίτες που αντιστέκονται στην φαυλότητα, τη διαπλοκή και τον φασισμό. Τους αμετανόητους χειμερινούς κολυμπητές, που έζησαν τις τραγικές μετεμφυλιακές καταστάσεις και τον καθημερινό αγώνα της επιβίωσης, αλλά και τις μεγάλες προσδοκίες για ένα δίκαιο, καλύτερο κόσμο και  για μια ανθρωπότητα που θα προοδεύει και θα εξελίσσεται αδελφωμένη και ελεύθερη. Τους αποκαρδιωμένους απόμαχους, που στα στερνά  απόλαυσαν ξανά τις χαρές του βίου, της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης μέσα από κοινούς στόχους και δράσεις. Όταν οι έκρυθμες αντιδημοκρατικές περιστάσεις (ο βιασμός και η δολοφονία της Μεξικάνας φίλης τους Ινέθ) τους οδηγούσαν από την υποταγή, την αδιαφορία και την αδράνεια στην εξέγερση και την ανυπακοή. Και καθώς αυτοί οι γηραιοί άντρες, ένας - ένας αποδημούν ειρηνικά σε τόπο χλοερό, η επόμενη γενιά, τα παιδιά τους, οι σύντροφοι, οι συγγενείς και οι φίλοι τους, ανυπότακτοι, μαχητικοί αλλά ταυτόχρονα αβέβαιοι και αμήχανοι, κλυδωνίζονται αποκαρδιωμένοι στο ασφυκτικό κενό των ιδεών, των πολιτικών αμφιβολιών και των ηθικών διλλημάτων.
Η Μιράντα, η Φραγκίσκη και τα παιδιά τους, η Ιουλία και η Τουρκάλα Μελτέμ, ο Αρτέμης και ο Κωστής, ο Αριστοτέλη και οι Αιγύπτιοι καραβομαραγκοί, στο κοινόβιο της Καστέλας, στο σπίτι στα Μανιάτικα και στο ερείπιο στις Τζιτζιφιές, δοκιμάζουν τις αντοχές τους σε όσα φέρνει ο χρόνος. Ορμητικούς έρωτες, παρήγορες αγάπες, σταθερές φιλίες, απρόσμενες ανατροπές, ανεξήγητους φόβους, αβεβαιότητες και ανασφάλειες. Βιώνουν την βίαιη αλλαγή παραδείγματος σε μια κοινωνία κυνική και ρευστή, αντιφατική και υποταγμένη στην τυραννία του φευγαλέου παρόντος, που ομνύει στον αμοραλισμό, τον ατομικισμό και την ευζωία, ναρκωμένη από τους τηλεοπτικούς εκμαυλιστές, τους πρόθυμους διαμεσολαβητές και τις εξαγορασμένες influencers. Πορεύονται με μικρές ήττες και μεγάλες νίκες, περικυκλωμένοι από την λατρεία του χρήματος, την εφήμερη δόξα, την ηδονή της μάταιης δημοσιότητας, κόντρα στο ρεύμα των αντιδραστικών, φαύλων και άπληστων καιροσκόπων. Οι ιστορίες τους, διασταυρώνονται, συγκλίνουν και αποκλίνουν με όσα διαμείβονται στη δημόσια σφαίρα, καθώς προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανά οράματα, όνειρα και αξίες. Να δημιουργήσουν αναχώματα στην επέλαση του κακού με συλλογικές αποφάσεις, κοινοτισμό, συνεργατικά σχήματα. Να επιβιώσουν μέσα στην παρηγορητική αγκαλιά μιας ανεκτικής στη διαφορετικότητα, ευρείας, πολυσυλλεκτικής οικογένειας, δίνοντας σάρκα και οστά στη δική τους ουτοπία.
Στιγμές, σκηνές και πράξεις του βίου τους, περιδινούνται με κινηματογραφική ταχύτητα σε τροχιές ομόκεντρες, σε συνευρέσεις κυριολεκτικές και μεταφορικές μυθοπλασίας και ντοκουμέντων, ενώ το πλοίο με τους πρόσφυγες βυθίζεται έξω από την Πύλο, η Θεσσαλία πνίγεται στα ορμητικά νερά και στη λάσπη, τα τραίνα συγκρούονται στα Τέμπη χωρίς κανείς να αναλαμβάνει την ευθύνη των νεκρών, οι άνθρωποι εκριζώνονται από τα πάτρια εδάφη, οι γυναίκες αιχμαλωτίζονται και διακινούνται σαν εμπόρευμα, τα παιδιά ακρωτηριάζονται στη Γάζα, βιάζονται στο Νταρφούρ, σκοτώνονται στη Συρία και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.  
Σπαράγματα και θραύσματα από ένα μωσαϊκό απείθαρχο και ανυπότακτο που ο συγγραφέας τεχνουργεί με τη ζέση, την ευαισθησία και την γνώση των παλιών μαστόρων. Μια ρυθμική εναλλαγή αφηγηματικών ψηφίδων που αδυνατούν να σταθεροποιηθούν σε μια εικόνα, για τα ακυρωμένα όνειρα, τα ξεθυμασμένα πάθη, την σκυθρωπή καθημερινότητα που απομυζά τους χυμούς της νιότης, Για τη λεηλασία της χώρας, της συλλογικής μνήμης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Για όσους αισθάνονται αδύναμοι να εξεγερθούν και αφοπλισμένοι. Για όσα περνούν και χάνονται στη ροή της ιστορίας.
Μια αφήγηση γλυκόπικρη, συμπεριληπτική, εξομολογητική, στην οποία ο συγγραφέας ενσταλάζει όλη την αγωνία, τη νοσταλγία και τον αναστοχασμό γι’ αυτόν τον «ομορφάσχημο» κόσμο, που θα μπορούσε να ήταν άλλος. Εισβάλλοντας στον τακτοποιημένο μικρόκοσμό μας, ανοίγοντας ρωγμές στον εφησυχασμό μας, ήδη από τον πρόλογο: «Ζούμε σε τραγική εποχή και παραμένουμε ανησυχητικά ήρεμοι. Αυτό είναι ακόμα πιο τραγικό». Όμως κάτω από αυτή την σκληρή και αδιαπέραστη επιφάνεια της πραγματικότητας υποφώσκει η αχνή ελπίδα της αφύπνισης, η παραμυθία της ανατροπής. Και αυτήν την αμυδρή προσδοκία σμιλεύει «στην πέτρα της υπομονής» ο συγγραφέας.

Χριστίνα Μήτρεντσε, Κορμός Μανιταριών ΙΙ- NUGRYBAUTI, 2024, ξύλινος κορμός, χειροποίητα βιβλία, χαρτί, βερνίκι, 45 x 58 εκ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου