6/1/24

Από τα «Αρμένικα» στην Αντίσταση και τη Μαγική πόλη...

Νίκος Παπαδόπουλος, Φόρος τιμής στον Δημήτρη Πικιώνη, 2018, μελάνι και μολύβι σε χαρτί, 65 x 102 εκ.

Του Σπύρου Κακουριώτη
 
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΑΡΑΠΙΝΗΣ, Το Δουργούτι των προσφύγων - «Η πόλη των παρτιζάνων»: Το πρόσωπο μιας χαμένης πολιτείας, Εκδόσεις Ιδιομορφή, Σπάρτη 2023, σελ. 646
 
Όπως και για πολλά άλλα τοπωνύμια του αθηναϊκού παρελθόντος, που η χρήση τους υποχωρεί και η μνήμη τους ξεθωριάζει μέχρι να χαθεί ολοσχερώς, η προσφυγή στη βιβλιογραφία είναι πλέον αναγκαία προκειμένου να τοποθετήσει κανείς στον χάρτη ονόματα όπως το Κατσιπόδι, το Βατραχονήσι, η Γούβα ή το Δουργούτι...
Σε αυτήν τη διογκούμενη βιβλιογραφία, που πολλές φορές εκτρέπεται σε νοσταλγική αθηναιογραφία, έρχεται να προστεθεί η ογκώδης «βιογραφία» της γειτονιάς που σήμερα ταυτίζεται με τον Νέο Κόσμο, της «πόλης των παρτιζάνων», όπως μας πληροφορεί ότι αποκαλούνταν το Δουργούτι ο συγγραφέας της, Παντελής Αραπίνης, γέννημα-θρέμμα της συνοικίας.
Μαγική πόλη, όχι μονάχα γιατί εκεί, στον λαβύρινθο που σχημάτιζαν οι προσφυγικές παράγκες, γύρισε το 1954 την ομώνυμη ταινία του ο Νίκος Κούνδουρος αλλά και γιατί η γειτονιά ήταν διάσημη στην αθηναϊκή κοινωνία για τις μάγισσες και τους μάγους με «τη σολομωνική και τις μαγγανείες» τους.
Χωράφια των Μπραχαμιωτών, αλλά και σκουπιδότοπος της ανατολικής Αθήνας, το Δουργούτι άρχισε να μετατρέπεται από το 1921 σε καταφύγιο Αρμενίων προσφύγων, για να ακολουθήσουν αμέσως μετά οι Μικρασιάτες Έλληνες, δύο προσφυγικές κοινότητες που θα διαμορφώσουν την οριστική φυσιογνωμία της γειτονιάς (ο Νέος Κόσμος παραμένει ακόμη και σήμερα κέντρο της αρμενικής διασποράς στην Αθήνα).
Κίνητρο για τη συγγραφή της ογκώδους αυτής μελέτης υπήρξε μια ιστορική διερώτηση, αν και ο ίδιος ο συγγραφέας δεν είναι ιστορικός, σχετικά με τις σιωπές που περιέβαλλαν (και ενδεχομένως ακόμη περιβάλλουν) το μεγάλο μπλόκο της 9ης Αυγούστου 1944, το οποίο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς που παραθέτει, κόστισε τη ζωή 200 κατοίκων και την ομηρία 2.000-3.000 άλλων.
Καθώς ερευνούσε, μέσα από τη βιβλιογραφία και προφορικές μαρτυρίες, τα γεγονότα της Κατοχής, η ανάγκη για πληρέστερη κατανόηση τον οδήγησε στην έρευνα της περιόδου του Μεσοπολέμου, η οποία, στη συνέχεια, επεκτάθηκε και στη μεταπολεμική περίοδο, καλύπτοντας έτσι την ιστορία της συνοικίας καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα.
Στο πρώτο μέρος, ο συγγραφέας εξετάζει τη συγκρότηση του νέου συνοικισμού και της προσφυγικής ταυτότητας, τις σχέσεις Ελλήνων και Αρμενίων προσφύγων, τις σχέσεις αυτών των τελευταίων με το ελληνικό κράτος, αλλά και με έναν καινούργιο παράγοντα: το ΚΚΕ, μια συνάντηση που θα οδηγήσει στην ώσμωση παραβατικότητας και πολιτικής συνείδησης. Ακόμη, εξετάζονται πτυχές της καθημερινότητας των προσφύγων στο Δουργούτι, τα αθλητικά σωματεία, τα λαϊκά μαγαζιά, οι χοροί και οι μουσικές κ.ά.
Στο δεύτερο και πλέον εκτενές μέρος μελετάται η περίοδος της Κατοχής και της Αντίστασης, αλλά και εκείνη των Δεκεμβριανών και του Εμφυλίου. Αφού αναφερθεί στις αλλαγές που επέφερε η Κατοχή στην καθημερινότητα της συνοικίας αλλά και στις κοινωνικοπολιτικές αντιλήψεις των κατοίκων της, ο συγγραφέας εξετάζει την παρουσία και τη δράση των αντιστασιακών οργανώσεων, του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ και του Αρμενικού Μετώπου, αλλά και του ΚΚΕ και των αρμενικών κομμάτων στο Δουργούτι. Στη συνέχεια αναφέρεται στη συγκρότηση και τη μαχητική παρουσία του Λόχου του ΕΛΑΣ Δουργουτίου και τη σταδιακή μετατροπή της συνοικίας σε ελεύθερη περιοχή.
Κεντρική θέση στην αφήγηση αυτή έχει το Μεγάλο Μπλόκο, τα γεγονότα σχετικά με το οποίο ο συγγραφέας επιχειρεί να ανασυστήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή λεπτομέρεια, στηριγμένος σε αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων και δημοσιευμένες μαρτυρίες, από τις οποίες συγκροτεί και έναν («προσωρινό») ονομαστικό κατάλογο 147 νεκρών του μπλόκου. Επίσης, συζητά τα προβλήματα και τα ερωτηματικά, καθώς και την κατοπινή «αμνησία» που περιβάλλουν το μπλόκο και, για τον συγγραφέα, ισοδυναμούν με αποσιώπησή του. Αρκετές σελίδες αφιερώνονται στην ΟΠΛΑ Δουργουτίου, στη δράση και στους μαχητές της οργάνωσης, για 16 από τους οποίους παρατίθενται σύντομα βιογραφικά. Το μέρος αυτό ολοκληρώνεται με τη Μάχη της Αθήνας και τις μεταβαρκιζιανές διώξεις, αλλά και με την παλιννόστηση μεγάλου μέρους της αρμενικής παροικίας στην ΕΣΣΔ και τη Σ.Δ. της Αρμενίας.
Το τρίτο μέρος της μελέτης, που αφορά τη μεταπολεμική πορεία και τους μετασχηματισμούς της συνοικίας (είναι χαρακτηριστικό ότι φέρει τον τίτλο «Το Δουργούτι που χάθηκε»), ξεκινά με την ταινία του Νίκου Κούνδουρου Μαγική πόλις, για να αναφερθεί στη συνέχεια στις διώξεις της Αριστεράς, αλλά και σε μια σειρά από κοινωνικές πτυχές της ιστορίας του συνοικισμού (π.χ. η λαϊκή αλληλεγγύη, η παιδική εργασία, η βία στα σοκάκια, η αυτοστέγαση), καθώς και στοιχεία μιας αστικής λαογραφίας της περιοχής (οι μάγοι και οι μάγισσες, τα παιχνίδια στους χωματόδρομους, οι πλανόδιοι, τα καφενεία και τα κουτούκια, τα κέντρα διασκέδασης, όπως η περίφημη Τριάνα του Χειλά κ.λπ.), ενώ δεν λείπουν και οι σύντομες προσωπογραφίες χαρακτηριστικών τύπων της γειτονιάς.
Το τελευταίο τμήμα αυτού του μέρους είναι αφιερωμένο στην αριστερή νεολαία του Δουργουτιού, από τη δεκαετία του 1960, με τη Νεολαία ΕΔΑ, τη ΔΝΛ και τους «αιρετικούς» της αριστεράς, ρεύμα που παίρνει μαζικές και συγκρουσιακές διαστάσεις κατά τα Ιουλιανά, έως εκείνη του 1980, με τις πρώην προσφυγικές πολυκατοικίες να γίνονται πόλος έλξης μιας περισσότερο αυτόνομης και αμφισβητησιακής νεολαίας.
Η κοπιώδης δουλειά του Παντελή Αραπίνη, προϊόν αγάπης για τη γενέθλια πολιτεία και την ιστορία της, αποτελεί, αναμφίβολα, μια χρήσιμη συμβολή στην ιστοριογραφική συζήτηση για την Κατοχή και την Αντίσταση στην Αθήνα, η διεξαγωγή της οποίας δεν διευκολύνεται από απόλυτες κρίσεις για τη συνεισφορά άλλων μελετητών.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου