3/6/23

Μια όψη του συντηρητισμού

Της Ελένης Πασχαλούδη*

ΓΑΒΡΙΕΛΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΣΠΡΑΚΗ, «Ούτε άντρας ούτε γυναίκα». Η εμφάνιση της σεξολογίας και η κατασκευή της αντρικής ομοφυλοφιλίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα 1830-1940, εκδόσεις Θεμέλιο, σελ. 238

Σε ένα βιβλίο εξαιρετικά πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα, η συγγραφέας διαπραγματεύεται τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται η αντρική ομοφυλοφιλία από το 1830 μέχρι και το 1940. Η Γαβριέλα Ευαγγελία Ασπράκη επέλεξε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, επειδή τότε αρχίζει να διαφοροποιείται στον δυτικό κόσμο η αντίληψη για την ομοφυλοφιλία. Από την επικράτηση του χριστιανισμού μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα θεωρούνταν αμαρτία και διαστροφή. Τότε, όμως, αυτή η αντίληψη αλλάζει άρδην και η ανδρική ομοφυλοφιλία άρχισε πλέον να αντιμετωπίζεται ως ασθένεια. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη σύγχρονη ανάπτυξη τόσο της κλασικής ιατρικής όσο και άλλων συναφών κλάδων της επιστήμης, όπως η σεξολογία, η ψυχολογία, η ψυχιατρική και, φυσικά, η βιολογία.
Στο πλαίσιο αυτό η ομοφυλοφιλία αντιμετωπίστηκε αρχικά και για ένα πολύ μεγάλο διάστημα, μέχρι και τον 20ό αιώνα, ως σοβαρή ασθένεια. Βέβαια, υπήρχε ανάμεσα στους επιστήμονες μια αμφιβολία για τη δυνατότητα των ομοφυλοφίλων να θεραπευτούν, καθώς κάποιοι υποστήριζαν ότι επρόκειτο για εγγενή πάθηση, οπότε η δυνατότητα θεραπείας φαινόταν πρακτικά αδύνατη. Έτσι, οι ιατρικές συμβουλές αποτελούσαν περισσότερο αντανάκλαση των κοινωνικών πεποιθήσεων και λιγότερο αποτέλεσμα επιστημονικής έρευνας. Παρά τις αμφιβολίες, ωστόσο, για την ιασιμότητα της ομοφυλοφιλίας, διατυπώθηκαν και επιχειρήθηκαν πολυάριθμες θεραπείες, οι οποίες διαφοροποιούνται ανάλογα με τη θεωρία για την αιτιολογία της ομοφυλοφιλίας στην οποία στηρίζονται. Μερικές από αυτές εξαιρετικά και ανατριχιαστικά ακραίες, κατέστρεψαν την ψυχή και το σώμα χιλιάδων ανθρώπων, οι οποίοι είτε οικειοθελώς είτε ύστερα από πίεση νομική ή κοινωνική υποβλήθηκαν σε αυτές. Φαρμακευτική αγωγή, συμπεριφορικές τεχνικές πρόκλησης σεξουαλικού ερεθισμού και πόνου, ακούσιες ψυχιατρικές νοσηλείες, ηλεκτροσόκ, ευνουχισμός, μεταμόσχευση ή εμφύτευση όρχεων και άλλα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αφαίρεσε οριστικά την ομοφυλοφιλία από το Διεθνές Στατιστικό Ταξινομικό Εγχειρίδιο Νόσων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας τον Μάιο του 1990. Είχε προηγηθεί το 1973 η αφαίρεσή της από το αντίστοιχο εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας. Ωστόσο, η πορεία αυτή δεν ήταν ούτε απλή ούτε ευθύγραμμη. Η ανάπτυξη ενός επιστημονικού λόγου για την ομοφυλοφιλία και γενικότερα για τη σεξουαλικότητα συνδέθηκε στην Ευρώπη με την ανάπτυξη ενός πρώιμου κινήματος για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα στα τέλη του 19ου αιώνα, κυρίως στη Γερμανία. Συμβαίνει τότε στην Ευρώπη «μια εκδοτική έκρηξη συγγραμμάτων για τις αποκαλούμενες σεξουαλικές διαστροφές, με κεντρική αυτή της ομοφυλοφιλίας». Εκδίδονται περιοδικά, συγκαλούνται επιστημονικά συνέδρια.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου αναπτύσσονται, διαβάζουμε, δύο τάσεις: η εκσυγχρονιστική, η οποία αντιμετωπίζει την ομοφυλοφιλία ως έκφραση της φυσικής ποικιλότητας της ανθρώπινης σεξουαλικότητας, και η κατεστημένη, που εξακολουθεί να τη θεωρεί διαστροφή και ασθένεια, όχι πια βάσει θρησκευτικών προκαταλήψεων αλλά βάσει επιστημονικών θεωριών που ήταν τότε «του συρμού», όπως η ευγονική. Ακόμα, όμως, και εκπρόσωποι της δεύτερης τάσης τάσσονταν υπέρ της αποποινικοποίησής της, ακριβώς επειδή θεωρούνταν πάθηση - η ομοφυλοφιλία στην Ευρώπη, στους νεότερους χρόνους, άρχισε να διώκεται ποινικά μετά τον 17ο αιώνα και σε κάποιες χώρες παρέμεινε παράνομη μέχρι και τη δεκαετία του 1990.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, η πορεία ήταν διαφορετική. Παρόλο που η ελληνική επιστημονική κοινότητα δεχόταν για το διάστημα στο οποίο αναφέρεται το βιβλίο πολλές επιρροές από τους Ευρωπαίους επιστήμονες, σχετικά με αυτό το ζήτημα η σιωπή των γιατρών υπήρξε σχεδόν απόλυτη. Ο Ζουράρις, ο οποίος σπούδασε στη Γερμανία και συνεργάστηκε με το Ινστιτούτο Σεξουαλικών Ερευνών του Βερολίνου την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, θεωρεί ότι αυτή η σιωπή οφείλεται στον συντηρητισμό που επικρατούσε στην Ελλάδα τον 19ο και τον 20ό αιώνα με την συμφωνία κράτους και Εκκλησίας. Ο βαθύς συντηρητισμός και η σεμνοτυφία της Εκκλησίας επέδρασαν στην ελληνική κοινωνία σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε να μην μπορεί να συζητήσει σε καμία περίπτωση ζητήματα που σχετίζονται με τη σεξουαλική συμπεριφορά. Πολλώ δε μάλλον γύρω από μια κατάσταση που θεωρήθηκε, εν πολλοίς, διαστροφική.
Η συγγραφέας προχωρά αυτή την ιδέα περί συντηρητισμού ακόμη περισσότερο, διατυπώνοντας την άποψη ότι η αδυναμία να συζητηθούν όλα αυτά στην Ελλάδα σχετίζεται και με την αγωνία που είχαν οι Έλληνες, ιδιαίτερα τον 19ο αιώνα, να αποδείξουν την καθαρότητα της φυλής τους και τη σύνδεσή τους με το αρχαίο κλέος. Σε μια εποχή που η καθαρότητα της ελληνικής φυλής αμφισβητείται από θεωρίες όπως αυτή του γνωστού Αυστριακού Fallmerayer, οι οποίες εκλαμβάνονται ως ανθελληνική επίθεση, οι Έλληνες επιστήμονες αναλαμβάνουν να αποκρούσουν τέτοιες κατηγορίες, προβάλλοντας την αδιάλειπτη συνέχεια του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα έως το παρόν. Σε αυτό το πλαίσιο, οποιαδήποτε συζήτηση για την ομοφυλοφιλία θεωρήθηκε ότι θα απειλούσε την εικόνα της καθαρότητας και της ευρωστίας του έθνους. Η εικόνα αυτή δεν ήταν απαραίτητη μόνο ως απάντηση σε όσους αμφισβητούσαν τη σύνδεση με την αρχαιότητα αλλά ήταν, πολύ περισσότερο, αναγκαία για να υπηρετήσει την πραγματοποίηση των εθνικών προταγμάτων περί εδαφικής επέκτασης.
Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και τον συντηρητισμό που επιβλήθηκε στην ελληνική κοινωνία μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, το μίγμα γίνεται εκρηκτικό. Παρόλα αυτά, αυτές οι διαπιστώσεις, μολονότι είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, δεν προσφέρουν από μόνες τους επαρκείς εξηγήσεις για την εκκωφαντική σιωπή της ελληνικής κοινωνίας γύρω από αυτό το ζήτημα. Και σίγουρα δεν εξηγούν γιατί το κίνημα για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων άργησε τόσο πολύ να εμφανιστεί στην Ελλάδα σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και δεν είναι το μόνο ζήτημα στο οποίο η ελληνική περίπτωση υστερεί, δυστυχώς. Τόσο στη νομοθεσία μας όσο και γενικότερα στην κοινωνική μας ζωή τα ζητήματα των δικαιωμάτων άργησαν πάρα πολύ να εμφανιστούν ή να θεωρηθούν άξια λόγου.

* Η Ελένη Πασχαλούδη είναι ιστορικός

Raed Yassin, Η Θεατρικότητα Ενός Αναβληθέντος Θανάτου, 2023, φωτογραφίες της οικογένειας Rana Issa από το Φεστιβάλ της Ευτυχίας (1984), 31 x 30 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου