22/1/23

Ο συγγραφέας και το έργο

Κωνσταντίνος Παρθένης, Τοπίο, 1912-1917, λάδι σε ύφασμα


Του Μιχαήλ Μπαχτίν

Από το βιβλίο Μιχαήλ Μπαχτίν, Μορφές του χρόνου και του χρονοτόπου στο μυθιστόρημα. Δοκιμές για μια ιστορική ποιητική, μετάφραση Γιώργος Πινακούλιας, εισαγωγή Γιάννης Κιουρτσάκης, σελίδες 318, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Τον συγγραφέα τον βρίσκουμε εκτός του έργου ως ζωντανό άνθρωπο με τη δική του βιογραφική ζωή· τον συναντάμε όμως ως δημιουργό και μέσα στο ίδιο το έργο, αλλά εκτός των αναπαρασταθέντων χρονότοπων, και κατά κάποιο τρόπο σε μια εφαπτομένη προς αυτούς. Τον συναντάμε (δηλαδή, συναντάμε τη δραστηριότητά του), πρώτα απ’ όλα, στη σύνθεση του έργου: διαιρεί το έργο σε μέρη (ραψωδίες, κεφάλαια κ.ά.), που προσλαμβάνουν, βέβαια, κάποια εξωτερική έκφραση, η οποία δεν αναπαρίσταται όμως άμεσα στους αναπαρασταθέντες χρονότοπους. Αυτές οι διαιρέσεις είναι διαφορετικές στα διάφορα είδη, και σε κάποια από αυτά διατηρούνται παραδοσιακά οι διαιρέσεις που καθορίστηκαν από τις πραγματικές συνθήκες εκτέλεσης και ακρόασης των έργων αυτών των ειδών στις πρώιμες εποχές της προγραφικής (δηλαδή της προφορικής) ύπαρξής τους. Έτσι ψηλαφούμε με αρκετή σαφήνεια τον χρονότοπο του αοιδού και των ακροατών στην άρθρωση των αρχαίων επικών τραγουδιών ή τον χρονόποπο της εξιστόρησης στα παραμύθια.
Όμως και στην άρθρωση των έργων των Νέων Χρόνων λαμβάνονται υπόψη τόσο οι χρονότοποι του αναπαρασταθέντος κόσμου όσο και οι χρονότοποι των αναγνωστών και δημιουργών του έργου, δηλαδή αλληλεπιδρούν ο αναπαρασταθείς και ο αναπαριστών κόσμος. Αυτή η αλληλεπίδραση αποκαλύπτεται με μεγάλη ακρίβεια και σε κάποια στοιχειώδη συνθεσιακά στοιχεία: κάθε έργο έχει αρχή και τέλος, τα αναπαρασταθέντα σε αυτό γεγονότα έχουν επίσης αρχή και τέλος, αλλά αυτές οι αρχές και τα τέλη βρίσκονται σε διαφορετικούς κόσμους, σε διαφορετικούς χρονότοπους, οι οποίοι δεν μπορούν ποτέ να συγχωνευτούν ή να ταυτιστούν και οι οποίοι ταυτόχρονα συσχετίζονται και συνδέονται αδιάρρηκτα ο ένας με τον άλλο. Μπορούμε να το θέσουμε και ως εξής: μπροστά μας υπάρχουν δύο γεγονότα, το γεγονός που εξιστορείται στο έργο και το γεγονός της ίδιας της εξιστόρησης (σε αυτό το τελευταίο μετέχουμε και εμείς οι ίδιοι ως ακροατές - αναγνώστες). Αυτά τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικούς χρόνους (διαφορετικούς και ως προς τη διάρκεια) και διαφορετικούς τόπους, και ταυτόχρονα είναι αδιάρρηκτα ενωμένα σε ένα ενιαίο αλλά σύνθετο γεγονός, το οποίο μπορούμε να το προσδιορίσουμε ως το έργο στη γεγονοτική πληρότητά του, που περιλαμβάνει εδώ και τα εξωτερικά υλικά δεδομένα του, και το κείμενό του, και τον αναπαρασταθέντα εντός του κόσμο, και τον συγγραφέα - δημιουργό, και τον ακροατή - αναγνώστη. Έτσι, αντιλαμβανόμαστε αυτή την πληρότητα στην ολότητα και αδιαιρετότητά της, αλλά κατανοούμε ταυτόχρονα και όλη τη διαφορετικότητα των συστατικών της στοιχείων.
Ο συγγραφέας - δημιουργός κινείται ελεύθερα στον χρόνο του: μπορεί να αρχίσει την αφήγησή του από το τέλος, από τη μέση και από οποιαδήποτε στιγμή των αναπαριστώμενων γεγονότων, χωρίς να καταστρέφει με αυτό τον τρόπο την αντικειμενική πορεία του χρόνου στο αναπαρασταθέν γεγονός. Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα η διαφορά αναπαριστώμενου και αναπαρασταθέντος χρόνου. Εδώ όμως αναφύεται κι ένα γενικότερο ερώτημα: από ποιο χρονοχωρικό σημείο παρατηρεί ο συγγραφέας τα αναπαριστώμενα από αυτόν γεγονότα;
Καταρχάς, τα παρατηρεί από την ανολοκλήρωτη συγχρονία του με όλη τη συνθετότητα και την πληρότητά της, και ο ίδιος βρίσκεται κατά κάποιο τρόπο σε μια εφαπτομένη προς την πραγματικότητα που αναπαρίσταται από αυτόν. Αυτή η συγχρονία από την οποία παρατηρεί ο συγγραφέας περιλαμβάνει εν εαυτή, πρώτα απ’ όλα, το πεδίο της λογοτεχνίας και όχι μόνο της σύγχρονης με τη στενή έννοια της λέξης, αλλά και της παρελθούσας, που εξακολουθεί να ζει και να ανανεώνεται στη συγχρονία. Το πεδίο της λογοτεχνίας και ευρύτερα της κουλτούρας (από το οποίο δεν πρέπει να αποκόβουμε τη λογοτεχνία) συγκροτεί το αναγκαίο συγκείμενο του λογοτεχνικού έργου και της συγγραφικής θέσης μέσα σε αυτό, εκτός του οποίου δεν μπορεί να κατανοηθεί ούτε το έργο ούτε οι αντικατοπτριζόμενες εντός του συγγραφικές προθέσεις. Η σχέση του συγγραφέα με τα διάφορα φαινόμενα της λογοτεχνίας και της κουλτούρας έχει διαλογικό χαρακτήρα, ανάλογο με τις αλληλοσχετίσεις μεταξύ των χρονότοπων εντός του έργου (για τις οποίες μιλήσαμε παραπάνω). Αυτές όμως οι διαλογικές σχέσεις εισέρχονται σε μια ειδική νοηματική σφαίρα, που βγαίνει από το πλαίσιο της καθαρά χρονοτοπικής μελέτης μας.
Ο συγγραφέας - δημιουργός, όπως ήδη αναφέραμε, ευρισκόμενος εκτός των χρονότοπων του αναπαριστώμενου από αυτόν κόσμου, δεν βρίσκεται απλά έξω, αλλά κατά κάποιο τρόπο σε μια εφαπτομένη προς αυτούς τους χρονότοπους. Αναπαριστά τον κόσμο είτε από την οπτική γωνία του ήρωα που μετέχει στο αναπαρασταθέν γεγονός, είτε από την οπτική γωνία του αφηγητή, είτε του υποτιθέμενου συγγραφέα, είτε, τέλος, χωρίς να χρησιμοποιεί κανέναν ενδιάμεσο, όπου αφηγείται ευθέως εξ εαυτού ως καθαρού συγγραφέα (σε ευθύ συγγραφικό λόγο). Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να αναπαριστά τον χρονοχωρικό κόσμο με τα γεγονότα του ως εάν τον είδε και τον παρατήρησε, ως εάν ήταν ο πανταχού παρών μάρτυράς του. Ακόμα κι αν έγραψε αυτοβιογραφία ή την πιο ειλικρινή εξομολόγηση, σε κάθε περίπτωση, ως συγγραφέας της, παραμένει εκτός του αναπαρασταθέντος εντός του κόσμου. Αν αφηγούμαι (ή γράφω) για ένα γεγονός που μόλις συνέβη σε εμένα τον ίδιο, ως αφηγούμενος (ή γράφων) για αυτό το γεγονός βρίσκομαι ήδη εκτός αυτού του χρονοχώρου στον οποίο συνέβη αυτό το γεγονός.
Η απόλυτη ταύτιση του εαυτού μου, του εγώ μου, με εκείνο το εγώ για το οποίο αφηγούμαι, είναι εξίσου αδύνατη με την προσπάθεια να σηκώσω τον εαυτό μου τραβώντας τον από τα μαλλιά. Ο αναπαρασταθείς κόσμος, όσο κι αν είναι ρεαλιστικός και αληθινός, ποτέ δεν μπορεί να ταυτίζεται χρονοτοπικά με τον αναπαριστώντα πραγματικό κόσμο, όπου βρίσκεται ο συγγραφέας - δημιουργός αυτής της αναπαράστασης. Ιδού για ποιο λόγο ο όρος “εικόνα του συγγραφέα” μου φαίνεται ανεπιτυχής: οτιδήποτε γίνεται εικόνα στο έργο και, συνεπώς, εισέρχεται στους χρονοτόπους του, είναι δημιουργημένο, και όχι δημιουργούν. Η “εικόνα του συγγραφέα”, αν εννοούμε με αυτήν τον συγγραφέα - δημιουργό, είναι condradictio in adjecto (αντίφαση στους όρους): κάθε εικόνα είναι πάντα κάτι δημιουργημένο, και όχι δημιουργούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου