Ή ο Απόλλων (Apollo) του Τζεφ Κουνς στα σφαγεία της Ύδρας…
Του Δημήτρη Τρίκα*
Ένα κείμενο για τον Τζεφ Κουνς και το έργο του, γενικώς και ειδικώς στην περίπτωσή μας, μπορεί κάλλιστα να ξεκινήσει με κοινότοπες διερωτήσεις, του τύπου: Πρόκειται για έναν γνήσιο καλλιτέχνη ή για έναν ικανότατο και παμπόνηρο επιχειρηματία;
Μπορεί κάποιος να είναι σπουδαίος ζωγράφος ή γλύπτης και να είναι ταυτόχρονα ένα διεθνές pop idol; Μπορεί ένας διανοούμενος-δημιουργός, δηλαδή ένας ο οποίος ασκεί δημόσια το κριτικό του πνεύμα, να είναι και απολογητής του χειρότερου λαϊκισμού, δηλαδή να είναι εκείνος που κατασκευάζει και μοιράζει απλόχερα την ψευδαίσθηση ότι ο κάθε θεατής του έργου του μπορεί να το κατανοεί χωρίς να έχει καταβάλει την παραμικρή διανοητική προσπάθεια; Είναι δυνατόν ένας καλλιτέχνης να αποθεώνει με το έργο του το μπανάλ και να αναδεικνύει το κιτς σε θέσφατο της δημόσιας σφαίρας, και να πιστεύει παράλληλα ότι λατρεύει μία από τις πλέον ριζοσπαστικές και ανατρεπτικές στιγμές της ιστορίας της τέχνης, όπως για παράδειγμα ήταν και είναι ο Μαρσέλ Ντυσάμπ και κάποια από τα έργα του, και να θεωρεί τον εαυτό του ακόμη και μέρος αυτής της μεγάλης συνθήκης;
Ένα κείμενο για τον Τζεφ Κούνς θα μπορούσε επίσης να ξεκινήσει υπογραμμίζοντας την αμφισημία της συνύπαρξης, υπό την ίδια στέγη, γαλαζοαίματων παρουσιών από τα εμιράτα που θαυμάζουν χωρίς να απορούν και δημοσιογράφου από τους New York Times που επέμενε να απορεί περί του βαθύτερου νοήματος του έργου του Κουνς, χωρίς να λαμβάνει την ικανοποίηση μιας απάντησης από τον καλλιτέχνη.
Θα μπορούσε βεβαίως να ξεκινάει περιγράφοντας το μεγαλοπρεπές του μπρούτζινου ήλιου που δεσπόζει στο τοπίο, πάνω από τη στέγη των σφαγείων, που η πίσω σειρά των ακτίνων του κινείται με τον άνεμο ενώ βρίσκεται σε συνεχή οπτική επαφή με τον φυσικό ήλιο από την ανατολή μέχρι τη δύση του και εντός οπτικού πεδίου των θαλάσσιων επιβατών που προσεγγίζουν εκ του μακρόθεν το ωραίο νησί του Αργοσαρωνικού. Στη συνέχεια θα μπορούσε να περιγράψει την περιπέτεια του βλέμματος όσων πλησιάζουν κατηφορίζοντας προς το εσωτερικό του κτίσματος όπου και αντικρίζουν ένα τραπέζι με τις αναφορές στον Ντυσάμπ, την περίφημη κρήνη του, την γνωστή ρόδα ποδηλάτου, μια αναποδογυρισμένη ξύλινη καρέκλα αλά Κόσουθ, μερικά ακριβά ρολόγια αναφορά στον χρόνο και τον επίγειο πλούτο, ένα δίσκο με αρτύματα για τον οδοιπόρο-επισκέπτη, τρία παχνιά με ζωντανά κλεισμένα μέσα από σιδερένια κιγκλιδώματα, αναφορά στα σφάγια(;) προς τον τιμώμενο στο εσωτερικό του κτηρίου, Απόλλωνα, και έναν νεαρό με αφέλειες ενδεδυμένο κοντό χιτώνιο να υποδέχεται τους πιστούς του θεού και να κάνει ομάδα με τις δύο νεαρές ανάλογης ενδυμασίας, ως σιωπηλές ιέρειες που σε υποδέχονταν στο επιζωγραφισμένο πλήρως εσωτερικό του «ναού» με εντυπωσιακά «φρέσκα» Πομπηίας, θαυμαστό ψηφιδωτό δάπεδο και άγαλμα ολόσωμο, εκπάγλου κουήρ ομορφιάς πλαστικό Απόλλωνα, που τον τυλίγει ρομποτικά κινούμενος πύθωνας, και απέναντι του κρεμασμένα από τη δοκό αθλητικά παπoύτσια nike ως σύγχρονα φετίχ του καπιταλισμού! Στο εσωτερικό του υπέρθυρου της αίθουσας η επιγραφή θρύλος της ελληνικής αρχαιότητας «μηδέν άγαν» και στο εξωτερικό του η προτροπή «ύβριν μίσει» (παρατίθενται στο κείμενό μας χωρίς μετάφραση γιατί εμείς οι Έλληνες γνωρίζουμε τη γλώσσα μας από αρχαιοτάτων)… Τέλος, στο μπαλκόνι, το τελευταίο κομμάτι του έργου είναι ένα μεταλλικό τρίποδο, σαν της Πυθίας, που στηρίζει μια μεγάλη γυάλινη σφαίρα με επιφάνεια καθρέφτη, στην οποία ο θεατής βλέπει το είδωλό του αλλά και το τοπίο, και είναι σαν να βλέπει τον εαυτό του μέσα στο έργο και στην εκθαμβωτική υδραίικη φύση.
Τέλος, ένα κείμενο για τον Κουνς και τον Apollo/ Απόλλωνά του θα μπορούσε να ξεκινάει με μια μεγάλη αναφορά στο glam κοινωνικό γλυπτό που συναπαρτίζουν οι καλεσμένοι του ΔΕΣΤΕ του Δάκη Ιωάννου και του ίδιου του καλλιτέχνη, που στα εγκαίνια συνωστίστηκαν στην χωμάτινη κατηφόρα προς την είσοδο των σφαγείων για να μετάσχουν της εμπειρίας της επίσκεψης και της απόλαυση της όντως μεγαλειώδους εικόνας που φιλοτέχνησε ο μεγάλος σταρ Τζεφ Κουνς, μοιάζοντας με το πλήθος της Βίβλου, που αναμένοντας επί μακρόν τον Μωυσή και τις εντολές του Θεού, έχασαν την πίστη τους, έστησαν χρυσό είδωλο μόσχου και άρχισαν να το λατρεύουν, ορχούμενοι ηδονικά, πίοντες οίνο άφθονο και τρώγοντες τυλιχτά σουβλάκια και εφραινόμενοι τα μάλα.
Έτσι και αλλιώς κι αλλιώτικα θα μπορούσε να ξεκινάει ένα κείμενο για τον Κουνς και το εν Ύδρα έργο του και θα κατέληγε φυσικά όπως θα το επιθυμούσε ο κάθε επισκέπτης του.
Εμείς ωστόσο θα καταλήξουμε γράφοντας ότι ο Apollo του Τζεφ Κουνς είναι ένα εκθαμβωτικό έργο, με όγκο μέγα και καλλιτεχνικό εκτόπισμα συμβολικό που καθηλώνει τον/την θεατή στην παιδική ηλικία του καλλιτέχνη και τη δική του, και τον βυθίζει στην κατάσταση μιας ενστικτώδους και χωρίς κρίση ευχαρίστησης. Ένα έργο υπερπαραγωγή, που διαμεσολαβεί την ελληνική αρχαιότητα μέσω Ρώμης, την αρχαία Ρώμη μέσω Τσινετσιτά και τη σύγχρονη τέχνη μέσω της μπαναλιτέ, που με συνέπεια και ακομπλεξάριστα υπηρετεί εδώ και πολλά χρόνια ο αμερικανός καλλιτέχνης. Ένα έργο που όταν τελειώσει ο χρόνος της έκθεσής του στα μίνιμαλ σφαγεία της Ύδρας, θα τυλιχτούν σε ρολά οι βίνυλ ζωγραφισμένες επιφάνειες του και θα φορτωθούν μαζί με τον όμορφο, υπέρβαρο ήλιο του σε φορτηγό για άλλες Ντίσνεϊλαντ, από τις πολλές του πλούσιου και μάταιου τούτου κόσμου.
Καληνύχτα Τζεφ και μην ανησυχείς. Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ!...
*Ο Δημήτρης Τρίκας είναι μουσειολόγος, δημοσιογράφος
Τα είπες όλα
ΑπάντησηΔιαγραφή