26/6/22

Η χαμένη Εδέμ του γουέστερν

Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Αντικείμενα βιωματικής γλυπτικής, 2022, 140 x 110 εκ.

Της Μάγιας Στάγκαλη*

JOHN WILLIAMS, Το Πέρασμα του Μακελάρη, εκδόσεις GUTENBERG, μετάφραση Αθηνά Δημητριάδη, επίμετρο Michelle Latiolais, σελ.460

Το βιβλίο του αμερικανού συγγραφέα και καθηγητή Λογοτεχνίας  John Williams (1922-1994), Το Πέρασμα του Μακελάρη, ένα γουέστερν που διαδραματίζεται στη δεκαετία του 1870, αποδεικνύει  - σε αντίθεση με τις σχετικές προκαταλήψεις -  ότι σημαντικά έργα υπάρχουν σε ολόκληρο το λογοτεχνικό φάσμα.

Τον συγγραφέα, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ από το 1954, τον γνωρίσαμε με το εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του, Ο Στόουνερ και στη συνέχεια με το Αύγουστος.

Το κείμενο γραμμένο το 1960 αποτελεί απάντηση στα στερεότυπα για την “Άγρια Δύση”. Αν το συσχετίσουμε με το αντίστοιχο κινηματογραφικό είδος, εντάσσεται, με μια ευρεία έννοια, στην κατηγορία εκείνη όπου το γουέστερν έχει περάσει από τον αρραγή κόσμο του έπους στην κριτική στάση απέναντι στον καταγωγικό μύθο του αμερικανικού έθνους. Το γουέστερν στα τέλη της δεκαετίας του ’50 αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό την εκμετάλλευση της κατακτημένης χώρας αλλά και τη μελλοντική πρόοδο που έφερε την παρακμή του επικού κόσμου. Πρόκειται για την πιο ώριμη και ενδιαφέρουσα περίοδο του είδους, που ο θεωρητικός του κινηματογράφου André Bazin ονόμασε “sur-western”. Ο ιπποτικός, απλοϊκός και ανιστορικός ήρωας, που ζει σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο, έχει δώσει τη θέση του στον ραγισμένο, από τις αντιφάσεις, σκεπτικιστή ήρωα, και η ένδοξη κατάκτηση μιας ηπείρου που “από έρημος θα γινόταν κήπος” σταδιακά αμφισβητείται.

Η ιστορία στο Πέρασμα του Μακελάρη αρχίζει με μια άμαξα που φέρνει στην ομώνυμη άγρια περιοχή τον σκονισμένο από το ταξίδι, Γουίλ Άντριους. Είναι ένας νέος άντρας γύρω στα τριάντα που έρχεται από τα Ανατολικά, από την πολιτισμένη Βοστώνη. Απόφοιτος του Χάρβαρντ, εμφορούμενος από τις ιδέες του δοκιμιογράφου-ποιητή R. W. Emerson, θέλει να ανακαλύψει τον “αληθινό του εαυτό” στη φύση, μακριά από την οργανωμένη κοινωνία.

Απευθύνεται σε έναν φίλο του πατέρα του εγκατεστημένο στο Πέρασμα, για να τον καθοδηγήσει στην αναζήτηση του. Ο Μακ Ντόναλτ, έμπορος δερμάτων και πραγματιστής, αφού προσπαθεί χωρίς αποτέλεσμα να τον αποτρέψει, του προτείνει να βρει τον Μίλερ, έναν κυνηγό βουβαλιών. Ο νεαρός ακολουθεί τη συμβουλή του και σύντομα ξεκινάει ένα μακρύ, χρηματοδοτούμενο από τον ίδιο, επίπονο ταξίδι στα βουνά, με τον Μίλερ, τον Χοτζ, έναν θρησκόληπτο, αλκοολικό μονόχειρα οδηγό άμαξας και τον Σνάιντερ, τον καλύτερο γδάρτη βουβαλιών της περιοχής. Προορισμός τους είναι μια κρυμμένη κοιλάδα με χιλιάδες βουβάλια, που γνωρίζει μόνο ο Μίλερ και στην οποία ονειρεύεται από χρόνια να ξαναπάει.

Ο Williams, με τα δυο σημειώματα που προλογίζει το βιβλίο του, μας δίνει το στίγμα του προβληματισμού του και βοηθάει τον αναγνώστη στην κατανόηση του μυθιστορήματος. Το πρώτο σημείωμα είναι απόσπασμα από το δοκίμιο του Emerson, Nature, έναν ύμνο στη φύση που τη θεοποιεί, ενώ το δεύτερο σημείωμα είναι από τον Φενακιστή του Melville, και απομυθοποιεί την άποψη που εκφράζεται στο πρώτο σημείωμα. Το βιβλίο μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μυθιστόρημα μαθητείας, με τον νεαρό ήρωα να πηγαίνει προς την ωριμότητα διασχίζοντας, στις 445 σελίδες του κειμένου, την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στα δυο σημειώματα. Ανάμεσα δηλαδή στη ρομαντική, επική αντίληψη του Emerson για τη φύση και το κριτικό-ειρωνικό βλέμμα του Melville πάνω σε αυτή ακριβώς την αντίληψη.

Ο Μίλερ, όταν φτάνουν στην κοιλάδα, εξολοθρεύει μόνος του μέρα με τη μέρα ένα κοπάδι χιλιάδων βουβαλιών. Ο Άντριους παρακολουθεί αρχικά έκπληκτος, τον συγκροτημένο Μίλερ, που τώρα με γυάλινο βλέμμα, απροσπέλαστος και εκστασιασμένος, γίνεται μια ανεξέλεγκτη δύναμη καταστροφής. Σε αυτό το σημείο μπορούμε να σκεφτούμε ότι ο Williams, με τον βυθισμένο στην εμμονή του, τραχύ, απελπισμένο Μίλερ και τον προληπτικό, σακατεμένο από τις δυνάμεις της φύσης Χοτζ μας παραπέμπει, μέσω της σύνθεσης αυτών των δύο χαρακτήρων, στον Αχαάβ, τον κεντρικό ήρωα στο Μομπι Ντικ του Melville. Η εμμονή του Μίλερ να εξολοθρεύσει το κοπάδι μέχρι και το τελευταίο βουβάλι έχει ως αποτέλεσμα να τους προλάβει ο χειμώνας και απροετοίμαστοι να εγκλωβιστούν στα χιόνια για έξι μήνες. Το λευκό θαύμα που τους περιβάλλει απειλεί τη ζωή τους, χωρίς να προσφέρει στον Άντριους την υπερβατική σχέση ενότητας με τη φύση όπως προσδοκούσε, αντιθέτως η αποτυχία και ο θάνατος τον συνοδεύουν μέχρι το τέλος. Μέσω της μυστικής κοιλάδας του Μίλερ ο συγγραφέας εισάγει στο κείμενο έναν κεντρικό μύθο της εθνικής αμερικανικής συνείδησης, την κατάκτηση της “παρθένας χώρας” ως ανάκτηση της “Χαμένης Εδέμ”, για να τον αποδομήσει όμως βίαια μέχρι το τέλος του βιβλίου.

Όταν επιστρέφουν μετά από μήνες στο Πέρασμα, η κίνηση της Ιστορίας τούς έχει προσπεράσει και έχει καταστήσει όλη τους την προσπάθεια μάταιη. Οι σύντροφοι του Άντριους, ως αναπόσπαστο κομμάτι του παρελθόντος, χάνονται από το προσκήνιο μέσα σε μια άλω τρέλας και καταστροφής. Ο Άντριους αρνείται την πρόοδο που έρχεται από τα Ανατολικά και επιλέγει τη μοναχική περιπλάνηση στη Δύση, στις παρυφές της οργανωμένης κοινωνίας. Αν και διατηρεί αμείωτη την αγάπη του για τη φύση, έχει απαλλαγεί από την ψευδαίσθηση μιας υπερβατικής, αρραγούς σχέσης μαζί της, εντός της οποίας θα ανακάλυπτε έναν αυθεντικό και επίσης αρραγή εαυτό.

Ο ατομικισμός του και η ρομαντική αυτογνωσία που αναζητούσε έχουν δώσει τη θέση τους στην επίγνωση ότι δεν υπάρχει ζωή δίχως ρήγμα.

*Η Μάγια Στάγκαλη εργάζεται στην Αυγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου