11/6/22

Η Σμύρνη φλέγεται

Πάνος Χαραλάμπους, “Folksinger T. K.”, 2015, απόσπασμα video

Της Μαρίας Μοίρα

ΠΕΤΡΟΣ ΠΟΥΡΛΙΑΚΑΣ, Αλμυρό Μετάξι. Η ιστορία ενός ιαπωνικού πλοίου στη φλεγόμενη Σμύρνη το 1922, Εκδοτική Αθηνών, σελ. 312

Το φθινόπωρο του 1922 η Σμύρνη, η χαρίεσσα, λαμπερή, πολυπολιτισμική πόλη της Ιωνίας, έχει παραδοθεί στις φλόγες και οι κάτοικοί της αλλόφρονες, από τους σφαγιασμούς, τους βιασμούς, τις λεηλασίες, το ανελέητο κυνηγητό και την διαπόμπευση, συρρέουν σαν πανικόβλητο κοπάδι, εξαθλιωμένοι, πληγωμένοι, ημιθανείς στην προκυμαία, για να γλιτώσουν από τις αιμοσταγείς θηριωδίες των Τούρκων στρατιωτών και το λιντσάρισμα. Και ενώ τα θωρηκτά πολεμικά πλοία των μεγάλων δυνάμεων, στο όνομα της στρατιωτικής ουδετερότητας και μιας ιταμής, ανάλγητης πολιτικής συμφερόντων, παρακολουθούν από απόσταση, απαθείς παρατηρητές, την πυρπόληση της πόλης και την εξόντωση των αμάχων πολιτών, χωρίς να προσφέρουν προστασία και καταφυγή σε όσους πανικόβλητοι πέφτουν στη θάλασσα, ένα μικρό γιαπωνέζικο εμπορικό πλοίο, το S/S Tokei Maru, με υψωμένη τη σημαία του ανατέλλοντος ηλίου, πλησιάζει αθόρυβα και αποφασιστικά το λιμάνι. Το πλήρωμα του υπακούοντας στις ιαπωνικές παραδόσεις και στον κώδικα τιμής, στο ήθος και στο έθος των σαμουράι, μόλις αντιλαμβάνεται την τραγική συνθήκη, αλλάζει ρώτα και κατευθύνεται προς τη φλεγόμενη πόλη για να προσφέρει βοήθεια. Παρά την ρητή απαγόρευση των Τούρκων, ο Ιάπωνας πλοίαρχος, άτεγκτος και αγέρωχος, επικαλούμενος την εξουσιοδότηση της κυβέρνησής του, επιβιβάζει χωρίς έλεγχο διαβατηρίων και εγγράφων 825 ανθρώπους, γλιτώνοντάς τους από βέβαιο θάνατο, αφού πρώτα έριξε στη θάλασσα το πανάκριβο φορτίο του. Τόπια βαρύτιμων μεταξωτών που η πώλησή τους θα απέφερε σε όλους μεγάλα κέρδη. Διασχίζοντας το Αιγαίο αποβιβάζει τους πρόσφυγες μυστικά, χωρίς διατυπώσεις και τυμπανοκρουσίες κάπου απόμερα στο λιμάνι του Πειραιά. Στη συνέχεια αυτός και το πλήρωμά του αποπλέουν για την πατρίδα, μετονομάζοντας το καράβι τους σε «Αρχάγγελο», χωρίς φορτίο, καύσιμα, νερό και τρόφιμα, οικονομικά κατεστραμμένοι, αλλά με ήσυχη τη συνείδηση ότι έπραξαν το καθήκον τους σιωπηλά και αθόρυβα. «Τυλίγοντας την ευγένειά τους σε πευκοβελόνες». Έκφραση ευθέως ανάλογη με τη δική μας «κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό».
Εκατό χρόνια μετά την ήττα της Μικρασιατικής εκστρατείας και την καταστροφή της Σμύρνης το μυθιστόρημα του Πέτρου Πουρλιάκα αξιοποιεί μυθοπλαστικά αυτήν την ιστορικά επιβεβαιωμένη και αδιαμφισβήτητη πληροφορία, η οποία καταγράφεται σε εφημερίδες, επίσημες αναφορές και μαρτυρίες αρμοδίων της εποχής. Ο συγγραφέας οργανώνει μια ενδιαφέρουσα ως προς τη δομή, αντιστικτική αφήγηση και ο αναγνώστης παρακολουθεί εναλλάξ τον βίο και την πολιτεία δύο οικογενειών, δύο πολιτισμών και δύο τόπων. Ενός ευκατάστατου Σμυρνιού εμπόρου με τρία παιδιά, που ανησυχεί για τις αμφίσημα μηνύματα των πολιτικών εξελίξεων, τις επιλογές των συμμάχων και τα δυσοίωνα στρατιωτικά συμβαίνοντα, αλλά εφησυχάζει με τις επαγγελματικές επιτυχίες και παραδίνεται στην ανεμελιά των ευφρόσυνων καθημερινών τελετουργιών και των μικρών απολαύσεων. Και ενός Γιαπωνέζου μεσήλικα πλοιάρχου (ο οποίος θα παραμείνει μέχρι τέλους ανώνυμος), με επαγγελματικές αγωνίες και οικονομικές δυσπραγίες, από ένα χωριό της Ιαπωνίας που ζει με την υπομονετική, στοργική σύζυγό του ένα βίο λιτό, ένθεο, προσηλωμένο στις αρχαίες παραδόσεις και στη λατρεία των προγόνων, δουλεύοντας σκληρά για να αποπληρώσει το σπίτι τους.
Η εξιστόρηση ξεκινά το 1918 για να ολοκληρωθεί τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1922 με την κορύφωση του δράματος. Φέρνει στην επιφάνεια τα διακριτά πολιτισμικά κοιτάσματα, που απαντώνται στην χαρούμενη, τρυφηλή και ευημερούσα Σμύρνη και στο ειρηνικό Ντάιντο Ισιγάκι, ένα μικρό, παραδοσιακό χωριό της Άπω Ανατολής στο Ιαπωνικό νησί Κιούσου. Ο συγγραφέας, με άφθονες, εκτενείς, αναλυτικές και πολυεστιακές βιβλιογραφικές αναφορές, προσφέρει στον αναγνώστη, σχεδόν σε κάθε σελίδα του βιβλίου, πλήθος πραγματολογικών στοιχείων, βοηθώντας τον να αποκτήσει μια στέρεα αντίληψη για την εποχή και τα ιστορικά και γεωπολιτικά τεκταινόμενα, τα ναυτικά ζητήματα, τις καθημερινές συνήθειες και τις πολιτισμικές πρακτικές, τις λέξεις και το νόημά τους και αυτό ενισχύει μεν την ιστορική, γεωγραφική, ανθρωπολογική και πολιτιστική χωροχρονική εποπτεία. αλλά σε ένα βαθμό δυσκολεύει την όσμωση του αναγνώστη με την πλοκή και τα πρόσωπα. Σαν να συγχωνεύονται αξεδιάλυτα η μυθιστορία και ο δοκιμιακός λόγος, η επινοημένη πλοκή και το χρονικό.
Όσο πλησιάζει η διπολική εξιστόρηση στην αποφράδα ημέρα της καταστροφής της Σμύρνης, ο αφηγηματικός τόνος γίνεται πυρετικός, δραματικός και παροξυσμικός και ο λόγος εσωκλείει όλη την ένταση, τη βία, την οδύνη και το σπαραγμό για την αποτρόπαιη τραγική κατάληξη.
Η πόλη φλέγεται, ο γαλανός ουρανός σκοτεινιάζει από τους καπνούς, οι άνθρωποι σφάζονται χωρίς έλεος, η θάλασσα πλημμυρίζει με το αίμα των αθώων και κοκκινίζει. Διαπράττεται ύβρις με την ανοχή και την συνενοχή όλων των εμπλεκομένων μερών. «Ξαφνικά δεν γίνονται αυτά τα πράγματα… Ένα σωρό λάθη οδήγησαν σε αυτήν την καταστροφή. Εμείς στη Σμύρνη δεν βλέπαμε αλλά και δεν θέλαμε να δούμε τίποτα» θα παραδεχθεί πικρά ο φίλος της οικογένειας του Σμυρνιού εμπόρου που σχεδόν ξεκληρίστηκε, κρατώντας στην αγκαλιά του την Βαγγελιώ, τη μικρή άλαλη, από τον τρόμο των βιασμών και της σφαγής, θυγατέρα τους. Η αυλαία πέφτει. Ο ξεριζωμός από τις πανάρχαιες εστίες και η προσφυγιά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας έχει ξεκινήσει. Μόνο η σημαία με τον ανατέλλοντα ήλιο ανεμίζει παρήγορα στις ψυχές όσων μετέφερε το μικρό γιαπωνέζικο εμπορικό πλοίο με αλληλεγγύη, αυταπάρνηση και σεβασμό σε ασφαλές λιμάνι, αλλά και στις ψυχές όσων διάβασαν ή θα διαβάσουν την παράξενη αυτή ιστορία, ανανεώνοντας την πίστη στο μεγαλείο της αλληλεγγύης, της αυταπάρνησης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου