3/5/20

Το θέατρο της ζωής

ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΗΤΣΟΥ,  Η Αστυνόμος, εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 237

Παρά την αστυνομική τους πλοκή, όπως συμβαίνει με αρκετά βιβλία του Ανδρέα Μήτσου  -Ο σκύλος της Μαρί, Γκαλίνα, Η Αλεξάνδρα-, πρόκειται για μυθιστορήματα με  υπαρξιακό και φιλοσοφικό στοχασμό  που υποδύονται τα αστυνομικά. Το έγκλημα  και η εξιχνίασή του  είναι το πρόσχημα. Το γοητευτικό δόλωμα για να αποπλανήσει τον αναγνώστη και να τον παρασύρει σε κρυφά μονοπάτια.   Να στοχαστεί πάνω στο μυστήριο του έρωτα, που περνά ως οδοστρωτήρας, και αφήνει του ήρωες γυμνούς από αυταπάτες μπροστά στη ζωή και  την απώλεια των πραγμάτων. Η ίντριγκα, που υπάρχει κυρίως στα μυθιστορήματα, είναι το αντίστοιχο με τις αφηγηματικές τεχνικές ενός αποκλίνοντος ρεαλισμού, που χωρίς να εγκαταλείπει τη λογική ερωτοτροπεί περίτεχνα με το ανοίκειο, το παράταιρο, το υπερβατικό και χρησιμοποιείται στα διηγήματα.
Ο  ντετέκτιβ της ιστορίας, εν προκειμένω η νεαρή αστυνόμος Λένα Στρατήγη, μαζί με τον πατέρα της Πέτρο, εναλλάσσονται στις δυο αντιστικτικές πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις που επωμίζονται την ανέλιξη της ιστορίας.  «Ψυχρή κι αδίστακτη μπατσίνα», ψημένη στη βία λόγω επαγγέλματος,  δειλή όμως στον έρωτα, καθηλωμένη από οικογενειακά και ψυχολογικά συμπλέγματα στον ρόλο του θεατή. Μοιάζει με πρωτότυπο «συγγραφέα» που δεν χρησιμοποιεί την πένα και το χαρτί, αλλά τη δολιότητα για να γράψει την ιστορία της. Κατασκευάζει την πραγματικότητα ωθώντας τον πατέρα της σε ερωτικές περιπέτειες. Κι αυτή ως παντεπόπτης αφηγητής, πανταχού παρών ως ένας μικρός θεός, κινεί τα νήματα της ιστορίας, χρησιμοποιεί τους ήρωες κατά τις επιθυμίες της, τεντώνει τα σκοινιά μέχρι να σπάσουν. Έτσι, θα μπλέξει τον πατέρα της σε ένα σαρκοβόρο έρωτα με τη Νίκη, μια γυναίκα εκπάγλου και ανελέητης καλλονής, που απειλεί τον τυλίξει αθόρυβα σαν αράχνη στον ιστό της για να τον κατασπαράξει.

Ο Πέτρος, επίσης δειλός άντρας, δημοσιογράφος και συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών βρίσκεται χωμένος στα βιβλία της λογοτεχνίας, που αποτελούν τη συμβολική και ρητορική αναπλήρωση της ζωής που δεν έχει. Κάλπικος και υστερόβουλος, αποδεικνύεται ανέτοιμος όταν αποφασίζει να αφήσει πίσω του την πλήξη και να μεταπηδήσει στο στίβο της ζωής. Ο έρωτας, «η δόξα του κορμιού», τον ωθεί στην υπέρβαση των ορίων. Η έκθεση και το ρίσκο που αναλαμβάνει τον κάνουν να αιωρείται από μια τρίχα πάνω στο βάραθρο της γελοιότητας.
Η Νίκη, η πέτρα του σκανδάλου είναι ο λαϊκός, αυθεντικός  άνθρωπος που ξέρει να αδράχνει τη μέρα, να κερδίζει τον χρόνο που της αναλογεί. Ο φορτηγατζής άνδρας της, όμως,  θα αντιδράσει με την πρωτόγονη βία που είναι το προσφιλές καταφύγιο των αδύνατων. Η εκδίκησή του περνάει  ατελώνιστη από τη βάσανο της σκέψης και της θεωρίας, όπως συμβαίνει από τον επίδοξο συγγραφέα που μελετά και αναστοχάζεται την κάθε του κίνηση.
Οι δυο πρωταγωνιστές, ο Πέτρος και η αστυνόμος, αναλαμβάνουν να αφηγηθούν τα πράγματα από την αρχή, να τους επιβάλουν τη δική τους «σωτήρια ερμηνεία». Να υπερβούν τα σιδερένια δεσμά της πραγματικότητας και να κατακτήσουν ένα μικρό κομμάτι στη μάχη με τη φθορά του χρόνου. Με την ίντριγκα, τη φαντασία, τη γραφή αξιώνουν να βάλουν τη δική τους σφραγίδα στα πράγματα, να δικαιώσουν το λίγο της ζωής.
Ωστόσο, παρά τις αλχημείες η γλώσσα τους αποδεικνύεται αδύναμη. Σαν σπασμένη στάμνα μέσα από την οποία βγάζουμε ήχους κατάλληλους για το χορό της αρκούδας, ενώ θα θέλαμε να συγκινήσουμε τα άστρα για να μας λυπηθούν, όπως έλεγε ο Φλωμπέρ. Μένει, όμως, ως ίζημα και αντίδωρο της αφήγησης η αυτεπίγνωση  τους, οι πολύτιμες πληγές και τα τραύματα, η αγωνία για τη μεταστοιχείωση και τη διαχείριση της ήττας.
«Καθετί που είναι βαθύ αγαπά τη μάσκα» έλεγε ο Νίτσε. Η βαθύτερη ουσία των πραγμάτων χρησιμοποιεί τη σιωπή για να ακουστεί και να φανερωθεί στα μάτια μας. Κι αυτός φαίνεται να είναι, για τον συγγραφέα της «Αστυνόμου», ο ρόλος της γραφής: Να διαπεράσει την επιφάνεια των πραγμάτων, να ανακαλύψει την αλήθεια, που είναι μεταμφιεσμένη και θαμμένη κάτω από τη συμβατικότητα στο θέατρο της καθημερινότητας, να κατεβάσει τις μάσκες, να αναδείξει τους ρόλους και την υπόκριση, παραδίδοντας πρωταγωνιστές και αναγνώστες στο έλεος της πικρής αυτογνωσίας. Ο Ανδρέας Μήτσου είναι ένας διανοούμενος που τιμά  με τα βιβλία του την ελληνική πεζογραφία.

Ο Μάκης Καραγιάννης είναι πεζογράφος

 Γιάννης Τσαρούχης, Ο Ναύτης που διαβάζει, 1981, λάδι σε χαρτί kraft, 93 x 80 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου