Του Θωμά Συμεωνίδη*
ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.), ΕΔΩ: Τόπος - τοπίο - χώρος - χρόνος. Καλλιτεχνικές
πρακτικές & ερμηνευτικές προσεγγίσεις, εκδόσεις Τζιόλα, σελ. 808
Δεν υπάρχει αντίστοιχο ίσως εκδοτικό και επιμελητικό εγχείρημα που να αναπτύσσεται στη βάση του ερωτήματος τι είναι το Εδώ, ένα ερώτημα γύρω από το οποίο συναρθρώνονται άλλα ερωτήματα όπως πώς παράγεται ο χώρος, ποια η σχέση του με τον χρόνο, με ποιον τρόπο οι καλλιτεχνικές και οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις μπορούν να συμβάλλουν σε μια δυναμική και επικαιροποιημένη αντίληψη της θέσης μας στο εσωτερικό μιας πραγματικότητας, ρωτώντας φυσικά ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της πραγματικότητας και σε ποια σχήματα κατανόησης εντάσσεται.
Ο τόμος δομείται στη βάση μιας κριτικής και διεπιστημονικής προσέγγισης, δηλαδή υπάρχει η απόπειρα διατύπωσης και οριοθέτησης μιας προβληματικής μέσα από την οπτική διαφορετικών γνωστικών πεδίων και πρακτικών. Επομένως, μία από τις βασικές συνεισφορές του τόμου είναι αυτή η διάθεση οριοθέτησης, η δημιουργία δηλαδή ενός χώρου, ενός ΕΔΩ, για τα υπό εξέταση ερωτήματα. Στις συνεισφορές του τόμου πρέπει να συμπεριλάβουμε την πολύ πλούσια εικονογράφηση και την εξαιρετική βιβλιογραφική τεκμηρίωση για τις πτυχές που θέτει προγραμματικά ο ίδιος ο τίτλος. Η βιβλιογραφία είναι εκτενής, φτάνει μέχρι και το 2023, ενώ, οφείλω να υπογραμμίσω τη συστηματική προσπάθεια να συστηθούν στα ελληνικά όροι, να μεταφραστούν με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια και ταυτόχρονα την καλύτερη δυνατή νοηματική προσαρμογή.
Οφείλω επίσης να τονίσω την πολύ λειτουργική κατανομή των συνεισφορών, δηλαδή την ομαδοποίηση σε έξι διαφορετικές ενότητες και τις εναλλαγές ανάμεσα σε συνεισφορές που έχουν μια ένταση θεωρητικού προβληματισμού στη βάση μιας βιβλιογραφικής και ιστορικής επισκόπησης σε αντιδιαστολή με εκείνες τις συνεισφορές όπου τον πρώτο ρόλο έχει η ανάλυση μιας καλλιτεχνικής πρακτικής, η αναζήτηση των σημείων φυγής, η επαγωγική προσέγγιση των ερωτημάτων που θέτει προγραμματικά ο τίτλος του Τόμου. Από αυτή την άποψη, θα μπορούσαμε να πούμε, αυτονόητα ίσως, ότι τον Τόμο διατρέχουν διαφορετικές δέσμες εμπειρίας και πρακτικών, οι οποίες όμως, στο σύνολό τους χαρακτηρίζονται από μία καλοδεχούμενη ανοιχτότητα, από την απόπειρα σύστασης μιας οικείας ζώνης διερώτησης και προσωπικής εμπλοκής, από το αίτημα τελικά να υπάρξει ένα άνοιγμα στη στοχαστική διαδικασία μέσα από τον διαμοιρασμό μύχιων πολλές φορές σκέψεων, ημερολογιακών καταγραφών, στοιχείων που συγκροτούν ή αποτελούν μέρους ενός προσωπικού αρχείου.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που θα έβλεπα μια σύμπλευση της ηθικής και πολιτικής διάστασης του εγχειρήματος, υπό τον αναπόφευκτο αστερισμό της αισθητικής. Η αισθητική νοούμενη όχι ως αξιολογική διαδικασία ή σκέψη περί της διατύπωσης και εφαρμογής κριτηρίων ή ως έμφαση στην ανάλυση της μορφής μιας καλλιτεχνικής οντότητας, αλλά περισσότερο, η αισθητική ως τρόπος σκέψης που εκδιπλώνεται με αφορμή την αισθητηριακή συνθήκη που εγκαθιδρύουν οι καλλιτεχνικές πρακτικές αλλά και μη καλλιτεχνικά πλέγματα αισθητηριακής εμπειρίας όπως οι φυσικές διαμορφώσεις, το τοπίο, οι κατασκευές του χρόνου και του μη ανθρώπινου. Από αυτή την άποψη, η αισθητική διάσταση του εγχειρήματος του Εδώ μπορεί να εντοπιστεί στη συγκέντρωση και ανάλυση ενδεικτικών παραδειγμάτων και πρακτικών, στην εστίαση σε διαφορετικές βαθμίδες και διαμορφώσεις του χώρου, στη σχεδιαστική επιτέλεση, στην καθοδηγούμενη δηλαδή από τον στοχασμό και την προσωπική αγωνία κίνηση, και κατά προέκταση την κατασκευή εικόνων, κειμένων και μυθοπλασιών, την κατασκευή δηλαδή συγκεκριμένων διαμορφώσεων του λεκτικού και του ορατού, συγκεκριμένων αναδιαμορφώσεων του πραγματικού και του αισθητού.
Αυτό που τίθεται με έμφαση, ήδη από τις πρώτες συνεισφορές του τόμου, είναι ότι το ερώτημα του ΕΔΩ είναι καταστατικά διαμεσολαβημένο από κοινωνικά, ιστορικά και πολιτισμικά διαγράμματα. Επομένως, οι καλλιτεχνικές πρακτικές και οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις που συγκροτούν το εγχείρημα του ΕΔΩ μπορούν να ιδωθούν ως κινήσεις μιας διευρυμένης διαφωνίας, δηλαδή μιας αναζήτησης και ενεργοποίησης ενός άλλου συστήματος αντίληψης, της προσωρινής διατύπωσης μιας άλλης παιδαγωγικής των αισθήσεων, μιας ελεγχόμενης αποδόμησης δηλαδή. Όλες αυτές οι κινήσεις θα μπορούσαμε να πούμε ότι συγκλίνουν στην πειραματική αναζήτηση ενός τόπου αναφοράς, σε μια πρότυπη ίσως, ιδιότυπη μεταφυσική από την οποία να μπορεί να τεθεί κριτικά το προσχέδιο μιας μυθοπλαστικής οντολογίας για τη θέση και την κατάστασή μας στον κόσμο, μια κατάσταση όχι τόσο με την έννοια του ήθους ή της αυθεντικότητας, αλλά περισσότερο ως ενεργή αυτοκατανόηση, ως πειραματική αυτοσυνειδησία, ως επέκταση και ανανέωση ενός συλλογικού φαντασιακού τελικά για τους συμβολισμούς, τις ερμηνείες, τις σημασίες, τις ιδέες, την υλικότητα, τις χρήσεις, τα υποκείμενα, τις ψηφιακές διαμεσολαβήσεις και τους προσδιορισμούς με τους οποίες έχει επενδυθεί ο χώρος.
Αυτό το οποίο εξάγεται ως διαπίστωση, μέσα από την ανάγνωση του Τόμου, είναι η απόσταση από τις ιεραρχικές θεωρήσεις του χώρου και του χρόνου, και περισσότερο η έμφαση σε λογικές δικτύωσης, σχεσιακότητας, επιτέλεσης, εμπλοκής του θεατή, η έμφαση στη σύσταση μικρο-τοπολογιών όπου ο χρόνος άλλοτε αντιμετωπίζεται ως συνύπαρξη κι άλλοτε ως η πειραματική μήτρα για το σχεδιασμό, την εξαγωγή και την ονομασία χρονικοτήτων, δηλαδή χρονικών οντοτήτων που έχουν όμως διακριτές ιδιότητες και τιμές σε μια σειρά από παραμέτρους. Επομένως, αυτό που συνάγεται, θα έλεγα ότι είναι ότι η παραγωγή θεωριών για τον χρόνο και την τέχνη μέσα από τη διατύπωση θεωριών για τον χώρο. Ο ίδιος ο Τόμος τελικά, λειτουργεί ως τοπογραφία, ως ένα είδος ‘έντυπης ομαδικής έκθεσης’ όπως αναφέρει ο Θοδωρής Ζαφειρόπουλος στο εισαγωγικό του σημείωμα, θα πρόσθετα και τον χαρακτήρα της εννοιολογικής έκθεσης που χρησιμοποιούσε ο Bruno Latour για τις εκθέσεις στις οποίες είχε ρόλο επιμελητή. Επομένως, ο Τόμος ως τοπογραφία, αλλά και ως έντυπη και εννοιολογική έκθεση, θα έλεγα ότι λειτουργεί ως ένα είδος διάταξης και κατανομής δυνατοτήτων προκειμένου να ξανασκεφτούμε τους εννοιολογικούς ορίζοντες εντός των οποίων εγγράφεται το ερώτημα του Εδώ ως αστερισμό των εννοιών του τόπου, του τοπίου, του χώρου και του χρόνου.
*Ο Θωμάς Συμεωνίδης είναι διδάσκων
αισθητικής και φιλοσοφίας στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου