Της Ευσταθίας Δήμου*
ΠΕΤΕΡ ΧΑΝΤΚΕ, Η ιστορία του παιδιού, μετάφραση Θεοδώρα
Τσόκα, εκδόσεις Κουκκίδα, σελ. 112
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις λογοτεχνών που, αν και προέρχονται από μια εθνική λογοτεχνία, ανήκουν και ταυτόχρονα διαμορφώνουν ένα λογοτεχνικό πεδίο παγκόσμιας εμβέλειας και προοπτικής είναι αυτή του νομπελίστα συγγραφέα Πέτερ Χάντκε. Αυστριακός στην καταγωγή, γεννημένος το 1942, ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη του έντεχνου λόγου στα οποία διοχέτευσε τον βαθύ και εναγώνιο προβληματισμό του για την αλλοτριωτική επίδραση της καθημερινότητας και του ορθολογισμού στην ανθρώπινη ύπαρξη. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά του έργα, που συστήνεται στο ελληνόγλωσσο κοινό σε μετάφραση της Θεοδώρας Τσόκα, είναι Η ιστορία του παιδιού.
Πρόκειται για ένα μάλλον μικρής έκτασης μυθιστόρημα, χωρισμένο σε οκτώ κεφάλαια, που αποτυπώνει την ιστορία ενός παιδιού από τη σκοπιά της σχέσης που ο πατέρας αναπτύσσει μαζί του. Είναι, δηλαδή, ένα αφήγημα δύο προσώπων –στο βάθος μόνο και κάπως αχνά παρουσιάζεται η φυσιογνωμία της μητέρας– τα οποία βρίσκονται μεταξύ τους σε μια σχέση αλληλοπροσδιορισμού με τις όποιες θετικές ή αρνητικές αποχρώσεις μπορεί αυτή να προσλάβει. Η αφήγηση, παρόλο που γίνεται σε τρίτο πρόσωπο, διεξάγεται από την πλευρά του πατέρα ο οποίος παρακολουθεί τις ψυχοσυναισθηματικές του διακυμάνσεις και αντιδράσεις από την πρώτη στιγμή της γέννησης του παιδιού του μέχρι την ηλικία των δέκα περίπου ετών, οπότε αυτό φαίνεται πως έχει βρει πια τον δρόμο του μέσα στη ζωή και μέσα στον κόσμο. Καθοριστική για την πορεία και την εξέλιξη της σχέσης αυτής αλλά και για την προσωπική πορεία και διαδρομή καθενός από τους δύο ήρωες αναδεικνύεται η καταγωγή του πατέρα –επομένως και του παιδιού– και ο τρόπος με τον οποίο αυτή υπήρξε ο πιο καθοριστικός ίσως παράγοντας στη διαμόρφωση όχι μόνο των όρων και των συνθηκών της ζωής τους αλλά και της ίδιας της ταυτότητάς τους.
Από αυτήν την άποψη, η ιστορία του παιδιού δεν είναι μονάχα η ιστορία της κόρης του πρωταγωνιστή μέχρι την πρώτη της έξοδο προς την ανεξαρτησία, αλλά και η ιστορία του πατέρα ο οποίος εισέρχεται σε μια νέα, πρωτόγνωρη φάση της ζωής του για να κληθεί να επαναπροδιορίσει τους όρους και τα όριά της. Σε αυτά ακριβώς τα όρια και τη χάραξή τους επικεντρώνει το ενδιαφέρον του ο συγγραφέας, για να διερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος στέκεται απέναντι στα οριακά γεγονότα του βίου του και διαμορφώνει τις γραμμές αντίστασης και προσαρμογής του στις νέες, κάθε φορά, συνθήκες και περιστάσεις. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για ένα είδος ενηλικίωσης στο οποίο εμπλέκεται ή, καλύτερα, εξαναγκάζεται ο ενήλικος πατέρας, μιαν άλλη απόρριψη του παλαιού του «δέρματος», όπως συνηθίζουν να κάνουν τα φίδια, και μια νέα είσοδος στη ζωή που σφραγίζεται από την υπευθυνότητα όχι μόνο απέναντι στον νέο άνθρωπο αλλά και απέναντι στην ανθρωπότητα.
Αυτή ακριβώς η αναγωγή από την ατομική περίπτωση και την προσωπική ιστορία σε ένα επίπεδο ευρύτερα ανθρώπινο –ανθρωποκεντρικό και ανθρωπογνωστικό ταυτόχρονα– εξυπηρετείται άριστα από τη συχνή εκτροπή της εξιστόρησης προς την περιοχή του δοκιμίου και του φιλοσοφικού προβληματισμού, που μοιάζει, έτσι όπως προσλαμβάνει μια αφηγηματική χροιά, να εκβάλλει σε μια μεικτή περιοχή όπου τα δύο αυτά είδη συναντιούνται και συνομιλούν, έχοντας ως θέμα την ανθρώπινη περίπτωση. Και είναι τέτοια η στιγμή που διεξάγεται αυτός ο διάλογος, τέτοια η αφορμή που φαίνεται σαν να πρόκειται για το σημείο κατάληξης και αφετηρίας μαζί, το σημείο εκείνο στο οποίο μια ύπαρξη αναγνωρίζει πως το παρόν διαιρεί στα δύο τη συνέχεια και τη συνοχή της. Ο κεντρικός ήρωας, λοιπόν, που βρίσκει το αντίστοιχο του στο παιδί, στο μέτρο και στον βαθμό που εξαναγκάζεται σε μια εξ αρχής μορφοποίηση της προσωπικότητάς του, ενσαρκώνει κάθε άνθρωπο που τίθεται προ των ευθυνών του απέναντι στον εαυτό του, στον οικείο, στον έτερο· απέναντι στην καταγωγή του, επομένως και στην ιστορία, αλλά και απέναντι στο μέλλον που είναι και αυτό ιστορία εν τη γενέσει της.
*Η Ευσταθία Δήμου είναι κριτικός λογοτεχνίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου