Του Πολυμέρη Βόγλη*
[Απόσπασμα από το βιβλίο του Πολυμέρη Βόγλη, Δυναμική αντίσταση: Υποκειμενικότητα, πολιτική βία και αντιδικτατορικός αγώνας, 1967-1974, που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια]
Η αντίσταση δεν είναι ενιαίο φαινόμενο, γι’ αυτό θα πρέπει να την εξετάσουμε στην πολλαπλότητά της. Η πολλαπλότητα δεν αφορά μόνο τις διαφορετικές μορφές δράσης (βίαιη ή ειρηνική, νόμιμη ή παράνομη, δημόσια ή υπόγεια κ.λπ.) αλλά τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους αυτές οι μορφές δράσης σχετίζονται μεταξύ τους στο χρόνο και το χώρο. Ως προς το χρόνο, οι μορφές αντίστασης που εμφανίζονται στο παρόν σχετίζονται με πρακτικές που έχουν εκδηλωθεί στο παρελθόν. Δεν συγκροτούν κάποια γενεαλογία, αλλά δημιουργούν ένα αρχείο πρακτικών, ιδεών, συμβόλων, τεχνολογιών αντίστασης που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά μέσα από αφηγήσεις. Οι αφηγήσεις για την αντίσταση στο παρελθόν δημιουργούν ένα πλαίσιο ιδεών και αξιών για την κατανόηση του κόσμου, την αναγνώριση του εαυτού και των άλλων, αποτελούν έναν οδηγό σκέψης για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Από αυτή τη σκοπιά, η αντίσταση είναι μια μορφή πολιτικής γνώσης, στο υπόβαθρο της οποίας βρίσκονται οι εμπειρίες και οι αφηγήσεις του παρελθόντος. Στη δική μας περίπτωση, τα μέλη των αντιδικτατορικών οργανώσεων δρούσαν με βάση την πολιτική γνώση που είχαν αποκτήσει και διαμορφώσει από την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο, τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Κυπρίων, τις νεολαιίστικες κινητοποιήσεις στις αρχές της δεκαετίας του 1960 κ.λπ.
Ως προς το χώρο, η πολλαπλότητα της αντίστασης σχετίζεται με τη διασπορά, τη δικτύωση και την αλληλόδραση. Δεν υπάρχει ένας τόπος αντίστασης αλλά πολλοί και διαφορετικού είδους (πραγματικοί και φαντασιακοί) τόποι, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους, δικτυώνονται μέσα από την κίνηση ανθρώπων και ιδεών. Ο αντιδικτατορικός αγώνας διεξάγεται στην Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία, τη Γαλλία, τη Δυτική Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Σουηδία και αλλού, γίνεται από ανθρώπους που διασχίζουν σύνορα μεταφέροντας ιδέες και υλικά, αφορά άτομα, αντιδικτατορικές οργανώσεις και επιτροπές που συνεργάζονται μεταξύ τους, διατηρώντας η καθεμιά την αυτοτέλειά της, και δημιουργούν αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί αντιδικτατορικός χώρος. Η αντίσταση κατά της δικτατορίας υπερβαίνει τα ελληνικά σύνορα και ταυτόχρονα επηρεάζεται από τον πολιτικό ριζοσπαστισμό που είναι διεθνώς σε άνθηση στα long sixties. Οι αντιαποικιακοί αγώνες, η επανάσταση στην Κούβα, η παγκόσμια εξέγερση του ’68, η διάδοση επαναστατικών ιδεών και θεωριών διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες στο εσωτερικό και το εξωτερικό αντιλαμβάνονται την αντίσταση κατά του στρατιωτικού καθεστώτος. Από αυτή τη σκοπιά, ο αντιδικτατορικός αγώνας αποτελεί μια ενδιαφέρουσα περίπτωση μελέτης μέσα από το πρίσμα της διεθνικής ιστορίας, η οποία, σύμφωνα με τον Πιερ-Υβ Σωνιέ, εστιάζεται στη μελέτη των σχέσεων, της κυκλοφορίας, των επαφών και των νέων οντοτήτων που αυτές δημιουργούν.
Ο αντιδικτατορικός χώρος δεν έχει ένα κέντρο αλλά είναι διασπαρμένος, με τον ίδιο τρόπο που η αντίσταση δεν είναι μία αλλά είναι πληθυντική. Είναι ατομική και συλλογική, πολύμορφη και πολυεστιακή, διαρκής και ασυνεχής, μερική και συχνά ατελέσφορη, παρουσιάζει στιγμές κορύφωσης και ύφεσης στο χρόνο. Η πολλαπλότητα των αντιστάσεων δημιουργεί αντίστοιχα και ένα πολυσχιδές υποκείμενο της αντίστασης, μια αντίστοιχη υποκειμενικότητα. [...]
Η έννοια της υποκειμενικότητας οδηγεί στη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ ατόμου και συλλογικού υποκειμένου. Η σχέση αυτή δεν χρειάζεται να αναλυθεί με όρους αντίθεσης. Ας μην ξεχνάμε ότι αναφερόμαστε σε μια εποχή όπου άνδρες και γυναίκες, ιδιαίτερα στη νεανική ηλικία τους, επιδιώκουν την ένταξή τους σε πολιτικές συλλογικότητες. Η διερεύνηση της σχέσης αφορά τα χαρακτηριστικά της ένταξης. Η πολιτική δράση με όρους στράτευσης, που χαρακτήριζε τους κομμουνιστές του Μεσοπολέμου και της δεκαετίας του 1940, με την έννοια της μακροχρόνιας ένταξης και της υποταγής στην εξουσία του κόμματος (κομματική πειθαρχία, σεβασμός της κομματικής ιεραρχίας, ιδεολογική μονολιθικότητα), δημιουργούσε μια σχέση υπαγωγής του ατόμου στο συλλογικό υποκείμενο. Στα μεταπολεμικά χρόνια η σχέση του ατόμου με το συλλογικό υποκείμενο αλλάζει, γίνεται αρκετά πιο σύνθετη. Η σχέση αυτή θα μπορούσε να περιγραφεί ως το σημείο ή η φάση συνάντησης των μετασχηματισμών που συντελούνται τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε το άτομο και το συλλογικό υποκείμενο ως δεδομένα και καθορισμένα, αλλά πως δημιουργούνται και διαμορφώνονται ιστορικά μέσα από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης. Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 τα άτομα εντάσσονταν σε συλλογικά υποκείμενα διεκδικώντας για τον εαυτό τους μικρότερη ή μεγαλύτερη αυτονομία, και η ένταξη σε αυτά δεν ήταν σταθερή· αντίστοιχα, οι οργανώσεις πολλαπλασιάζονται, πάρα πολλές είναι βραχύβιες, οι ηγεσίες τους αμφισβητούνται. Η έννοια της υποκειμενικότητας δίνει τη δυνατότητα να διερευνήσουμε τις εντάσεις που περικλείει η δυναμική αυτής της σχέσης, τον συνδυασμό αυτοπροσδιορισμού και ετεροπροσδιορισμού στην αντίληψη του εαυτού, συνδυασμός που διαμορφώνει την ικανότητα της δράσης και τη δυνατότητα της κριτικής.
*Ο Πολυμέρης Βόγλης είναι ιστορικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου