18/12/16

Για τον Τάσο Πορφύρη

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ

ΑΛΕΞΗΣ ΖΗΡΑΣ, Η ορεσίβια ποιητική μνήμη του Τάσου Πορφύρη. Ο μεταπόλεμος και οι ποιητές της ορεινής ενδοχώρας, Εκδόσεις ύψιλον/ βιβλία, σελ. 91.

“Και ο συνειρμών συνειρμείτω”
 Οδυσσέας Ελύτης, Ο κήπος με τις αυταπάτες
   
Κριτική μονογραφία. Οι επί μέρους αναλύσεις διακρίνονται τόσο για τις ευθύβολες αποτιμήσεις τους, όσο και τις κοινωνικο-πολιτικές  τους επισημάνσεις.  Ο αποδεικτικός λόγος ξεχωρίζει από το σφρίγος των διαδοχικών επιχειρημάτων, την ευκρίνεια των συσχετισμών, τη διερμηνεία σε βάθος ποικίλων δεικτών λόγου, τις αιτιοκρατικές διασυνδέσεις, αλλά και από την αμεσότητα των εκάστοτε πορισμάτων του. Πρόκειται για προϊόν εμφανώς εξονυχιστικής μελέτης. Η πρισματική δομή συνιστά γνώρισμα πάγιας τεχνικής, διευκολύνοντας κατά πολύ την πρόσφορη ανάγνωση. Τα συστήματα σημασιών λειτουργούν, χωρίς εξαίρεση, εποικοδομητικά. Η δε τεκμηριωμένη αξιολόγηση της ετερογένειας της χρονικότητας, η ανάδειξη της διαχρονικής διασταύρωσης των συγκεκριμένων κειμενικών ποιοτήτων και η υποδειγματική ανίχνευση όλων των πτυχών της συγγραφικής ιδιοπροσωπίας του Τάσου Πορφύρη τελούνται με σύνεση και νηφαλιότητα ύφους. Ο τελευταίος, “ανανοηματοδοτώντας τα πρότερα με τα ύστερα”, είναι “από τα “αρχαιότερα” μέλη του κύκλου των ποιητών και λογίων που από τις αρχές της δεκαετίας του '60 συσπειρώθηκαν γύρω από τις Μαρτυρίες και τις Σημειώσεις, δύο περιοδικά που γι'  αυτά η πολιτική και η αισθητική δεν υπήρξαν ποτέ ένας θεσμικός ορίζοντας αλλά ένα ανοιχτό αναστοχαστικό πεδίο”, όπως δηλώνεται στην εισαγωγική σελίδα 13.
Επισημαίνω ότι το βιβλίο απαρτίζεται από δύο ισομερείς ενότητες: αντιστοίχως τιτλοφορούνται “Τα καταγωγικά, τα γενεαλογικά, ο έρωτας και οι εκδοχές του” -  “Η λογοτεχνία ως βλάστημα της εποχής και του τόπου”. Στο επιλογικό τμήμα σημειώνεται ότι έχουν ενσωματωθεί δύο σύστοιχα κείμενα, τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας το 2002 και το 2016. Συγκρατώ ότι στον κύριο κορμό της παράθεσης των κριτικών επισημάνσεων, οι αναφορές σε ποιητικά όμαιμους δημιουργούς λόγου, όπως είναι, μεταξύ άλλων, φέρ’ ειπείν ο Μιχάλης Γκανάς, ο Πάνος Κυπαρίσσης και ο Χρήστος Μπράβος, κρίνονται σύμμετρες. Οι δε παρεκβάσεις, οι οποίες αφορούν  στις αποτυπώσεις ηλικιακά νεωτέρων ποιητών, δεν επιβαρύνουν την ανάπτυξη του πρωταρχικού θέματος.

Διακρίνω, για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής, την εξής πάγια αρχή, σύμφωνα με την οποία θεωρείται, συγκρίνεται και στη συνέχεια κωδικοποιείται το σύνολο της λογοτεχνικής παραγωγής του προαναφερόμενου: “ούτως ή άλλως, η ποίηση είναι η κατεξοχήν τέχνη ώσμωσης και συσσωμάτωσης, όχι μόνο των χρονικών διαστάσεων που μόνο τυπικά ή συμβατικά οριοθετούνται, αλλά και των τρόπων που διαμέσου τους νιώθουμε το άγγιγμα της ροής του χρόνου. Με άλλα λόγια, η ποίηση(όπως άλλωστε η ζωγραφική και η μουσική), είναι από τις κατ’ εξοχήν τέχνες των συνειρμών, ενσαρκώνει την έκλαμψη ή την εκκένωση της στιγμιαίας αντίληψής μας για καταστάσεις που ζήσαμε ή φανταστήκαμε και που μ΄ αυτό τον τρόπο έγιναν δικά μας” (βλ. σελ. 44 επ.). Πρόκειται εν ολίγοις για το περιώνυμο σατόρι των Ιαπώνων. Κατά τα άλλα, η εξ αντικειμένου πραγματικότητα και ο ονειρικός κόσμος συνιστούν και για τον Τάσο Πορφύρη τους δύο πόλους του λεκτικού του εκκρεμούς. Μάλιστα, όπως κατατίθεται στη σελίδα 68, “η απουσία και η λύπη για το άδειο είναι τα δύο κατεξοχήν κινούντα την ποιητική φαντασία”. Ευκρινέστατες απεικονίσεις του εξ αντικειμένου υπαρκτού όντος διαδέχονται τους αντικατοπτρισμούς των προσφιλών ινδαλμάτων στη πολυκύμαντη λίμνη της νοσταλγίας. Ο μακρινός γενέθλιος τόπος, το εν γένει συναισθηματικό καταπίστευμα της Ηπείρου και η εκούσια άκουσα μετοίκηση στο δύσθυμο περιβάλλον του χαοτικού άστεως υπαγορεύουν κανόνες βίου, προοικονομούν κατ’ ανάγκην συμπεριφορές και καθορίζουν συνειδητές αισθητικές αποκλίσεις. Κάτω από το βλέμμα των κρίσιμων σημαινομένων εκτείνεται  ο χωρόχρονος των διαψεύσεων, των αυταπατών, των δακρύων. Είναι ο λειμώνας του άγους.  Η σοφία των απαραίτητων στοχαστικών προσαρμογών διασώζει όμως το εγώ από τον εκφυλισμό του σε ταπεινό φερέφωνο ματαιοτήτων. Η γραφή δεν υποτάσσεται δηλαδή στον λεγόμενο ορθό λόγο, ούτε στις όποιες επιταγές της δήθεν τάξης. Από την άποψη αυτή το σκηνικό δράμα των διαδοχικών ρήξεων, των αναπόφευκτων πτώσεων και των στιγμιαίων ή διαρκέστερων ανορθώσεων χαρακτηρίζεται από τις ποικίλες εκφάνσεις ενός οριακού ηρωισμού.  Το ποιητικό υποκείμενο δρα δηλαδή μέσα στον κόσμο, εντός του νυν και ενταύθα, αλλά έξω από όσες δοξασίες υπάρχουν περί αυτών, για να θυμηθούμε έναν αφορισμό του Ουάλας Στίβενς, ενδεικτικό, φρονώ, για την περίπτωση.
Συνοψίζοντας τα όσα αφορούν στην ειδικότερη θεματική προαίρεση της ποιητικής του Τάσου Πορφύρη, απομονώνω ό, τι εύστοχα κατατίθεται στη σελίδα 61 επ.: “έχουν ένα ομόκεντρο βιωματικό ενδιαφέρον, ανήκουν δηλαδή στον κύκλο των προσώπων και πραγμάτων που πυρήνας τους είναι ο ορεινός, τραχύς αλλά και άκρως υποβλητικός και μαγικός κόσμος της περιοχής του Πωγωνίου, αυτός που τελικά συνιστά τον διαχρονικότερο και ισχυρότερο άξονα της προσωπικής μυθολογίας του ποιητή. Ο κόσμος αυτός αποτελεί για τον Πορφύρη το μοναδικό και αναντικατάστατο καταφύγιο της μνήμης του, μια μορφή πραγματικού αλλά και μαζί υπερβατικού τόπου ο οποίος βρίσκεται μέσα και την ίδια στιγμή έξω από το χρόνο, καθώς η λυτρωτική και γονιμοποιός επίδραση που έχει η κάθε ανάκλησή του δείχνει ότι δεν έχει σημασία η φθορά που επέφεραν οι εποχές και τα γεγονότα στο περιβάλλον. Ούτε η ποιητική μυθολογία του επηρεάζεται από την απογύμνωση και την ερήμωση του τοπίου, από τον αφανισμό και την απουσία γνωστών προσώπων ή άλλων αναγνωρίσιμων πραγμάτων, όλων αυτών που συνοδεύουν την βαθμιαία αποσάθρωση του άλλοτε ζωντανού σπιτιού”. Όλες οι έννοιες, όλες οι πράξεις, όλες οι παραλείψεις, οι οποίες συναποτελούν την πολιτεία του ποιητικού προσώπου, αξιοποιούνται συνοπτικά: ο στίχος είναι είτε στίβος αγώνων ήθους είτε κοψιόνος, ήτοι υδατοφράχτης αυλακιού, που εμποδίζει τη ροή της δήθεν αλήθειας.
Κοντολογίς, η εξειδικευμένη, συστηματική και από κάθε πλευρά διεισδυτική εξέταση του έργου, απόρροια της ομολογούμενης κριτικής οξύνοιας του Αλέξη Ζήρα, προσδίδει, οίκοθεν νοείται, ιδιαίτερη αξία στο όλο εγχείρημα. Η διαχείριση της προβολής του Τάσου Πορφύρη στο αρμόζον πλαίσιο της νεώτερης γραμματολογίας μας ολοκληρώνεται κατά τρόπο αποτελεσματικό και δίκαιο.

Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής

Γιώργος Μπουζιάνης, Νεκρή φύση με βάζο και φρούτα, ακουαρέλα και μολύβι σε χαρτόνι, 45,8 x 53 εκ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου