ΤΗΣ
ΕΛΣΑΣ ΚΟΡΝΕΤΗ
Φώτης Κόντογλου, Αλατότοπος κοντά στη θάλασσα της Μάκρης, 1938, αυγοτέμπερα σε ξύλο, 30,5 x 39,5 εκ. |
ΕΛΕΝΗ
ΤΖΑΤΖΙΜΑΚΗ, Σε ποιόν ανήκει μια ιστορία;,
εκδόσεις Μελάνι, σελ. 62
Μια ιστορία θα σε ωθήσει προς τα εκεί
όπου δεν μπορεί κανείς να πάει Μια ιστορία είναι το συνονθύλευμα του μύθου του
νου και της καρδιάς που δεν έχει σχέση με ό,τι υπήρξε και ποτέ πια δεν θα
υπάρξει Μια ιστορία περιέχει ό,τι έχει λεχθεί και θα λεχθεί ακόμη Μια ιστορία
περιέχει τις σκηνές που έχουν συμβεί και αυτές που δεν έχουν συμβεί ακόμα Μια
ιστορία εν τέλει σε περιέχει ποιητικά
(Παραφράζοντας στίχους
της Νανάς Ησαΐα).
Είναι
γεγονός ότι μια ιστορία μας διαβεβαιώνει πως στη ζωή δεν υπάρχουν αθώα
πράγματα. Προς τα πού πηγαίνει μια ιστορία; Ποιος είναι υπόλογος για μια
ιστορία; Πόσο ακόμα θα υπάρχει μια ιστορία; Πότε μια ιστορία εξακολουθεί να
συμβαίνει κι ενίοτε να επαναλαμβάνεται;
Τι
οδηγεί έναν άνθρωπο στην αφήγηση μιας ιστορίας ή ακόμα καλύτερα τι οδηγεί στη
διεκδίκηση μιας ιστορίας; Θα απαντούσα: Μα μια εύλογη περιέργεια για την
πραγματικότητα. Κι είναι μια πραγματικότητα που όσο την παρατηρούμε τόσο αυτή
αλλάζει. Όπως αναφέρει ο Κριστόφ Γκαλφάρ, ένας από τους σπουδαιότερους
αστροφυσικούς και συγγραφείς του καιρού μας, «Ίσως να μην γίνεται αντιληπτό
αλλά οι καθημερινές μας ενέργειες αλλάζουν τον κόσμο γύρω μας. Καλές ή κακές
ενέργειες, αθώες ή μη, κυρίως αυτές, οι ενέργειες καθαυτές επιδρούν στον κόσμο
μας και τον αλλάζουν».
Όσο
όμως κι αν η μνήμη αγρυπνεί, όσο κι αν η Ιστορία κυκλοφορεί με αλεξίσφαιρο
γιλέκο πολύ λίγα έχουν αλλάξει τελικά στο συνειδητό κόσμο. Το αρχέτυπο του ανθρώπου
παραμένει ίδιο και μόνη ελπίδα ο ασυνείδητος κόσμος. Αυτό που μένει τελικά
είναι ένα ποίημα για την μοναξιά του παγιδευμένου ανθρώπου στην κοινωνία, ήρωα
και θύμα του μυαλού και της ιστορίας του, η ανάγκη διατήρησης ή ακόμα καλύτερα
της κατάκτησης της ανάμνησης του.
Μικροσκοπικές
κλεψύδρες μη αθώων πραγμάτων είναι τα ποιήματα της συλλογής της Ελένης Τζατζημάκη,
μικροσκοπικές ιστορίες που γεμίζουν με άμμο αντί ν’ αδειάζουν, προσφέροντας την
ευγενική απόλαυση μιας άλλης ανάγνωσης.
Ο ένδοξος θάνατος
Ο Ντον
Ντε Λίλλο υπερασπίζεται τον ένδοξο θάνατο λέγοντας ότι ο ένδοξος θάνατος ενός
σπουδαίου προσώπου δεν θα μπορούσε να αποτελεί επιχείρημα απέναντι στο όνειρο
της αθανασίας.
«Αν
τα όνειρα για την ιδανική ζωή, τον ιδανικό έρωτα, την ελευθερία, συνιστούν μια
όψη της πραγματικότητας γιατί να μη συνιστούν μια όψη της πραγματικότητας; Ακόμα
και τα απραγματοποίητα όνειρα κάθε ιστορίας γιατί να μη συγκροτούν μια όψη της
πραγματικότητας»; Από πού έρχονται όμως αυτές οι ιστορίες σαν όνειρα που
χύνονται επάνω μας;
Η
αληθινή ζωή προκύπτει όταν όλος ο κόσμος κάνει χρήση των ιδιαιτεροτήτων του κι
ευτυχισμένοι είναι όσοι ζουν στην ένταση του απείρου. Εκεί στο άπειρο
εκσφενδονίστηκαν όσοι τόλμησαν να υπερασπιστούν τα ιδανικά τους, όσοι
κατόρθωσαν να μπαινοβγαίνουν με άνεση από το όνειρο στην πραγματικότητα κι από
την πραγματικότητα στο όνειρο. Μέσα από πόρτες που ανοιγοκλείνουν και θα
ανοιγοκλείνουν επ’ άπειρον στην αναζήτηση μιας έστω αλλοπρόσαλλης αλήθειας. Η
ποιήτρια εξομολογείται: Γι’ αυτό ποτέ δεν
αρνήθηκα την αλήθεια – το ήξερα πως θα ’ρθει να με βρει.
Οι
ιστορίες που αναλαμβάνει να ντύσει ποιητικά η Ελένη Τζατζιμάκη φορούν μια τέχνη
που τους αφαιρεί την αναγκαιότητα ν’ απαντήσεις σ’ ένα γιατί. Είναι η πιο
λυτρωτική θέαση του κόσμου. Κι η τέχνη δεν πτοείται μπροστά στην (Ι)ιστορία,
αλλά την προσπερνά τρέχοντας, όπως θα έλεγε κι ο Κοκτώ, τρέχοντας πιο γρήγορα
από την ομορφιά ή όπως λέει η ποιήτρια για τη διερεύνηση ενός ονείρου ή την
προοπτική μιας άγνωστης ευτυχίας, για το αδιάβατο τοπίο που την παρασέρνει, για
τους ανέμους στους οποίους επιμένει, για τη ζωή σε ακραία θερμοκρασία.
Ο μινώταυρος του Πικάσο
Κι
ένας άλλος μεγάλος δημιουργός ο Πάμπλο Πικάσο είχε πει χαρακτηριστικά: «Αν
κάποιος σημείωνε πάνω σ’ ένα χάρτη όλες τις διαδρομές που διήνυσα και τις ένωνε
μεταξύ τους με μια γραμμή θα σχεδίαζα έναν μινώταυρο».
Κατά
την ταπεινή μου άποψη ένας μαινόμενος μινώταυρος με ακονισμένα κέρατα θα
προέκυπτε κι από τις γραμμές που συνδέουν όλες τις ιστορίες που γράφτηκαν από
τον κόσμο για τον κόσμο. Ένα τέρας που βρυχάται πληγωμένο, αιμόφυρτο, άγρυπνο
κι οπωσδήποτε αθάνατο.
Ένας
μινώταυρος άλλοτε άγριος άλλοτε εξημερωμένος, το αιώνιο θηρίο της ιστορίας που
παραμονεύει στο λαβύρινθο ενός κόσμου μεταφορικά ανεξερεύνητου ακόμα, που
λουφάζει, που κρύβεται, που εφορμά κι επιτίθεται τυλιγμένος σε νέφη, σε πάθη, σε
μέθη, στο συνονθύλευμα του μύθου και της παραφοράς για ό,τι διατείνεται
αντικειμενικό και μόνον αντικειμενικό δεν είναι. Για την υποκειμενικότητα της
ομορφιάς, της αλήθειας, της λογικής, του ιδανικού, του ιδεώδους, για την
υποκειμενική ματιά ενός βλέμματος που βλέπει αυτό που θέλει να δει, για την
υποκειμενική θέαση της υποκειμενικής πραγματικότητας με τις αμέτρητες εκδοχές
και τις αμέτρητες ερμηνείες.
Ιπτάμενα κέρματα
Τα
άχρονα στοιχεία μιας ιστορίας, έρωτα, πάθους, πολέμου, αγώνα, θυσίας, ηρωισμού
αναζητά ποιητικά η Ελένη Τζατζιμάκη για να συνθέσει τελικά την ανθρώπινη αιώνια
πλευρά της, την ανθρώπινη αιώνια πλευρά κάθε ανθρώπου που αγωνίζεται να υπάρξει
βιολογικά, ποιητικά και ιστορικά κι η τέχνη είναι η μόνη που πετυχαίνει αυτήν
τη μοναδική την απόλυτα λυτρωτική μεταφυσική ανατροπή. Το αστάθμητο είναι το
πάντρεμα της βέβαιης αβεβαιότητας με την βαρύτητα της ελαφρότητας. Πετώντας ένα
κέρμα ψηλά στον αέρα, ξέρεις. Η αλήθεια και το ψέμα, το σωστό και το λάθος, η
αγάπη και το μίσος, η ζωή κι ο θάνατος, είναι η καλή κι η ανάποδη του ίδιου
νομίσματος.
Βαθύς είναι ο κόσμος
Αδικία,
ανισότητα, εκμετάλλευση, βαρβαρότητα είναι μερικές μόνο από τις σκληρές όψεις
του κόσμου που απασχολούν την ποιήτρια. Και αυτό που ποτέ και πάντα δεν μπορεί
να διευκρινιστεί είναι το ποιος είναι θύμα ποιού. Είναι ο άνθρωπος θύμα της
ιστορίας του ή είναι η ιστορία θύμα του ανθρώπου της; Κατάματα αν κοιτάξει
κανείς την Ιστορία με Γιώτα κεφαλαίο ή κατάματα αν κοιτάξει κανείς μια ιστορία
με γιώτα μικρό θα οδηγηθεί οπωσδήποτε στο συμπέρασμα ότι το μάτι που κοιτά
είναι το μάτι του τυφώνα που σε βλέπει και μέσα στην αιωνιότητα του ακραίου
«μετεωρολογικού φαινομένου» της ζωής η ανθρώπινη διάσταση θα φαντάζει πάντα μια
σπαρακτική λεπτομέρεια.
«Η
συμπόνια είναι η πιο βαθιά άβυσσος» είχε γράψει κάποτε ο Νίτσε κι έκτοτε όσοι
την ανθρωπιά αναζητούν, αυτό το αδιαπέραστο, γνωρίζουν καλά τι σημαίνει να
εμβαθύνουν στην άβυσσο.
Kι αν όπως λένε «όλος ο κόσμος φτιάχτηκε για να
καταλήξει σ’ ένα βιβλίο» κι αν πάλι όπως διατείνεται ο Νίτσε «είναι ο κόσμος
βαθύς», τότε το πάντρεμα των δύο θέσεων μάς δίνει έναν κόσμο βαθύ σαν βιβλίο ή
ένα βιβλίο βαθύ σαν κόσμο.
Όμως
αν ο κόσμος είναι βαθύς σαν την ιστορία τότε και η ιστορία είναι βαθιά σαν τον
κόσμο κι η ανυπόκριτη φωνή της Ελένης Τζατζημάκη μας σιγοτραγουδά πως η Ποίηση
είναι ένας τύπος καλλιτεχνικής υπενθύμισης γι’ αυτό που χάνεται σε κάθε
μικρόψυχο καιρό. Γι’ αυτό που χανόταν σε όλους τους καιρούς. Γι’ αυτό που
χανόταν πάντοτε. Κι αυτό που χάνεται είναι η ανθρωπιά και η συνείδηση του
κόσμου κι όπως γράφει η ποιήτρια:
Η ιστορία χρεώθηκε το παρελθόν και το παρόν
η ποίηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου