6/11/16

Ποίηση και μουσική: ένα απρόσμενο δώρο του Λόγου

ΤΗΣ ΒΕΡΟΝΙΚΗΣ ΔΑΛΑΚΟΥΡΑ

Λυδία Δαμπασίνα, Gini coefficient, 2016, Γενί Τζαμί, Θεσσαλονίκη


ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ, Ανακομιδή. Ακολουθία ποιημάτων και τραγουδιών, Βιβλίο- cd, Εκδόσεις Eν Πλω, 2016

Ίσως δεν είναι συνηθισμένο κάποιος που δεν ασχολείται συστηματικά με την κριτική της ποίησης να επιθυμεί να γράψει για βιβλία ποιητών των οποίων το έργο, παρόλο το ενδιαφέρον, την ουσία, το ογκηρό περιεχόμενο, παρέμειναν στη σκιά και σε μία σιωπή που άλλωστε προσιδιάζει με την στάση των δημιουργών τους. Ας δεχτούμε λοιπόν, ότι ένας από τους παραπάνω και γω, θέλω να μιλήσω για δύο βιβλία του Άγγελου Καλογερόπουλου τα οποία πλουτίζουν την νέα ελληνική ποίηση: Πρόκειται για την συλλογή ποιημάτων με τον τίτλο Ερωδία, την πρώτη του ποιητή (Εκδόσεις Ερουρέμ,1986) και την τελευταία, την Ανακομιδή που κυκλοφόρησε πρόσφατα μαζί με ένα cd.
Χωρισμένα σε τρεις ενότητες (Το σώμα, Οι δροσερές υπεκφυγές του λίβα, Το επόμενο πρωί ), τα Ερωδία κινούνται γύρω από έναν σταθερό άξονα· τον έρωτα και τη θρησκευτικότητα που εκκοσμικεύοντας το συναίσθημα, κατορθώνει συγχρόνως να προσδώσει στο πάθος στοιχεία περισσότερο πνευματικά παρά γήινα.
Το σώμα προεκτείνεται αργά·/ αγγίζεις πια τις παρειές εκκολαπτομένων γιγάντων/
καίγεσαι, καίγεσαι / βουβαίνοντας τα πλήθη των ανθρώπων/ βαθαίνουν οι ρωγμές και μένεις μόνος.
(Μηδέν)

Συνέρχονται γυναίκες με τα κόλλυβα ευλαβικά/ πέντε η ώρα ακριβώς και μνημονεύουν./ Σμίγεις εσύ και το θυμίαμα και η οσμή του πόθου/ ο κόσμος χαίρεται/
κι ορέγεται καρπούς που δεν τους έχει δοκιμάσει.
( Η ώρα πέντε ακριβώς)
Δεν πρόκειται για μια αντίσταση στη σάρκα, ο ποιητής έχοντας συνειδητοποιήσει τη μυστική ουσία του έρωτα πιστεύει ότι το φθαρτό μπορεί με την Χάρη να μετουσιωθεί. Ό,τι απομένει και όσα τελικά θα χαθούν, θα αποκτήσουν μια υπόσταση «πέραν του κόσμου τούτου», η οποία όχι μόνον τους ταιριάζει περισσότερο από αυτή που βιώνουμε συγκρουόμενοι με την απώλεια, αλλά θα χαριστούν εν τέλει ως δώρο. Νομίζω δεν υπάρχουν στην νεώτερη ελληνική ποίηση πολλά ποιήματα που δεν αναφέρονται στο σώμα, στον πόλεμο, την ήττα ή – σπανιότερο- στην νίκη του έρωτα-θανάτου· όμως σπάνια αυτή η μάχη ανάμεσα στην στάχτη, την αφθαρσία, το ψέμα, το μικρό ή το πιο μεγάλο αποδίδονται τόσο εκφραστικά όσο σε δύο εξαιρετικά ποιήματα της πρώτης ενότητας, των Ερωδίων, που επιγράφεται Το σώμα:
Είναι το σώμα μιας γυναίκας/ τα μάτια της κυρίως/ και τα νεκρά μου χέρια/ στα γόνατά της. [..] Έπεσε, έπεσε/ και γίνανε τα γόνατά της στάχτη.
(Το σώμα μιας γυναίκας)
Η παρουσία της αιθρίας δίπλα σου/η κόχη των ματιών σου άνευ όρων/σαν τα πουλιά που χαμηλά πετάξανε/ όλα μαζί γιατί θα βρέξει./ Το σώμα αναδύεται αργά/ εκτίθεται στη θέα των ανθρώπων/ και μια σταγόνα επιστρέφει στο βυθό. [..] Λόγια που δεν κατάλαβε κανείς/ ανεπανάληπτα....
(Η παρουσία της αιθρίας δίπλα σου )
Η δεύτερη ενότητα της συλλογής, Οι δροσερές υπεκφυγές του λίβα, αποδίδουν σε πεζόμορφα κείμενα, την ίδια αγωνία του: εδώ σε μορφή ημερολογίου ή αναπαράγοντας εικόνες ενός καλοκαιριού που σημάδεψε (όπως τα περισσότερα καλοκαίρια) τη θερινή ανάπαυλα, το όνειρο και η μνήμη προσπαθούν να δώσουν μια απάντηση στα ίδια ερωτήματα:
 Έψαξα να βρω το κομποσχοίνι που μου ’χε ένας καλόγερος χαρισμένο. Το κράτησα λίγο στο χέρι μου σαστισμένος. Έφυγα αμέσως. Εκείνη δεν είχε πλέον όνομα. Περίμενε την κρίσιμη στιγμή για να υπάρξει ολοκληρωμένη και αυτούσια, ξαναβαφτισμένη με το ίδιο της το όνομα...
Ενώ στην τρίτη ενότητα, Το επόμενο πρωί, ο ποιητής μοιάζει να επανέρχεται αφυπνιζόμενος, στην πραγματικότητα ενός κόσμου στον οποίο δεν χαρίζεται τίποτε.
Το Καμένο χόρτο δεν ξαναφυτρώνει, η Ελένη δεν υπήρξε, η Ταφή έγινε, η Θερμή χειραψία απομάκρυνε τους εραστές, το Πρωινό φως έχει τη γεύση της στάχτης, την Επόμενη μέρα.. «..ξημερώνοντας/ με τους ιριδισμούς στην άκρη των ματιών/ ξαναγυρεύει τα σημάδια των καρφιών.» Έως ότου ο Πλησίον «..έλεγε ν’ αδειάσει τον τόπο που έπιανε/ για να χωρέσει ο Θεός.»
Στο επίμετρο της τελευταίας συλλογής του Ανακομιδή, ο Άγγελος Καλογερόπουλος αναφερόμενος στα τραγούδια που την συνοδεύουν σε cd με αξιόλογους συντελεστές που αποδίδουν με ιδιαίτερη ευαισθησία ποιήματα μελοποιημένα από τον ίδιο (Καίτη Κουλλιά, Γιώργος Καλκάνης – η ερμηνεία του τού ποιήματος «Αυτή τη μέρα είναι σπάνιας ευαισθησίας»), σημειώνει: «δεν γράφω ποιήματα για να μελοποιηθούν ούτε και μελοποιώ τα δικά μου ποιήματα. Συμβαίνει όμως να γράφω κάποια τραγούδια ή κάποιες μουσικές που έχουν μια εσωτερική σχέση με τα ποιήματά μου. Η Ανακομιδή δεν είναι μια ποιητική συλλογή, αλλά μια ‘ακολουθία’ -δηλαδή μια οργανική συνύπαρξη ποιημάτων, τραγουδιών, και μουσικής- όπου ενώ τα επί μέρους δεν χάνουν την αυτοτέλειά τους, συνυπάρχουν σε μια συναγωγή επί τω αυτώ.»
Είναι κοινός τόπος ότι το έργο ενός δημιουργού, ιδίως αν πρόκειται για ποιητή, επιβάλλει, άμεσα ή έμμεσα, να το δούμε ως σύνολο, ως μία ολότητα που από μόνο του ορίζει. Της Ανακομιδής προηγήθηκαν επτά βιβλία· έξι ποιητικά (Λύσις της συνεχείας του δέρματος [1990], Σύρραμα [1996], Αργά Μαθήματα [2002], Το φωτεινό παράθυρο [2004] , Έτσι είναι [2010], Αφηγήσεις ενός επόμενου κόσμου[ 2013]). Επίσης μία μελέτη, Ο θρους του δόρατος. Η μουσική στον Παπαδιαμάντη [ 1993].
 Η επιλογή μου να σταθώ σε δύο μόνον βιβλία του Άγγελου Καλογερόπουλου δεν οφείλεται μόνο σε λόγους προσωπικούς (μια ιδιαίτερη προτίμηση σε αυτά), αλλά και στη διάθεση ανίχνευσης εκείνου που συνδέει την πρώτη συλλογή, τα Ερωδία, με αυτήν που μόλις εκδόθηκε: την ερωτική αναζήτηση των πραγμάτων του κόσμου, την εσωτερική μουσικότητα, την προβολή εικόνων του παρελθόντος και το δέσιμό τους με το «πραγματικό» - τη διάψευση του σήμερα. Ο ποιητής προσεγγίζει, και εδώ σε χαμηλότερους τόνους, τα στοιχεία που ορίζουν τον προβληματισμό του. Το τέλος και η φθορά του γήινου και η πορεία προς αυτό, το καλοκαίρι, το φως, ο ήλιος, η σελήνη, το νερό, η σύντροφος ως θηλυκή δημιουργός υπόσταση δένουν το τραγούδι με το διαρκές και ίσως αναπάντητο ερώτημα της αποχώρησης. Ανακομιδή είναι «η μεταφορά των οστών νεκρού σε άλλον τάφο ή οστεοφυλάκιο» · αυτή η μετακίνηση μήπως σημαίνει επίσης και την αναχώρηση, την αποξένωση από τον γενέθλιο τόπο όπου δέχθηκε τους αγαπημένους νεκρούς; Ιδιαίτερα ευαίσθητος αναγνώστης της ποίησης επισημαίνει τη διττή έννοια της λέξης στο έργο του Άγγελου Καλογερόπουλου. Η χρήση της τραυματίζει για πολλούς λόγους· το μεταφυσικό –αν υπάρχει- γίνεται ένα ταξίδι μέσα στον χρόνο, οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη , από την επαρχία του εξήντα βρισκόμαστε στα μεσημέρια του άστεως ..κουβαλώντας τους επόμενους νεκρούς.
Ένα απόσπασμα από το ποίημα στο οποίο οφείλει τον τίτλο της η συλλογή αναδεικνύει, διαβάζοντας μέσα από τις γραμμές, τον χαρακτηρισμό της από το δημιουργό της ως ακολουθία. Η συνύπαρξη του λόγου με τη μουσικότητα και της «πεζής» καταγραφής μιας ιερής διαδικασίας με την πορεία του ζώντος ανθρώπου, προκαλούν τη λύρα που ακολουθεί, δένουν με το τραγούδι.
Η ανακομιδή
Μου πήρε χρόνια αυτό το ταξίδι.../ Και τώρα εδώ πληρωμένοι εργάτες σκάβουν το λάκκο μαυροφόρες πλένουν τα οστά με κρασί ημιμαθείς της προόδου παραδίδουμε το θάνατο στα ειδικά συνεργεία.../ Ο ιερέας διαβάζει τις ευχές και η αρχαία γυναίκα υψώνει μετρίως το κρανίο μετά από χρόνια στο φως./ Κι ένας ένας χαμηλώνουν το βλέμμα και φεύγουν μαύρες σκιές μέσα στο φως παχιές μαύρες σκιές που αφήνουνε το θάνατο στη λήθη.../ Μου πήρε χρόνια αυτό ταξίδι.

Η Βερονίκη Δαλακούρα είναι ποιήτρια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου