27/11/16

Γιάννης Σκαρίμπας: Ιδιολεξία

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Ηλίας Παπαηλιάκης, Delos, λάδι σε καμβά, 22 x 20 εκ


ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Το γλωσσικό όργανο του Σκαρίμπα είναι ουσιαστικά ένα συνονθύλευμα από ετερόκλητα στοιχεία –παρακαταθήκες που περιλαμβάνουν το δημοτικό τραγούδι, πολλές λαϊκές λέξεις, το τοπικό ιδίωμα, νεολογισμούς, λέξεις της αργκό, ξενικές εκφράσεις, λεκτικά παιχνίδια, αμφισημίες– τα οποία, συνταιριασμένα με επιδεξιότητα, κομίζουν έναν εντελώς καινούργιο και πρωτοποριακό αέρα στα λογοτεχνικά δεδομένα. Και βεβαίως, συντελούν αποφασιστικά στον εντυπωσιασμό αλλά και στον προβληματισμό των πνευματικών ανθρώπων της εποχής.
Πιο κάτω παρουσιάζονται αναλυτικά οι γλωσσικές ιδιομορφίες κάθε κειμένου˙ είναι τόσες πολλές, ώστε συχνά η γλωσσική του ιδιόλεκτος να προσεγγίζει τα όρια μιας ιδιότυπης διαλέκτου, της «γιαννοσκαριμπικής», όπως την αποκαλούσε ο ίδιος. Ο συγγραφέας αισθανόταν ιδιαίτερα περήφανος για το ιδιόμορφο γλωσσικό του όργανο –αυτές τις λέξεις τις πρωτόπλαστες– που είχε διαμορφώσει με το προσωπικό του αισθητήριο.
Το πώς καμαρώνει για το ολότελα προσωπικό του λεξιλόγιο, δεν λέγεται! (Και με το δίκιο του, ε;).Μου λέει: Στην αρχαιότητα ήταν ο Απόλλωνας ο Λοξίας, στην τωρινότητα είναι ο Σκαρίμπας ο Λεξίας! Και ξεφουρνίζει τέτιες λέξεις, φιαγμένες ατάκα κι επί τόπου, την πάσα ώρα. Μου λέει: “τι γίνεται με τους σοβιετικούς ουρανιτζήδες;”(=τους αστροναύτες) ή “αυτοί οι μπονβιβέρηδες, οι αλλουβρεχίτες”.
Μελετώντας το έργο του, εξελικτικά από βιβλίο σε βιβλίο, παρατηρούνται κάποια σταθερά χαρακτηριστικά, τα περισσότερα όμως παραλλάσσουν και εφευρίσκονται από την αρχή. Με άλλα λόγια, αν περιμένει κανείς να ανακαλύψει τις γνωστές σκαριμπικές μανιέρες σε κάθε βιβλίο, θα αποτύχει. Ο συγγραφέας δεν παύει να ξαφνιάζει με την καινοτομία και την εφευρετικότητά του. Τα μόνα στοιχεία που θα συναντήσουμε σταθερά είναι: 1. οι τοπικοί ιδιωματισμοί και οι λέξεις της αργκό, για τα οποία δίνεται αναλυτικό γλωσσάριο στο τέλος κάθε βιβλίου, 2. η πληθωρική χρήση των σημείων στίξης, όπως παύλες, παρενθέσεις, άνω τελείες, αποσιωπητικά, εισαγωγικά, θαυμαστικά, όλα αξιοποιήσιμα και εν αφθονία, δίχως να ενοχλούν τον αναγνώστη ή να παρεμποδίζουν τη συνοχή της πρότασης. Μάλιστα, είχε κατακυρώσει τη χρήση δύο ειδών από αποσιωπητικά, με δύο ή τρεις τελείες, ανάλογα με την παύση που ήθελε να επιτύχει, 3. η συχνή  χρήση της έκθλιψης και της αφαίρεσης φωνηέντων.

Για τη γλώσσα του, σημειώνει χαρακτηριστικά ο πεζογράφος Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος:
Αδέσμευτη, ελεύθερη, ενιαία – […]καθίσταται στον Σκαρίμπα το φοβερό του εργαλείο. […] αντιλαμβανόμαστε πόσο βαθύς γνώστης της ελληνικής υπήρξε: τί παράδοση και τί φορτίο κουβαλούσε, πόσο τον συνείχαν η μουσικότητα και ο ρυθμός. Του ήταν εύκολο επομένως να πειραματίζεται με τη σύνταξη, με τις μετοχές, με την έκθλιψη, με τους παρατονισμούς. Ο Σκαρίμπας, πρέπει να υπογραμμίσουμε, ανέλαβε υπό τη γραφίδα του ένα κούφιο και αμελητέο σημείο στίξης, την παύλα, και το ανέδειξε σε μείζον σημείο του γραπτού μας λόγου.
Συμπερασματικά, για τον Σκαρίμπα, η γλώσσα αποτέλεσε όργανο στηλίτευσης και ανελέητου καυτηριασμού των κακών κειμένων, αλλά και των αστικών συνηθειών, τρόπων, εμμονών, προκαταλήψεων και ιδεοληψιών. Σε ποιους στόχευε όμως εξαπολύοντας την πικρόχολη σάτιρά του; Ήταν οι «διευθύνοντες σύμβουλοι», οι «υγιώς σκεπτόμενοι», οι «κύριοι», οι επιφανειακώς έντιμοι συμπολίτες του που διαπράττουν τις ατιμίες τους με τίμιο και νόμιμο τρόπο, οι «τα πρώτα φέροντες», βουλευτές, μέτοχοι, διευθυντές, σύμβουλοι και πρόεδροι. Όταν τους αντιμετωπίζει, γίνεται αμείλικτος.

Είναι τα νευρόσπαστα της σύγχρονης ζωής, τα αυτοϊκανοποιημένα και ανυποψίαστα ευτυχή μηδενικά, οι «εαυτούληδες», οι «υγιώς σκεπτόμενοι», οι «αναρριχητικοί», οι διευθύνοντες σύμβουλοι, οι θεατρίνοι –της ζωής και όχι του θεάτρου–, οι «τα πρώτα τη κοινωνία φέροντες». Και πέρα απ’ αυτούς, είναι τα φετίχ, οι μηχανισμοί, οι χρεωκοπημένες συμβατικότητες, η φαλκίδευση των αισθημάτων, η παρακμή μιας κοινωνίας χαμαιλεόντων. Ενάντιος στέκει ο συγγραφέας απέναντι στον κόσμο τούτο. Αυτή είναι η δεσπόζουσα στάση του. (Δ. Ραυτόπουλος)

Εκτός όμως από αυτήν την παράμετρο, και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιάζουσα, εκκεντρική προσωπικότητα του Σκαρίμπα, που σαν ένας σύγχρονος Σωκράτης, μια ενοχλητική αλογόμυγα, δεν επιτρέπει σε κανέναν να επαναπαυθεί αλλά επιτίθεται με όπλο τον λόγο, θα πρέπει να υπολογιστεί η ιδιαίτερη σχέση του με τους αναγνώστες.
Πολύ προτού διατυπωθούν οι θεωρίες της αναγνωστικής πρόσληψης και επανεκτιμηθεί ο ρόλος του αναγνώστη στην αφηγηματική διαδικασία, ο Σκαρίμπας ήταν από τους πρώτους που απαίτησε, με πραγματική επιμονή, την ενεργό συμμετοχή του. Γι’ αυτόν τον λόγο λοιπόν στήνει γλωσσικές παγίδες, δημιουργεί λεκτικά αναχώματα, σκαρώνει υφολογικά τερτίπια, πλέκει ιστούς υφασμένους με τις πιο ακραίες γλωσσικές ιδιοτροπίες, εκτελεί συντακτικά ακροβατικά νούμερα, προκειμένου όχι μόνο να εμπλέξει ενεργά τον αναγνώστη αλλά και να τον δυσκολέψει, να τον προβληματίσει, να τον κινητοποιήσει.
Σε αυτό συνεπικουρεί βεβαίως και η σατανική γοητεία της προσωπικότητάς του όσο και η απαράμιλλη υφολογική και γλωσσική δεξιοτεχνία του. Ο αναγνώστης δεν θα διαβάσει με άνεση και ευκολία ένα βιβλίο του Σκαρίμπα· τελειώνοντάς το θα έχει την εντύπωση πως έδωσε μια επίπονη μάχη και την κέρδισε. Κι αυτό γιατί ο βαθμός ανοικείωσης που προκαλεί έντεχνα ο συγγραφέας στον λόγο του, είναι αρκετά αυξημένος.
Μια τρίτη παράμετρος, την οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη στη μελέτη της γλωσσικής ταυτότητας του συγγραφέα, είναι ότι έρχεται να συνταυτιστεί με θαυμαστή συνέπεια με το περιεχόμενο των έργων του.
Η αντισυμβατική, ανατρεπτική κι αιρετική ματιά του στη ρευστότητα της πραγματικότητας και στον κατακερματισμό της συνειδησιακής ροής των αντιηρώων του, δεν θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί από μια πιο συμβατική γλωσσική έκφραση. Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στο έργο του, όλοι αυτοί οι εξαιρετικά αποκλίνοντες, κωμικοτραγικοί χαρακτήρες, δεν διαθέτουν σίγουρα την ακλόνητη αίσθηση της λογικής, όπως την εννοεί ο κοινός νους. Είναι όλοι τους διαταραγμένοι ψυχικά και παραδέρνουν συνεχώς σε κόσμους ανάμεσα στη φαντασία, την ουτοπία και την πραγματικότητα. Αυτοί οι χαρακτήρες αναποδογυρίζουν τη γνώριμη εικόνα του κόσμου. «Τα γυρίζω ανάποδα για να σταθούνε όρθια», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Ο σκαριμπικός κόσμος ως αντιστροφή του κόσμου της καθημερινότητας είναι η αποκατάσταση της ορθολογικής ισορροπίας. Έτσι ό,τι η ιδεοληψία της καθημερινότητας μάς εμφανίζει ως σωστό και ορθό, αυτή είναι η ανάποδη όψη της πραγματικότητας, σημειώνει σχετικά μια σύγχρονη μελετήτριά του [Γ. Λαδογιάννη].
Μια τέτοια οπτική δεν θα μπορούσε να υπηρετηθεί λοιπόν παρά από μια κατακερματισμένη, νευρόσπαστη, εξαρθρωμένη γλώσσα που υφολογικά, συντακτικά αλλά και σημειολογικά αποτελεί μιαν απόπειρα επανεγγραφής του κόσμου «όξω απ’ τα όριά του», όπως ονειρευόταν ο συγγραφέας.

Από το βιβλίο, Γιάννης Σκαρίμπας, Παραδοξολογίες και γλωσσικές ακροβασίες
στο πεζογραφικό έργο του
, εκδόσεις Poema

Η Χαρά Νικολακοπούλου είναι φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου