Του Σπύρου Κακουριώτη
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΟΥΖΕΛΗΣ, Ο Χάσης (Το
τζάκωμα και το φτιάσιμον), Εισαγωγή - Επιμέλεια - Σημειώσεις: Ζήσιμος
Συνοδινός, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 2024, σελ. 526
Ορόσημο για το επτανησιακό θέατρο, Ο
Χάσης, έργο του ζακυνθινού Δημητρίου Γουζέλη (1774-1843) γραμμένο το 1790, στα
τέλη του 18ου αιώνα, αποτελεί, όπως και ο συγγραφέας του, «γνήσιο παιδί των
ημερών της ακμής του τρελού Τζάντε», σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Σπύρου
Ευαγγελάτου, που πρώτος ανέλαβε το ρίσκο, στη σύγχρονη εποχή, να το μετατρέψει
σε παράσταση, παρά τις πολλές δυσκολίες που παρουσιάζει, και να το παρουσιάσει με
τη Νεοελληνική Σκηνή του, το 1964.
Έργο γραμμένο στη ζωντανή
ντοπιολαλιά της εποχής του, με τη μορφή τετράπρακτης «ομιλίας», της ιδιαίτερης,
δηλαδή, μορφής του λαϊκού θεάτρου που συναντάται στη Ζάκυνθο, αποτελεί μια
βωμολοχική σάτιρα, με κεντρικό ήρωα έναν φαφλατά και ψωροπερήφανο παπουτσή, ένα
υπαρκτό πρόσωπο, που μάλιστα διατηρούσε το κατάστημά του απέναντι από το σπίτι
του ποιητή, καθώς και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του.
Ο Χάσης αποτελεί ένα έργο
κομβικό, τόσο για το επτανησιακό όσο και για το νεοελληνικό, γενικότερα,
θέατρο. Από τη μια, αποτελεί την τελευταία απόληξη της κρητοεπτανησιακής
κωμικής παράδοσης, που ξεκινά 200 χρόνια πριν από αυτόν, με τον Κατζούρμπο,
απηχώντας τεχνοτροπίες της κρητικής δραματουργίας που, με τη σειρά τους,
τρέφονται από την ιταλική κωμωδία και την commedia dell’arte· από την άλλη, με τα στοιχεία
κωμωδίας χαρακτήρων που διαθέτει, ιδιαίτερα με την ηθογραφική λειτουργία των
πραγματολογικών του στοιχείων, προαναγγέλλει, τρόπον τινά, την τάση εκείνη της
ηθογραφίας του 19ου αιώνα που θα απολήξει στο κωμειδύλλιο. Αποτελεί, συνεπώς, ένα
«βασικό θεατρικό κείμενο της νεοελληνικής δραματολογίας», όπως τονίζει ο κορυφαίος
μελετητής της Βάλτερ Πούχνερ, επισημαίνοντας ότι η μέχρι τότε [1995] έλλειψη
μιας κριτικής έκδοσης συνέβαλλε στη μη ολοκληρωμένη εκτίμησή του.
Γραμμένο αρχικά μάλλον για να
διαβάζεται (όπως δείχνει και ο μεγάλος αριθμός χειρόγραφων αντιτύπων του έργου
που υπήρχαν στη Ζάκυνθο, αλλά καταστράφηκαν από την πυρκαγιά που ακολούθησε τον
μεγάλο σεισμό του 1953), σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, καθώς από το έργο λείπει
τόσο η ενιαία πλοκή όσο και η ενότητα διαδοχής των σκηνών στον χώρο και τον
χρόνο, γνώρισε αλλεπάλληλες εκδόσεις, μετά τον θάνατο, όμως, του Γουζέλη.
Ο ποιητής του Χάση, ανιψιός
του Αντωνίου Μαρτελάου, γαλουχήθηκε από μικρός με τα νάματα της Γαλλικής
Επανάστασης. «Καρμανιόλος», μέλος της ιακωβίνικης λέσχης της Ζακύνθου και
ένθερμος οπαδός του Ρήγα, μέλος της λαϊκής πολιτοφυλακής στα 1797-1798, θα
καταλήξει αιχμάλωτος στην Πόλη ύστερα από τη ρωσο-οθωμανική κατάκτηση των
Επτανήσων, ενώ μετά την απελευθέρωσή του θα καταφύγει στη Γαλλία και τη βόρεια
Ιταλία, για να καταταγεί στις λεγεώνες του Ναπολέοντα.
Μέλος της Φιλικής Εταιρείας, όταν
ξεσπάσει η Επανάσταση θα επιστρέψει κρυφά στη Ζάκυνθο για να συγκροτήσει
εθελοντικό σώμα, με το οποίο θα περάσει στον Μοριά, για να πάρει μέρος στην
πολιορκία της Τριπολιτσάς, της Μεθώνης και του Νιόκαστρου. Παράλληλα, θα
υπηρετήσει την επαναστατική Διοίκηση ως ανώτερος δικαστικός, θέση που θα
διατηρήσει και μετά την Ανεξαρτησία, κατά την καποδιστριακή και οθωνική περίοδο,
ενώ θα συγγράψει σειρά πατριωτικών διδακτικών και παραινετικών έργων, σε γλώσσα
τελείως διαφορετική από αυτήν του νεανικού και δροσερού Χάση. Ο «αγαθός
ποιητής και στρατιώτης» θα πεθάνει στον Πύργο της Ηλείας, μακριά από την
αγαπημένη του πατρίδα, όπου μετά από τόσα χρόνια τίποτα δικό του δεν είχε
απομείνει.
Έχοντας καταφέρει να εντοπίσει την
πρώτη έκδοση του Χάση, αυτήν του 1851, από το περίφημο τυπογραφείο «Ο
Ζάκυθος», ο ιστορικός και αρχειακός Ζήσιμος Συνοδινός προχώρησε σε μια
ενημερωμένη και εμπλουτισμένη νέα έκδοση του Χάση, καθώς η πρώτη, που
είχε επιμεληθεί ο ίδιος, το μακρινό 1997 (για τις εκδόσεις Ωκεανίδα) ήταν προ
πολλού εξαντλημένη.
Στην καινούργια αυτή έκδοση, που
έγινε διαθέσιμη χάρη στο Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, η προσέγγιση παραμένει
ιστορική και φιλολογική, καθώς ο επιμελητής δεν υπεισέρχεται σε θεατρολογικούς
προβληματισμούς σχετικά με τα σκηνικά ζητήματα που ανακινεί ο Χάσης.
Η ανακάλυψη της πρώτης έκδοσης
επέβαλε αλλαγές τόσο στο κριτικό υπόμνημα όσο και στα συμπεράσματα του
επιμελητή, σε σχέση με την έκδοση του 1997, ενώ στην παρούσα έχουν προστεθεί
ένα κατατοπιστικό βιογραφικό σημείωμα για τον συγγραφέα, έχουν επαυξηθεί τα
κριτικά σχόλια, τα αποσπάσματα παλαιότερων και νεότερων κριτικών για το έργο
που αναδημοσιεύονται, και η βιβλιογραφία, ενώ επίσης παρατίθεται στο τέλος ένας
ιδιαίτερα χρήσιμος πίνακας αναφερομένων προσώπων και έργων.
Έτσι, ο Ζήσιμος Συνοδινός παραδίδει
στον σύγχρονο αναγνώστη ένα κριτικά αποκατεστημένο κείμενο, χάρη στην
αντιπαραβολή όλων των διαθέσιμων εκδόσεων, αλλά και του μοναδικού χειρογράφου
που σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη, σε μια έκδοση χρηστική, που διαθέτει
στιχαρίθμηση, εκτενέστατο γλωσσάριο των πολυάριθμων βενετσιάνικων, ιταλικών
κ.ά. λέξεων (χωρίς το οποίο σήμερα είναι αδύνατη η κατανόηση του κειμένου),
χρονολόγιο του επτανησιακού θεάτρου, αναφορά στις παραστάσεις του έργου στη
νεοελληνική σκηνή κ.λπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου