19/1/25

Το σπίτι μέσα στο σπίτι

Δημήτρης Περδικίδης, Άπειρο, Μαδρίτη, 1969, μικτή τεχνική σε ξύλο, 79 x 92 εκ. Φωτ.: Σταύρος Ψηρούκης

Του Παναγιώτη Βούζη*

ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΤΟΚΟΣ, Ο σκοπός του αρχιτέκτονα, εκδόσεις Περισπωμένη, σελ. 84

 

Κάποιες φορές τις νύχτες / ο δρόμος γυρίζει σαν φίδι / να δαγκώσει το σπίτι / Τότε τα γεγονότα του σπιτιού υποτροπιάζουν / Η αδελφή μου σμίγει με τον πατέρα / και η μητέρα μου χαράζει τις φλέβες της / μ’ ένα όρασης θραύσμα αυτής της ένωσης / Ύστερα εκεί που το σπίτι τελειώνει απότομα / κουρνιάζει και κλαίει ο πατέρας / και ο μικρός μου αδελφός / του κλείνει το φως να μην τον βλέπουν / Και εγώ / εγώ σαν έρθει η άλλη μέρα / βγάζω τα γεγονότα έξω απ’ το σπίτι / στον απόλυτο ήλιο του ποιήματος

(«Το σπίτι-βάθος»)


Το κάθε ποίημα της συλλογής αναφέρεται σε ένα σπίτι. Εκεί κατοικούν αιώνια ο πατέρας, η μητέρα, ο ποιητής και ο μικρός αδερφός. Το κάθε σπίτι αντιπροσωπεύει τη ψευδαίσθηση της μνήμης και, παράλληλα, τον αδυσώπητο ρεαλισμό του χρόνου. Η πρώτη αποδεικνύεται ψευδαισθησιακή, γιατί ο δεύτερος, ο χρόνος, αποτελεί μια συντελεσμένη εκτύλιξη της προσωπικής πραγματικότητας. Ουσιαστικά, μια κατασκευή. Ώστε, κάθε ποίημα αντιστοιχεί σε ένα διαφορετικό οικοδόμημα της προσωπικής πραγματικότητας, μια εκδοχή της. Σε όλες τις εκδοχές, η φθορά, σαν πατίνα, επικάθεται παντού. Η οικογένεια διαβρώνεται από τον ακίνητο χρόνο. Αυτό συνιστά την τιμωρία της. Οπότε, όλα τα εγκλήματα, τα οποία καταγράφονται, τα διαπραγμένα από τα μέλη της και μεταξύ των μελών της, δεν είναι παρά αιτίες που διαδέχονται το αιτιατό: Στο πλαίσιο μιας retrocausality, μιας αιτιακής αλληλουχίας η οποία ξετυλίγεται αντίστροφα, ο οίκος του χρόνου είναι η τιμωρία πριν από τα οικογενειακά εγκλήματα, αυτή που οδηγεί στα εγκλήματα και στο διαρκές αίσθημα της ενοχής. Συνακόλουθα, ενεργοποιείται ο λακανικός συσχετισμός, και ο πατέρας αναλαμβάνει τον ρόλο του Νόμου. Ενός νόμου, βέβαια, ο οποίος εν τη γενέσει του φέρει βαθιές ρωγμές. Ο πατέρας είναι ο μεγάλος ρημαγμένος μέσα στον ρημαγμένο οίκο.

Η συγκεκριμένη συλλογή προκύπτει, λοιπόν, από την εξής υπόθεση εργασίας: Έστω ότι τα ποιήματα είναι σπίτια. Ότι συνιστούν τις δημιουργίες ενός αρχιτέκτονα. Το θετικό, στα ποιητικά βιβλία τα οποία βασίζονται σε μία ορισμένη ή και ανάλογη υπόθεση, έγκειται στο ότι αυτά διακρίνονται για το παιχνίδι των παραλλαγών και για τη στερεότητα. Εν προκειμένω, οι παραλλαγές δρομολογούνται, φυσικά, από τους μετασχηματισμούς της βασικής ιδέας. Η στερεότητα, επιπλέον, παγιώνεται, χάρη στη βασική ιδέα της κατασκευής ενός φανταστικού σπιτιού, η οποία δίνει στα ποιήματα ένα κλειστό οργανωμένο σχήμα και, ταυτόχρονα, εξασφαλίζει μια δεμένη διάρθρωση και υφή στη γλώσσα. Συνολικά, αυτή η ποίηση χαρακτηρίζεται από μια γεωμετρία. Χαρακτηρίζεται όμως και από τον ρυθμό. Ο τελευταίος σχηματίζει μορφές και μοτίβα και βάζει τη γλώσσα σε μια κίνηση απρόσκοπτη, μέχρι το μικρό διάλειμμα, στο τέλος μιας ενότητας, ή μέχρι την καταληκτική παύση.

Το αποτέλεσμα της σύνθεσης των δύο καταστατικών στοιχείων, της γεωμετρίας και του ρυθμού, είναι μια γεωμετρία παράλογη. Πράγμα που φέρνει αυτό το ποιητικό βιβλίο κοντά στην εικαστική τέχνη του Maurits Cornelis Escher, της οποίας κύριο γνώρισμα συνιστούν οι παραδοξολογικές κατασκευές, που έλκουν την καταγωγή τους από τις αρχές της προβολικής γεωμετρίας,  καθώς και από τις προτάσεις της μη ευκλείδειας γεωμετρίας. Έτσι, στα ποιήματα ανεγείρονται οικοδομήματα τα οποία θυμίζουν αδύνατα αντικείμενα, όπως ο Κύβος Necker ή η λωρίδα Moebius. Σημαντικό, ωστόσο, αποδεικνύεται και το γεγονός της υφολογικής συνάφειας του Βασίλη Ντόκου με τον Escher, όταν ο δεύτερος περιγράφει τα έργα του. Δυστυχώς, ο περιορισμένος χώρος δεν επιτρέπει κάποιο παράδειγμα.

Βέβαια, εάν η περιγραφή αδύνατων κατασκευών αναγόταν, εδώ, σε βασική λειτουργία της γλώσσας, τότε η τελευταία θα αρκούνταν σε έναν εργαλειακό ρόλο. Κάτι τέτοιο, φυσικά, αποσοβείται. Χάρη, κυρίως, στον ρυθμό, ο οποίος διαγράφει μορφές και μοτίβα που ανταποκρίνονται στη μη ευκλείδεια γεωμετρία της συλλογής. Χάρη, επιπλέον, σε μια διάλυση η οποία συντελείται, σε ορισμένα σημεία στο σώμα των ποιημάτων, με συνέπεια η περιγραφική λειτουργία να αίρεται και να αναδεικνύεται το βάρος, το βάθος και η επιρροή της απομονωμένης λέξης. Χάρη, τέλος, σε ένα συχνά συνειρμικό προχώρημα, όπου η ανάπτυξη του εκάστοτε θέματος παραδίδεται, πλέον, στην καταβατική γραμμικότητα των στίχων.

Έτσι, ο Βασίλης Ντόκος μεταβάλλει τη γλώσσα σε οίκο του Είναι, προσέχοντας, μάλιστα, σε έναν ειδικό τύπο οντολογίας. Αυτόν του βιωμένου χρόνου μέσα στην πατρική οικία. Η ουσία του σπιτιού αναζητείται ως να πρόκειται για μια ύπαρξη, για ένα είδος ζώου που κρύβεται και φανερώνεται, μέσα στο σπίτι, στους μυχούς και τους διαδρόμους του, αντίστοιχα.   


*Ο Παναγιώτης Βούζης είναι ποιητής και κλασικός φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου