16/6/24

Κώστας Τσώλης, Οσμές χρόνου

Κώστας Τσώλης, κιβώτιο με περιοδικά και κολλητικές ταινίες, 2024

Του Σπύρου Τέγου*
 
Η έκθεση του Κώστα Τσώλη Οσμές χρόνου (Μνήμες & κιβωτός) συνδυάζει με σπάνιο τρόπο την εικονοκλαστική διάθεση απέναντι στη σύγχρονη τέχνη με την τρυφερότητα για τις απολαύσεις που ενίοτε προσφέρει και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να συγκινεί. Ο συνδυασμός τραχύτητας και εκλέπτυνσης διατρέχει το έργο του καλλιτέχνη, καθώς επιχειρεί να αναδείξει συχνά με ειρωνεία και πάντοτε με χιούμορ την ανάλαφρη διάθεση που είναι συχνά απαραίτητη για να σκεφτούμε την ωμότητα. Βέβαια, αυτό συνοδεύεται από μία ακόμη τολμηρότερη πρόταση, ίχνη της οποίας βρίσκουμε στις αναφορές του Τσώλη, στο ζήτημα της πολιτικής βίας στην ιστορία: η βαρβαρότητα του «πολιτισμένου» είναι συχνά πολύ  χειρότερη από τη βαρβαρότητα του «βάρβαρου», από την τραχύτητα του αρχαϊκού, και τούτο απαιτεί καλλιτεχνικά μέσα έκφρασης στο ύψος των περιστάσεων. Ο Τσώλης δεν ενδιαφέρεται όμως για καμία νοσταλγική επιστροφή σε προηγούμενες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης ως ρομαντικό αντίδοτο στη σύγχρονη καλλιτεχνική πλαδαρότητα. Η πρόταση που κάνει είναι πιο σύνθετη. Τα θραύσματα μνήμης αποτελούν υπενθύμιση μιας διαλεκτικής που τείνει πολλές φορές να ξεχαστεί ανάμεσα στο αρχαϊκό και το μεταμοντέρνο, το τραχύ και το εκλεπτυσμένο, την σκληρότητα και την τρυφερότητα.
Η εικονοκλαστική διάθεση απέναντι στη σύγχρονη τέχνη εντοπίζεται σε ένα βασικό κι επανερχόμενο μοτίβο στο έργο του καλλιτέχνη, ήδη στο προσκήνιο από την μεγάλη αναδρομική έκθεσή του στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη Μία ακόμη μέρα στον παράδεισο. Τα έργα μοιάζουν να βρίσκονται πίσω από γρίλιες ή γραμμώσεις που διαμεσολαβούν κι εν μέρει καλύπτουν την κυρίως εικόνα. Η έμφαση στη διαμεσολάβηση, στο φίλτρο ή στη θολούρα και τον θόρυβο που υπάρχει ανάμεσα στον θεατή και το έργο και, ταυτόχρονα. η αδυναμία παράκαμψης των ιδεολογικών, βιωματικών και κάθε άλλου είδους φίλτρων εξελίσσεται στην υπογραφή του Κώστα Τσώλη. Η αφέλεια της άμεσης κι αδιαμεσολάβητης πρόσληψης του έργου αποδομείται με σαρκαστικό και συνάμα αυτο-σαρκαστικό τρόπο. Ο Τσώλης υπομονετικά σιγο-πριονίζει την αφέλεια της άμεσης πρόσληψης. Ταυτόχρονα αναδεικνύει τη σημασία της θραυσματικής μνήμης διαμέσου της οποίας συμπλέκονται διαφορετικές αισθήσεις για να αποδώσουν τη χρονικότητα που γευόμαστε και μυρίζουμε συχνότερα απ’ ότι στοχαζόμαστε, συγκροτώντας «μιαν άλλη αρχειοθήκη, μία κιβωτό επεξεργασμένων αναμνήσεων». όπως αναφέρει ο Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης στο σημείωμα που συνοδεύει τον κατάλογο της έκθεσης.
Στα ίδια σημειώματα του καταλόγου ο Γ. Ι. Μπαμπασάκης εύστοχα στέκεται σε τρία συγγενή μεθοδολογικά εργαλεία των οποίων μετέρχεται ο καλλιτέχνης, ώστε να ωθήσει στον αναστοχασμό σχετικά με όσα συνέβησαν και μπορεί να συμβούν στο κοινωνικό και πολιτικό-ιστορικό πεδίο: την ντανταϊστική επικόλληση (κολλάζ και μοντάζ), την εκτροπή-οικειοποίηση και τον τεμαχισμό/ανασυγκόλληση (cut up). Έτσι μεριμνά «…πρωτίστως για την ανάδυση νέων περιεχομένων μέσα από τη διαλεκτική αναδιάταξη παλαιών».
Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να ενταχθεί και η εμμονή του καλλιτέχνη με το αρχείο και την ιστορία πέραν ιδεολογικών αγκυλώσεων ή βολικών κομφορμισμών. Η συγκρουσιακή διάσταση της ιστορίας και οι βίαιες στιγμές της καθώς και η συχνή απώθησή τους αποκαθίστανται καλός αγωγός της καλλιτεχνικής δημιουργίας και αποδίδουν στο μοτίβο των διαγραμμίσεων μία πιο στοχευμένη σημασία που εστιάζει στο συλλογικό: το μη οικείο, το σχετικά αδιαφανές, το θραυσματικό η ανάμνηση του οποίου διαχέεται και συχνά ρευστοποιείται ανάμεσα σε διαφορετικές αισθήσεις, συσχετίζεται με την υπενθύμιση της φύσης του ιστορικού αρχείου.  Το έργο του Τσώλη επαναφέρει στην επιφάνεια τις μεγάλες ιστορικές στιγμές συγκρούσεων και ρήξεων –πολέμους, εμφυλίους πολέμους, εξουσιαστικές εξάρσεις και κρίσιμες στιγμές καταστολἠς−, η εξημέρωση και ο εξωραϊσμός των οποίων, ενίοτε και μέσα από την ηρωοποίηση, συνοδεύουν μεγάλο μέρος της σύγχρονης τέχνης, ακόμη κι όταν εκφράζεται μέσα από φαινομενικά ρηξικέλευθα καλλιτεχνικά ιδιώματα. Ακολουθώντας τον τρόπο σκέψης του Gilles Deleuze στα Χίλια οροπέδια (Mille plateaux, 1980) η έκθεση αποφεύγει με προσοχή να τοποθετήσει την αλήθεια στο βάθος. Επιφάνεια και  βάθος βρίσκονται νοηματικά και αξιακά στο ίδιο επίπεδο. Υπάρχει η τάση κι η ανάγκη να αναζητείται η ανθρώπινη επιθυμία ή η αλήθεια στο βάθος. Πρόκειται όμως για ιστορικά κατασκευασμένες κατηγορίες εξιδανικευτικού και παρηγορητικού τύπου, μακριά από το τετριμμένο και το καθημερινό. Η λύτρωση που προσφέρει η καλλιτεχνική πρόταση του Κώστα Τσώλη. βρίσκεται στη σύζευξη του πεζού και πεζά απολαυστικού ή αποκρουστικά τραγικού με το μεγαλειώδες. Αποκάλυψη εδώ και τώρα όμως, με λιγότερες φανφάρες και πολυσχιδέστερη μνήμη.
Ο τρόπος απεικόνισης σε περιοδικά εκλαΐκευσης όπως το Life και εφημερίδες όπως οι New York Times τοποθετούνται στην έκθεση δίπλα στο Playboy και πλήθος εικόνων από αμερικανικά κι ελληνικά ποπ έντυπα. Αναδεικνύουν την ποπ κουλτούρα ως φορέα αξιών στον 20ό αιώνα, όπου συνυπάρχουν το υψηλό και το ευτελές, το γελοίο και το (αυτο)σαρκαστικό, το σημαντικό και το ασήμαντο, το καθημερινό και το κοσμοϊστορικό. Τα τετράδια που φτιάχνει εδώ ο καλλιτέχνης φέρνουν στο προσκήνιο αυτήν ακριβώς την οριζόντια, συχνά υβριδική και παρά φύσει συνύπαρξη του τραγικού και του γελοίου. Έτσι τονίζεται η σημασία τη τέχνης ως καλού αγωγού του γέλιου για να καταστεί υποφερτό το τραγικό, ως σύνθεσης θραυσμάτων μνήμης που κινητοποιούνται μέσα από ανέκδοτους τρόπους του αισθάνεσθαι, την αναπόφευκτη διαπλοκή του ατομικού με το συλλογικό και του βιωματικού με το ιστορικό στοιχείο. Τα τετράδια του Τσώλη διατρέχονται από μία τέτοια εμμονή στις παρά φύσει συνυπάρξεις που δομούν την ανθρώπινη, πολύ ανθρώπινη ζωή μας.
 
* Ο Σπύρος Τέγος είναι επίκουρος καθηγητής νεότερης φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου