26/5/24

Εξ όνυχος

Μαριλένα Αραβαντινού, Σύνθεση, 1971, ελαιογραφία σε καμβά, 38 x 61 εκ.


(Ευσταθία Δήμου, Θωμάς Ιωάννου, Αρετή Γκανίδου, Μιχάλης Κατσαρός)
 
Του Κώστα Βούλγαρη
 
* Τα τελευταία χρόνια, η Ευσταθία Δήμου έχει κάνει μια πληθωρική εμφάνιση στον λογοτεχνικό δημόσιο χώρο, με ποιήματα, πολλές βιβλιοκριτικές, δοκίμια, μετάφραση του Αρχίλοχου, ανθολογίες, περιοδικά... Διαδικασία αναζήτησης και ψαύσης του προσώπου της.
Τώρα, (Λευκό τοπίο, εκδόσεις Ενύπνιο) βλέπουμε ένα πολύ καλό δείγμα, ώριμο και πειστικό, με πολύ σύντομα πεζά, που δείχνουν έναν δόκιμο δρόμο της στην πεζογραφία. Με τις ποιητικές δοκιμές της και τις κριτικές της για ποιητικά βιβλία έχει εξοικειωθεί επαρκώς με την οικονομία του λόγου και τη συμπύκνωσή του. Καιρός του κατασταλάζειν.
Αύριο κλείνει τριάντα χρόνια πεθαμένος. Είναι στην ακμή του θανάτου του. Σε λίγο μεσήλικας και, μετά, γέρος. Αγωνιά για αυτό που θα ακολουθήσει. Ακούει διάφορα να λέγονται για το περίφημο μετά. Εκείνο όμως που περισσότερο τον κάνει να ριγεί και να φοβάται είναι μήπως γυρίσει στην κόλαση της προηγούμενης ζωής του.
 
* Δύο ποιήματα του Θωμά Ιωάννου στο περιοδικό Frear αποτελούν μια ευχάριστη έκπληξη, με τη φρεσκάδα τους και την αφοπλιστική απλότητά τους, πόσω μάλλον που εδώ ο ποιητής δείχνει να βρίσκει την απαραίτητη απόσταση από το πρότυπό του, τον Βύρωνα Λεοντάρη, δηλαδή από μια σχέση που φαινόταν να εξελίσσεται σε ομηρία...
ΝΟΣΤΙΜΟΝ ΗΜΑΡ
Τα βράδια για να κοιμηθώ/ Σαν παραμύθι μου ΄λεγε η μάνα μου/ Τον Τρωικό και την Οδύσσεια// Ήμουν μικρός πολύ για ήρωες και έπη/ Μα όσο κι αν μεγάλωσα/ Το νόστο δεν τον ξέχασα// Όμηρος της Ιθάκης/ Μια για πάντα
 
* Η εθελουσίως αφανής ποιήτρια Αρετή Γκανίδου σπάνια μας δίνει κάποια ελάχιστα δείγματα του σφρίγοντος ποιητικού της λόγου, τα οποία, όπου και αν δημοσιεύονται, άθελά τους αποτελούν ένα μέτρο σύγκρισης και απόκλισης από την ομοιομορφία της άμουσης «ποιητικής κοινής» που μας (και τα) περιβάλλει, φωνασκώντας... Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Παρέμβαση της Κοζάνης:
Κεκλεισμένων των χειλιών και η ευχαριστία και ο ύμνος/ Και η απελπισία και το πένθος και η χαρά ακόμα/ γεννιούνταν κι αναθρέφονταν περίκλειστα/ Κεκλεισμένων των χειλιών και η διαμαρτυρία/ Χρόνια, δεκαετίες;/ Η αλήθεια είναι αιώνες...
 
* Από το αρχείο του Γιώργου Χρονά, ένα ανέκδοτο ποίημα του Μιχάλη Κατσαρού στην Οδό Πανός:
Ο κύρ-Κωνσταντίνος ποιητής Αλεξαντρινός/ ετελεύτησεν προ πενήντα ή εκατό χρόνων/ Κι οι κόρες βάλλαν γύρω του κυκλάμινα/ ασφοδέλους και ασφάκες/ αυτές τις κοινές των αγρών−/ πού να ξοδέψουν φράγκα και νομίσματα...
Το θηριώδες εκφραστικό αδιέξοδο του Κατσαρού, μετά το Κατά Σαδδουκαίων, τον οδήγησε σε αυτοκαταστροφικά άλματα στο κενό, που δεν άφησαν τίποτα άξιο λόγου, δίπλα στην εμβληματική εκείνη ποιητική σύνθεση, ενώ ο κουρνιαχτός από το Κατά Σαδδουκαίων έθρεφε πολυποίκιλες, έως και ανεκδιήγητες «αντιστασιακές» φαντασιώσεις. Εδώ όμως βλέπουμε μια ενδεχόμενη δυνατότητα, που δεν αξιοποιήθηκε από τον ποιητή. Δεν δίνεται χρονολόγηση του ποιήματος, αλλά κατά τη γνώμη μου πρέπει να είναι της ύστερης περιόδου του, όταν έχει κατακάτσει το άγχος της συνέχειας και ο Κατσαρός, ήρεμα και χαλαρά, ομνύει στις καβαφικές καταβολές του, στις οφειλές του Κατά Σαδδουκαίων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου