Φίλιππος Τσιτσόπουλος, A Flea in the Ear, 2022, σχέδια με κάρβουνο, μολύβι, λαδοπαστέλ σε χαρτί Norfolk, 60 x 80 εκ. (πρόταση της Έφης Μιχάλαρου) |
Του
Γιώργου Σταμάτη*
Από τις Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή κυκλοφόρησε πρόσφατα το Αποτελέσματα της άμεσης διαδικασίας παραγωγής (Το VI ανέκδοτο κεφάλαιο του 1ου τόμου «Του Κεφαλαίου»). Πρόκειται για μια αξιοπρόσεκτη έκδοση. Την μετάφραση έκανε από την Γερμανική ο Κώστας Σιδηρόπουλος, γνωστός από τις προσεγμένες μεταφράσεις του κειμένων του Μαρξ που έχουν κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Κριτική. Την επιμέλεια της μετάφρασης έκανε ο Χρήστος Μπαλωμένος. Το Σημείωμα της Έκδοσης που προλογίζει την μετάφραση υπογράφουν οι Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
Δεδομένου ότι ο μεταφραστής είχε
αποβιώσει ήδη όταν οι Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή ανέθεταν την επιμέλεια της
μετάφρασης και ότι οι Εκδοτικοί Οίκοι υπογράφουν μόνον ανακοινώσεις, δηλώσεις
και δελτία τύπου και όχι προλόγους μεταφράσεων, έχουμε εν προκειμένω αμέσως δύο
πρωτοτυπίες μαζί.
Όλοι γνωρίζουν πως όταν μια μετάφραση υπογράφεται όχι μόνον από μεταφραστή αλλά και από επιμελητή, προϋποτίθεται από όλους άρρητα ότι ο πρώτος είναι σύμφωνος με τις όποιες αλλαγές, βελτιωτικές και μη, του επιμελητή, διότι, αν δεν ήταν, θα το είχε ήδη δηλώσει πριν την κυκλοφορία της για να τις αποτρέψει και, αν παρά ταύτα η μετάφραση κυκλοφορούσε χωρίς την συγκατάθεσή του, θα είχε την δυνατότητα να το κάνει γνωστό. Έτσι λοιπόν θεωρείται γενικώς αυτονόητο ότι δεν τίθεται καν θέμα μιας post mortem επιμέλεια μετάφρασης. Κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο, εδώ ωστόσο γεγονός. Μια μετά θάνατον του μεταφραστή επιμέλεια μετάφρασης είναι ανεπίτρεπτη, όχι μόνον για τον ευνόητο λόγο ότι αφήνει ανυπεράσπιστη την μετάφραση στις όποιες βελτιωτικές απόψεις όχι μόνον του επιμελητή της αλλά, επίσης, όπως θα δούμε, και του εκδότη της, αλλά και για τον εξής επιπρόσθετο λόγο: σε ποιον από τους δυο, στον μεταφραστή ή στον επιμελητή, οφείλει να αποδώσει ο αναγνώστης πιθανά μεταφραστικά επιτεύγματα ή λάθη ή αστοχίες; Κι επειδή, όπως μόλις υπαινιχθήκαμε, στην περίπτωσή μας στην μετάφραση έβαλε χέρι και ο εκδοτικός οίκος, αμιλλάται κι αυτός για τον σχετικό έπαινο ή ψόγο.
Το τελευταίο μέρος του Εκδοτικού
Σημειώματος που φέρει τον υπότιτλο Για τη μετάφραση και τη
μεταφραστική επιμέλεια του κειμένου εισάγει νέα χρηστά ήθη και έθιμα στην
συμπεριφορά και την πρακτική των εκδοτικών οίκων. Μιλάει ήδη στην πρώτη γραμμή
έμμεσα για δεύτερη μετάφραση. Διαβάζουμε: «η πρώτη μετάφραση έχει γίνει από τον
Κώστα Σιδηρόπουλο» (σελ.25). Λίγο πιο κάτω γίνεται λόγος για την «αρχική˂s˃ μετάφραση˂s˃ του όρου» (σελ.27). Έχουμε λοιπόν
κατά ρητή δήλωση του εκδοτικού οίκου μια πρώτη αρχική και μια, αυτήν που τελικά
δημοσιεύθηκε, δεύτερη τελική μετάφραση.
Η Σύγχρονη Εποχή φαίνεται να μην
έχει καν συνείδηση αυτού που κάνει. Διαφορετικά δεν θα ήταν δυνατόν να
παραδέχεται με θεία αφελή αθωότητα απροκάλυπτα την εξής τερατώδη πρακτική: «Οι
εκτεταμένες παρεμβάσεις κατά τη μεταφραστική επιμέλεια που ακολούθησε είχαν ως
στόχο, από τη μία, την επίτευξη όσο το δυνατό μεγαλύτερης συμβατότητας των όρων
που χρησιμοποιούνται σε άλλες εκδόσεις της Σύγχρονης Εποχής και, από την άλλη,
την αύξηση της προσβασιμότητας του αναγνωστικού κοινού σε ένα ούτως ή άλλως
απαιτητικό κείμενο» (σελ.25). Παραδέχεται εδώ η Σύγχρονη Εποχή εκτεταμένες post mortem παρεμβάσεις κατά την μεταφραστική επιμέλεια,
σαν κι αυτό να ήταν μια συνήθης πρακτική. Και σε τι αποσκοπούν αυτές οι
παρεμβάσεις; Σε δυο τινά. Πρώτον, στην συμβατότητα των όρων που
χρησιμοποιούνται σε άλλες εκδόσεις της Σύγχρονης Εποχής – μην τρομάξετε, εννοεί
μόνον σε εκδόσεις κειμένων του Μαρξ. Εδώ προκύπτουν διάφορα ζητήματα. Εν
πρώτοις: γιατί ένας επιμελητής μετάφρασης να επιδιώκει μια τέτοια συμβατότητα;
Μάλλον η Σύγχρονη Εποχή την επιδιώκει και έπεισε στην συνέχεια και τον
επιμελητή για την αναγκαιότητά της. Και γιατί αυτή να επιδιώκει μια τέτοια
συμβατότητα και να ομολογεί ανενδοίαστα αυτήν την επιδίωξή της, σαν να ήταν η
φυσικότερη και ομαλότερη των επιδιώξεων ενός εκδοτικού οίκου; Προφανώς επειδή
βλέπει την έκδοση μεταφράσεων έργων του Μαρξ ως δραστηριότητα ιδιοκτήτη
μικρομάγαζου, ο οποίος φροντίζει κάθε νέο είδος, με το οποίο εμπλουτίζει την
προσφορά του, να "ταιριάζει" τρόπον τινά με τα ήδη υπάρχοντα είδη.
Ταυτοχρόνως με αυτήν του την επιδίωξη δεσμεύει, σαν αυτό να ήταν πέρα ως πέρα
αυταπόδεικτα και αυτονόητα δικαιολογημένο και αποδεκτό, κάθε μελλοντική
μετάφραση έργου του Μαρξ: αυτή οφείλει, τουλάχιστον όσον αφορά τους όρους των
μαρξικών κειμένων, να είναι συμβατή με τις ήδη κυκλοφορούσες μεταφράσεις του
μαγαζιού, καθώς επίσης και εύληπτη. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι έχουν συνείδηση
της σημασίας και των συνεπειών αυτών που γράφουν. Και το δεύτερον, στο οποίο
αποσκοπούν αυτές οι εκτεταμένες μεταφραστικές παρεμβάσεις (του μεταφραστικού
επιμελητή ή της Σύγχρονης Εποχής μέσω του επιμελητή;) είναι η «προσβασιμότητα˂s˃ [προσέξτε η προσβασιμότητα, όχι η
διευκόλυνση της πρόσβασης] του αναγνωστικού κοινού σε ένα ούτως ή άλλως[1]
απαιτητικό κείμενο». Διότι, πέραν όλων των άλλων, δηλ. της δεδομένης γνωστής
στριφνότητας τελωσπάντων των μαρξικών κειμένων, τούτοδώ είναι «ένα πρώτο
χειρόγραφο το οποίο δεν έχει ετοιμαστεί για έκδοση και συνεπώς [;] αποτελεί
καταγραφή σκέψεων του Μαρξ χωρίς την αυστηρότητα της επιμελημένης έκδοσης»
(σελ.25), με «τεράστιες προτάσεις και παραγράφ[ους]» (σελ.25) που χρειάζεται, ή
μήπως όχι; κι αυτό το ίδιο, όχι μόνον η μετάφραση που τού έκανε ο Κώστας
Σιδηρόπουλος, μια δική του χωριστή συντακτική επιμέλεια – από τους ίδιους τους
προαναφερθέντες δράστες. Έτσι η περιποίηση που αναφέρεται στο χωρίο που
ακολουθεί επιφυλάχθηκε όχι μόνον στο προϊόν αλλά και στο αντικείμενο της
μετάφρασης:
«Έτσι, εκτός από την προσαρμογή των
όρων, η μεταφραστική επιμέλεια αφορά ζητήματα ύφους, “σπάσιμο” προτάσεων και παραγράφων
(πάντα με κριτήριο την περιφρούρηση[2]
της λογικής συνοχής της παρουσίασης), περιορισμό της χρήσης των πολλών μετοχών
[…]» (σελ.26).
Ωστόσο μην ανησυχείτε, διότι: «Παρά τις παρεμβάσεις αυτές, ο χαρακτήρας του κειμένου παραμένει διακριτός, αυξάνοντας σε ορισμένα σημεία την απαιτητικότητα από τον αναγνώστη» (σελ. 26).
Ένα-ένα λοιπόν. Η καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι ο χαρακτήρας του κειμένου παραμένει διακριτός σημαίνει: αν κατά την ανάγνωση δεν βρίσκετε άκρη, αυτό οφείλεται όχι στην περιποίηση που επιφυλάξαμε στο κείμενο του Μαρξ αλλά στον χαρακτήρα του ίδιου του κειμένου, ξέρετε εσείς τώρα. Αυτός λοιπόν ο χαρακτήρας του κειμένου, σ’ όποιον κι αν οφείλεται, στον Μαρξ ή στους επιμελητές του, αυξάνει, σύμφωνα με τους τελευταίους σε ορισμένα σημεία όχι, βέβαια, λόγω της απαιτητικότητας του κειμένου, τις απαιτήσεις στην προσοχή του αναγνώστη αλλά
προσέξτε!
«την
απαιτητικότητα από τον αναγνώστη [;;;]». Δεν λέει την αλήθεια όποιος λέει πως
εδώ ο Μαρξ και ο μεταφραστής του θα
μπορούσαν να βρουν και καλλίτερους επιμελητές.
Ωστόσο, να με το ένα να με το άλλο, την
έστησε την μεταφραστική της Σχολή για τον Μαρξ η Σύγχρονη Εποχή. Άντε με το
καλό και μια για τον Engels, να
μην παραπονιέται.
Ακολούθως η Σύγχρονη Εποχή εκθέτει
δυο-τρεις περιπτώσεις που αποδέχθηκε ή δεν αποδέχθηκε την μετάφραση όρων του
Μαρξ από τον Κώστα Σιδηρόπουλο. Ο τελευταίος μεταφράζει τους όρους Arbeitsvermӧgen και Arbeitskraft με εργασιακή ικανότητα και εργασιακή
δύναμη αντιστοίχως. Και οι δυο όροι σημαίνουν την δυνατότητα ή ικανότητα
προς εργασίαν, δηλ. προς παραγωγήν αγαθών. Οι λέξεις Vermӧgen και Kraft προέρχονται από την φιλοσοφία και
έχουν την ίδια σημασία. Σημαίνουν δυναμικό, δύναμη και, στην συνέχεια,
ικανότητα και δυνατότητα. Η μετάφραση του Κώστα Σιδηρόπουλου είναι ορθή. Θα
μπορούσε να είχε μεταφράσει τον πρώτο όρο με εργασιακό δυναμικό. Η
Σύγχρονη Εποχή δέχεται την μετάφραση του πρώτου όρου, όχι όμως και αυτήν του
δεύτερου. «Αυτός ο όρος [ο όρος Arbeitskraft]
αποδόθηκε από τον Π. Μαυρομάτη στη μετάφραση του πρώτου τόμου [του Κεφαλαίου]
ως «εργατική δύναμη» και έτσι εδραιώθηκε στην ελληνική μαρξιστική ορολογία»
(σελ.27). Η Σύγχρονη Εποχή είναι αδιάβαστη. Από την δεκαετία του 1980 η
συντριπτική πλειονότητα όσων γράφουν για Μαρξ ή μεταφράζουν Μαρξ (καλή ώρα ο
Σιδηρόπουλος) χρησιμοποιούν, ακολουθώντας δική μου σχετική πρόταση, τον όρο εργασιακή
δύναμη. Όπως έχουμε εξηγήσει αλλού, το Arbeitskraft σημαίνει
την δύναμη προς εργασίαν και όχι την δύναμη του εργάτη και γι’ αυτό ακριβώς
είναι ορθό να αποδίδεται ως εργασιακή δύναμη. Διότι πρόκειται για την ικανότητα
προς εργασίαν και όχι για την σωματική ρώμη του εργάτη.
Το άλλο παράδειγμα είναι η μετάφραση
της λέξης Prozeß.
Ο Κώστας Σιδηρόπουλος μεταφράζει ορθά: διαδικασία. Κάποιοι, στο
Προλογικό Σημείωμα μη κατονομαζόμενοι μετέφρασαν: προτσές. «Ωστόσο, τις
τελευταίες δεκαετίες ο όρος αυτός δε χρησιμοποιείται στον ίδιο βαθμό και, για
την αποφυγή συγχύσεων [;;;], κατά τη μεταφραστική επιμέλεια επιλέχτηκε η
διατήρηση της αρχικής μετάφρασης του όρου ως "διαδικασία"» (σελ. 27).
Η αποδοχή του διαδικασία ως ορθής μετάφρασης του Prozeβ γίνεται
με αχ και βαχ, κατά βάθος όχι επειδή το διαδικασία είναι ορθό σε
σύγκριση με το προτσές αλλά επειδή το προτσές «τις τελευταίες
δεκαετίες […] δε χρησιμοποιείται στον ίδιο βαθμό [με τι;]». Πρόκειται για μια
αποκατάσταση της κοινής λογικής που γίνεται με το στανιό. Και για να κλείσουμε
το θέμα: Prozeβ σημαίνει απλά και μόνον διαδικασία.
Αυτοί που απόδωσαν το Prozeβ με προτσές προφανώς φρονούσαν
εσφαλμένα ότι το Prozeβ έχει κι άλλες πολλές σημαντικές
σημασίες που δεν αποδίδονται πλήρως από το διαδικασία. Ακριβώς όπως π.χ.
ορισμένοι νομίζουν ότι το Darstellung σημαίνει
κάτι ευρύτερο, σημαντικότερο και σπουδαιότερο από το παρουσίαση ή παράσταση.
Αντιπαρερχόμαστε όσα οι εκδότες-μεταφραστικοί επιμελητές λογοκοπούν περί «της
νομοτελούς διαδικασίας, της νομοτελούς πορείας ανάπτυξης κυρίως οικονομικών και
κοινωνικών φαινομένων» (σελ. 27) ως του περιεχομένου του όρου Prozeβ.
Παρά την αναμφισβήτητα ευγενή πρόθεσή της,
η διά της κατάλληλης μετάφρασής του απλοποίηση του Μαρξ με σκοπό να τον κάνει
προσβάσιμο και στο ευρύ αναγνωστικό κοινό δεν είναι αναγκαία ούτε εφικτή.
Αντιθέτως, όχι μόνον δεν συμβάλλει στην επίτευξη της επιδιωκόμενης
προσβασιμότητας αλλά είναι δυνατό και πιθανό να ευνοήσει αυθαιρεσίες και παρανοήσεις
και συνεπώς παραποιήσεις και παρερμηνείες.
Ο Μαρξ γράφει συνειδητά και σκοπίμως λόγια. Σκοπός του εσκεμμένα λόγιου χαρακτήρα της γραφής του είναι να πείσει τους λόγιους αναγνώστες ότι ο γράφων είναι και ο ίδιος ένας και μάλιστα όχι τυχαίος από αυτούς. Ο Μαρξ είναι ένας δεινός χειριστής της γερμανικής και επιδεικνύει ευχαρίστως, και για τον μόλις αναφερθέντα λόγο, την γλωσσική του δεινότητα. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν και οι συνεχείς παραπομπές του σε αρχαία ελληνικά, λατινικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, και τοσκανικά κείμενα. Τέλος καλλιεργεί ένα δικό του ύφος γραφής, για το οποίο κάθε άλλο παρά ντρέπεται.
Στα πολλά και ογκώδη χειρόγραφα που κατέλειψε ο αναγνώστης δεν θα βρεί ούτε μια ασύντακτη ή έστω κακοσυνταγμένη πρόταση
καίτοι όλα γράφτηκαν υπό πίεση χρόνου. Τα
λεγόμενα Grundrisse γράφτηκαν
σε 10 περίπου μήνες
νύχτα, γιατί
την ημέρα την περνούσε στην Βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου.
Το ότι αυτά τα κείμενα δεν αποτελούν
κείμενα για τον τυπογράφο δεν δύναται να αποτελέσει, όπως νομίζει η Σύγχρονη
Εποχή, λόγο να τα γαργαλίσει κανείς κατά την μετάφραση κατά το δοκούν για να
εξομαλύνει το ύφος, να «σπάσει» τις «τεράστιες
προτάσεις» κλπ. Δεδομένου ότι, όποτε το κρίνει σκόπιμο, εκφράζεται και με
σύντομες προτάσεις, σε στακάτο, με συγκοπές εξαιρετικά επιτυχώς, όταν
εκφράζεται με μακροσκελείς προτάσεις δεν το κάνει από αδεξιότητα.
Επίσης θα έπρεπε να φυλάγεται κανείς από το να κάνει την σε ορισμένες περιπτώσεις δεδομένη δική του αδυναμία κατανόησης του κειμένου κριτήριο για την κατανόησή του και να το αποδώσει στην μετάφραση ψαλιδισμένο όπως θα το ήθελε αυτός ο ίδιος για να τού γίνει έτσι εντέλει κατά τον δικό του τρόπο κατανοητό. Όπως έχουμε δείξει, το δοκίμασε μια φορά όχι όποιος κι όποιος, αλλά η Συντακτική Επιτροπή της MEGA και έκαψε τα δάχτυλά της.
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι κανένας από τους
πολλούς επιμελέστατους και ακριβέστατους Έλληνες μεταφραστές του Κάντ και του
Έγγελου δεν διανοήθηκαν να βάλουν χέρι στον Καντ επειδή αυτός γράφει σαν να
συντάσσει συμφολαιογραφικό έγγραφο ή στον Έγγελο επειδή αυτός είναι, όπως λέει
ο Adorno, skoteinos.
Από τον τρόπο που δουλεύουν αυτοί οι
μεταφραστές θα μπορούσαν να μάθουν πολλά η Σύγχρονη Εποχή και οι μεταφραστικοί
επιμελητές της.
Δεν είναι δουλειά εκδοτικών οίκων, μεταφραστών και επιμελητών η διευκόλυνση της πρόσληψης του Μαρξ από το αναγνωστικό κοινό
ούτε καν της Σύγχρονης Εποχής και των ανθρώπων
της που ασφαλώς θεωρούν πως έχουν μια ιδιαίτερη, αποκλειστική σχέση με τον
Μαρξ.
Με τις απόψεις και τις πρακτικές της
που περιγράψαμε παραπάνω η Σύγχρονη Εποχή και οι μεταφραστικοί επιμελητές της
δεν προσφέρουν καλές υπηρεσίες στο έργο του Μαρξ.
[1] Αυτό το «ούτως ή άλλως» τι σημαίνει εδώ; Αν σημαίνει κάτι, τότε προφανώς κάτι σαν "ήταν στραβό το κλήμα, το ’φαγε κι ο γάϊδαρος…", δηλ. είναι που είναι απαιτητικό το κείμενο του Μαρξ, του ’δωσε και κατάλαβε και η μετάφρασή του από τον Κώστα Σιδηρόπουλο, πώς, βρε παιδί μου, να μην κάνουμε εκτεταμένες παρεμβάσεις για να το φέρουμε στα ίσα, δηλ. στα μέτρα μας;
[2] Τι δουλειά έχει αυτή εδώ;
Από τις Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή κυκλοφόρησε πρόσφατα το Αποτελέσματα της άμεσης διαδικασίας παραγωγής (Το VI ανέκδοτο κεφάλαιο του 1ου τόμου «Του Κεφαλαίου»). Πρόκειται για μια αξιοπρόσεκτη έκδοση. Την μετάφραση έκανε από την Γερμανική ο Κώστας Σιδηρόπουλος, γνωστός από τις προσεγμένες μεταφράσεις του κειμένων του Μαρξ που έχουν κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Κριτική. Την επιμέλεια της μετάφρασης έκανε ο Χρήστος Μπαλωμένος. Το Σημείωμα της Έκδοσης που προλογίζει την μετάφραση υπογράφουν οι Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
Όλοι γνωρίζουν πως όταν μια μετάφραση υπογράφεται όχι μόνον από μεταφραστή αλλά και από επιμελητή, προϋποτίθεται από όλους άρρητα ότι ο πρώτος είναι σύμφωνος με τις όποιες αλλαγές, βελτιωτικές και μη, του επιμελητή, διότι, αν δεν ήταν, θα το είχε ήδη δηλώσει πριν την κυκλοφορία της για να τις αποτρέψει και, αν παρά ταύτα η μετάφραση κυκλοφορούσε χωρίς την συγκατάθεσή του, θα είχε την δυνατότητα να το κάνει γνωστό. Έτσι λοιπόν θεωρείται γενικώς αυτονόητο ότι δεν τίθεται καν θέμα μιας post mortem επιμέλεια μετάφρασης. Κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο, εδώ ωστόσο γεγονός. Μια μετά θάνατον του μεταφραστή επιμέλεια μετάφρασης είναι ανεπίτρεπτη, όχι μόνον για τον ευνόητο λόγο ότι αφήνει ανυπεράσπιστη την μετάφραση στις όποιες βελτιωτικές απόψεις όχι μόνον του επιμελητή της αλλά, επίσης, όπως θα δούμε, και του εκδότη της, αλλά και για τον εξής επιπρόσθετο λόγο: σε ποιον από τους δυο, στον μεταφραστή ή στον επιμελητή, οφείλει να αποδώσει ο αναγνώστης πιθανά μεταφραστικά επιτεύγματα ή λάθη ή αστοχίες; Κι επειδή, όπως μόλις υπαινιχθήκαμε, στην περίπτωσή μας στην μετάφραση έβαλε χέρι και ο εκδοτικός οίκος, αμιλλάται κι αυτός για τον σχετικό έπαινο ή ψόγο.
Ωστόσο μην ανησυχείτε, διότι: «Παρά τις παρεμβάσεις αυτές, ο χαρακτήρας του κειμένου παραμένει διακριτός, αυξάνοντας σε ορισμένα σημεία την απαιτητικότητα από τον αναγνώστη» (σελ. 26).
Ένα-ένα λοιπόν. Η καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι ο χαρακτήρας του κειμένου παραμένει διακριτός σημαίνει: αν κατά την ανάγνωση δεν βρίσκετε άκρη, αυτό οφείλεται όχι στην περιποίηση που επιφυλάξαμε στο κείμενο του Μαρξ αλλά στον χαρακτήρα του ίδιου του κειμένου, ξέρετε εσείς τώρα. Αυτός λοιπόν ο χαρακτήρας του κειμένου, σ’ όποιον κι αν οφείλεται, στον Μαρξ ή στους επιμελητές του, αυξάνει, σύμφωνα με τους τελευταίους σε ορισμένα σημεία όχι, βέβαια, λόγω της απαιτητικότητας του κειμένου, τις απαιτήσεις στην προσοχή του αναγνώστη αλλά
Ο Μαρξ γράφει συνειδητά και σκοπίμως λόγια. Σκοπός του εσκεμμένα λόγιου χαρακτήρα της γραφής του είναι να πείσει τους λόγιους αναγνώστες ότι ο γράφων είναι και ο ίδιος ένας και μάλιστα όχι τυχαίος από αυτούς. Ο Μαρξ είναι ένας δεινός χειριστής της γερμανικής και επιδεικνύει ευχαρίστως, και για τον μόλις αναφερθέντα λόγο, την γλωσσική του δεινότητα. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν και οι συνεχείς παραπομπές του σε αρχαία ελληνικά, λατινικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, και τοσκανικά κείμενα. Τέλος καλλιεργεί ένα δικό του ύφος γραφής, για το οποίο κάθε άλλο παρά ντρέπεται.
Στα πολλά και ογκώδη χειρόγραφα που κατέλειψε ο αναγνώστης δεν θα βρεί ούτε μια ασύντακτη ή έστω κακοσυνταγμένη πρόταση
Επίσης θα έπρεπε να φυλάγεται κανείς από το να κάνει την σε ορισμένες περιπτώσεις δεδομένη δική του αδυναμία κατανόησης του κειμένου κριτήριο για την κατανόησή του και να το αποδώσει στην μετάφραση ψαλιδισμένο όπως θα το ήθελε αυτός ο ίδιος για να τού γίνει έτσι εντέλει κατά τον δικό του τρόπο κατανοητό. Όπως έχουμε δείξει, το δοκίμασε μια φορά όχι όποιος κι όποιος, αλλά η Συντακτική Επιτροπή της MEGA και έκαψε τα δάχτυλά της.
Δεν είναι δουλειά εκδοτικών οίκων, μεταφραστών και επιμελητών η διευκόλυνση της πρόσληψης του Μαρξ από το αναγνωστικό κοινό
Ο Γιώργος Σταμάτης διετέλεσε καθηγητής Οικονομικής θεωρίας στο
Πάντειο
Πανεπιστήμιο (1979-2008)
[1] Αυτό το «ούτως ή άλλως» τι σημαίνει εδώ; Αν σημαίνει κάτι, τότε προφανώς κάτι σαν "ήταν στραβό το κλήμα, το ’φαγε κι ο γάϊδαρος…", δηλ. είναι που είναι απαιτητικό το κείμενο του Μαρξ, του ’δωσε και κατάλαβε και η μετάφρασή του από τον Κώστα Σιδηρόπουλο, πώς, βρε παιδί μου, να μην κάνουμε εκτεταμένες παρεμβάσεις για να το φέρουμε στα ίσα, δηλ. στα μέτρα μας;
[2] Τι δουλειά έχει αυτή εδώ;
Συγχαρητήρια για το άρθρο σας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ εύστοχο και επιστημονικά άρτιο.
Επιτέλους θα μπει (αν μπει) ένα τέλος στο "μαγαζάκι" της "Σύγχρονης Εποχής" που γράφετε κι εσείς.
Κατά τη γνώμη μου και η μετάφραση του Θ. Γκιούρα είναι πιο εύστοχη από αυτήν του Π. Μαυρομμάτη.
Μακης Πασχαλίδης
ΥΓ
Ο Κώστας Σιδηρόπουλος ήταν φίλος μου και από το άρθρο έμαθα ότι πέθανε. Λυπήθηκα πολύ.