9/4/23

Τι έχει να προσφέρει η οθωμανική ιστορία;

Άννα Λάσκαρη, Allusive sketches, perhaps, 2022

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Του Αντώνη Χατζηκυριάκου*

ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ, Χερσαίο νησί: Η Μεσόγειος και η Κύπρος στην οθωμανική εποχή των επαναστάσεων, εκδόσεις Ψηφίδες, Θεσσαλονίκη 2023

Υπάρχει ένα γνωστικό κενό στις εθνικές ιστοριογραφίες σε σχέση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, είτε μιλάμε για την Κύπρο, την Ελλάδα, τη Μεσόγειο, ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι Οθωμανοί παραμένουν ο στερεοτυπικός «άλλος», ένα παρείσακτο στοιχείο στην ευρωπαϊκή γεωγραφία, διαφορετικό, αντιθετικό και σε αντίστιξη προς τον ελληνικό, ευρωπαϊκό, δυτικό, ή χριστιανικό πολιτισμό. Άσχετα με το αν συμφωνούμε ή όχι με τη θέση αυτή, καμία από τις παραπάνω χώρες, αλλά ούτε και η Μεσόγειος ή η Ευρώπη δεν μπορούν να γίνουν πλήρως κατανοητές χωρίς την οθωμανική διάσταση της ιστορίας τους. Γι’ αυτόν τον λόγο, ενώ το ίδιο γνωστικό κενό υπήρχε στη διεθνή ιστοριογραφία σε σχέση με τον οθωμανικό κόσμο, τις τελευταίες δεκαετίες έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό.
Μολονότι δεν είναι πάντα αποδεκτό, είναι δεδομένο πως η Κύπρος και η Ελλάδα αποτελούν κομμάτι του οθωμανικού και του μετα-οθωμανικού κόσμου. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια πολυεθνοτική και πολυθρησκευτική οντότητα· όμως, στην Τουρκία, την Ελλάδα, την Κύπρο, και στις περισσότερες μετα-οθωμανικές κοινωνίες, η οθωμανική ιστορία θεωρείται κατά βάση ως τουρκική εθνική ιστορία. Αυτή η αντίληψη συνιστά παραγραφή και εκχώρηση μιας σημαντικής ιστορικής παρακαταθήκης, της οποίας η Κύπρος και η Ελλάδα ήταν όχι απλώς αναπόσπαστο μέρος τους αλλά και συνδιαμορφώτριες. Από τα πληρώματα του οθωμανικού στόλου μέχρι τους ελληνορθόδοξους εμπόρους και τα οικονομικά δια- και ενδοαυτοκρατορικά τους δίκτυα, και από το Πατριαρχείο μέχρι τους Φαναριώτες, σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής, κοινωνικής, διανοητικής και πολιτισμικής ιστορίας, ο βαθμός αλληλεπικάλυψης της οθωμανικής με τη νεοελληνική ιστορία δεν είναι απλώς διακριτός, αλλά εντυπωσιακός.
Η θεώρηση που υπαγορεύει ότι η οθωμανική ιστορία αποτελεί ξένο σώμα είναι μια ιστοριογραφική επιλογή με καίριες παράπλευρες απώλειες. Ο Φωκίων Κοτζαγιώργης επεσήμανε ότι, παρά την πλούσια ελληνική οθωμανολογική ιστοριογραφική παραγωγή για τους κρατικούς θεσμούς, μέσα στους οποίους συγκροτήθηκαν τα νεοελληνικά ιστορικά υποκείμενα, το οθωμανικό κράτος παραμένει το πλέον άγνωστο κομμάτι για τις νεοελληνικές σπουδές. Παράλληλα, ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης σημειώνει ότι οι οθωμανικές πηγές έχουν συνεισφέρει πολλά για την καλύτερη αντίληψη των κοινωνικών σχέσεων, της καθημερινότητας ή της οικονομικής ιστορίας του νέου και νεότερου ελληνισμού. Όπως η οθωμανική ιστορία είναι ελλιπής χωρίς τις πηγές σε γλώσσες πέραν της επίσημης οθωμανικής τουρκικής, όπως, λόγου χάρη, τα ελληνικά, τα εβραϊκά, τα αρμενικά, τα σέρβικα, τα βουλγάρικα, τα αραβικά, έτσι και με αντίστροφους, αλλά όχι πάντα ανάλογους τρόπους, η ελληνική και η κυπριακή ιστορία δεν μπορούν να γίνουν πλήρως κατανοητές αν αγνοηθούν οι οθωμανικές πηγές και το δικό της οθωμανικό της πλαίσιο.
Αλλάζοντας χωρική κλίμακα, μπορούμε να θέσουμε το ίδιο ερώτημα για τη σημασία της οθωμανικής ιστορίας σε σχέση με τη Μεσόγειο. Ο Φερνάν Μπρωντέλ αμφισβήτησε το κυρίαρχο υπόδειγμα στην ευρωπαϊκή ιστοριογραφία της εποχής του, σύμφωνα με το οποίο οι μουσουλμάνοι έχουν μια εγγενή αδιαφορία για το εμπόριο. Έτσι, επιχειρηματολόγησε για την ανάγκη αναζήτησης της θέσης των Οθωμανών στα εμπορικά δίκτυα της Μεσογείου. Το ένστικτο του Μπρωντέλ αποδείχτηκε σωστό, και από τότε η ιστοριογραφία εξετάζει συστηματικά τον ρόλο του Ισλάμ στη συγκρότηση εμπορικών δικτύων, όχι μόνο στη Μεσόγει, αλλά και στην Ερυθρά θάλασσα και τον Ινδικό ωκεανό.
Γιατί έχει σημασία η αναζήτηση του οθωμανικού στίγματος στον μεσογειακό κόσμο; Μια ματιά στον χάρτη αρκεί. Από τον 16ο μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα περίπου τα 2/3 των ακτών της Μεσογείου ήταν οθωμανικά. Η Μεσόγειος δεν ήταν ούτε ευρωπαϊκή, ούτε οθωμανική θάλασσα, αλλά σημείο συνάντησης και αλληλεπίδρασης, σύγκρουσης αλλά και σύνθεσης διαφορετικών πολιτισμών. Παρόλα αυτά, η οθωμανολογική παρουσία στις μεσογειακές σπουδές παραμένει δυσανάλογα περιορισμένη, παρά την αισθητά αυξημένη συμμετοχή των τελευταίων χρόνων. Ένας πιο συγκροτημένος και συστηματικός διάλογος, ο οποίος στηρίζεται στον αμφίδρομο χαρακτήρα των ιστορικών διεργασιών, παραμένει μείζον ζητούμενο.
Τέλος, ποια είναι η σημασία της οθωμανικής ιστορίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Η κυρίαρχη αντίληψη στη δημόσια σφαίρα είναι ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι ένα γειτονικό μεν, εκτός της Ευρώπης δε, κράτος. Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Ένα σημαντικό κομμάτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν για αιώνες μέσα στην Ευρώπη. Δεκαπέντε, από τα περισσότερα από σαράντα σύγχρονα κράτη, των οποίων η επικράτεια υπήρξε κάποια στιγμή υπό οθωμανική κυριαρχία, βρίσκονται στην Ευρώπη και τα υπόλοιπα είναι είτε γειτονικά, είτε βρίσκονται σε περιοχές για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδεικνύει σήμερα ιδιαίτερο ενδιαφέρον (π.χ. Καύκασος, Μαύρη θάλασσα, Ερυθρά θάλασσα). Παλαιότερα, χωρισμένη σε Ανατολική και Δυτική -ένας διαχωρισμός που παραμένει μέχρι τώρα, αλλά με διαφορετικό πολιτικό πρόσημο- και σήμερα σε Βόρεια και Νότια, η Ευρώπη έχει βαθιές ιστορικές, αλλά και σύγχρονες σχέσεις με τον μετα-οθωμανικό κόσμο εντός και εκτός των συνόρων της. Μια χωρική προσέγγιση της οθωμανικής ιστορίας είναι απαραίτητη για την κατανόηση των παλαιότερων και σύγχρονων συγκροτήσεων του χώρου και των ανησυχιών που η διαδικασία αυτή γεννά σε πολιτικό, ιδεολογικό, αλλά και ιστορικό επίπεδο.
Από μια γενική οπτική, η αναζήτηση απαντήσεων σε μεγάλα ερωτήματα της οθωμανολογικής ιστοριογραφίας ήταν ανέκαθεν πολύ πιο παραγωγική, καθώς περισσότερο συνέδεε τον οθωμανικό κόσμο με άλλες περιοχές του κόσμου και τον ενέτασσε σε παγκόσμιες ιστορικές διεργασίες, παρά αντιμετώπιζε ως δεδομένες την ιδιομορφία και τις ιδιαιτερότητές του. Πώς ένα τέτοιο εγχείρημα μπορεί να κάνει το ίδιο και για την ιστοριογραφία της εποχής των επαναστάσεων; Ο Φράνκο Βεντούρι (1914-1994) είχε από πολύ νωρίς επισημάνει την ανάγκη μελέτης της εποχής των επαναστάσεων στην περιοχή της Ευρασίας, όπου συναντιούνται ο ελληνικός, ο σλαβικός και ο ισλαμικός κόσμος. Πάνω από σαράντα χρόνια μετά την έκκληση του Βεντούρι, και παρά το ότι αυτή έχει εν μέρει εισακουστεί, η εστίαση στις αμιγώς ευρωπαϊκές διαστάσεις των διεργασιών αυτών παραμένει.

*Ο Αντώνης Χατζηκυριάκου είναι ιστορικός, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου