12/3/23

Η γλώσσα όχημα

Του Κώστα Βούλγαρη

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Πράξεις των αποστόλων, εκδόσεις Τόπος, σελ. 124

Ποιητές που δεν είναι πια νεαροί αλλά βγαίνουν μέσα από συμφραζόμενα της ποιητικής κοινής του ’70 υπάρχουν αρκετοί, χωρίς να καταφέρνουν να αποτυπώσουν μια διακριτή, και ως εκ τούτου άξια λόγου ιδιαίτερη φωνή.
Ο Ιωάννης Πανουτσόπουλος αποτελεί μια εν δυνάμει διακριτή περίπτωση, γιατί, παρ’ ότι ομνύει θαυμαστικά σε εκείνους τους προηγηθέντες, έχει κάτι που τον διαχωρίζει απ’ αυτούς και του επιτρέπει να τους υπερβαίνει. Δεν πρόκειται βέβαια για μια συγκροτημένη ποιητική αλλά για σπαράγματα, που κολυμπούν μέσα στον ορίζοντα των ποιητών του ’70, όμως υπάρχουν στιγμές που αναδύονται στην επιφάνεια με αξιώσεις: Ασκεπείς και απείθαρχοι και σχεδόν αρειμάνιοι.
Όχημα, αυτών των σπαραγμάτων, μια λόγια γλώσσα, αρδευόμενη κυρίως από το χριστιανικό λεκτικό υλικό, που όταν ο Πανουτσόπουλος καταφέρνει και τιθασεύει το εννοιολογικό/ιδεολογικό φορτίο του μας δίνει ποιήματα ενδιαφέροντα, με ρυθμό και εικονοποιία ασυνήθιστη, ανοίκεια: Ωροσκόποι μιας νέας συναστρίας του μέλλοντος/ Ψαλμωδοί ενός ύμνου των ενδόξων πατέρων μας/ Χαρτογράφοι του πόντου μιας κρυφής αθωότητας/ Φοιτητές στη μεγάλη και λαμπρή/ Υψικάμινο.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη θεματολογία του, όπου μέσα στην περιπλάνηση σε συμβατικά θέματα και ζητήματα της ποιητικής φιλολογίας αναδεικνύονται αίφνης κάποιες νησίδες ενδιαφέρουσες, όπως π.χ. αυτή που αποτυπώνει την επαγγελματική του ταυτότητα ως παλαιοπώλης στο κέντρο της Αθήνας: Η πρώτη έκδοση από καιρό εξαντλημένη/ Η σπανιότητά μου σκανδαλώδης/ Με συντηρούν οι αλλεπάλληλες επανεκδόσεις/ Καμία έκδοση δεν είναι οριστική/ Το οριστικό βρίσκεται σε διάσταση με την αιωνιότητα.
Μέσα σε αυτή την περιδίνηση, κάποιες φορές πηγαίνει μετωπικά και συγκεραστικά στα αισθητικά και θεματολογικά ζητούμενα, ρισκάροντας πολύ. Εδώ ίσως θα μπορούσε να φτιαχτεί ένα εφαλτήριο: Ότι γνωρίζω για τον Θεό το πιστοποιούν οι αισθήσεις μου/ Το πνεύμα μου θεολογεί επί ματαίω/ Δύσφραστον το αέναο και ακατάληπτο.
Αυτό όμως προϋποθέτει μια θεμελιακή μετατόπιση, στο παράδειγμα της γλώσσας και της ποιητικής του Νίκου Καρούζου, αφήνοντας πίσω αγάπες, συνήθειες και αδράνειες.

Πάβελ Φιλόνοφ, Κεφάλι, 1923-25, λάδι και γκουάς σε χαρτί ενισχυμένο σε χαρτόνι, 86.7 x 60.7 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου