12/2/23

Η εποχή Ερντογάν

Του Σταύρου Δρακουλαράκου*

ΝΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗΣ (επιμ.), Η «νέα» Τουρκία του Ερντογάν: Πριν και μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, μτφρ. Κ. Μαρκάτος, Leader Books, σελ. 328

Ο συλλογικός αυτός τόμος προσπαθεί και επιτυγχάνει να αναλύσει διεξοδικά τις πολλαπλές διαστάσεις και τα αποτελέσματα του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016 στην Τουρκία, υπό το πρίσμα του τουρκικού αφηγήματος του Ερντογάν. Το βιβλίο αριθμεί έντεκα κεφάλαια, από δώδεκα συγγραφείς προερχόμενους από χώρες της ευρωπαϊκής ηπείρου μέχρι και την Τουρκία, αναδεικνύοντας τη σημασία και το συμβολισμό της διεπιστημονικής και πέραν των συνόρων συνεργασίας. Κατά συνέπεια, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το έργο βρίσκει την απαρχή του στη διεθνή διάσκεψη με τίτλο Η Τουρκία σε μετάβαση(;) : Πριν και μετά το πραξικόπημα, διοργανωμένη στην Αθήνα από το Ολλανδικό Ινστιτούτο Αθηνών και τον επιμελητή του βιβλίου.
Το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016 θεωρείται η ύστατη προσπάθεια της κεμαλικής ιθύνουσας τάξης κατά τη διάρκεια της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας να αντιστρέψει και να διορθώσει την πολιτική και ιδεολογική κατεύθυνση της χώρας, όπως αυτή είχε οριστεί με βάση τις αρχές περί κοσμικότητας του καθεστώτος από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Οι προγενέστερες προσπάθειες ανατροπής −των ετών 1960, 1971, 1980 και 1997 συγκεκριμένα− είχαν στεφθεί με επιτυχία και λάμβαναν χώρα ανά δεκαετία, με αυτήν του 2000 να αποτελεί και τη μοναδική εξαίρεση. Είναι γεγονός πως το «μεταμοντέρνο πραξικόπημα» του 1997 είχε θεωρηθεί ως η τελευταία πράξη στην τουρκική πραξικοπηματική ιστορία, δεδομένου ότι είχε ακολουθήσει η ευρωπαϊκή ενταξιακή προοπτική της χώρας, η οποία θα λειτουργούσε ανασταλτικά σε τυχόν επανάληψή του. Ωστόσο, η απόπειρα του 2016 αναζωπύρωσε την τουρκική ιστορική μνήμη αναφορικά με το θέμα αυτό.
Το εισαγωγικό κεφάλαιο του επιμελητή του βιβλίου Νίκου Χριστοφή αποτελεί λεπτομερή ανάλυση τόσο των κύριων εξελίξεων της πρόσφατης τουρκικής πολιτικής ιστορίας, υπό το πρίσμα της ανόδου του κεμαλισμού και του ερντογανισμού ως των κατευθυντηρίων ιδεολογικών γραμμών της χώρας, όσο και της παρουσίας του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών του 21ου αιώνα. Τα επόμενα κεφάλαια του συλλογικού τόμου λειτουργούν ως ανάλυση και σύνθεση της μετα-πραξικοπηματικής Τουρκίας σε δύο άξονες: ο πρώτος μελετά τους πολιτικούς, θρησκευτικούς και κοινωνικούς παράγοντες στα τουρκικά πράγματα πριν και μετά το πραξικόπημα του 2016, ενώ ο δεύτερος αναλύει τα αποτελέσματα του πραξικοπήματος, τόσο στην εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή αντίδραση και τις σχέσεις κράτους και κοινωνίας.
Κατά συνέπεια, από τη μία πλευρά, στο βιβλίο αποδίδεται έμφαση στη διαλεκτική της δύναμης και την προώθηση του εμπόλεμου καθεστώτος της χώρας εντός της τουρκικής πολιτικής σκηνής, την αύξηση της επιρροής της Διεύθυνσης για τις Θρησκευτικές Υποθέσεις και του δικτύου της πριν και μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, τις άμεσες και έμμεσες κοινωνικές επιπτώσεις αναφορικά με την εγκατάσταση και διαιώνιση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, τη μετάβαση σε ενισχυμένο προεδρικό πολιτικό σύστημα και την ενδυνάμωση της εκτελεστικής εξουσίας, όπως και την εμφάνιση των κοινωνικών μαρτύρων στην Τουρκία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010.
Επιπρόσθετα, από την άλλη πλευρά, το έργο διαφωτίζει αναφορικά με την εμφάνιση του κοινωνικού άγχους και την πολιτική της άρνησης, τα οποία καλλιεργούνται ως συνέπεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος, την έλλειψη επιτυχημένου αντι-αφηγήματος εντός της τουρκικής πολιτικής σκηνής το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως εναλλακτική σε επόμενη εκλογική αναμέτρηση, την επιρροή και την αντίδραση στις διαδηλώσεις για το πάρκο Γκεζί, καθώς και σχετικά με τις ποικίλες επιπτώσεις αναφορικά με την αναβίωση του κουρδικού ζητήματος, τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και στους τομείς εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κεφάλαιο με τίτλο «Η διακυβέρνηση του ΑΚΡ και η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet)», καθώς αποσαφηνίζεται η επιρροή του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης επί σημαντικής πλειοψηφίας του τουρκικού πληθυσμού μέσω του διευρυμένου δικτύου του Diyanet. Ωστόσο, όπως επισημαίνει εξάλλου ο συγγραφέας του κεφαλαίου, η άνοδος του Diyanet ανάγεται στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα και τις προγενέστερες κεμαλικές κυβερνήσεις, ως μέσο για την επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής αποδοχής κυβερνητικών πρωτοβουλιών από την πλειοψηφία του πληθυσμού. Σε σχέση με το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, ο συγγραφέας επισημαίνει την προστιθέμενη αξία του Diyanet στην προώθηση της εικόνας του Ερντογάν, καθώς και στη συσπείρωση του μουσουλμανικού ακροατηρίου κατά ενός συγκεκριμένου εχθρού ή κάποιας οικονομικής, κοινωνικής ή πολιτικής κρίσης.
Παρά το γεγονός ότι συζητείται ακόμα σε επίπεδο συνωμοσιολογίας το κατά πόσο το πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 αποτελούσε προμελετημένη ενέργεια από την ίδια την κυβέρνηση, εντέλει, η αντίδραση σε αυτό παραμένει ίδια. Ενόψει των επερχόμενων εκλογών, ο συλλογικός τόμος συνιστά μια εύγλωττη, ισορροπημένη και επιστημονική ανάλυση του ερντογανικού τουρκικού πολιτικού αφηγήματος, καθώς και των διακυμάνσεών του. Προσφέρει τόσο τα απαραίτητα ερείσματα για περαιτέρω αναζητήσεις όσο και τα θεωρητικά εργαλεία για τη βαθύτερη κατανόηση της τουρκικής πολιτικής σκηνής και του «δεύτερου πολέμου για την ανεξαρτησία», όπως αυτός είχε κηρυχθεί από τον Ερντογάν την επομένη του αποτυχημένου πραξικοπήματος.

* Ο Στ. Δρακουλαράκος είναι δρ Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, διευθυντής έκδοσης στο Κέντρο Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΜΙΣ)

Παναγιώτης Δαραμάρας, Το ύψος της σκιάς, 2005, μελάνι σε χαρτί, 70 x 100 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου