15/1/23

Το μέλι της Σαπφούς

Του Κωνσταντίνου Μπούρα*

ΣΑΠΦΩ, Τα ποιήματα, πρόλογος - μετάφραση - σημειώσεις: Τασούλα Καραγεωργίου, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 200

Καρπός πολύχρονης μελέτης και μολύμοχθης έρευνας από μια διακεκριμένη φιλόλογο και δοκιμασμένη ποιήτρια. Χρηστικό εργαλείο για κάθε πλάγια ανάγνωση που δεν φιλοδοξεί να είναι και «λοξή» (από τον Λοξία). Αντίθετα, κάθε μη νοησιαρχιακή προσέγγιση τής μαγείας που ασκεί ο σαπφικός μύθος (και έρως) είναι απολύτως ανάρμοστη σε αυτό το σχολικό θα έλεγα πόνημα, για πανεπιστημιακή (προπτυχιακή και μεταπτυχιακή) αναδίφηση. Για την ακρίβεια, ο ταιριαστός όρος για αυτό το «έργο ζωής» θα ήταν –κατά την ταπεινή μου γνώμη, πάντα– η λέξη «εγχειρίδιον» (όχι μόνον για τον Γόρδιο δεσμό αλλά και για τον χαρτοκόπτη-σελιδοκόφτη).
Αν αντιπαραβάλλουμε στο απόσπασμα με αριθμό 146 το πρωτότυπο με το μετάφρασμα, θα καταλήξουμε σε πολλά και πάμπολλα συμπεράσματα, όχι μόνον γλωσσολογικού τύπου (σύγκριση της αρχαίας με την σύγχρονη ελληνική γλώσσα), αλλά και ρυθμολογικά, υφολογικά, θεματολογικά, θεατρολογικά, δραματολογικά και ούτω καθ’ εξής:
«μήτε μοι μέλι μήτε μέλισσα», γράφει η Σαπφώ, «μήτε το μέλι τους θέλω μήτε τη μέλισσα», μεταφράζει η εκλεκτή και βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών ποιήτρια Τασούλα Καραγεωργίου.
Αλλά, «μήτε μέλι μήτε μέλισσα σ’ εμένα», θα έλεγα εγώ, ο ταπεινός, θεωρώντας ότι εκείνη η δοτική, το «μοι» είναι περισσότερο στατικό και ομφαλοσκοπικό παρά εξωστρεφές που δείχνει κίνηση από τους Άλλους προς το υποκείμενο της πρωτοπρόσωπης αφήγησης.
Συγκεκριμένα, αν αναλύσουμε το συγκεκριμένο σπάραγμα, που λειτουργεί σαν αυτοτελής ψηφίδα σε κομψότατο ψηφιδωτό, όχι αποκομμένο αλλά σε σύγκριση με άλλα αποσπάσματα ή εκτενέστερα σπαράγματα ποιημάτων που αναφέρονται στα γηρατειά, στο αναπόφευκτο της τρίτης ηλικίας, στην καταρράκωση της ερωτικής μορφής από τον πανδαμάτορα Χρόνο, θα καταλήξουμε –ενδεχομένως– στο συμπέρασμα πως η μεγάλη ποιήτρια από τη Λέσβο μινυρίζει θρηνώντας (ή θρηνεί μινυρίζοντας) σε μια μεγαλειωδώς μονότονη, αλλά τόσο πλούσια σε αποχρώσεις, παρήχηση τού «μι» (που αντιστοιχεί και στην μεταγενέστερη δυτικής κοπής νότα). Πέντε λέξεις το αρχαίο τεχνούργημα, οκτώ λέξεις το σημερινό μετα-ποίημα.
Πέρα όμως από την ελαστική δυνατότητα και την πλαστικότητα της αρχαίας σε σύγκριση με τη σημερινή γλώσσα, υπεισέρχονται και ζητήματα αισθητικής, μορφολογίας, ρυθμολογίας και άλλα. Το ποίημα (όπως σωστά επισημαίνει ο Σεφέρης) δεν είναι το story του. Η αφηγούμενη ιστορία είναι το «δόλωμα» για να κρατήσεις και να διατηρήσεις την προσοχή τού συνδημιουργικού αναγνώστη.
Διαλέγοντας μία και μόνη γραμμή για να εξετάσω και να σχολιάσω συνεκδοχικά το σύνολο ετούτου του πονήματος, προβαίνω σε μια ηθελημένη συντόμευση, αλλά όχι απλούστευση ή απλοποίηση.
«Το μέρος αντί τού όλου». Και το τελευταίο τετραγωνικό χιλιοστό από τις μινωικές τοιχογραφίες τής Κνωσσού και της Θήρας παραμένει αριστούργημα, ακόμα κι όταν δεν μπορεί να ανασυσταθεί η συνολική «μαγική» εικόνα. Στα έργα των μεγάλων ζωγράφων της Αναγέννησης, ακόμα και η τελευταία λεπτομέρεια (σε μεγέθυνση) είναι ένας ολόκληρος κόσμος. Το ίδιο συμβαίνει με τη Σαπφώ, με τον Αλκαίο, με τον Ίβυκο… Δεν θα τολμούσε εύκολα κανείς να αγγίξει τα γλωσσικά ορόσημα της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς, εάν δεν είχε την κατάλληλη επιστημονική επάρκεια και την ανάλογη ποιητική δεξιοτεχνία.
Εδώ έχουμε ένα σοβαρό εγχειρίδιο για σχολική χρήση, πρόσφορο για δευτερογενή ποιητική αναδημιουργία. Η φιλολογική διαμεσολάβηση είναι τόσο «ορθολογική», που υπονομεύει την διακριτική ειρωνεία που υποφώσκει στο «υπο-κείμενο» (subtext ή sous-texte, αν το προτιμάτε στα γαλλικά). Η κυριολεξία με την ποιητικότητα απέχουν παρασάγγας.
Κι εδώ διαγιγνώσκουμε μια «πιστή», «ακριβόλογη» θα έλεγα, «κατά λέξιν» απόδοση, κι όχι μια «λειτουργική μετάφραση», στην τρίτη κιόλας δεκαετία τού εικοστού πρώτου αιώνα, όπου η Μεταφρασεολογία αποκόπηκε από την παραδοσιακή Γλωσσολογία και αποτελεί ήδη έναν αυτόνομο (εν πολλοίς) επιστημονικό κλάδο.
Στην εποχή τής Τέταρτης Βιομηχανικής Ρομποτικής Επανάστασης, η διεπιστημονική συνεργατικότητα και συνδημιουργικότητα προϋποθέτει ευελιξία και συμβατότητα προς αποφυγήν ατέρμονων, χαοτικών «κβαντικών» υβριδίων. Οι παραδοσιακές αυθεντίες δεν έχουν πλέον νόημα και η «διά βίου μάθηση» είναι προϋπόθεση για την «αειφόρο ανάπτυξη» ΚΑΙ στον τομέα των Γραμμάτων και των Τεχνών. Θα πρότεινα στην εκλεκτή συνάδελφο, στην επόμενη έκδοση να λειτουργήσει και ως ποιήτρια και να φιλοτεχνήσει μια περισσότερο «λειτουργική», ελεύθερη απόδοση τού απαράμιλλου πρωτοτύπου.
Για να θυμηθούμε όμως τον Καβάφη, στους δύσκολους πνευματικούς αγώνες, το «πρώτο σκαλί» αρκεί. Είναι από μόνο του μεγάλη, αξιοσημείωτη κατάκτηση. Όπως αυτό το βιβλίο που μας χαρίζει γενναιόδωρα η εκλεκτή φιλόλογος Τασούλα Καραγεωργίου.
«..έρως δηύτε μ’ ο λυσιμελής δόνει, γλυκύπικρον αμάχανον όρπετον…».

*Ο Κωνσταντίνος Μπούρας είναι δρ Θεατρολογίας

Άποψη της έκθεσης «Phantoms» της Νίνας Παπακωνσταντίνου στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου