4/12/22

Συνδικαλισμός, ποδόσφαιρο και Μεταπολίτευση

Άποψη της έκθεσης του Μανώλη Μπαμπούση «Ο κήπος» στην Αίθουσα «Νίκος Κεσσανλής» της ΑΣΚΤ

Του Βαγγέλη Τζούκα*

Θ. ΤΣΟΥΜΑΣ - Μ. ΧΟΥΜΕΡΙΑΝΟΣ, Επαγγελματισμός και συνδικαλισμός στο ποδόσφαιρο (1975-1982). Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών και η εφημερίδα «Ο ποδοσφαιριστής», εκδόσεις Opportuna, Πάτρα, σελ. 276

Αυτές τις μέρες διεξάγεται το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου στο Κατάρ. Πρόκειται για μια διοργάνωση που καθηλώνει δισεκατομμύρια τηλεθεατές ανά την υφήλιο, επιβεβαιώνοντας εν μέρει τις στερεοτυπικές απόψεις για τη δημοφιλία του «βασιλιά των σπορ». Υπάρχουν παρόλα αυτά έντονες διεθνείς αντιδράσεις για το όλο πλαίσιο διεξαγωγής των αγώνων, που αφορούν τους χιλιάδες (ως επί το πλείστον μετανάστες) εργάτες που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των πολυετών εργασιών προετοιμασίας του Μουντιάλ, τη χρονική μετάθεση του θεσμού το φθινόπωρο (πρώτη φορά στα χρονικά) προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της διοργανώτριας χώρας, την απόλυτη εμπορευματοποίηση του αθλητικού προϊόντος κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση, για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ο πλήρης μετασχηματισμός αυτού του πάλαι ποτέ λαϊκού αθλήματος σε εμβληματική κορωνίδα της καπιταλιστικής μετανεωτερικής παγκοσμιοποίησης. Κι όμως, υπήρχαν σχετικά πρόσφατα εποχές κατά τις οποίες ακόμη και το (συνήθως προβληματικό) ελληνικό ποδόσφαιρο ακολουθούσε τα ρεύματα των ημερών και προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις.
Στο βιβλίο των Μανώλη Χουμεριανού και Θανάση Τσούμα αναδεικνύονται όψεις του συνδικαλιστικού κινήματος των Ελλήνων ποδοσφαιριστών κατά την αρχική περίοδο της μεταπολίτευσης, οι οποίες συνδέονται με την ίδρυση του ΠΣΑΠ (Πανελληνίου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών). Η χρονική στιγμή ασφαλώς δεν είναι τυχαία, καθώς αναφερόμαστε στην πολύ πλούσια και έντονη εποχή της μετάβασης στη δημοκρατία μετά την πτώση της δικτατορίας. Όπως έχει αναλυθεί σε πολλές επιστημονικές εργασίες, το χρονικό αυτό διάστημα χαρακτηρίζεται από «έκρηξη» της μαζικής δράσης, των συλλογικοτήτων, της ίδρυσης ή/και ανανέωσης σωματείων και οργανώσεων, μέσα στο γενικότερα ρεύμα της πολιτικοποίησης, της συλλογικής δράσης και του ευρύτερου κοινωνικού και πολιτισμικού μετασχηματισμού. Όπως διαφαίνεται και στο βιβλίο, η μείζονα αυτή μεταβολή δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον χώρο του ποδοσφαίρου, που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είχε εργαλειοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό από το δικτατορικό καθεστώς, με άμεση συνέπεια την επιφύλαξη ή και ανοιχτή εχθρότητα, ειδικά των αριστερών, προς το νέο «όπιο του λαού». Στο κείμενο περιγράφονται όλες οι θεσμικές διαδικασίες που οδηγούν στην επίσημη ίδρυση του ΠΣΑΠ το 1976, οι σχέσεις του συνδικαλιστικού οργάνου με τους κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς, την ΕΠΟ, την ΕΠΑΕ, τη ΓΓΑ, τις ομάδες, τον τύπο αλλά και τους ίδιους τους αθλητές. Γίνεται επίσης αναφορά στο έντυπο Ο Ποδοσφαιριστής, που εξέδιδε ουσιαστικά ο ΠΣΑΠ, σε απόπειρες μαζικοποίησης του Συνδέσμου, διεθνείς πρωτοβουλίες και συναντήσεις, δράσεις αλληλεγγύης και κοινωνικής προσφοράς. Σημαντική είναι η έμφαση που δίνεται στις απεργιακές κινητοποιήσεις που χαρακτηρίζουν την υπό εξέταση περίοδο, αλλά αρκετές φορές υπονομεύονται (κυρίως μετά τις πιέσεις που ασκούν οι διοικήσεις των μεγάλων ομάδων). Ενδεικτική της συγκυρίας είναι η έμφαση που δινόταν στις απεργιακές αυτές κινητοποιήσεις σε ασφαλιστικά/προνοιακά θέματα του συγκεκριμένου κλάδου, με την προβολή ως διεκδίκησης της δημιουργίας ξεχωριστού ασφαλιστικού ταμείου για τους παίκτες. Στην ανάλυση των συγγραφέων τονίζεται η πολυπλοκότητα του κοινωνικού υποκειμένου που συνιστούσε ο Έλληνας ποδοσφαιριστής της περιόδου, τουλάχιστον των δυο μεγάλων κατηγοριών (Α' και Β' Εθνικής). Δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι αναφερόμαστε σε εντελώς διαφορετικές καταστάσεις από τη σημερινή (κατά την οποία η συντριπτική πλειονότητα των παικτών των ομάδων είναι ξένοι), ότι οι ποδοσφαιριστές ήταν «λαϊκά είδωλα» (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) και ότι θεωρούνταν «ειδική κατηγορία εργαζομένων». Από την άποψη αυτή, δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι στις διαδικασίες για την ίδρυση και ανάπτυξη του Συνδέσμου πρωταγωνιστούν ορισμένοι από τους πιο θρυλικούς ποδοσφαιριστές που ανέδειξε ποτέ το ελληνικό ποδόσφαιρο (Δομάζος, Δεληκάρης, Παπαϊωάννου, Αντωνιάδης, Αποστολίδης κ.ά.)
Το άλλο σημαντικό στοιχείο που αξίζει να προσεχθεί είναι η αναγνώριση της υβριδικής κατάστασης που επικρατούσε στον χώρο του αθλήματος τη δεκαετία του 1970. Οι ομάδες θεωρούνταν ακόμη τύποις ερασιτεχνικές, αλλά στην πραγματικότητα λειτουργούσαν για πολλά χρόνια σε ένα ημι-επαγγελματικό επίπεδο, εντός του οποίου χωρούσαν εκβιασμοί, δωροδοκίες, διαφθορά, μεταγραφικές «αρπαγές» ποδοσφαιριστών, ελληνοποιήσεις ξένων ποδοσφαιριστών (π.χ. Αργεντινών), στήσιμο αγώνων κ.λπ. Σταθμό στη μετεξέλιξη του αθλήματος είχε διαδραματίσει φυσικά η ίδρυση του ΟΠΑΠ και η εισαγωγή του ΠΡΟ-ΠΟ το 1959. Είκοσι χρόνια, μετά η συγκυρία επέβαλε μια νέα μεγάλη τομή, αυτή τη φορά με την καθιέρωση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου και τη δημιουργία των ΠΑΕ (Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες). Είναι δεδομένο λοιπόν ότι οι συνδικαλιστικές απόπειρες των ποδοσφαιριστών δεν μπορούν να ιδωθούν αποκομμένα από τις εξελίξεις αυτές. Κατά μια έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ίδρυση του ΠΣΑΠ, αν και προηγείται χρονικά, στην πραγματικότητα συνοδεύει την πορεία προς την επαγγελματοποίηση.
Σε γενικές γραμμές το βιβλίο συνιστά μια πολύ ενδιαφέρουσα και καλά τεκμηριωμένη αποτύπωση των μεταβολών που εμφανίστηκαν στον χώρο των αθλημάτων κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο, που προφανώς πρέπει να συσχετισθούν με τις μείζονες διακυβεύσεις της πορείας προς τον εκδημοκρατισμό της ελληνικής κοινωνίας. Το πεδίο της κοινωνικής και πολιτικής ιστορίας του αθλητισμού (και ειδικότερα του ποδοσφαίρου) στην Ελλάδα είναι εντελώς παραγνωρισμένο. Θεωρούμε ότι βιβλία όπως αυτό των Τσούμα και Χουμεριανού συμβάλλουν στην ανανέωση της συζήτησης και μπορούν να λειτουργήσουν προς την κατεύθυνση της εκ νέου συνειδητοποίησης της ανάγκης να προχωρήσουμε επιστημονικά έξω από στερεότυπα και προκαταλήψεις.

* Ο Βαγγέλης Τζούκας είναι δρ Κοινωνιολογίας, διδάσκων στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου