13/8/22

Η συγκρότηση ενός πεδίου

Ηλίας Παπαηλιάκης, Έξι μελέτες για το Κυκλαδικό στερεό, 2022, γυαλί, ξύλο, 70 x 65 x 500 εκ. 


Του Βαγγέλη Καραμανωλάκη*

ΒΕΝΕΤΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ, Η λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο. Η συγκρότηση της επιστήμης της νεοελληνικής φιλολογίας (1942-1982), εκδόσεις Πόλις, σελ. 360

Το πρόσφατο βιβλίο της Βενετίας Αποστολίδου για την ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας (ΝΕΦ) αποτελεί μια τομή στην ιστορία του συγκεκριμένου γνωστικού αντικειμένου αλλά και στη συζήτηση γύρω από τη συγκρότηση των επιστημονικών πεδίων στις ανθρωπιστικές σπουδές στην Ελλάδα.
Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει μια σημαντική διεύρυνση της ελληνικής βιβλιογραφίας για την ιστορία της ανώτατης εκπαίδευσης. Ένας από τους πιο σημαντικούς νέους κλάδους αφορά τη συγκρότηση των επιστημονικών γνωστικών πεδίων και αντικειμένων: η ιστορία, η αρχαιολογία, τα παιδαγωγικά, τα αρχαία ελληνικά, η φιλοσοφία, η κλασική φιλολογία έχουν αποτελέσει αντικείμενα μελετών που επικεντρώνονται στην πορεία ανάδειξής τους ως επιστημονικά πεδία, στη διδασκαλία και έρευνά τους σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Οι λόγοι είναι προφανείς. Τα πανεπιστήμια αποτέλεσαν διεθνώς τον κατεξοχήν χώρο συγκρότησης, έρευνας και διδασκαλίας της επιστήμης και προφανώς αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για μια χώρα σαν την Ελλάδα, όπου διαχρονικά η επιστημονική ζωή κινήθηκε γύρω από τα ΑΕΙ. Τι είναι το καινούργιο που φέρνει η Αποστολίδου στη δική της προσέγγιση;
Α. Η περίοδος: Η σχετική βιβλιογραφία επικεντρώνεται στον 19ο αιώνα και λιγότερο στον Μεσοπόλεμο. Η Αποστολίδου στρέφεται προς τη μεταπολεμική περίοδο έως και τη δεκαετία του ’70, μια περίοδο που έχει μείνει σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητη και υποφωτισμένη. Μέσα από τη δουλειά της η συγγραφέας φωτίζει λίγο περισσότερο αυτά τα χρόνια, εστιάζοντας προφανώς στην ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας αλλά παράλληλα εκ των πραγμάτων γράφοντας και για τον ίδιο τον πανεπιστημιακό θεσμό και τα επίδικα ζητήματά του στον 20ό αιώνα, αναδεικνύοντας τις συνέχειες αλλά και τις τομές από τον 19ο.
Β. Το πεδίο: Η Αποστολίδου γράφει συγκροτώντας για πρώτη φορά την ιστορία της ανάδειξης της ΝΕΦ ως αυτοτελούς επιστημονικού πεδίου. Προφανώς, το πανεπιστήμιο δεν είναι το αποκλειστικό χωνευτήρι μέσα στο οποίο πλάθεται το καλούπι της νέας επιστήμης. Αντιθέτως, υπάρχουν μια σειρά από εξωπανεπιστημιακοί θεσμοί, περιοδικά, σύλλογοι, εταιρείες, που συμβάλλουν στη συγκρότησή του. Η επιμονή, όμως, στο πανεπιστήμιο συνδέεται με τον ρόλο του στη θέσμιση του συγκεκριμένου πεδίου. Το πανεπιστήμιο, μέσα από το κύρος του, συντελεί καθοριστικά στη διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλαισίου. Συγκροτεί τον κανόνα, ορίζοντας τι είναι ή τι δεν είναι νεοελληνική φιλολογία, την ώρα που μέσω των διαδικασιών του συντελεί στην ανανέωση του πεδίου αλλά και στην αναπαραγωγή της κοινότητας των ειδικών του.
Γ. Η αναπαραγωγή: Η Αποστολίδου συζητά τον ρόλο του πανεπιστημίου στην αναπαραγωγή προσώπων και ιδεών μέσα από δύο κομβικές στιγμές στην πανεπιστημιακή διαδικασία: α. τις εκλογές των καθηγητών και β. τις διδακτορικές διατριβές.
Οι εκλογές του διδακτικού προσωπικού αποτελούν έναν κρίσιμο παράγοντα για την ίδια την αυτονόμηση του επιστημονικού πεδίου. Ας θυμηθούμε τον Πιέρ Μπουρντιέ: το επιστημονικό πεδίο απαιτεί, προϋποθέτει την αναγνώριση του κύρους του υποψηφίου από τους ομοτέχνους του. Θέτοντας τις εκλογές στο επίκεντρο της μελέτης της, η Αποστολίδου επιλέγει να μελετήσει τις παραμέτρους, το πώς γίνεται κατανοητό το πεδίο για το οποίο συζητάμε, πώς κάθε φορά επανορίζεται. Με ποιους όρους γίνεται αυτή η αναγνώριση, τι είναι αυτό που θεωρείται επιστημονικό ή όχι, τι εντάσσεται, τι αποκλείεται.
Η μελέτη της Αποστολίδου είναι η πρώτη που, από όσο γνωρίζω, θέτει στο επίκεντρο του προβληματισμού της τη διαδικασία υποστήριξης των διδακτορικών διατριβών. Η ιστορία των διδακτορικών διατριβών δεν έχει γραφτεί ακόμη στην Ελλάδα, παρόλο που η μελέτη τους μπορεί να μας αναδείξει, όπως συμβαίνει στο ανά χείρας βιβλίο, τι είναι κάθε φορά το καινούργιο, πώς ενσωματώνεται, πώς συνομιλεί με τις αντίστοιχες διεθνείς εξελίξεις. Και βέβαια, αν και δεν απασχολεί εκτεταμένα τη συγγραφέα, το πώς καθιερώνεται ένα σύνολο πρακτικών, μεθοδολογικών και γραφής, που συγκροτούν την ταυτότητα του φιλολόγου. Η Αποστολίδου μας δείχνει για πρώτη φορά πόσο πολύτιμη είναι η μελέτη των διατριβών στην κατανόηση ενός επιστημονικού πεδίου.
Εκλογές καθηγητών, διατριβές, υποστηρίξεις και μια κοινότητα προσώπων που κινείται μέσα και έξω από το πανεπιστήμιο και συμμετέχει σε αυτές τις διαδικασίες από διαφορετικούς ρόλους. Έχω υποστηρίξει παλιότερα πόσο οι θεσμοί επηρεάζουν τη συγκρότηση ενός πεδίου, πόσο το πανεπιστήμιο συντελεί στην οριοθέτηση των ίδιων των επιστημονικών αντικειμένων. Η Αποστολίδου μας θυμίζει ότι εκτός από τον θεσμό υπάρχουν και τα πρόσωπα. Η ιστορία της επιστήμης είναι η ιστορία των προσώπων. Οι επιλογές των καθηγητών δεν συνδέονται μόνο με επιστημονικά κριτήρια αλλά με πολιτικές συμπάθειες, γνωριμίες, οικογενειακές σχέσεις. Η διδασκαλία ή η παρουσία τους έχει τις δικές της διαδρομές, που υπερβαίνουν κάποτε αυτό που οι επιστημονικές τους ορίζουσες καθορίζουν. Η Αποστολίδου στέκεται στα πρόσωπα προσπαθώντας να αιτιολογήσει τις επιλογές τους αναδεικνύοντας τις διασυνδέσεις τους με τα διαφορετικά περιβάλλοντα. Αναφερόμενη και στα βιογραφικά των άλλων υποψηφίων, μας δίνει μια σφαιρική εικόνα, συνδεδεμένη με τα ποικίλα περιβάλλοντα από τα οποία προέρχονταν.
Η κατανόηση της συγκρότησης ενός επιστημονικού πεδίου μελετά την πορεία αυτονόμησης και καταξίωσής του μέσα από τη διαλογική του σχέση με τα άλλα συναφή επιστημονικά πεδία, παρακολουθεί την πορεία της οριοθέτησής του σε σχέση με προϋπάρχουσες πειθαρχίες. Στην περίπτωσή μας η Αποστολίδου μελετά αυτή τη διαδικασία επικεντρώνοντας στην οριοθέτησή της νέας έναντι της αρχαίας φιλολογίας αλλά και της ιστορίας. Σκέφτομαι αυτή τη διαδικασία σε σχέση με τη συνολική διαδρομή των ανθρωπιστικών επιστημών στη χώρα μας. Εκκινώντας από τον 19ο αιώνα και μέσα από την ισχυρή επίδραση του Αύγουστου Μπεκ, η φιλολογία υπήρξε η μήτρα από την οποία ξεπήδησαν οι άλλοι αρχαιογνωστικοί κλάδοι. Το ισχυρό παράδειγμά της ακολούθησαν οι βυζαντινές αλλά και αργότερα οι νεοελληνικές σπουδές. Σε κάθε περίπτωση η Αποστολίδου ιστορικοποιεί αυτή τη διαδικασία, αναδεικνύει τις διαφορετικές διαδρομές και επανασημασιοδοτήσεις: από την αρχαιογνωσία του Γιάννη Αποστολάκη ή του Ιωάννη Συκουτρή στον Δημήτρη Μαρωνίτη, από την ιστορικοφιλολογική μέθοδο του Απόστολου Σαχίνη στη γραμματολογική της Ελένης Τσαντσάνογλου.
Το βιβλίο της Νέτας Αποστολίδου είναι μια εντυπωσιακή καταγραφή αλλά και ένας χειμαρρώδης αναστοχασμός πάνω στην ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας. Διαβάζοντάς το, σκεφτόμουν πόσο η συγγραφέας υιοθετεί μια στάση κατανόησης απέναντι στα πρόσωπα και τις επιλογές τους, με πόση «συμπάθεια» τα αντιμετωπίζει. Μεγαλώνοντας και δουλεύοντας μέσα στο πεδίο μπορούμε πιο εύκολα ίσως να κατανοήσουμε, συνδέοντας τες πια με τις δικές μας εμπειρίες, τις μεγάλες άλλα και τις μικρές στιγμές που περιγράφουμε. Διαβάζοντάς το σκεφτόμουν δυο στίχους, από ένα ποίημα του Θεσσαλονικιού ποιητή Ανέστη Ευάγγελου: Χιόνι της Ευσπλαχνίας –όχι της Ορφάνιας./ Χιόνι της Συγκατάβασης –όχι της Τιμωρίας. Και το ποίημα καταλήγει: Χιόνι της μυστικής αγάπης πια. Μόνο που για την Αποστολίδου η αγάπη της δεν ήταν διόλου μυστική και, ευτυχώς, τη μοιράστηκε μαζί μας.

* Ο Β. Καραμανωλάκης είναι ιστορικός (ΕΚΠΑ, ΑΣΚΙ).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου