10/7/22

Συμπτώματα

Γιάννης Τσαρούχης, Σκηνικό για μπαλέτο εμπνευσμένο από την Τραβιάτα του Βέρντι, 1934, ακουαρέλα σε χαρτί, 15,5 x 20,5 εκ.

Του Κωνσταντίνου Μπούρα*

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΣΦΥΡΙΔΗΣ, Συμπτώματα καραντίνας και άλλα διηγήματα, βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 100

Η αυτοαναφορικότητα στην Τέχνη και ειδικότερα στην Λογοτεχνία είναι ένας απολύτως νόμιμος τρόπος διαθλαστικής προβολής του εγώ στον καθρέφτη του κόσμου. Το κατά πόσον όμως είναι θεμιτό να ψέλνεις τα εξ αμάξης στην πρώην σύντροφό σου και να την εκθέτεις, ειδικά για το υποτιθέμενο ατόπημα να τυπώσει τις ιδιωτικές της συνομιλίες με προσφάτως εκλιπόντα γνωστό πικρόχολο και κακεντρεχή ποιητή της Θεσσαλονίκης, εκεί τα όρια θολώνουν ανάμεσα στην όποια εκδοχή της λογοτεχνικότητας και στο ξεκαθάρισμα προσωπικών λογαριασμών. Εξ άλλου, και το εν λόγω βιβλίο με τα καυστικά σχόλα του συχωρεμένου ήταν κατά την γνώμη μου, όπως εκφράστηκε από αυτές τις σελίδες της αγαπημένης μου εφημερίδας, μία αντιεπιστημονική, αντιδεοντολογική «βεντέτα» που εκφυλίστηκε σε φτηνό κουτσομπολιό. Ούτως ή άλλως, η πανδημία και ο συνακόλουθος εγκλεισμός κατ’ οίκον επαύξησε και επέτεινε τα φαινόμενα «ιδιωτείας», που περιπεπλεγμένα με την παρεξηγημένη ιδιωτικότητα και την ακατάσχετη μονολογικότητα ημερολογιακού τύπου τροφοδότησαν τυπογραφεία, βιβλιοδετεία και βιβλιοπωλεία, με κακόγουστες καταγραφές εν θερμώ συναισθημάτων που δεν πρόλαβαν να γίνουν «αισθήματα».
Αφιερωμένο κατ’ αρχήν στον γνωστό και δημοφιλή λοιμωξιολόγο που μας ενημέρωνε κάθε βράδυ από τηλεοράσεως για την πορεία της μεταδοτικής νόσου, το βιβλίο αυτό συνιστά μάλλον μια αγιογραφική αυτοπροσωπογραφία του πολύπειρου και υπέργηρου ανθρωπιστή, ζωόφιλου, φιλάνθρωπου συγγραφέα του, διχασμένου ακόμα ανάμεσα στο ιατρικό του λειτούργημα και την συγγραφική του ενασχόληση. Όμως στην Λογοτεχνία, όταν η στόχευση είναι υψηλή, απαιτείται μια ευρύτατη προοπτική, η υπέρβαση του ατομικού χάριν του συλλογικού και το συν-ειδέναι συμβάλει τόσο στην ατομική όσο στην συλλογική αυτογνωσία.
Η γραφή είναι δίκοπο μαχαίρι, το διπλό πελέκι της Κλυταιμνήστρας: σκοτώνει τους «εχθρούς» μας, απαξιώνει τους αντιπάλους μας, όμως πρωτίστως εμάς πληγώνει και το δικό μας είδωλο αποκαθηλώνει. Γι’ αυτό προσοχή, αυτόκλητοι επίδοξοι ομότεχνοι του Ντοστογιέφσκι, του Παπαδιαμάντη και του Βιζυηνού. Εκείνοι ήταν μέγιστοι, γιατί δικαιολογούσαν τους αντιπάλους, δικαίωναν αμφότερα τα αντίμαχα μέρη, ακόμα κι όταν δεν μπορούσαν να αθωώσουν τους πάντες, κάτι που ίσως και το αξίζουν και το δικαιούνται. Ας θυμηθούμε το τέλος της «Φόνισσας»: Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατον εις το πέρασμα του Αγίου Σώστη, εις τον λαιμόν τον ενώνοντα τον βράχον του ερημητηρίου με την ξηράν, εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης δικαιοσύνης. Αυτή είναι υψηλή λογοτεχνία. Όλα τα άλλα προφάσεις εν αμαρτίαις, πρόσκαιροι ιριδισμοί στην πομφόλυγα του Χρόνου (κοινώς «σαπουνόφουσκα»). «Θα μας ξεχάσουν, θα μας ξεχάσουν όλοι», όπως λένε οι απεγνωσμένοι ήρωες του Τσέχωφ, γιατί χαθήκαμε στα μικροπαθήματά μας την ώρα που τα δάση καίγονταν. «Κανείς δεν τους θυμάται πια. Δικαιοσύνη», αποφαίνεται ο Σεφέρης.
Η έλλειψη τρυφερότητας είναι ασυγχώρητο αμάρτημα και προκαλεί ανήκεστον βλάβην.

*Ο Κωνσταντίνος Μπούρας είναι επισκέπτης καθηγητής θεατρικής κριτικής στο ΕΚΠΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου