6/6/20

Για τον «έρωτα» μυθιστορίας και φαντασίας

Ελπίδα Φραγκεσκίδου, Underwater Archipelago, 2019- 2020, εγκατάσταση


ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΟΥΤΣΟΥ

Ίσως χρειάζεται να προβώ σε κάποιες εισαγωγικές επισημάνσεις. Δηλαδή,
1) Λίγες είναι οι περιπτώσεις συναδέλφων που διαθέτουν «διπλή» ιδι­ό­τη­τα, δηλαδή όσων στο campus ενεργοποιούν δικλίδες δια­φυγής προς το πεδίο της λογοτεχνίας, έστω με την επίγνωση ότι από τη «Σχολή στη σχόλη το παυ­σί­πονο αργεί» και με την αίσθηση ότι τους υποβλέπει —ή απλώς ότι τί­θενται υπό το διπλό βλέμμα του «άλλου»— τόσο το γένος των λο­γοτεχνών όσο και το συ­νάφι των πανεπιστημιακών.
2) Οι περιπτώσεις αυτές επιβάλλεται να ενθαρρύνονται, εφόσον κα­λω­σο­ρίζουν τον λόγιο και όχι τον κερδώο Ερμή, σε μια εποχή γενικευμένης δι­εμ­βο­λής του Πανε­πιστημίου από τους θεούς της αγοράς.
3) Ειδικότερα, τόσο οι νέοι όσο και οι παλαιότεροι συνάδελφοι χρήσιμο εί­ναι να υποβοηθούνται, χω­ρίς καμιά διάθεση πατρωνείας, στην αντιμετώπιση του «πεδίου εντάσεων» («Span­nungsfeld») που συχνά εμφανίζεται στο cam­pus, επαληθεύοντας τη διά­γνω­ση του Freud για τον «ναρκισσισμό των μικρών δια­φορών».
4) Αυτή λοιπόν η συναδελφική στάση καθίσταται αυτονόητη λόγω του εί­­δους και του θέματος αυτών των βιβλίων, το οποίο επιτρέπει μια αβίαστη συ­νο­μιλία μα­­ζί του.
5) Μέσα από ορισμένα σημεία αυτών των βιβλίων εδραιώνεται η υπο­ψία ότι επι­χειρείται μια άλλη εκδοχή του «πανεπιστημιακού μυθιστορήματος» («cam­pus no­vel»), με διακριτικό τρόπο αντιπαραθέτοντας τον αρχαίο δάσκαλο στους σημερινούς χρήστες της «τηβέννου».

6) Συνολικά, αυτού του είδους η διττή συγγραφική πρακτική μπορεί να αντιπαρατίθεται προς τη στενότητα του «συναφιού», τόσο του λογοτεχνικού όσο και του ακαδημαϊκού, εξοπλίζοντας τους φορείς της με μια σεμνότητα δια­νοουμένων που έχουν επίγνωση των ορίων τους.
7) Με την προϋπόθεση ότι δεν μπερδεύονται οι ρόλοι και από τις δύο πλευρές: ούτε ο λογοτέχνης να εμφανίζεται επιστημονίζων και ιδίως ούτε ο επι­στήμονας να αναλίσκεται σε λογοτεχνίζουσες επιδόσεις. Με ένα παράδειγ­μα πρόσφατης κοπής: άλλο είναι η ποίηση που πατάει στην ιστορία και άλλο η ομιχλώδης και ρευστή  «ποιητική της ιστορίας»…
8) Συχνά οι «επαγγελματίες» κριτικοί της λογοτεχνίας στο τυποποιημένο μοτίβο των οικείων παρουσιάσεων, γραπτά ή προφορικά, προσπερνούν τις στιγμές του «έρωτα» που αναπτύσσεται ανάμεσα στη λογοτεχνική γραφή και τη φιλοσοφική σκέψη. Βλ. Για το ιστορικό «υπόβαθρο» της λογοτεχνίας, «Παπαζήσης» 2017: 54-56.
Πρόσφατα η συνάδελφος Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, ομότιμη επίσης καθηγήτρια Φιλοσοφίας του Παν/μίου Θεσσαλονίκης, δημοσίευσε το μυθιστόρημα: Κοιλάδες του φόβου («Εκκρεμές» 2019). Πρόκειται για το έκτο μυθιστόρημα, στο οποίο θα πρέπει να προσθέσουμε και τρεις συλλογές διηγημάτων, σε τέσσερις δεκαετίες λογοτεχνικής δημιουργίας. Τώρα σκιαγραφείται με σαφήνεια το πλαίσιο μιας «δυστοπίας» του «παρόντος» (από τον Σεπτέμβριο του 2029 και εξής), την οποία ωστόσο η συγγραφέας ευελπιστεί ότι θα καταστεί «παρελθόν» - ο «ζόφος δεν θ’ αργούσε να διαλυθεί», μάλιστα με «φόντο τη λαχτάρα του ανθρώπου για ποίηση ζωής», ακόμη και με απόσυρση στην «εξοχή».
Αν περιορισθούμε στον θεματικό κύκλο της «Ρομποτικής», δεν είναι μόνο μπροστά μας ο «κβαντικός κόσμος» που «κρύβει πολλά», ούτε η δραστηριότητα του «Ιδρύματος Διαστημικών Ερευνών του Δικτύου της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης», απέναντι σε «ανυποψίαστους Φιλισταίους». Στην εκδίπλωση της «καθημερινότητάς» μας είναι αντιληπτή η «επέλαση των ανδροειδών», ώστε οι άνεργοι να ξεπερνούν τα δύο δισεκατομμύρια, τόσο που να «γαντζώνεται στον νου» μας η φράση: «δεν είμαι ρομπότ, δεν είμαι ρομπότ». Και τούτο να συνεπάγεται μια ζωή «συνεχούς περιδίνησης» - «μόνο τα χαμομήλια και τα ρομπότ δικαιούνταν γαλήνη».
Από την άλλη πλευρά η αφήγηση κινείται και προς «χρόνο φανταστικό», με τη φαντασία να αναγορεύεται στο «τελευταίο χαρτί» που «άξιζε να εμπιστευτεί» κανείς τη δύναμή της. Πρόκειται για έναν χρόνο που «δεν δεσμεύεται από τη φορά του πραγματικού χρόνου» - ο «χρόνος της φαντασίας» υποσκάπτει, «βαθμιαία ή ακαριαία», «σαν πήδημα στον αέρα», την «αμετάκλητη πορεία των γεγονότων».
Με την επίκληση της «ουτοπιστικής» του Wallerstein, σκηνοθετείται και το «αντίβαρο στην ουτοπία». Ό,τι σε οδηγεί από την «αργή εκμηδένιση της εξαθλίωσης» προς τη «συνθήκη που σου επιτρέπει να ζήσεις σαν άνθρωπος» (βλ. και το κείμενό μου: «Κοινωνική ανθρωπολογία σε ‘γεω-ιστορική’ στροφή», Η Εφημερίδα των Συντακτών, 16.09.2019, και με τη μνεία του Utopics 1998). Επιπλέον, στις συζητήσεις των «κοιλάδων του φόβου» παρεμβάλλεται και ο G. Agamben με κριτική αντιμετώπιση στο θέμα της «Βιοπολιτικής». Βλ. Ιστορικών και φιλοσόφων έλεγχος, «Βιβλιόραμα» 2008: 42-46. Για το motto που προέρχεται από βιβλίο της Ν. Μαντελστάμ και αφορά τη «σταλινική» περίοδο, βλ. Gr. Claeys, Dystopia, Oxford 2018:149,165,167/168. Για την «κοιλάδα των δακρύων» στον Marx βλ. Ο Marx στον καθρέφτη (2014:254,312).
Με αυτονόητη την υπόμνηση να μην «μπερδεύεται» η φιλολογία με τη φιλοσοφία εξηγείται γιατί δεν πρέπει να φαίνονται «ύποπτα τα βιβλία με νόημα», όπως συνηθίζουν να πράττουν οι «φερόμενοι ως κριτικοί». Γιατί όχι, η λογοτεχνία είναι για τη «θεωρία ό,τι το πείραμα για την επιστήμη»…

Ο Παναγιώτης Νούτσος είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Ιωαννίνων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου