Η αμορφωσιά και η έπαρση, η επιστήμη και η ποίηση
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
Ήταν ο πλέον ατυχής τρόπος, για να κλείσει την επί 72
συναπτές μέρες ενημερωτική παρουσία του στην τηλεόραση, ο Σωτήρης Τσιόδρας. Και
ήταν ο πλέον δημόσιος και συμβολικός τρόπος, για να φανούν τα όρια, τα
πολιτισμικά και μορφωτικά όρια της μεγάλης πλειοψηφίας μιας μεγάλης κοινωνικής
κατηγορίας, δηλαδή των επιστημόνων.
Το κλείσιμο της τελευταίας παρουσίας του Σωτήρη Τσιόδρα στις
6 το απόγευμα, έγινε με ένα στιχούργημα, το οποίο ο ίδιος ο Τσιόδρας, ή έστω
κάποιος σύμβουλός του, αλίευσε από το διαδίκτυο, όπου το στιχούργημα, σε κάποια
λαθραία σάιτ αποδίδεται, ψευδώς, στον Οδυσσέα Ελύτη.
Το ατόπημα το χρεώνεται ο Τσιόδρας αυτοπροσώπως, ακόμα κι αν
το διάλεξε κάποιος σύμβουλος, αφού είναι ο Τσιόδρας που παρουσιάστηκε ως
γνώστης ενός ποιήματος του Ελύτη, δηλαδή ως αναγνώστης ποίησης, άρα ως άνθρωπος
μορφωμένος, που έχει διαβάσει και πράγματα πέραν του επαγγέλματός του. Αλλά
αυτό δεν ήταν αλήθεια, και αποδείχθηκε ενώπιον όλης της κοινωνίας. Έτσι, η
πλέον συμβολική στιγμή, όλης αυτής της τραγωδίας που ζήσαμε, αποδείχθηκε Fake.
Δεν γνωρίζω τους λοιμωξιολόγους, και εμπιστεύομαι απολύτως
τη γνώμη του Ανδρέα Ξανθού, ότι ο Τσιόδρας ήταν ο πιο ενδεδειγμένος για τον
ρόλο του επικεφαλής της επιτροπής του υπουργείου Υγείας, που διαχειρίστηκε
υγειονομικά όλη αυτή την περιπέτεια της πανδημίας.
Ο Τσιόδρας όμως βγήκε μπροστά, όχι μόνο για να ενημερώνει
για τις υγειονομικές παραμέτρους, αλλά και για να διαχειριστεί, ψυχολογικά και
συγκινησιακά, με τη συνεχή επίκληση της Επιστήμης, μια πολύ σημαντική στιγμή
της νεοελληνικής ιστορίας.
Σε αυτό το επίπεδο, τελικά απεδείχθη τραγικά ανεπαρκής, αλλά
και μεγαλομανής, καταρρακώνοντας το σεμνό και πονεμένο προφίλ που είχε φιλοτεχνήσει.
Αντί να περιοριστεί στα απλοϊκά συγκινησιακά κλισέ, με τα οποία κάθε μέρα όντως
χειριζόταν αποτελεσματικά το μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού σώματος, στο τέλος
προσπάθησε να κάνει κάτι περισσότερο, να δείξει πως είναι κάτι περισσότερο από
ένας άριστος γνώστης των τεχνικών παραμέτρων των λοιμώξεων. Κι έτσι φάνηκε πως
είναι πολιτισμικά και μορφωτικά ανεπαρκής και άσχετος, πως υπολείπεται ως
προσωπικότητα. Προφανώς δεν έχει διαβάσει Ελύτη, προφανώς δεν ανέσυρε κάτι από
τα ποιητικά διαβάσματά του, όπως θέλησε να φανεί στην οθόνη, προφανώς είναι
ένας αμόρφωτος «επιστήμονας», εξειδικευμένος σε έναν τομέα, χωρίς να είναι και
να γνωρίζει τίποτα πέραν αυτού, όπως συμβαίνει άλλωστε με το συντριπτικά
μεγαλύτερο μέρος της κοινωνικής κατηγορίας των κατ’ επάγγελμα και κατά σύμβαση επιστημόνων
σήμερα, ακόμα και καθηγητών πανεπιστημίου.
Γιατί όμως ο Τσιόδρας
κατέφυγε, ετούτη τη συμβολική στιγμή, σε ένα (υποτιθέμενο) ποίημα του Ελύτη;
Γιατί γνωρίζει πολύ καλά, πως για όλα τα σημαντικά, τα μεγάλα θέματα, αρκεί και
μόνο ένα σπάραγμα της τέχνης για να εκφράσει μια ολόκληρη εποχή, ακόμα και την
πιο τραγική. Γνωρίζει δηλαδή την ισχύ της τέχνης, και θέλησε να την
οικειοποιηθεί. Έτσι, με θράσος και έπαρση, δεν μπήκε καν στον κόπο να ψάξει ο
ίδιος να βρει ένα ποίημα του Ελύτη, κι ας μην τον είχε διαβάσει μέχρι τώρα. Θεώρησε
δεδομένη την πολιτισμική του ανωτερότητα έναντι των τηλεθεατών, διεκδικώντας
την ταύτιση της ακαδημαϊκής ισχύος που κατέχει γενικά, και της θεσμικής ισχύος
που κατείχε ειδικά κατά αυτό το διάστημα, με την πολιτισμική και κοινωνική ισχύ
της τέχνης. Και αν οικειοποιούνταν και την ισχύ της τέχνης, η δικιά του ισχύς
θα διπλασιαζόταν, διεκδικώντας ευθέως πολύ σημαντικότερους ρόλους. Όμως, η
τέχνη είναι πάντα επικίνδυνη: μόνο ένας άσχετος από ποίηση, θα θεωρούσε πως
αυτό το στιχούργημα είναι ποίημα άξιο λόγου, και μάλιστα ποίημα του Ελύτη.
Κάποτε ρώτησαν τον Νίκο Σβορώνο, αν διαβάζει ποίηση. Η
απάντησή του ήταν, πως αν δεν διάβαζε δεν θα ήταν ιστορικός [δηλαδή
επιστήμονας], αλλά τμηματάρχης του ΙΚΑ. Ο Τσιόδρας, και τόσοι άλλοι, και τόσες
άλλες ειδικότητες, δεν είναι επιστήμονες αλλά τμηματάρχες, αντιμετωπίζοντας
πρωτίστως οι ίδιοι το πανεπιστήμιο ως μια δημόσια υπηρεσία ανάμεσα στις άλλες, και
γι’ αυτό ακριβώς παραμένουν αγράμματοι.
Όταν δεν μπορείς να διακρίνεις τη διαφορά μιας κοινοτοπίας
από την τέχνη, και μάλιστα την υψηλή τέχνη, καλύτερα να σιωπάς και να
περιορίζεσαι στα του πεδίου σου.
Τι δείχνει όμως αυτό το επεισόδιο για το εκπαιδευτικό μας
σύστημα, καθώς και για το πραγματικό μορφωτικό επίπεδο της κοινωνίας μας; Αυτή είναι
μια άλλη, πονεμένη ιστορία. Πόσο πονεμένη;
Ακόμα και στο σάιτ του πανεπιστημίου του, του ΕΚΠΑ, να
προσέτρεχε ο όποιος Τσιόδρας, ώστε να αλιεύσει ένα λογοτεχνικό απόσπασμα, πάλι
κινδύνευε να εκτεθεί ανεπανόρθωτα. Για παράδειγμα, η περίφημη διάλεξη του
Σεφέρη για τον Μακρυγιάννη, στην οποία υπάρχουν τόσες χιλιάδες ακαδημαϊκές παραπομπές,
φιγουράρει αναρτημένη στο επίσημο σάιτ του ΕΚΠΑ, βρίθοντας λαθών. Μπορεί δε
οποιοσδήποτε να χρησιμοποιήσει το κείμενο, ή ένα απόσπασμά του, αντιγράφοντάς
το με copy paste.
Και έτσι γίνεται, δημιουργώντας μια παθολογία του κειμένου,
η οποία εξαπλώνεται σαν ιός.... Για του λόγου το αληθές:
Sue Williams, “Oh Shopping”, 2009, μελάνι σε περγαμηνή, 48,3 x 61 εκ. |
κ. Βούλγαρη, μπράβο για το άρθρο σας. Έκανα κι εγώ μια ανάρτηση στο ίδιο πνεύμα και μερικοί έπεσαν να με φάνε, διότι αμφισβήτησα τον "σύγχρονο εθνικό μύθο". Μια χαρά τα λέτε!
ΑπάντησηΔιαγραφή