Του Παναγιώτη
Βούζη*
ΑΓΓΕΛΙΚΗ
ΚΟΡΡΕ, Σιγκιρίγες για τον ταύρο του Τερουέλ [Περί πολέμου], εκδόσεις
Στιγμός, σελ. 241
[…] να το θυμάστε: η σωτηρία της ψυχής· / ετούτη κι αν είναι θυσία· ν’ αφιερώνουμε εαυτόν εις την ελευθερία / με αντάλλαγμα την αιωνιότητα –αν είναι αιωνιότητα– / και μιαν ωραία νεκρολογία – αν περιμένουμε να την ακούσουμε νεκροί / κι όχι με δάνειο θάνατο γεμάτοι ζεστό αίμα / σκλάβοι των σκλάβων μια ολάκερη ζωή. Εγώ δεν είμαι βάρβαρος για να φωνάζω· / κάντε ό,τι καταλαβαίνετε, αλλ’ όμως κάνετέ το / με τον γερμανικό τρόπο – πάντοτε: για παράδειγμα, / να μιλάτε στον πληθυντικό στους καταδικασμένους σε θάνατο. / Αυτή ’ναι μια καλή αρχή – και οι καλές αρχές χαρίζουν καλό τέλος. / Ή, αλλιώς, με τον ρωμαϊκό τον τρόπο: / ένα φριχτό τέλος είν’ η καλύτερη αρχή (σελ. 175 και οπισθόφυλλο)
Το πολυσέλιδο ποίημα της Αγγελικής Κορρέ αναφέρεται στο αφήγημα της διαρκούς παροντικότητας, το οποίο εδραιώνεται, σταδιακά, στον λόγο και προϋποθέτει πως όλα έχουν πλέον συντελεστεί και πως αποκλείεται το οποιοδήποτε καινοφανές και γενεσιουργό συμβάν, όπως το εννοεί ο Alain Badiou. Τη δημιουργία μιας εικονικής διαρκούς παροντικότητας εξαιτίας της ανάπτυξης της τεχνολογίας των μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας την είχε προβλέψει ο Vilém Flusser, από τη δεκαετία του ’80. Και το σημερινό σύστημα εξουσίας βασίζεται στη φυσικοποίηση αυτού του εικονικού φαινομένου.
Εμπεριέχονται τα προηγούμενα στις Σιγκιρίγες για τον ταύρο του Τερουέλ; Πιστεύω πως ναι. Είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι σε κριτική επαφή με το συγκεκριμένο ποιητικό βιβλίο, καθώς ανήκει στα καλύτερα των τελευταίων ετών, με την πρόθεση να συμπληρώσω. Η Κορρέ γράφει, στην ουσία, μια τραγωδία –εν προκειμένω, φαίνεται η επιρροή του σχετικού μεταφραστικού έργου του Γιώργου Μπλάνα– ένα ποίημα με τη μορφή αποκαλυψιακού δράματος. Έτσι, το παιχνίδι εκτυλίσσεται στο επίπεδο των μοτίβων, των εννοιών και των αξιών. Το ποίημα σπάζει σε μεγάλες και μικρότερες ενότητες και ιντερμέτζα. Η γλώσσα διακρίνεται για μια αντιθετική μέχρι και διαλεκτική ανάπτυξη. Η πολυφωνία των βιογραφικών, θεωρητικών, σκωπτικών, εξομολογητικών, καταγγελτικών, απολογιστικών, λυρικών λόγων, οι οποίοι ενσωματώνονται, υποτάσσεται σε μια υφολογική μονοφωνία, η οποία αντικαθιστά τον μονόλογο, τις μονωδίες και τα χορικά της τραγωδίας και αντιπροσωπεύει, επιπλέον, επώνυμους και ανώνυμους ομιλούντες νεκρούς. Η θρησκευτικότητα, εκεί που εντείνεται, αποβαίνει βιβλική. Το σημαντικότερο, η σύνολη Ιστορία μεταβάλλεται σε τραγικό μύθο. Πράγμα που επιβεβαιώνει και το εικονικό τέλος της.
Το αποτέλεσμα ενός τόσο εκτενούς ποιήματος, εκτενούς όχι μόνο σε μήκος αλλά και σε πλάτος, αφού οι στίχοι απλώνονται, συχνά, σε όλο το εύρος της σελίδας, είναι ότι αναδεικνύεται η επιπεδότητα –αν μου επιτρέπεται ο όρος– της γραφής. Δηλαδή, καθίσταται ανάγλυφο το γεγονός ότι η γραφή σαρώνει μια επιφάνεια και εφόσον, εδώ, προβαίνει στη μυθοποίηση της συνολικής Ιστορίας, η τελευταία αντιμετωπίζεται ως ένας ενιαίος επίπεδος χώρος, όπου συντελούνται, ταυτόχρονα, όλοι οι θάνατοι και όλα τα εγκλήματα τα οποία περιλαμβάνει. Ένα απέραντο, υπερχρονικό πεδίο νεκρών και πολέμων, στο οποίο οι χρονολογίες λειτουργούν ως τοπόσημα.
Ο Joseph Conte στο άρθρο του «Seriality and the Contemporary Long Poem» διακρίνει το μακρύ ποίημα σε δύο κατηγορίες: στο μοντερνιστικό έπος (modern eric) και στο μεταμοντέρνο σειραϊκό ποίημα (serial poem). Στο πρώτο, στα Cantos του Ezra Pound ή στα The Maximus Poems του Charles Olson για παράδειγμα, επιδιώκεται η δημιουργία ενός κόσμου, η ενοποιός και ολοποιητική σύνθεση του κοινωνικού, οικονομικού, ανθρωπολογικού, κοσμολογικού ή οποιουδήποτε άλλου υλικού. Υπάρχει, επιπροσθέτως, ένα εξωτερικό πλαίσιο από ιδέες το οποίο περιβάλλει το ποίημα, καθιστώντας το κλειστό. Το δεύτερο, όπως το Pell Mell του Robin Blaser ή το Flowers of unceasing coincidence του Robert Kelly, χαρακτηρίζεται από τη διαίρεση σε ασυνεχείς ενότητες, την απουσία της θεματικής ανάπτυξης και της αφηγηματικής προόδου, τη μέθοδο του τυχαίου. Έλκοντας την καταγωγή του από τις Μεταμορφώσεις, το carmen perpetuum του Οβιδίου, το σειραϊκό ποίημα αρνείται να επιβάλλει μια έξωθεν τάξη στο περιεχόμενό του, ώστε παραμένει εσκεμμένα ανοιχτό, με την τάση για μια εις άπειρον επέκταση.
Η Αγγελική Κορρέ συνθέτει, στα βήματα του Pound και του Eliot, ένα μοντερνιστικό έπος. Αυτό όμως προσλαμβάνει και μεταμοντέρνα στοιχεία του σειραϊκού ποιήματος. Έχει, μάλιστα, το τέλος του ανοιχτό, αδιατύπωτο. Το μετέωρο τέλος των Σιγκιρίγων παραπέμπει σε εκείνο το οποίο δεν γίνεται να συμπεριλάβουν –αφού, καθώς ειπώθηκε, φτάνουν έως το εικονικό τέλος της Ιστορίας: Σε μια ουτοπία όπου έχει εκλείψει ο πόλεμος αλλά όχι η ελευθερία.
*Ο Παναγιώτης Βούζης είναι δρ κλασικής φιλολογίας και ποιητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου