21/7/24

Πώς λειτουργεί η λογοτεχνία

Χρήστος Μιχαηλίδης, Where Special Announcements are Made, 2024, ακρυλικό και ρητίνη σε αλουμίνιο, 62 x 50 εκ. 

(Ο συγγραφέας και ο αφηγητής του)
 
Του Αλέξιου Μάινα*

 
Είναι ανησυχητικό να βλέπει κανείς ακόμα, έναν αιώνα μετά τον εκτοπισμό του συγγραφέα ως ομιλούσας φωνής από τη λογο-τεχνική «διήγησιν», την ταύτιση της φωνής, της αφηγηματικής κατάστασης (Erzählsituation), της αφηγηματικής οπτικής (Standort des Erzählers) και της αφηγηματικής στάσης (Erzählhaltung) με αυτήν του συγγραφέα απέναντι σε όσα επινοεί και κατασκευάζει, το σημαντικότερο από τα οποία είναι ακριβώς ο χειρισμός του αφηγητή του, για να επιτύχει, όπως ο σκηνοθέτης που χειρίζεται την κάμερά του, πρωτίστως ένα αισθητικό αποτέλεσμα, και να θέσει μια σειρά ερωτημάτων, στα οποία –όπως και κάθε άλλος καλλιτέχνης– συχνά δεν έχει ούτε ο ίδιος απάντηση ή κατασταλαγμένη και αξιολογήσιμη γνώμη – σίγουρα όχι εντός της μυθοπλαστικής αυτής συνθήκης (της λογοτεχνίας), ιδιάζον ταυτοτικό γνώρισμα της οποίας είναι ακριβώς η διάκριση μεταξύ του πραγματικού συγγραφέα και του επινοημένου αφηγητή, που κομίζει την ιστορία «ως εάν» τα τεκταινόμενα που εκθέτει να προϋπάρχουν του λόγου του.        
Έχω δημοσιεύσει πολλά θεωρητικά κείμενα «λογοτεχνικής οντολογίας», όπως τη λέω-αναλύω, τόσο ως προς το γένος της ποίησης, όπου εισάγεται η διάκριση αυτή μεταξύ ποιητή και «ποιητικού εγώ» το 1910 από τη Μαργκαρέτε Ζούσμαν (http://avgi-anagnoseis.blogspot.com/2022/11/blog-post_20.html), όσο και ως προς την πεζογραφία, όπου υπάρχουν μια σειρά από κομβικά κείμενα, και δη όχι μόνο θεωρητικά, π.χ. «Ο εκλεκτός» (Der Erwählte) του Τόμας Μανν, όπου εισάγεται αυτό το ομιλούν «πνεύμα της αφήγησης» (“der Geist der Erzählung”).
Αν θέλει να προσεγγίσει κανείς τις –πιθανώς ασταθείς και εξελισσόμενες– σκέψεις-απόψεις ενός συγγραφέα, οφείλει να καταφεύγει μόνο σε εξωλογοτεχνικά του κείμενα. Αυτά είναι πράγματα προφανή, και μάλιστα πολύ πιο έντονα στη λογοτεχνία απ’ ό,τι στις άλλες τέχνες, γιατί εκεί τουλάχιστον δεν υπάρχει μεσάζων μεταξύ δημιουργού και αποδιδόμενου καλλιτεχνικά «οιονεί αντικειμένου», πέραν των σύνθετων και ανεξέλεγκτων –συχνά και για τον ίδιο τον καλλιτέχνη– διαθλάσεων της μορφής.     
Είναι σημαντικό να αντιλαμβάνεται κανείς για τη λογοτεχνία τα εξής:
i.- Δεν προϋπάρχει της εξιστόρησης κάποιο αντικείμενο, πρόσωπο-χαρακτήρας-ήρωας, πράξη ή συμβάν κ.λπ. Αυτό σημαίνει η «μυθοπλασία» ως φαντασία-επινόηση στην τέχνη.  
ii.- Η εξιστόρηση δεν δίνει-παράγει αντικείμενα, πρόσωπα-χαρακτήρες, πράξεις ή συμβάντα, αλλά απλώς βλέμματα-οπτικές σε αυτά: σαν να υπήρχαν αυτά και ο συγκεκριμένος κόσμος απ’ τον οποίο προέρχονται τάχα. Βλέπε ομοίως το έργο «Αυτό δεν είναι πίπα» του ζωγράφου Ρενέ Μαγκρίτ.  
iii.- Η οπτική αυτή στα δήθεν αντικείμενα-συμβάντα-πράξεις-πρόσωπα στοχεύει σε μια αισθητική λειτουργία, υπαγορεύεται από αισθητικές σκοπιμότητες υπηρετώντας μια (αισθητική) μορφή. Δεν υπάρχει περιεχόμενο αποστάξιμο από τη μορφή, κάτι που για τη λογοτεχνία έγινε αποδεκτό το αργότερο με τους «Νεοκριτικούς» και ειδικά τον Κληνθ Μπρουκς.      
iv.- Η οπτική αυτή στα δήθεν/“als ob” αντικείμενα-συμβάντα-πράξεις-πρόσωπα δεν είναι καν του συγγραφέα, όπως στις άλλες τέχνες, αλλά του αφηγητή. Η λογοτεχνία, δηλαδή, έχει έναν ακόμα υψηλότερο βαθμό διάθλασης σε σχέση με τις άλλες τέχνες. Το φαινόμενο αυτό μπορεί να ονομαστεί «μυθοπλασιακότητα», και δεν έχει σχέση με τη φαντασία ή επινοήση, αλλά με την ύπαρξη της άλλης φωνής, οπτικής, κοσμοθεωρίας, ιδιολέκτου κ.λπ.: αυτής του αφηγητή.
Συνελόντι ειπείν: Στη λογοτεχνία δεν ζωγραφίζουμε – φτιάχνουμε ζωγράφο που ζωγραφίζει. Αυτό είναι ο αφηγητής.  
 
*Ο Αλέξιος Μάινας είναι ποιητής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου