26/5/24

Die Zeitenwende

Του Χρήστου Χατζηϊωσήφ*

Προδημοσίευση από το βιβλίο του, Die Zeitenwende. Αλλαγή εποχής στην Ευρώπη και την Ελλάδα, σελ. 320, που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις Βιβλιόραμα
 
Die Zeitenwende, η αλλαγή εποχής στα γερμανικά, είναι ο όρος που χρησιμοποίησε ο καγκελάριος Σολτς στις 27 Φεβρουαρίου 2022, για να δηλώσει τον τερματισμό της οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας με τη Ρωσία και την έναρξη μιας περιόδου εντατικών εξοπλισμών για τη χώρα του. Τον επέλεξα ως τίτλο του βιβλίου, για τους ίδιους λόγους για τους οποίους χρησιμοποιείται ευρύτατα διεθνώς στη δημόσια συζήτηση για τις προκλήσεις της σημερινής εποχής.
Η αλλαγή πορείας από την Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη και το βιομηχανικό εργαστήριο της Ευρώπης, έχει καταλυτικές συνέπειες για τις πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέλος της οποίας είναι και η Ελλάδα. Αυτή η αλλαγή εποχής δεν υπήρξε όμως μια απότομη καμπή στον ιστορικό χρόνο, που την έφερε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όπως ισχυρίστηκε στον λόγο του ο γερμανός καγκελάριος, αλλά το αποτέλεσμα διεργασιών −ιδεολογικών, πολιτικών, οικονομικών− που είχαν ξεκινήσει αρκετές δεκαετίες πριν. Οι ευρωπαίοι πολίτες στέκονται με δέος μπροστά στη νέα εποχή, ανήσυχοι για το τι αυτή τους επιφυλάσσει, το ίδιο όπως ο «Πεζοπόρος μπροστά στη θάλασσα της ομίχλης», στον πίνακα του Κάσπαρ Ντάβιντ Φρήντριχ (1774-1840) που κοσμεί το εξώφυλλο του προκείμενου βιβλίου. Ο άνθρωπος μπροστά στο υπέροχο της φύσης ήταν ένα ζήτημα που απασχολούσε έντονα τον ζωγράφο και το οποίο επανερμηνεύεται σήμερα στην εποχή της κλιματικής κρίσης, όπως γίνεται στην τελευταία μεγάλη έκθεση του έργου του στο Αμβούργο, με τίτλο «Τέχνη για μια νέα εποχή». Οι νέες ερμηνείες του έργου του θέτουν σε δεύτερη μοίρα τον εθνικισμό του Φρήντριχ και τις σχέσεις του με τον θεωρητικό του γερμανικού εθνικισμού και αντισημίτη Ernst Moritz Arndt. Από την ιδεολογία του Φρήντριχ, η έμφαση δίνεται στη θρησκευτικότητά του, στην προτεσταντικής έμπνευσης κριτική των εικόνων διά μέσου της εικόνας. Ο θαυμασμός του Χίτλερ για το έργο του ζωγράφου, που αποτέλεσε την αιτία για τη σιωπή γύρω από αυτόν και το έργο του κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υποβαθμίζεται στην ιστορία της πρόσληψης του έργου του και αποδίδεται στην παρερμηνεία του από τον δικτάτορα. Και από αυτήν την άποψη, ο ζωγράφος είναι σήμερα, 250 χρόνια από τη γέννησή του, επίκαιρος. Ο σημερινός θεατής του πίνακα έχει λόγους να ανησυχεί για το τι θα προβάλει από τη σημερινή καταχνιά που καλύπτει τον κόσμο, όπως εκείνος του 1817 αντιμετώπιζε με αβεβαιότητα και απογοήτευση την παλινόρθωση των μικρών ηγεμονιών στην Γερμανία μετά το τέλος των ναπολεοντείων πολέμων.
Τα κείμενα αυτού του τόμου γράφτηκαν στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία εκκολάφτηκε η σημερινή εποχή, τα μισά από αυτά όσο εργαζόμουν στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας στο Ρέθυμνο. Δεν ανήκουν, όμως, στη συνήθη παραγωγή ενός πανεπιστημιακού ιστορικού, αλλά δεν είναι άσχετα με αυτήν. Η ιστορία είναι πολιτική επιστήμη, αλλά από το 1983, που μπήκα στο νέο τότε Πανεπιστήμιο Κρήτης, και επί δύο δεκαετίες, ο πολιτικός μου στόχος ήταν να συμβάλω, μαζί με τους συναδέλφους μου στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, στη συγκρότηση μιας ακαδημαϊκής μονάδας, η οποία με το πρόγραμμα διδασκαλίας, την έρευνα, την ελεύθερη συζήτηση και τη συνεργασία θα ξέφευγε από την απολιθωμένη ελληνοκεντρική πρακτική, που επικρατούσε μέχρι τότε στον κλάδο. Οι προϋποθέσεις ήταν τότε ευνοϊκές. Οι θεσμικές, με το νόμο-πλαίσιο του 1982, και οι υποκειμενικές, με την παρουσία νέων και άξιων συναδέλφων, ιστορικών και αρχαιολόγων. Μπορώ να ισχυριστώ, ότι ο στόχος μας είχε επιτευχθεί στις αρχές του παρόντα αιώνα, όπως φαίνεται από τη διεθνή και εθνική αναγνώριση που είχαμε κερδίσει. Ήταν τότε που η έξωθεν πολιτική πίεση, που πάντα μας κύκλωνε, εισέβαλε ακατάσχετη μέσα στο πανεπιστήμιο με τις αλλεπάλληλες «μεταρρυθμίσεις», που στο όνομα παιδαγωγικών αρχών και οικονομικών αναγκών συμπίεσαν την απόδοσή μας προς τον ελάχιστο ελληνικό κοινό παρονομαστή, μας αφαίρεσαν περιθώρια αυτονομίας και επιβάρυναν τη λειτουργία μας, με μια εξαντλητική γραφειοκρατία, με τις συνεχείς διαδικασίες μέτρησης της ποσοτικής απόδοσής μας, στο όνομα υποτίθεται της αξιολόγησης της ποιότητας του έργου μας.
Η εισβολή αυτής της πολιτικής στο πανεπιστήμιο είχε ως αποτέλεσμα να με εξωθήσει στην εξωακαδημαϊκή δημόσια σφαίρα. Το πρώτο κείμενο του τόμου αυτού, «Το περιοδικό Τα Ιστορικά στην εποχή των “μεταρρυθμίσεων”» του 2003, αποτέλεσε μια πρώτη απόπειρα να εκφράσω, σε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον πρώτα, τις διαπιστώσεις και τις ανησυχίες μου για τις αλλαγές που συντελούνταν στις ευρωπαϊκές χώρες και την Ελλάδα...

*Ο Χρήστος Χατζηιωσήφ είναι ιστορικός, ομότιμος καθηγητής του Παν/μίου Κρήτης

Μαριλένα Αραβαντινού, Η παλιά βιβλιοθήκη στο ατελιέ, περ. 1965, ελαιογραφία σε καμβά, 56 x 48 εκ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου