Της Ανθούλας Δανιήλ*
ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ, Ο καθρέφτης και το μαχαίρι, εκδόσεις Ίκαρος, σελ. 312
ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ, Ο καθρέφτης και το μαχαίρι, εκδόσεις Ίκαρος, σελ. 312
Ο τόμος επανεκδίδεται για ένατη φορά, πράγμα που δείχνει τη μεγάλη αγάπη του κοινού για τον σπουδαίο μουσικό που άφησε έντονη τη σφραγίδα του στον αιώνα που πέρασε και στον επόμενο και στους ακόλουθους, αν μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον...
Ο Μάνος μιλάει για όλα. Είναι βαθιά πολιτικοποιημένο άτομο, με την ευρεία έννοια, εφόσον ζει μέσα στον κόσμο, εισπνέει τον αέρα του, οσμίζεται τα μηνύματά του και μελετά τις γραφές, αρχαίες και σύγχρονες, των οποίων τα ερεθίσματα μεταφέρει στη μουσική του, αγκαλιάζοντας όλο το φάσμα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Οι κεραίες του είναι αναπεπταμένες για να εισπράξουν τα πάντα: Τέχνη, Νεότητα, Πολιτική Συνείδηση και άλλα. Ο Χατζιδάκις είναι με την ευρεία έννοια πολιτικό ον.
Έζησε στη γειτονιά μας, στους πρόποδες του Υμηττού και στις όχθες του Ιλισσού, που είχαν την τιμή να ανεβούν –ποτάμι και βουνό− στο πεντάγραμμό του. Και όπως το αρχαίο βουνό στέκει ακίνητο στη θέση του και το ποτάμι ρέει έστω και υπογείως, έτσι υπογείως και οι αρχαίοι καημοί σταθεροί στην ψυχή του εκάστοτε Έλληνα κυκλοφορούν από τα αρχαία χρόνια στα τραγούδια του με τα οποία θα παραμένουμε ερωτευμένοι όλοι και για πάντα.
Το βιβλίο περιλαμβάνει τριάντα έξι κείμενα, τα οποία έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς σε περιοδικά και εφημερίδες, κάποια έχουν αναρτηθεί και στο διαδίκτυο. Οι φωτογραφίες που συμπληρώνουν των λόγων τα αληθή προέρχονται από διαφορετικές χρονικές περιόδους. Η γλώσσα του παίζει ανάμεσα σ’ αυτήν που μιλάμε και νιώθουμε και σ’ αυτήν με την οποία παίζουμε∙ την καθαρεύουσα. Ο λόγος του δεν αποκτά ταμπέλα. Είναι ο δικός του εκμυστηρευτικός, λόγος που δικαιωματικά έχει αυτό που έλεγε ο Μπυφόν∙ το ύφος είναι ο άνθρωπος και ο Χατζιδάκις άφησε το ύφος του στίγμα ανεξάλειπτο.
Διαβάζω το βιβλίο και επισημαίνω τίτλους ή ονόματα ή επεισόδια πολιτισμού, τα οποία σφράγισε ο λόγος του: «Για το ρεμπέτικο»∙ η ιστορική του ομιλία που «ξέπλυνε» το είδος από ό,τι η προκατάληψη ή οι συνθήκες της ζωής το είχαν βαρύνει. Ο Χατζιδάκις θα το βάλει πλάι στους ζωγράφους Θεόφιλο, Παναγή Ζωγράφο και Χατζηκυριάκο Γκίκα, αποδεικνύοντας ότι, πέρα από όσα φαίνονται, υπάρχουν και αυτά που υπογείως δρουν ως συνέχεια μιας περασμένης αλήθειας. Ο Χατζιδάκις συνεργάστηκε με τον Γκίκα στο Καταραμένο Φίδι. Ήταν άνθρωπος με αιγαιοπελαγίτικη συνείδηση και ο Μάνος τον θυμάται σαν ήρωα του Ντάρελ.
Θα μιλήσει για τον «Φτωχό Ναύτη» του Ζαν Κοκτώ που με τη συνεργασία του Μιγιό προέκυψε μια τραγωδία σαν «σύννεφα που ολοένα πυκνώνουν, γεμάτα ηλεκτρισμό, για να ξεσπάσουν σε μια θύελλα». Όταν έρθει η ώρα να μιλήσει για την παράδοση, η ποιητική του ιδιοσυγκρασία θα ρίξει στον προσωπικό του κυκεώνα τον Διονύσιο Σολωμό και τη Γυναίκα της Ζάκυθος, τον Βαμβακάρη που την μελοποίησε, τον Μουφλουζέλη που κάνει περίπατο με τον Μακρυγιάννη, τη Μαντώ Μαυρογένους που χορεύει βαρύ ζεϊμπέκικο με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, την Πηνελόπη Δέλτα, την Πασιονάρια, τον Μάρκο Μπότσαρη και τον Τσε Γκεβάρα. Εδώ όμως θα κάνει μακρά παρέκβαση από τα φαινομενικώς οικεία για να τονίσει τα ανοίκεια...
Από τις άλλες μαγικές συναντήσεις αναφέρουμε τον μάγο Φελίνι, τον εξίσου μάγο Νίνο Ρότα, τη μαγική μουσική του στην Πρόβα Ορχήστρας, που ήταν και η τελευταία του «μια κεντρική προσπάθεια της ορχήστρας για να εκφραστεί, αναρχικά και ανεπιτυχώς, που ωστόσο όμως περιέχει όλη την πικρία της τελικής υποταγής». Μουσική, μελωδία και ανάμνηση, μουσική που εκφράζει το ανεξήγητο. Ο Χατζιδάκις γίνεται πολύ πικρός όταν, μιλώντας για τη Συμφωνική Μουσική, ισχυρίζεται πως «η μεταναγεννησιακή μας αισθητική θα μας προβάλλει σαν τμήματα ζωγραφικής του Ιερώνυμου Μπος».
Στις επόμενες παραγράφους θα ασχοληθεί με τον Νικόλα Πιοβάνι και άλλους επιφανείς αγαπημένους. Σταχυολογώ όσα δεν μπορώ να αναπτύξω: Το τραγούδι είναι τελετουργία και απαιτεί θρησκευτική προσήλωση (τράγων ωδή γαρ εξ ης η τραγωδία). Είναι μια μαγική στιγμή, ένα κοινωνικό λειτούργημα. «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει»∙ διαφωνεί ο Μάνος αλλά και ο Ελύτης μαζί του που την βλέπει κορίτσι στον Κήπο, να αναγεννιέται κάθε εβδομάδα – Δευτέρα μεγαλώνει, Τρίτη πολεμά, Τετάρτη γονατίζει, Πέμπτη ξεψυχά- και ο Ρίτσος Να ’την πετιέται από ξαρχής... Είναι βλέπετε μέσα στο αίμα των Ελλήνων να μην το βάζουν κάτω...
Μπεζάρ: «Οι δικές μου οι ρίζες είναι θάλασσα...», «Η ζωή μου μπορεί να σκορπίζεται σε κάθε κατεύθυνση, εγώ όμως ταυτόχρονα ‘‘τρώω’’ Θεό, ‘φιλάω’’ Θεό, ‘‘πίνω’’ Θεό, ‘‘χορεύω’’ Θεό, και σ’ όλες τις κρίσιμες στιγμές της ζωής μου αισθάνομαι βαθιά την παρουσία κάποιου άλλου».
Και πιο κάτω: «και τώρα, κάτι για μας εδώ να πούμε!» (Από τους Όρνιθες). Ποιους εμάς; «Για τη ‘‘δεξιά’’. Για τους αστούς. Γι’ αυτούς που δεν εφησυχάζουν σοσιαλιστικά... αστικά... που δεν αποφασίζουν... που... που...», «κάτι για μας εδώ», τέλος πάντων. «Θέλω να φλυαρήσω οικοδομημένα, σε μιαν αυθαίρετη ...διαδρομή συλλογισμών και συμπερασμάτων, όπου οι λέξεις που θα μεταχειριστώ θα μιλάν για τις λέξεις που δεν τολμώ να μεταχειριστώ...», τι εύγλωττο αναποδογύρισμα!
Στην Αμερική με τον Κουίνσυ Τζόουνς, το 1964, στη Νέα Υόρκη, όταν ηχογραφούσε «Το χαμόγελο της Τζοκόντας». Με τον Μίνω Αργυράκη στην ηχογράφηση της «Οδού Ονείρων» το 1962. Με τον Ωνάση το 1970. Με τον Γκάτσο, όταν έγραψαν τη «Μυθολογία», το 1965. Με τον Ελύτη που του άρεσαν τα κορίτσια, (η «Πορτοκαλένια» η Μαρία Νεφέλη), αφού «Ένα κορίτσι ζωντανό είναι και ύλη καταλυτική, χίλιες φορές πιο δυνατή από δυο τίτλους με κεφαλαία στον ‘‘Ριζοσπάστη’’». Και πόσα λέει για τον Τσαρούχη! Έτσι, άλλοτε με μια φράση, άλλοτε με έναν στίχο, άλλοτε με μια φωτογραφία ο Μάνος μας τραβάει από το μανίκι και μας κρατάει αιχμάλωτους της μαγικής αειθαλούς παρουσίας του κι ας έχουν περάσει χρόνια από τότε που ταξίδεψε στην οδό των ονείρων του...
*Η Ανθούλα Δανιήλ είναι δρ φιλολογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου