Του Ιάσονα Χανδρινού
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΕΡΙΩΝΗΣ, Θάνατοι στη Χούντα. Δολοφονίες,
αντιδικτατορική δράση, ύποπτοι θάνατοι κατά την περίοδο 1967-1974, Εκδόσεις
Τόπος, Αθήνα 2024, σελ. 810.
Το βιβλίο του Δημήτρη Βεριώνη έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά ερευνών που ασχολούνται επισταμένα με την περίοδο της Χούντας, ιδιαίτερα σε μια σειρά βιβλίων που κυκλοφόρησαν το τελευταίο εξάμηνο και τα οποία συμβάλλουν τα μέγιστα στις γνώσεις μας γύρω από επιμέρους, αλλά κεφαλαιώδη θέματα, κυρίως την εξέγερση του Πολυτεχνείου και το ζήτημα των νεκρών και των τραυματιών (Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, Το Πολυτεχνείο έξω από το Πολυτεχνείο, Θεμέλιο· Ιερώνυμος Λύκαρης, Πολυτεχνείο 1973. Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει, Καστανιώτης). Αυτή η εκδοτική παραγωγή σε πυκνό χρόνο είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας έκρηξης ενδιαφέροντος γύρω από την περίοδο 1967-1974 που καταγράφηκε με αφορμή τη στρογγυλή επέτειο των 50 ετών από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, δηλώνοντας μια άρρηκτη σχέση ανάμεσα στην ιστορική έρευνα και τη δημόσια μνήμη.
Πρόκειται για το εντυπωσιακό αποτέλεσμα μιας εξίσου εντυπωσιακής έρευνας, που διήρκεσε πάνω από δέκα χρόνια και αναμετρήθηκε με πλήθος δυσκολιών, οι οποίες δεν εξαντλούνται στο πεδίο της τεκμηρίωσης. Το εξαιρετικά πλούσιο, 800 σελίδων, βιβλίο είναι δομημένο σαν βιογραφικό λεξικό θυμάτων: περιλαμβάνει 247 περιπτώσεις θανάτων που σημειώθηκαν την περίοδο της δικτατορίας και οι οποίες χρεώνονται στους μηχανισμούς καταστολής του καθεστώτος. Οι περιπτώσεις ομαδοποιούνται με βάση κάποιες θεματικές: Εξέγερση Πολυτεχνείου, νεκροί των πρώτων ημερών μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, νεκροί αντιδικτατορικών οργανώσεων, στρατιωτικοί αντιφρονούντες κ.ά. Οι βιογραφίες των προσώπων είναι εκτενέστατες, βασισμένες ως επί το πλείστον σε πρωτογενείς πηγές, αδημοσίευτο υλικό και συνεντεύξεις με συγγενείς. Η προσέγγιση είναι σταθερά προσωποκεντρική. Μέσα από τις αφηγήσεις οικείων προσώπων διαγράφονται ανάγλυφα οι νεκροί της δικτατορίας και αποκτούν πρόσωπο. Αντί για μια «στεγνή» περιπτωσιολογική καταγραφή, μαθαίνουμε σε βάθος ποιοι ήταν, ποια ήταν η κοινωνική τους προέλευση, τα παιδικά τους χρόνια, η ιδεολογική τους τοποθέτηση, τα όνειρά τους. Πέρα από την τεκμηρίωση, πρόθεση του βιβλίου είναι να αποκαταστήσει τα θύματα με όρους ηθικής δικαίωσης. Εξάλλου, κομβικό σημείο στην έρευνα του Βεριώνη υπήρξε το αρχείο της δικηγόρου Φιλάνθης Ψυρρή, η οποία στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης έκανε αγώνες για τη διερεύνηση πολλών περιπτώσεων ύποπτων θανάτων και εκπροσώπησε συγγενείς, σε μια προσπάθεια να φτάσουν οι μηνύσεις κατ’ αγνώστων στο δικαστήριο, κάτι που δεν έγινε ποτέ.
Το βιβλίο είναι μια καλειδοσκοπική περιδιάβαση στον κόσμο της Ελλάδας των συνταγματαρχών, ένα συναισθηματικό χρονικό της εποχής. Εκτός των άλλων, το βιβλίο συνιστά ένα πληρέστατο μαρτυρολόγιο της αντιδικτατορικής αντίστασης, καθώς όλες οι περιπτώσεις -ακόμα και εκείνες για τις οποίες τα στοιχεία είναι ελλιπή ή ελάχιστα- αφορούν πρόσωπα που με τον ένα ή άλλο τρόπο βρέθηκαν αντιμέτωπα με το χουντικό καθεστώς και υπέστησαν τη βία του. Αυτή η βία υπήρξε οπωσδήποτε εκτεταμένη κι αυτό είναι ένα συμπέρασμα που δεν βασίζεται μόνο στον, ομολογουμένως, εντυπωσιακό αριθμό των διερευνημένων περιπτώσεων. Ο Δημήτρης Βεριώνης μοιράζεται μαζί μας τον στοχασμό του πάνω στην περίπλοκη σημασιοδότηση συμβάντων που υπερβαίνουν το περιγραφικό όριο μιας δολοφονίας. Το βιβλίο υπερβαίνει κατά πολύ τη συγκρότηση ενός ονομαστικού καταλόγου νεκρών. Είναι μια σημασιολογική και ιστορική διεύρυνση της έννοιας του θανάτου: θάνατοι δεν είναι μόνο οι φόνοι. Είναι οι τραυματισμοί των διαδηλωτών του Πολυτεχνείου που αποδείχθηκαν θανατηφόροι, τα σωματικά τραύματα των βασανισθέντων στην Ασφάλεια και στην ΕΣΑ που εξελίχθηκαν σε ασθένειες, τα ψυχολογικά προβλήματα, το άγχος, η τρομοκρατία, το πένθος των συγγενών. Ο θάνατος που περιγράφεται στο βιβλίο δεν είναι το τετελεσμένο γεγονός της θανάτωσης, αλλά μια μόνιμη απειλή. Η ανθρωπολογία του θανάτου που μας αποκαλύπτεται είναι ταυτόχρονα η καλύτερη κατανόηση του τι σήμαινε να ζεις σε μια δικτατορία.
Με βάση τα παραπάνω, η μεγαλύτερη αξία του πονήματος από ιστορική σκοπιά έγκειται στο ότι λέει περισσότερα για τους θύτες παρά για τα θύματα. Διακηρυγμένος στόχος του συγγραφέα ήταν να παρουσιάσει αποκλειστικά και μόνο μια πλήρη ιστορία των αδικαίωτων νεκρών, κι αυτό δεν χάνεται ποτέ από την οπτική του. Ταυτόχρονα, όμως, μας χαρίζει μια βαθιά καταβύθιση στα έργα και τις ημέρες του καθεστώτος. Μας περιγράφει έναν κόσμο σκοτεινό, με μηχανισμούς που δρουν υπόγεια, συλλαμβάνουν, βασανίζουν, τρομοκρατούν, απειλούν συγγενείς. Η Χούντα δεν ήταν (και δεν θα μπορούσε να είναι) ένα εκτελεστικό απόσπασμα που έθυε στο φως της μέρας. Ήταν ένας σκοτεινός όγκος που αποσκοπούσε στην εκμηδένιση των ανθρώπων, τόσο ως φυσικών προσώπων όσο και ως κοινωνικών και πολιτικών υποκειμένων, μια συνθήκη αποσιώπησης και εξαφάνισης των ιχνών της φονικότητάς της. Τα κενά της έρευνας για τους νεκρούς της περιόδου δεν είναι μόνο μια πρόκληση για τον επίδοξο ερευνητή. Είναι, στην πραγματικότητα, η κληρονομιά της δικτατορίας που δηλητηρίασε την εποχή μετά το 1974 και ώς τις μέρες μας: Το σκοτάδι το οποίο επιχείρησε το ίδιο το καθεστώς να ρίξει στις πράξεις του είναι αυτό που επιτρέπει μέχρι σήμερα στους πολιτικούς του επιγόνους να διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα. Είναι ενδεικτικό πως οι νοσταλγοί του Παπαδόπουλου, του Παττακού και του Ιωαννίδη, που καταταλαιπωρούν τη δημόσια ζωή, δεν δίνουν τόση έμφαση στις γνωστές γραφικότητες περί οικονομικής ευμάρειας, ησυχίας, τάξης και ασφάλειας, αλλά επιδίδονται κυρίως στο να καλλιεργούν τη σύγχυση γύρω από το επίμαχο ζήτημα: πόσο βίαιη ήταν στην πραγματικότητα η επταετία. Το βιβλίο του Δημήτρη Βεριώνη είναι η τελειωτική απάντηση που περιμέναμε στο ερώτημα. Κι αυτό από μόνο του είναι ένα σπουδαίο επίτευγμα.
* Ο Ιάσονας Χανδρινός είναι ιστορικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου