5/11/23

Η παιγνιώδης αναπαράσταση του κόσμου

Της Μαρίας Μοίρα
 
ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Μια Μαρίνα Τζάφου, Εκδόσεις Πατάκη, σελ. 421
    
Σκηνές της καθημερινότητας για συμβάντα ασήμαντα και τετριμμένα, παράδοξα και ευφάνταστα. Μικροαφηγήσεις για ανθρώπους κοινούς ή χαρισματικούς, με στρωτή και φυσιολογική συμπεριφορά ή ιδιόρρυθμους και αποκλίνοντες, αυτάρκεις και κατασταλαγμένους ή ψυχωτικούς και παράφορους, ερωτομανείς και ερωτύλους, νουνεχείς, αξιοπρεπείς και μετρημένους ή εμφανώς διαταραγμένους, ανισόρροπους και ετερόνομους, για παιδιά και νέους, αλλά κυρίως για άτομα στο ηλικιακό ορόσημο της μεσηλικιότητας και εντεύθεν αυτής.
Ο Σωτήρης Δημητρίου επανέρχεται στο οικείο λογοτεχνικό πεδίο των μικρογραφιών με ιδιαίτερη ποιητική ευαισθησία και ζέση, επιχειρώντας αβίαστες συναντήσεις με το ελάσσον, το προφανές και το κοινότυπο ή απρόσμενες καταδύσεις στο ανήκουστο, το αδιόρατο και το κρύφιο. Κατασκευάζοντας σύντομα διηγήματα λίγων σελίδων, κινηματογραφικής κοπής και ροής, με την αμεσότητα της φιλικής εκμυστήρευσης του παθόντα ή της λιτής και εύστοχης καταγραφής του αυτόπτη μάρτυρα, αγγίζει με αβρότητα το θυμικό του αναγνώστη χωρίς να εκβιάζει την συγκινησιακή του φόρτιση. Αποκαλύπτει τις αντινομίες και τις αρρυθμίες της ανθρώπινης ψυχής χωρίς διδακτική και μελοδραματική διάθεση. Διαχειρίζεται με εξομολογητική προαίρεση την απόσυρση, την πικρία, την κούραση από την ανία και την πλήξη του βίου, τις μικρές απογοητεύσεις και τις μεγάλες διαψεύσεις που σωρεύει η ηλικία, τα στίγματα και τις πληγές στο σώμα που αφήνει ο χρόνος, τον εγκλωβισμό στις ψυχώσεις και τις εμμονές του εαυτού ή την αναγκαστική συμμόρφωση στα πρέπει και στα θέλω των άλλων. Απλά, πειστικά και ευθύβολα, με αμεσότητα προφορική, χωρίς περίτεχνες λογοτεχνικές επινοήσεις, περισπούδαστες ασκήσεις ύφους και αφηγηματικά τεχνάσματα, ξεναγεί τον αναγνώστη στην ιλαροτραγωδία της ανθρώπινης ύπαρξης και στο αναπόφευκτο του θανάτου, ανακατεύοντας παροιμίες, γνωμικά, στιχάκια τραγουδιών, λέξεις λόγιες, δημώδεις και ιδιωματικές αλλά και ζεύγματα λέξεων που επινοεί και δοκιμάζει στη γλώσσα. Και τότε με την μεσολάβηση του συγγραφέα αναδύονται, πολλά και ποικίλα, ταπεινά και αξιομνημόνευτα. Ευσταλείς βαδιστές και παθιασμένοι αθλητές, πολίτες και χωριάτες, αυτόφωτες, σοφές και σεβάσμιες μανάδες, γραίες φιλάρεσκες που γαντζώνονται με ηδονοθηρικό πείσμα στη ζωή, άνθρωποι που διαβιούν λάθρα σχεδόν αόρατοι στο περιθώριο, χαριτωμένα λούμπεν στοιχεία, γοητευτικές, ευθαλείς και καλλίπυγες δεσποσύνες, μοναχικοί και άκληροι φτωχοδιάβολοι, αποσυνάγωγοι μετανάστες με την στάμπα του ξένου στο μέτωπο, μεροληπτικοί, κακεντρεχείς νοικοκύρηδες και περήφανοι ενθουσιώδεις οικογενειάρχες. Αναμοχλεύονται σχέσεις ομιχλώδεις και βασανιστικές, άλυτες συγγενικές περιπλοκές και νοσηρές αδελφικές εξαρτήσεις, παράνομοι έρωτες, ατυχείς, αλλότροποι και σαρκοβόροι, ανεπίτρεπτες σεξουαλικές προτιμήσεις και αχαλίνωτες λαγνικές φαντασιώσεις. Χαρτογραφούνται οι ψίθυροι των τόπων της καρδιάς, οι πόλεις της μνήμης και οι ανάσες των κτιρίων, που ήταν και παραμένουν δοχεία ζωής, όπως το πατρικό σπίτι ή το Ξενία του Κωνσταντινίδη στην Ηγουμενίτσα.
Στις ιστορίες του συγγραφέα εναλλάσσονται ο αυτοσαρκασμός και η ειρωνεία με την συμπόνια, την γλυκύτητα και την συναίσθηση της ενοχής, η περιπαικτική σκωπτική διάθεση, το καυστικό χιούμορ και ο αστεϊσμός με την τρυφερότητα και την κατανόηση και έτσι σε τέσσερις το πολύ σελίδες συμπυκνώνεται όλη η χαρμολύπη και το παράξενο γαϊτανάκι της ζωής. Από την ηπειρώτικη μεθόριο στην Αθήνα, τα στιγμιότυπα αλυσώνονται με καταιγιστικό ρυθμό, αποτυπώνοντας τις πολλαπλασιαστικές μεταλλάξεις των αγροτικών κοινωνιών και την βουβή αμηχανία των ανθρώπων της πόλης. Καθώς αυτά τα διηγήματα αφουγκράζονται την ερημία, την αποξένωση και τον αποκλεισμό από την παραμυθία των κοινοτικών δεσμών, των συλλογικών οραμάτων, την αλληλεγγύη της ράτσας και του αίματος.
Και αναμφίβολα, αυτές οι αναπαραστάσεις του κόσμου, οι παιγνιώδεις και ανάλαφρες, με την σύντομη φόρμα, το ανεξάρτητο αφοριστικό πνεύμα και την ιδιότυπη γραφή, που μετεωρίζονται ανάμεσα στο μύθο και στην πραγματικότητα, που ακροβατούν ανάμεσα σε ψήγματα λαϊκής σοφίας, προφορικούς γλωσσικούς τρόπους, σχεδόν αγοραίους, και σε εξαίσιες ποιητικές παρεμβολές και κατακλείδες, καταφέρνουν να κεντρίσουν το πνεύμα και να προκαλέσουν μια στοχαστική διάθεση για την αναγκαιότητα της λήθης και την ευλογία της μνήμης. Να συγκινήσουν για όσα, ενδεείς, ατελείς και μοιραίοι απαρνιόμαστε με βιάση. Όσα καταδικάζουμε με ήσυχη τη συνείδηση και όσα αντιπαρερχόμαστε και προσπερνάμε στη διάρκεια του σύντομου βίου μας από ιδεοληψία και πείσμα, έπαρση ή φόβο.
Αδρά σκαριφήματα που με ζωηρές πινελιές αποτυπώνουν τα τραύματα, τις ήττες και τις αντιφάσεις, τις μικρότητες και τις ανεπάρκειες, τον θρίαμβο και το μεγαλείο, την δόξα και την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Και σ’ αυτό το μωσαϊκό τόπων, προσώπων και καταστάσεων αναγνωρίζει ο αναγνώστης, καθώς συντονίζεται ασμένως με τον εξομολογητικό οίστρο του συγγραφέα, μια γλυκιά αίσθηση νοσταλγίας και ευφορίας. Κάτι γνώριμο, καθησυχαστικό και οικείο, κάτι γήινο και ουράνιο που ξεπηδά από τον ίδιο του τον εαυτό και τον περίγυρό του.
Αυτά που λες!

Γιώργος Γυπαράκης, Πριν, 2022-2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου