Της
Μαρίας Καβάλα*
ΠΕΤΡΟΣ
ΦΥΤΡΟΣ, Ελληνική Πολιτεία 1941-1942. Το
κράτος υπό ξένη κατοχή, εκδόσεις Εκτός Γραμμής, Αθήνα 2023, σελ. 272
Το
βιβλίο του Πέτρου Φύτρου είναι ένα βιβλίο κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής
ιστορίας για το διάστημα της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα, συγκεκριμένα για
την πρώτη κατοχική χρονιά, 1941-1942. Μια μελέτη που βασίστηκε σε πλούσιες
πηγές (νομοθετικά κείμενα της Ελληνικής Πολιτείας, εφημερίδες, ημερολόγια και
απομνημονεύματα, υπηρεσιακές εκθέσεις) και επιχειρεί να αναδομήσει και να
ερμηνεύσει το παρελθόν. Μοιάζει να πιάνει το νήμα από ανάλογες μελέτες κοινωνικής,
οικονομικής και πολιτικής ιστορίας που εμπλούτισαν την ιστοριογραφία της
Κατοχής στο τέλος του 20ού και κατά τις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα,
σχετικά με την Αθήνα, τον Βόλο, τη Θεσσαλονίκη, τα νησιά, συμβάλλοντας ωστόσο
με νέα πρωτότυπα στοιχεία.[1]
Από
το τέλος της δεκαετίας του 1990, ως αποτέλεσμα τότε της αλληλεπίδρασης ανάμεσα
στην ιστοριογραφία, τη γλωσσολογία, τη λογοτεχνική κριτική και την
ανθρωπολογία, παρουσιάστηκαν ερευνητικές εργασίες που ασχολήθηκαν με την
επισιτιστική κρίση στην Κατοχή και την Αντίσταση, τους δωσίλογους, τις ταξικές
διαφορές και τους «νέους πλούσιους», με τα θύματα των βομβαρδισμών και τους
απόρους, με το κατοχικό κράτος αλλά και με το θέμα της γενοκτονίας των Εβραίων.
Οι εργασίες αυτές έθεταν πολλά νέα ερωτήματα, ενώ προσπαθούσαν ταυτόχρονα να
ερμηνεύσουν τη σιωπή της ιστοριογραφίας της Κατοχής και της Αντίστασης, μέχρι
εκείνη τη στιγμή, για μια σειρά από τα παραπάνω όσο και για άλλα ζητήματα. Προχωρώντας
προς τον 21ο αιώνα και κατά την πρώτη δεκαετία, η ελληνική
ιστοριογραφία κατέφυγε ακόμη περισσότερο στην προφορική ιστορία και στην
ανθρωπολογική προσέγγιση για να επιτύχει την αποκατάσταση της διάστασης της
καθημερινής ζωής και της εμπειρίας των απλών ανθρώπων, τόσο κατά την Κατοχή όσο
και κατά τον Εμφύλιο.[2]
Το
πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσονταν όλες οι παραπάνω θεματικές ήταν
πάντα οι δωσιλογικές κυβερνήσεις και οι γερμανικές κατοχικές αρχές (για τη
γερμανική ζώνη κατοχής). Ωστόσο, με τη δουλειά του Πέτρου Φύτρου οι προβολείς πέφτουν
εκ νέου και πιο επικεντρωμένα σε αυτές. Συγκεκριμένα, στην πολιτική της πρώτης
κατοχικής κυβέρνησης συνεργασίας, της κυβέρνησης Τσοκάλογλου, και στο
νομοθετικό της έργο: «2.000 νομοθετικά διατάγματα, που αφορούν πλήθος
ζητημάτων, και χιλιάδες υπουργικές αποφάσεις, κανονιστικά διατάγματα και
αγορανομικές διατάξεις», όπως σημειώνει ο ίδιος ο συγγραφέας (σ. 26).
Πολιτικές
ιστορίες της Κατοχής, των κατοχικών κυβερνήσεων, έχουν γραφεί και παλαιότερα. Κατά
τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες συναντάμε έργα πολιτικής διπλωματικής
ιστορίας, που αφορούσαν τις ελληνικές κατοχικές κυβερνήσεις συνεργασίας, συχνά
υψηλόβαθμων στελεχών αυτών των κυβερνήσεων, που επικεντρώνονταν στο θέμα του
«κομμουνιστικού κινδύνου» για να δικαιολογήσουν τη στάση της συνεργασίας, ιδιαίτερα
παραδείγματα μιας «ιστορίας των νικητών» του Εμφυλίου. Τη ίδια εποχή γράφτηκαν
κείμενα, με τη μορφή αναμνήσεων, για την Αντίσταση, συνήθως με στόχο τη
δικαίωση της συμμετοχής του συγγραφέα στη μια ή την άλλη παράταξη ή αφιερωμένα στη
μνήμη αγαπημένων προσώπων. Οι παραπάνω ιστορικές μελέτες αλλά και τα κείμενα
μαρτυριών ακολουθούσαν το διπολικό σχήμα μιας ιστορίας των νικητών και μιας των
ηττημένων, που χαρακτήρισε την ελληνική ιστοριογραφία για την περίοδο 1940
μέχρι τη δεκαετία του 1960.[3]
Η Ελληνική Πολιτεία του Πέτρου Φύτρου θα λέγαμε
ότι συνδυάζει στοιχεία από τις παλαιότερες αλλά και τις πιο σύγχρονες τάσεις,
ενώ διακρίνεται και από ορισμένα χαρακτηριστικά της «νέας πολιτικής ιστορίας»,
σε μια πρώτη προσέγγιση, και στα οποία θα μπορούσε να εμβαθύνει περισσότερο σε
μια συνέχεια αυτής της δουλειάς.[4]
Ο συγγραφέας συνέδεσε τις πολιτικές ελίτ της Κατοχής, τον πολιτικό λόγο
τους, τις αποφάσεις και πράξεις τους με το κοινωνικό γίγνεσθαι και τις
κοινωνικοοικονομικές διεργασίες της εποχής, ενώ στηρίχθηκε και σε ποσοτικά
δεδομένα. Αξιοποίησε δε υπάρχοντα σχήματα της ελληνικής ιστοριογραφίας, όπως το
ότι η επισιτιστική κρίση και η μαύρη αγορά ήταν στο κέντρο των κοινωνικών
αλλαγών που επέφερε η Κατοχή, ότι οι επιτάξεις τροφίμων, ζώων και σφαγίων, η
βαριά φορολογία στα αγροτικά προϊόντα και άλλα κοινωνικά ζητήματα ήταν λόγοι
που κινητοποιούσαν τους πληθυσμούς από τον πρώτο χρόνο της Κατοχής και οδήγησαν
στη μαζική αριστερή αντίσταση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Τα σχήματα αυτά τα ενίσχυσε με
επιπλέον στοιχεία τεκμηρίωσης, όπως, για παράδειγμα, τι συνέβαινε με το λάδι
και τις εξαγωγές του τον πρώτο κατοχικό χρόνο, τι συνέβαινε με τη συγκέντρωση
της παραγωγής των σιτηρών ή πώς οργανωνόταν ο μηχανισμός των σωμάτων ασφαλείας.
Μία
από τις σημαντικότερες συμβολές του βιβλίου του Πέτρου Φύτρου είναι ότι εμπλουτίζει
την πρόσφατη συζήτηση περί δωσιλογισμού στην ελληνική ιστοριογραφία, η οποία αναδεικνύει
ότι το καθεστώς της «Ελληνικής Πολιτείας»
ήταν ένα καθεστώς που αποδεχόταν τη ναζιστική νέα τάξη και δεν ήταν απλώς μια συνέχεια του κράτους.[5]
Μπορεί η κυβέρνηση συνεργασίας να θεωρήθηκε κυβέρνηση «εθνικής
ανάγκης» και να διατηρούσε στοιχεία συνέχειας με το καθεστώς Μεταξά ή τα
προηγούμενα αστικά καθεστώτα (αντικομμουνισμός, αντιβουλγαρισμός), ωστόσο διαχώρισε
πολιτικά τη θέση της από αυτά. Ήταν ένα φιλοναζιστικό καθεστώς.
Άλλωστε αυτό αναδεικνύει και η μετατροπή της
πολιτικής ονομασίας του «Βασιλείου της Ελλάδος» σε «Ελληνική Πολιτεία», στο
πρότυπο του «l’État Français» του Pétain.[6]
Όπως
εύστοχα σημειώνει ο Πέτρος Φύτρος, «οι δημόσιες τοποθετήσεις του Τσολάκογλου σε
όλη τη διάρκεια της θητείας του είναι σαφέστατες. Δείχνουν έναν άνθρωπο
πεπεισμένο για τη νίκη του Άξονα, ο οποίος οραματίζεται τη θέση της Ελλάδας
μέσα στη Νέα Ευρώπη που θα δημιουργηθεί από τον πόλεμο και είναι γοητευμένος
από τον εθνικοσοσιαλισμό». Και συνεχίζει: «είναι ενδεικτικό ότι στην ημερήσια
διαταγή που απηύθυνε στον στρατό ως Πρόεδρος της κυβέρνησης πλέον, ο
Τσολάκογλου ζητούσε συμμόρφωση στη νέα τάξη αλλά και τις υψηλές αρχές της νέας
πολιτικής θρησκείας του εθνικοσοσιαλισμού. Λίγους μήνες αργότερα, τον
Σεπτέμβριο του 1941, σε δηλώσεις του στην Εφημερίδα
του Δουνάβεως, αφού
περιγράψει τα νέα οικονομικά δεδομένα επισημαίνει ότι η Ελλάδα «πρέπει και
θέλει σήμερον να προσαρμοσθεί εις το Εθνικοσοσιαλιστικόν Οικονομικόν σύστημα.
Για την Ελλάδα που πρέπει να αποτελέσει πολύτιμη κοινότητα της «Πανευρώπης» υπό
την προστασία της Γερμανίας και της Ιταλίας και για διμέτωπο αγώνα ενάντια στον
καπιταλισμό και τον κομμουνισμό θα κάνει λόγο και στο διάγγελμα με αφορμή την
25η Μαρτίου 1942» (σ. 45).
Επιπλέον η δωσίλογη κυβέρνηση Τσολάκογλου προχώρησε σε εκκαθαρίσεις του προπολεμικού μεταξικού μηχανισμού (δικαστές,
καθηγητές πανεπιστημίου, Ακαδημία Αθηνών, κατάργηση των συμβόλων της μοναρχίας)[7] αλλά και
των δημοσίων υπαλλήλων, όπως τεκμηριώνει ο συγγραφέας: «ήδη με το πρώτο της
νομοθετικό διάταγμα η κυβέρνηση έδινε στους υπουργούς της το δικαίωμα να
απολύουν, να μεταθέτουν, να θέτουν σε διαθεσιμότητα ή να διορίζουν μόνιμους η
έκτακτους υπαλλήλους από τον βαθμό του τμηματάρχη και πάνω χωρίς να είναι υποχρεωμένοι
να τηρούν τη νομοθεσία. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να καταργεί ή να συγχωνεύει με
διατάγματα τις κρατικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες δήμων, κοινοτήτων και
δημόσιων ιδρυμάτων, απολύοντας, υποβιβάζοντας, προάγοντας, μεταθέτοντας ή
αποσπώντας τους υπαλλήλους ή διορίζοντας άλλους. [...] Όσοι απολύονταν ή υποβιβάζονταν
δεν θα μπορούσαν να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας ούτε να
διεκδικήσουν αποζημιώσεις» (σ. 55-56).
Το βιβλίο του Πέτρου Φύτρου επαναφέρει
παλαιότερα ερωτήματα για την κατοχική περίοδο αλλά με φρέσκια ματιά,
αναδεικνύει νέες πηγές αλλά και τις δυνατότητες των παλαιότερων, παρουσιάζει
τις συνέχειες και τις τομές της φιλοναζιστικής «Ελληνικής Πολιτείας» με τις
προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις. Πρόκειται για ένα βαθιά ιστορικό και πολιτικό
βιβλίο.
*
Η Μαρία Καβάλα είναι ιστορικός,
επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ
[1] Ενδεικτικά, Γιώργος Μαργαρίτης, Από
την ήττα στην εξέγερση, Ο Πολίτης, Αθήνα 1993· Βασίλης Κ. Γούναρης - Πέτρος
Παπαπολυβίου, «Εκτελέσεις, βία και ασιτία στη Θεσσαλονίκη της Κατοχής. Έρευνα
και καταγραφή», Ο φόρος του αίματος στην
κατοχική Θεσσαλονίκη. Ξένη κυριαρχία, αντίσταση και επιβίωση, Παρατηρητής,
Θεσσαλονίκη 2001· Violetta Hionidou,
Famine
and
death
in
occupied
Greece,
1941-1944, Cambridge University Press, Κέιμπριτζ 2006· Νίκος Τζαφλέρης,
«Επιβίωση και Αντίσταση στο Βόλο την περίοδο της Κατοχής (1941-1944)», διδ. διατριβή,
Τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πανεπιστήμιο
Θεσσαλίας, επιβλέπουσα: Ρ. Κοντοπούλου-Μπενβενίστε, Βόλος 2007· Κώστας
Φραδέλλος, «Κατοχικές κυβερνήσεις και έθνος. Άξονες και μεταβολές του
κυβερνητικού λόγου κατά τη διάρκεια της Κατοχής» στο Χρήστος Χατζηιωσήφ -
Προκόπης Παπαστράτης (επιμ.), Ιστορία της
Ελλάδας του 20ού αιώνα, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, 1940-1945 Κατοχή - Αντίσταση,
τ. γ2, Βιβλιόραμα, Αθήνα 2007, σ. 151-179· Μαρία
Καβάλα, «Η Θεσσαλονίκη στη Γερμανική Κατοχή (1941-1944): Κοινωνία, οικονομία,
διωγμός εβραίων», διδ. διατριβή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΑΠΘ,
επιβλέπουσα: Έφη Αβδελά, Ρέθυμνο 2009· Μενέλαος Χαραλαμπίδης, Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2012 κ.ά.
[2] Ενδεικτικά για την ιστοριογραφία
της Κατοχής βλ. Πολυμέρης Βόγλης, Η
ελληνική κοινωνίας στην Κατοχή 1941-1944, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2010· Οντέτ
Βαρών Βασάρ, «Η γενοκτονία των Ελλήνων Εβραίων (1941-1943)», στο Γ. Αντωνίου - Ν.
Μαραντζίδης (επιμ.), Η εποχή της
σύγχυσης. Η δεκαετία του ’40 και η ιστοριογραφία, Αθήνα 2008, σ. 342-343
και της ίδιας, Η ανάδυση μιας δύσκολης
μνήμης. Κείμενα για τη γενοκτονία των Εβραίων, Αθήνα 2012, Εστία, σ. 40-56
και 129-141. Επίσης, Καβάλα, ό.π., σ. 17-20.
[3] Ενδεικτικά για την ιστοριογραφία
της Κατοχής, βλ. επίσης Προκόπης Παπαστράτης, «Ιστοριογραφία της δεκαετίας 1940-1950»,
Σύγχρονα Θέματα, 35-36-37, Δεκέμβριος
1988, σ. 183-187, Νίκος Μαραντζίδης, «Η τοπική διάσταση στη μελέτη της Κατοχής
και του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου», στο Γ. Αντωνίου - Ν. Μαραντζίδης (επιμ.), Η εποχή της σύγχυσης. Η δεκαετία του ’40 και
η ιστοριογραφία, Αθήνα 2008, σ. 173-197 και το σύνολο του συγκεκριμένου
τόμου.
[4] Σε αυτήν ερευνώνται οι τρόποι με τους οποίους σχηματίζονται οι πολιτικές
ταυτότητες, τα πολιτικά σύμβολα και οι πολιτικοί λόγοι, καθώς και τα διαφορετικά
και μεταβαλλόμενα νοήματά τους. Οι μελετητές δίνουν έμφαση στις πολιτικές ελίτ, σε συνδυασμό με τη συμπεριφορά
και τα κίνητρα της κοινωνίας για τις πολιτικές της επιλογές, ενώ στηρίζονται σε
μεγάλο βαθμό σε ποσοτικές μεθόδους για την ενσωμάτωση κοινωνικών θεμάτων. Βλ. σχετικά Ε.
Αβδελά, «Το “δημόσιο” και το “ιδιωτικό” στη νέα πολιτική ιστορία ή τα μεταβαλλόμενα
όρια του πολιτικού», Μνήμων 21 (1999), σ. 211-220· Allan G. Bogue, «United States: The “new” political
history», Journal of Contemporary History 3 (1968), σ. 5-27· Allan
G. Bogue, «The new political history in the 1970s» στο Michael G. Kammen
(επιμ.), The Past Before Us: Contemporary Historical Writing in the
United States, Cornell University
Press 1980, σ. 231-251· Robert P. Swierenga, «Ethnocultural
political analysis: a new approach to American ethnic studies», Journal of American Studies 5
(1971), σ. 59-79.
[5] Ζακ Σεμελέν, Άοπλοι απέναντι στο Χίτλερ. Η αντίσταση των πολιτών στη Ευρώπη 1939-1943,
Χατζηνικολής, Αθήνα 1993. Andrew Apostolou, «Greek collaboration in the
Holocaust and the course of the war» στο G. Antoniou - D. Moses (επιμ.),
The Holocaust in Greece, Cambridge
University Press, Κέιμπριτζ
2018, σ. 89-112.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου