28/10/23

Ανακαλώντας τη φωνή των ηττημένων

Γιώργος Γυπαράκης, Σκεπτόμενος, 2012, εποξειδική ρητίνη, μαρμαροψηφίδα και χαλκός


Της Αθηνάς Συριάτου*

ΛΟΥΚΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ, «Πώς χάσαμε τον πόλεμο»: Αναρχικές αφηγήσεις για τον Ισπανικό Εμφύλιο και την Επανάσταση, Εκδόσεις των Ξένων, Θεσσαλονίκη 2023, σελ. 272
 
Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος αποτελεί ένα πολυδουλεμένο θέμα, όπως παραδέχεται από την αρχή ο συγγραφέας της παρούσας μελέτης. Η ενασχόληση ενός Έλληνα ιστορικού όχι μόνο με το συγκεκριμένο θέμα αλλά, γενικότερα, με ένα θέμα που δεν αφορά την ελληνική και μόνο ιστορία είναι κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενη. Κι αυτό γιατί, ενώ έχουμε συνηθίσει να καλωσορίζουμε έργα αλλοδαπών μελετητών που αφορούν την ελληνική ιστορία, σπάνια γράφονται και αποτιμώνται έργα Ελλήνων ιστορικών που δεν σχετίζονται με την Ελλάδα.
Στα πανεπιστήμιά μας, μαθήματα ευρωπαϊκής ιστορίας (πόσο μάλλον παγκόσμιας...) διδάσκονται μονάχα την τελευταία εικοσαετία από καθηγητές που ειδικεύονται στην ιστορία κάποιου άλλου έθνους πλην του ελληνικού. Έχει κάποια σημασία αυτό; Ασφαλώς, καθώς το βλέμμα του άλλου εντοπίζει διαφορές και ομοιότητες και σχετικοποιεί θέματα που έχουν αποκτήσει οντολογική σημασία και ερμηνεία στις τοπικές ιστοριογραφίες και προτείνει νέες οπτικές.
Η παρούσα μελέτη παρουσιάζει και εξετάζει κριτικά μια σειρά από αφηγήσεις σχετικά με τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, την εμπειρία και την ήττα της κοινωνικής επανάστασης, αλλά και της ίδιας της Δημοκρατίας. Ο Λουκής Χασιώτης ακολουθεί την οπτική των Ισπανών μαχητών, των αναρχικών κυρίως, προσπαθώντας να αποδώσει όψεις της εμπειρίας του πολέμου, όχι μόνο για να απαντήσει στο ερώτημα «πώς έχασαν το πόλεμο», όπως το θέλει ο τίτλος, παραλλάσσοντας εκείνον του βιβλίου του Ντιέγκο Αμπάντ ντε Σαντιγιάν, Γιατί χάσαμε τον πόλεμο (1940), αλλά και για να αναδείξει τι σημαίνει αυτή η εμπειρία για τη διαμόρφωση και τη μετάλλαξη των ιδεολογιών, τα διλήμματα και τις αποφάσεις των πρωταγωνιστών στα διάφορα επεισόδια του πολέμου, τη μνήμη, την άμεση μεταπολεμική ιστοριογραφία και την ιστοριογραφία μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Η χρονική περίοδος στην οποία επικεντρώνεται είναι, ασφαλώς, η περίοδος 1936-1939. Ο συγγραφέας καλεί, μέσα από τα κείμενά τους, δέκα μάρτυρες («πληροφορητές» θα τους λέγαμε, εάν επρόκειτο για προφορική ιστορία), στελέχη του αναρχοσυδικαλιστικού κινήματος, για να αναπλάσουν το ιστορικό δράμα. Αλλά αυτά δεν είναι τα μόνα «πρόσωπα του δράματος» στο βιβλίο. Ο Χασιώτης θέτει τα δικά του ερωτήματα πάνω στις μαρτυρίες αυτές και, επιπλέον, βάζει στη συζήτηση τα έργα των ιστορικών οι οποίοι γράφουν για τον πόλεμο ήδη από τη δεκαετία του 1940, προκειμένου να σχολιάσουν τις μαρτυρίες, τα γεγονότα και τον απόηχό τους. Έτσι δημιουργεί πολλαπλές χρονικότητες πάνω στα ίδια τα γεγονότα, αλλά και στις ζωές των ανθρώπων που είχαν ενεργό ρόλο σε αυτά. Οι χρόνοι αυτοί αντανακλούν τα πολλαπλά πρίσματα του πολέμου, όπως βιώθηκαν από τα πρόσωπα που πήραν μέρος στις πολεμικές συγκρούσεις: Ο χρόνος του πολέμου ή της επανάστασης, όπως προτιμούν να αποκαλούν την επίμαχη περίοδο μερικοί από τους πρωταγωνιστές, η μακρά δικτατορία που ακολούθησε, μια περίοδος που για τους περισσότερους σήμαινε εξορία και από την Ισπανία και από την Ευρώπη, η λήθη και η μνήμη την περίοδο αυτή και, μετά το 1975, η μεταπολίτευση που για κάποιους, όχι όμως για όλους, σήμαινε και επιστροφή στην Ισπανία και διαπραγμάτευση της μνήμης του πολέμου.
Ο Χασιώτης αφηγείται την ιστορία του Ισπανικού Εμφυλίου καλώντας ως συνομιλητές του μάρτυρες επιζήσαντες του πολέμου αλλά και τους ιστορικούς που διεθνώς έχουν ασχοληθεί με τον Ισπανικό Εμφύλιο, να τοποθετηθούν πάνω σε κεντρικά θέματα, όπως η πολιτική και η εξουσία μέσα στα χρόνια του πολέμου, η αποτίμηση των συμμαχιών που έκαναν κι εκείνων που απέφυγαν, ο ρόλος του διεθνούς παράγοντα, το κίνημα της κολεκτιβοποίησης και, τελικά, η διαχείριση της ήττας.
Η μεγάλη αρετή του βιβλίου έγκειται, κατά τη γνώμη μου, στο γεγονός ότι, κατά την ανάγνωσή του, οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές συνομιλούν διαρκώς με τις νεότερες γενιές που έσκυψαν στα γεγονότα για να φωτίσουν το κεντρικό ζήτημα της χαμένης επανάστασης. Συγχρόνως όμως στέκεται και στον συμβολισμό και την απήχηση της συγκεκριμένης επανάστασης στις σημερινές μάχες, που καθημερινά διαπιστώνουμε ότι πρέπει να δοθούν, στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς.
 
* Η Αθηνά Συριάτου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου