15/9/19

Το εγώ της λίμπιντο

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ

ΕΥΑ ΣΤΑΜΟΥ, Τα κορίτσια που γελούν, εκδόσεις Αρμός, σελ. 223

Η συγγραφέας έχει να μας πει έξι ιστορίες και τις λέει, χωρίς να δολιχοδρομεί, χωρίς να περισπάται ή να ενδίδει στις ευκολίες του πεζογραφικού είδους. Απαλλάσσοντας, και μάλιστα εκ προοιμίου, την αφήγησή της από τα κολπάκια ενός κακώς εννοούμενου μεταμοντερνισμού, προσδίδει στην εξιστόρηση ό,τι συνήθως απουσιάζει από την τρέχουσα παραγωγή. Ήτοι, κειμενική αλήθεια. Εξ ου και: α) η αβίαστη αναγνωστική πρόσληψη, β) η αμεσότητα της επικοινωνιακής ανταλλαγής συγκινησιακού υλικού του πομποδέκτη και γ) η πληρότητα του εγχειρήματος της αναπαράστασης και διεξοδικής μελέτης ποικίλων παθών των χαρακτήρων της. Ό, τι δηλαδή επεσήμανε εγκαίρως η κριτική.
Η πύκνωση του λόγου δρα, οίκοθεν νοείται, θετικά. Οι δε οξυδερκείς παρατηρήσεις περί των εγγενών αβελτηριών, των αυταπατών και των ψευδαισθήσεών μας, η εμμονή στην αποφασιστική λεπτομέρεια ήθους, η συστηματική προβολή της καίριας πτυχής των συμπεριφορών των διηγητικών υποκειμένων, η επιμελής επεξεργασία όλων των καίριων δεδομένων του ψυχολογικού πλαισίου, η εμφανής επίγνωση του συγκεκριμένου χωρόχρονου, ως και η παράθεση των ικανών και αναγκαίων εκείνων πραγματολογικών στοιχείων, τα οποία υποστηρίζουν επιτυχώς την όλη σκηνοθετική γραμμή, καθιστούν το διήγημα της Εύας Στάμου έναν πίνακα ζωής σε μια συγκεκριμένη στιγμή – κόμβο της. Ή ακόμη και σε μια ευρύτερη σημασιολογικά περίοδό της.

Συγκρατώ ότι, η αδυναμία της διάφυλων σχέσεων να αναχθούν στο ποθητό πεδίο της εμπέδωσής τους, οφείλεται κυρίως στο ότι ο έρωτας του εαυτού είναι, ακόμη μια φορά, κατά πολύ δυνατότερος του έρωτα για τον/την άλλον/ην. Η ετερότητα ενίοτε δεν είναι καν ορατή. Το εγώ ακυρώνει την ανάγκη του εσύ. Η παθογένεια αυτή κάνει π. χ. τον Χρήστο να μην βλέπει κατ΄ ουσίαν τη συνοδό του Μαριάνθη στη σελ. 67 επ. Από το λιμάνι της Λέρου και τα προάστια της Κοπεγχάγης έως τη Βοστόνη και την Κηφισιά, η ύπαρξη αναρωτιέται κυρίως, αν ο κόσμος που σκέφτεται ότι πράγματι υπάρχει, θα μπορούσε να καταστεί αβίαστα το ίδιο το σύμπαν, εντός του οποίου θα κατάφερνε εν τέλει να επιζήσει. Σε αντίθεση μάλιστα με ό, τι π. χ. φρονούσε ο Γκαστόν Μπασελάρ. Εννοώ εδώ τη ψυχοσωματική δύναμη, η οποία διακατέχει τόσο την προαναφερόμενη Μαριάνθη, την ηρωίδα στο κομμάτι, το οποίο έδωσε τον τίτλο του στην προκείμενη συλλογή, και την Αλίκη του πρώτου κατά σειρά διηγήματος, που φέρει τον ενδεικτικό τίτλο «Ένα τέλειο σχέδιο», όσο, αντιστοίχως, και την Σοφία Χο της «Βοστόνης», με την οποία κλείνει η συλλογή.
Πρόκειται για την ισχυρή εκείνη τάση οριακής ανόρθωσης του εγώ της λίμπιντο. Όταν μάλιστα η εξ αντικειμένου περιρρέουσα ατμόσφαιρα, αν δεν είναι εντελώς αποκαρδιωτική, παραμένει εν τούτοις προβληματική. Το ότι κάποια αποφασιστική στιγμή το πρόσωπο λυγίζει και επιστρέφει στο σημείο εκείνο, από όπου τόλμησε την ύστατη υπέρβασή του, πάει να πει ότι το όραμα της ηδονικής αναβάθμισής του παραμένει, φευ, απλώς όραμα. Αν και θα ήθελα, δεν μπορώ ως εκ των πραγμάτων να ξέρω, αν θα είναι οριστική η παραίτηση της ως άνω Αλίκης ή της ώριμης, εξακολουθητικά αισθησιακής Μαριάνθης, που αντιμετωπίζει, σημειωτέον, με βασανιστική υπομονή τον ιδιότυπο, προφανώς σαδιστικό κόλαφο των εντυπωσιακά νεώτερών της ηλικιακά Κοριτσιών που γελούν. Κι αναρωτιέμαι επειδή ακριβώς η προ πολλού επαρκής και υφολογικά έμπειρη συγγραφέας ξέρει να μας μεταδίδει τον ιό του Ενδιαφέροντος.

Navine G. Khan- Dossos, Silent Latitude, 2019, μαλλί και βαμβάκι, 204 x 204 εκ., παραχώρηση της καλλιτέχνιδας και του Ελληνικού Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών (σε συνεργασία με την γκαλερί Ζ33 & MIA- H, Hasselt, Βέλγιο). Φωτ.: Kristof Vrancken/ Z33 House of Contemporary Art

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου