11/8/19

Ο διπλασιασμός του κόσμου

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΟΙΡΑ

ΜΙΣΕΛ ΦΑΙΣ, Όπως ποτέ, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 143

Ο αινιγματικός τίτλος του βιβλίου παραπέμπει στο νοσταλγικό «όπως τότε», το ξορκίζει ή μήπως το παρωδεί; Με την ανάγνωση των πρώτων φράσεων οι εικόνες ξεχύνονται χειμαρρώδεις και αφοπλιστικές. Σε γραπώνουν από το γιακά και σε μεταφέρουν χωρίς αντιστάσεις σε τοπία πραγματικά και ψυχικά, ονειρικά και εφιαλτικά. Ένα στόμα αναμασά φράσεις, εκστομίζει φωνήεντα και σύμφωνα. Ένα ροδάνι γυρίζει ασταμάτητα. Κλώθει λέξεις, και σκαρώνει σκηνές και διαλόγους από ιστορίες. Ταραγμένες ιστορίες «από το λίκνο στο κιβούρι» και «από το πρώτο κλάμα στον τελευταίο ρόγχο». Ένα χέρι ενώνει με βιαστικές βελονιές κουρελάκια σκέψεων. Μοντάρει με πείσμα σπαράγματα αφηγήσεων που φάσκουν και αντιφάσκουν, θραύσματα που ισορροπούν σε δίπολα και αμφισημίες καθώς κλυδωνίζονται δυσοίωνα στην άκρη της λευκής σελίδας. Συνώνυμα και αντώνυμα συνωμοτούν και διαγκωνίζονται φιλότιμα να περιγράψουν χώρους, να δώσουν υπόσταση σε αισθήματα, περιστατικά, εμπειρίες, καταστάσεις, ή μήπως να ανασύρουν ενδεχόμενα, να σπείρουν αμφιβολίες και να εγείρουν αντιστάσεις;

Μια μικρούλα ενδοσκοπική κάμερα ο λόγος, τρυπώνει στα ενδότερα, κάτω από το δέρμα, και ερευνά τα μυστήρια του οργανισμού. Αποτυπώνει και τεμαχίζει με ακρίβεια ιστούς και σάρκες, ενώ παράλληλα ένας ιπτάμενος πανοπτικός μηχανισμός, κάτι σαν drone, συλλέγει στοιχεία και δεδομένα, στέλνοντας από ψηλά πανοραμικές μακροσκοπικές εικόνες. Βιντεοσκοπεί σκηνές αποσύνθεσης και χάους. Σκουριασμένα λούνα παρκ, παράξενα πορνεία, αναίσχυντες κοπροφαγικές τελετουργίες, αήθη εφιαλτικά σόου. Πάρτυ με καλεσμένους-κομπάρσους, ρεπλίκες επωνύμων σε οργιαστική παράκρουση, που ακκίζονται με ναρκισσισμό και χάρη. Φωτογραφίζει με ερευνητική προσήλωση σκηνές άρρωστου ερωτισμού, νοσηρά παιχνίδια αυτοσκόπησης, απόσυρσης, εξουθένωσης, απόγνωσης, αυτοσαρκασμού. Σκοπεύει με το μηχανικό μάτι ανθρώπους-αντίγραφα αποξενωμένους από τον εαυτό τους και το περιβάλλον, με εκλεπτυσμένες νευρώσεις, ψυχώσεις, ιδεοληψίες, εμμονές. Ανδρείκελα με ακυρωμένες ιδιότητες, εξουθενωμένα πειραματόζωα με πεθαμένη συνείδηση και στομωμένες αισθήσεις που κατοικούν δωμάτια κλειδωμένα, ξεχασμένα. Ταφικά μνημεία που πάνω τους έχει αγκιστρωθεί η μνήμη, πολυτελείς κρύπτες με γκρενά τοίχους, άλικα έπιπλα, χρυσοποίκιλτο διάκοσμο.
Ο συγγραφέας κινεί νανουριστικά την μπαγκέτα ενώ ηχεί επίμονα ένας μετρονόμος. Τεμαχίζει τον χρόνο ρυθμικά υπνωτιστικά, χωρίς εξάρσεις, ενώ ανεπαισθήτως αναφύονται από τα σωθικά του κειμένου υπόγειοι πένθιμοι κραδασμοί και υποδόρια επιθανάτια ρίγη. Με το εισαγωγικό ερώτημα «πώς είναι μέσα της; πώς είναι μέσα του; πώς είναι μέσα τους;» να επανέρχεται κυκλικά στα πέντε κεφάλαια του βιβλίου, του τρίτου στη σειρά της τριλογίας η οποία περιλαμβάνει το μυθιστόρημα Από το πουθενά (2015) και τη νουβέλα Lady Cortisol (2016), ξετυλίγεται το νήμα της αφήγησης με ρυθμό στακάτο, με συνηχήσεις και συνειρμούς που κινούνται σε κύκλους και σπείρες.
Οι ερωτήσεις επαναλαμβάνονται επίμονα και βασανιστικά. Δημιουργούν ένα νεφέλωμα από εκδοχές και αποφάνσεις. Ηχούν σχεδόν απειλητικά, σαν μια ροκάνα που γυρνά πάνω από το κεφάλι σου, ενώ ένας αδιάφορος ψυχαναλυτής, δημοσιογράφος, ανατόμος, ανακριτής, δημοσκόπος, ρωτά χωρίς να περιμένει απαντήσεις.
Ένα ζευγάρι συνοδοιπορεί μέσα στο πλήθος. Μια παράξενη ποθητή και παθιασμένη γυναίκα, και ένας κουρασμένος ασταθής άντρας. Άλλοτε συγκλίνουν και άλλοτε αποκλίνουν, συνομολογούν και αντιπαρατίθενται, οργίζονται και γαληνεύουν, εξεγείρονται και υποτάσσονται, αγγίζονται στοργικά και απωθούνται βίαια Ονειρεύονται, συνομιλούν, παραμιλούν, σιωπούν, βουβαίνονται. Τα πρόσωπα είναι σχεδιασμένα αδρά, με ασάφεια, κρύβονται στη σκιά και την ανωνυμία, φορούν μάσκες και ανταλλάσσουν προσωπεία. Το περιβάλλον είναι ονειρικό και αγχωτικό, οικείο και απρόσμενο.
Ανεβαίνεις στο καρουζέλ ενός έρημου επαρχιακού λούνα παρκ και λικνίζεσαι με την ξεκούρδιστη μελωδία μέχρι την τελευταία νότα. Σκαρφαλώνεις οικειοθελώς στον κυλιόμενο ιμάντα της αυτοματοποιημένης παραγωγής του εργοστασίου και μεταφέρεσαι στο τέλος της διαδρομής. Αυτάρκης, αθώος και ανύποπτος για την συνομωσία του χρόνου. Ένα ακόμα αψεγάδιαστο προϊόν, προηγμένης τεχνολογίας, σε μοναχική τροχιά, με ενσωματωμένη την ημερομηνία απόσυρσής του.

Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής

Έργο του Γρηγόρη Παπαγρηγορίου 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου