ΤΗΣ
ΜΑΓΙΑΣ ΣΤΑΓΚΑΛΗ
ΧΕΝΡΥ
ΤΖΕΙΜΣ, Οι Βοστονέζες, μετάφραση-πρόλογος
Μιχάλης Μακρόπουλος, επίμετρο Τζόζεφ Κόνραντ, εκδόσεις Gutenberg, σελ.686
Η μάχη είχε αρχίσει και
μέσα της ένοιωθε
κάτι από την έκσταση ενός
μάρτυρα.
Από το βιβλίο
“Πάντα με ενδιέφεραν οι άνθρωποι αλλά ποτέ δε
μου άρεσαν” φέρεται να υποστήριζε ο Χένρυ Τζέιμς (1843-1916). Άποψη που
μάλλον επαληθεύεται στο έργο του Οι
Βοστονέζες που γράφεται το 1886 και διαδραματίζεται το 1873-75.
Κύριος
εκπρόσωπος του «Διεθνούς Μυθιστορήματος», απεικονίζει σε αρκετά έργα του την
επαφή της αμερικανικής αθωότητας με την ευρωπαϊκή πείρα. Σε έργα όπως Οι Ευρωπαίοι, Το Πορτραίτο μιας Κυρίας, Οι Πρεσβευτές,
Ντέιζυ Μύλλερ και άλλα, αισιόδοξοι, αφελείς Αμερικανοί συναντιούνται με
εστέτ σκεπτικιστές Ευρωπαίους, στο πεδίο όπου χάνονται οι ψευδαισθήσεις, και οι
άνθρωποι άλλοτε ωριμάζουν, άλλοτε καταστρέφονται. Ο Τζέιμς, πρόδρομος του
μοντερνισμού, συχνά “χαίρει της αποδοκιμασίας” των κριτικών της εποχής του, που
υποδέχονται με ψυχρότητα την καταγραφή της εσωτερικής ζωής και την απουσία
δράσης. Με τα έργα της τελευταίας περιόδου του, ανοίγει το δρόμο στο
μυθιστόρημα του 20ού αιώνα καθώς οργανώνει σε αφήγηση την υποκειμενική
εμπειρία, τις αισθήσεις και τις αντιφάσεις των ανθρώπων.
Στη
μελέτη της λογοτεχνίας γίνεται συχνά σύνδεση του Χ. Τζέιμς με τον Ναθάνιελ
Χόθορν. Σύμφωνα με τον Τ. Σ. Έλιοτ, τους ενώνει το κοινό τους ενδιαφέρον για
την Ιστορία, όπως και η ενασχόληση τους με την ψυχολογία βάθους. Άλλωστε ο
ίδιος ο Τζέϊμς συνέδεσε τον εαυτό του με τον Χόθορν στη μυθιστορηματική βιογραφία
του για αυτόν το 1879. Ο Τζέμς, σε αντίθεση με τον Χόθορν που επικεντρώνεται
στην ηθική και ψυχική ζωή ηρώων αποκομμένων από το κοινωνικό τους πλαίσιο,
πραγματεύεται την οργάνωση του ψυχισμού ηρώων ενταγμένων στον κοινωνικό ιστό
και ερευνά τον χαρακτήρα τους μέσω των κοινωνικών συμπεριφορών της εποχής τους.
Έτσι, η θεματολογία του διευρύνεται, με τη μετατόπιση από τη στενή προσήλωση
στο υποκείμενο, στη σχέση που έχει αυτό με το κοινωνικό του πλαίσιο και την
προσπάθεια του να αυτοπροσδιοριστεί μέσα στις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές μετά
τον αμερικανικό εμφύλιο. Στις Βοστονέζες
π.χ ο Μπέιζιλ Ράνσομ, ένας από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του έργου, πρώην
ιδιοκτήτης φυτείας, νοσταλγός της χαμένης απλότητας, οραματίζεται έναν κόσμο
που …προοδεύει επιστρέφοντας στις παλιές καλές αξίες του Νότου, και προσπαθεί
να αναγνωρισθεί και να βρει μια θέση στη δημόσια ζωή της Ν. Υόρκης, στέλνοντας
σχετικά άρθρα στις εφημερίδες, τα οποία απορρίπτονται.
Το ανά
χείρας βιβλίο -που κυκλοφορεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα και μας
παραδίδεται στην εξαιρετική έκδοση της σειράς orbis literae των
εκδόσεων Gutenberg, με τον πολύ καλό πρόλογο του μεταφραστή Μιχάλη
Μακρόπουλου- ανήκει στη μέση περίοδο του συγγραφέα, όταν, εκτός από τη
διερεύνηση του “Διεθνούς ζητήματος” στρέφεται και προς άλλες κατευθύνσεις. Ένα
από τα θέματα που τον απασχολούν είναι η κοινωνική μεταρρύθμιση της χώρας του·
οι Βοστονέζες, ένα αποκλειστικά
αμερικανικό έργο όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος, είναι ίσως το πιο ώριμο
κοινωνικό έργο της εποχής του.
Διαδραματίζεται
δέκα χρόνια μετά τον αμερικανικό εμφύλιο, σε μια περίοδο που θεωρήθηκε από
μεγάλο αριθμό ανθρώπων εποχή παρακμής και καταρράκωσης των αμερικανικών ηθικών
αξιών, με τους σταθερούς κοινωνικούς ρόλους να έχουν κλονισθεί και την απόκτηση
χρημάτων να αναδεικνύεται σε κυρίαρχη αξία.
Τα
βασικά πρόσωπα του έργου είναι η νευρωτική Όλιβ Τσάνσελορ, μια νεαρή πλούσια
γεροντοκόρη της Βοστόνης, φανατική υπέρμαχος της γυναικείας χειραφέτησης, η
νεότερή της Βερίνα Τάραντ, λαϊκής καταγωγής, πάντα χαρούμενη και καλοπροαίρετη,
η οποία πείθεται από την Όλιβ να έχουν μια κοινή ζωή αφιερωμένη στο όραμα της
γυναικείας απελευθέρωσης, με την Βερίνα να δίνει δημόσιες ομιλίες λόγω της
χαρισματικής της ευφράδειας, και τέλος ο
Μπέιζιλ Ράνσομ, νεαρός δικηγόρος συντηρητικών αρχών, φτωχός, μακρινός εξάδελφος
της Όλιβ.
Ανάμεσα
στα τρία κεντρικά πρόσωπα αναπτύσσεται μια σχέση που φέρει τα δραματικά
γνωρίσματα του ερωτικού τριγώνου, καθώς το θέμα του έργου είναι η διεκδίκηση
της Βερίνα Τάραντ από την Όλιβ Τσάνσελορ και τον Μπέιζιλ Ράνσομ. Στο πεδίο της
ιδεολογικής σύγκρουσης, μεταξύ προοδευτικού Βορρά και συντηρητικού Νότου για τη
διεκδίκηση της αμερικανικής ηπείρου, που συμβολίζει η αθώα Βερίνα Τάραντ, ο Τζέιμς υπερβαίνει τη στεγνή ασπρόμαυρη πολιτική
αντιπαράθεση και στήνει τον απλό σκελετό ενός οικοδομήματος δαιδαλώδους
εσωτερικότητας. Η ιδεολογική μάχη των ηρώων υποκρύπτει την υπαρξιακή τους
αγωνία, χωρίς να μπορεί να τους λυτρώσει από τις αντιφάσεις τους και τα ηθικά
τους αδιέξοδα.
Η Όλιβ
εκλογικεύει το πάθος της για την Βερίνα και το αντιλαμβάνεται ως συντροφικότητα
στον κοινό τους σκοπό για τη γυναικεία
χειραφέτηση. Σε εκλάμψεις ηθικής εγρήγορσης, παρατηρεί έντρομη τον εαυτό της να
υποκρίνεται και να χειραγωγεί τη νεαρή
της φίλη. Προσπαθεί, μέσω του φεμινιστικού ιδεώδους, να την εμποδίσει να
παντρευτεί τον νεαρό νότιο, που με τη σειρά του την διεκδικεί όχι μόνο από την
Όλιβ αλλά και από τις αυταπάτες της -όπως ο ίδιος τις χαρακτηρίζει- για τον
κοινωνικό της προορισμό, και ενώ υποστηρίζει με πάθος τον ιπποτισμό του Νότου,
την ίδια στιγμή σκέφτεται να κάνει ένα γάμο
συμφέροντος με την πλούσια αδελφή της Όλιβ.
Σίγουρα
ο πιο ενδιαφέρων, πιο ολοκληρωμένος και σύνθετος χαρακτήρας του έργου είναι της
προοδευτικής Όλιβ Τσάνσελορ, μιας
αδιάλλακτης περσόνας, φορέα της πουριτανικής ακαμψίας της Νέας Αγγλίας,
εγκλωβισμένης στις νευρώσεις της. Σαν τεντωμένο σύρμα με κόμπους, έχει χάσει
κάθε δυνατότητα χαράς. Ταγμένη στην οδύνη, τη ζωή της τη διατρέχει o τόνος του δράματος, και όταν εμφανίζεται ένας
απαγορευμένος κοινωνικά έρωτας,
βυθίζεται στην εμμονή της που της στερεί κυριολεκτικά τη δυνατότητα να
αναπνέει.
Οι Βοστονέζες, ένα κείμενο κριτικής
στάσης απέναντι στα μεταρρυθμιστικά κινήματα του 19ου αιώνα και
την ενθουσιώδη ιδεαλιστική ρητορεία των
οπαδών τους, αποτελεί ένα πολύπλοκο έργο, ένα πολιτικό δοκίμιο εν είδει μυθιστορήματος,
με θέμα το πάθος και τον λαβύρινθο που οι ίδιοι οι άνθρωποι, δέσμιοι των
κοινωνικών επιταγών, υφαίνουν για τον εαυτό τους και χάνονται μέσα σε αυτόν.
Σύμφωνα
με τον μεγάλο βιβλιοκριτικό Έντμουντ Γουίλσον, στην εξαιρετική μελέτη του Η αμφιλογία του Χένρυ Τζέιμς, οι καταλήξεις
στο έργο του δεν είναι ποτέ αντάξιες των αφετηριών, και μπορεί να συμφωνήσει
κανείς μαζί του, ιδίως αν έχει στο μυαλό του τη λίστα των ευπώλητων. Υπάρχει
όμως και η άποψη του Τζόζεφ Κόνραντ (από το επίμετρο του βιβλίου): «Κάποιος δεν καθησυχάζεται ποτέ από τα μυθιστορήματα
του κυρίου Χένρυ Τζέιμς. Τα βιβλία του τελειώνουν όπως λήγει ένα επεισόδιο στη ζωή.
Μένεις με την αίσθηση ότι η ζωή συνεχίζεται…». Στις Βοστονέζες πράγματι δεν υπάρχει η κορύφωση του φινάλε, ούτε μια
τελική τακτοποίηση, υπάρχει αντιθέτως η δυσκολία της αμφισημίας, που προσφέρει
στον αναγνώστη την προοπτική της πραγματικής ζωής των ανθρώπων.
Richard Hamilton, Palindrome, 1974, κολλοτυπία πέντε
χρωμάτων, πλαστικοποίηση σε τριασδιάστατη πλαστική οθόνη, σε χαρτί Chromolux 700, 250 γρ/κμ |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου