6/12/08

Η Αριστερά εν όψει της οικονομικής κρίσης

Στους δρόμους της θεωρίας

Του Νίκου ΒΛΑΝΤΗ

Μου φαίνεται ιστορική ειρωνεία το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες, εν όψει μιας (απ’ ό,τι φαίνεται μακράς) οικονομικής κρίσης, ξεθάβουν έντρομοι από τους σκουπιδοτενεκέδες της Ιστορίας τα εργαλεία του κεϋνσιανισμού, ανασκαλεύοντας τα φαντάσματα του ρεφορμισμού. Και το εκλαμβάνω ως ειρωνεία, γιατί είναι οι ίδιοι ηγέτες (ή, έστω, τα ίδια κοστούμια) που, λίγα χρόνια πριν, παρακούγοντας τη φωνή της συνειδήσεως που θα ενέπνεε η οποιαδήποτε ηθική (ταξική, κοινωνική, πολιτική...) ακολούθησαν ασύνειδα το πρώιμο –για τα ευρωπαϊκά δεδομένα– παράδειγμα της Σιδηράς Κυρίας, εφαρμόζοντας έναν καταστρεπτικό φιλελευθερισμό, ο οποίος όχι μόνον δεν βελτίωσε τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες (το αόρατο χέρι του Άνταμ Σμιθ μάλλον αποδείχθηκε κουλοχέρης) αλλά επέσπευσε τη μετάβαση στη σημερινή κατάσταση.
Την προσδοκία τους δεν τη συμμερίζομαι. Αμφισβητώ πως οι πολιτικές τους θα νεκραναστήσουν το κράτος πρόνοιας. Η θεωρία του Κέυνς για το πολυέξοδο κράτος, που θα ρεφάρει ξοδεύοντας αφειδώς χάρις στην κοινωνική ευημερία που θα προκληθεί, είναι ευφυής, όμως αναφέρεται σε (και πηγάζει από) μια κοινωνική και οικονομική (κατ’ επέκταση πολιτισμική) συνθήκη ριζικά διαφορετική από τη σημερινή. Χαρακτηριζόμενη από την πεποίθηση πως η τεχνολογική ανάπτυξη, η βιομηχανική έκρηξη, η αστικοποίηση, η διάδοση των βιομηχανικών προϊόντων συνιστά πρόοδο, θα φέρει «une nouvelle harmonie», όπως διατεινόταν ο Λε Κορμπυζιέ, φράση που πάντα μου φέρνει στο νου τον Ρεμπώ («un coup de ton doigt sur le tambour...»). Κάτι είναι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας, κι αναρωτιέμαι τι.
Μήπως η αριστερή σκέψη, όπως αναπτύχθηκε κατά τη γένεση του σύγχρονου αστικού κράτους στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, μοιράζεται με το αντίπαλον δέος μια λανθασμένη πεποίθηση ως ιδεολογική αφετηρία; Ποια είναι αυτή; Σκυτάλη στον Ρόμπερτ Μούζιλ:
«Αν υποθέσουμε πως κάποιος ήρθε στον κόσμο το 1871, στα τριάντα του θα μπορούσε ήδη να διαπιστώσει πως κατά τη διάρκεια της ζωής του το μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου της Ευρώπης είχε τριπλασιαστεί και της γης υπερτετραπλασιαστεί, πως η ταχυδρομική επικοινωνία κάλυπτε τριπλάσια έκταση και πως το μήκος των τηλεγραφικών γραμμών ήταν επταπλάσιο. Μα δεν ήταν μόνον αυτά, και πολλοί άλλοι τομείς είχαν αναπτυχθεί θεαματικά υπ’ αυτήν την έννοια. Ο βαθμός αποδόσεως των μηχανών παραγωγής ενέργειας, λόγου χάρη, είχε αυξηθεί από 50% σε 90%∙ η λάμπα πετρελαίου σε αυτό το διάστημα είχε αντικατασταθεί διαδοχικά από τη λυχνία αερίου, τη λυχνία Άουερ και την ηλεκτρική λυχνία, και το αεριόφως από το ηλεκτρικό, φως για το οποίο παράγονται όλο και νέοι τύποι λαμπτήρων∙ το υποζύγιο, που είχε διατηρήσει τη θέση του χιλιάδες χρόνια, είχε αντικατασταθεί από το αυτοκίνητο∙ οι ιπτάμενες μηχανές όχι μόνο είχαν βγει στον κόσμο αλλά είχαν πετάξει και τα παιδικά τους παπουτσάκια. Ο μέσος όρος ζωής, χάρη στις προόδους της επιστήμης και της υγιεινής, είχε ανέβει εντυπωσιακά, και οι σχέσεις ανάμεσα στους λαούς, μετά από την τελευταία πολεμική σύγκρουση, είχαν γίνει εμφανώς ηπιότερες και διέπονταν από περισσότερη εμπιστοσύνη. Όποιος τα είχε ζήσει όλα αυτά, είχε κάθε λόγο να πιστεύει πως είχε έλθει επιτέλους η προσδοκώμενη από πολύ καιρό εποχή σταθερής προόδου της ανθρωπότητας˙ και, βέβαια, ποιος δεν θα το θεωρήσει αυτό αρμόζον στην εποχή που βρίσκεται ο ίδιος στον κόσμο!
Φαίνεται όμως πως οι προϋποθέσεις αυτής της αστικής και ψυχικής ευημερίας ήταν πολύ συγκεκριμένες και ουδόλως αθάνατες. Σήμερα μας εξηγούν ότι εκείνη την εποχή υπήρχαν ακόμη τεράστιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και άλλοι φυσικοί πόροι που μόλις είχαν αρχίσει να τους νέμονται∙ πως υπήρχαν απροστάτευτοι έγχρωμοι λαοί που δεν τους είχαν ακόμα ληστέψει (η μομφή ότι επρόκειτο για ληστεία αντικρουόταν από τους ληστές με το επιχείρημα ότι αντ’ αυτού τους έφερναν τον πολιτισμό)∙ και ότι υπήρχαν εκατομμύρια λευκοί που έπρεπε να πληρώσουν απροστάτευτοι το κόστος της βιομηχανικής και εμπορικής προόδου (αλλά ενίσχυε κανείς τη συνείδησή του, για να αντέξει όταν τον έτυπτε, με την ακλόνητη και ούτε καν τελείως αδικαιολόγητη πίστη πως μετά από πενήντα ή εκατό χρόνια περαιτέρω προόδου θα περνούσαν και οι αποκληρωμένοι καλύτερα απ’ ό,τι πριν την αποκλήρωση). Εν πάση περιπτώσει, το κέρας της Αμάλθειας, στο οποίο οφειλόταν η υλική και πνευματική προκοπή, ήταν τόσο πελώριο και απέραντο, που έμοιαζε αόρατο και απέμενε μόνο η εντύπωση της ανάπτυξης σε όλα τα έργα∙ και είναι κυριολεκτικά αδύνατο να διατυπωθεί κατανοητά πόσο φυσικό εκείνη την εποχή ήταν να πιστεύει κανείς στο αιώνιο αυτής της προόδου και άνθησης, και να θεωρείται το πνεύμα ως κάτι που σαν χόρτο φυτρώνει παντού όπου δεν έχει εξοντωθεί σκόπιμα».
Ξεπεράστε (προς στιγμήν) το γεγονός ότι μόλις διαβάσατε κείμενο που γράφτηκε κατά το μεσοπόλεμο. Ας μείνουμε στην ουσία του. Διάχυτη υπήρξε η αίσθηση πως η τεχνολογία θα σώσει τον κόσμο, κατά το δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα. Σ’ αυτήν τη μεσσιανικού τύπου προφητεία και η αριστερά: η τεχνολογική ανάπτυξη θα προκαλούσε την απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της εργασίας και των πνευματικών του αρετών.
Κοιτάξτε γύρω σας. Εγώ τουλάχιστον δεν βλέπω κανέναν να έχει απελευθερωθεί από την εργασία του, ενώ όσον αφορά την πνευματική ανάπτυξη, αμφισβητώ πως η (ολοένα και πιο εξειδικευμένη) κατάρτιση που προσφέρουν οι (σύντομα ιδιωτικές) βιομηχανίες παραγωγής πτυχιούχων και διπλωματούχων, συνιστά οιουδήποτε είδους πνευματική εξέλιξη.
Κοιτάξτε γύρω σας. Εγώ τουλάχιστον βλέπω έναν κατεστραμμένο πλανήτη απ’ άκρη σ’ άκρη, που μου επιβεβαιώνει τη σιβυλλική ρήση του Τζόυς, που αφουγκράστηκε τη σημερινή μας υπαρξιακή κραυγή, τη «φωνή μιας εποχής σκοτεινής, εχθρικής, αποτέλεσμα της κούρασης της γης, [που] έφτανε από μακριά, πένθιμη και οδυνηρή, από γέρικα βουνά, [και] καλούσε τους άφοβους και τους αληθινούς». Κοιτάξτε γύρω σας, κι ίσως συναισθανθείτε μαζί μου και μαζί με τον Στήβεν Ντένταλους πως «η Ιστορία είναι ένας εφιάλτης απ’ όπου προσπαθώ να ξυπνήσω».
Σπονδή στον Ουίλλιαμ Μόρρις. Τον άνθρωπο που, σε πείσμα των καιρών του και ενάντια στο πνεύμα της εποχής του, αριστερός ων (διαγραμμένος δε από την Κομμουνιστική Λίγκα από την κόρη του Φρίντριχ Ένγκελς με τη ρετσινιά του «συναισθηματικού κομμουνιστή»), αντιτάχθηκε με το έργο του στη βιομηχανική πρόοδο. Τον άνθρωπο που πρέσβευε την επιστροφή στη μικρής κλίμακας παραγωγή, στην αυτοδιοικούμενη άμεση δημοκρατία (σαν τις πρότυπες οικολογικές κοινότητες), στην επαναφορά της προβιομηχανικής αισθητικής στη βιοτεχνία, τα γράμματα και τη λογοτεχνία. Τον άνθρωπο που, σε μια εποχή που κατακλυζόταν από τον πυρετό του εξηλεκτρισμού έγραφε (ή μάλλον ξανάγραφε) και εξέδιδε μεσαιωνικά παραμύθια και ισλανδικές σάγκα, σαν το Πηγάδι στο Τέλος του Κόσμου, μύθους κεντροβαρικούς στη φαντασιακή συγκρότηση της Δύσης∙ της Δύσης που προσπάθησε (και συνεχίζει να προσπαθεί) να τους αντικαταστήσει με επιστημονικές αλήθειες.
Είτε αριστερής είτε δεξιάς ιδεολογίας, ο δυτικός άνθρωπος διέπραξε λάθος: θεώρησε την υλική πρόοδο προϋπόθεση της πνευματικής, ταύτισε την κοινωνική δικαιοσύνη με τη μαζική διάδοση αυτοκινήτων, τη δημοκρατία με τον εκδημοκρατισμό του κομφορμισμού. Ίσως ήρθε η ώρα να πληρώσουμε το λάθος μας. Κι όσο γρηγορότερα το αποδεχτούμε τόσο το καλύτερο για μας. Ποια η διέξοδος; Ποια θα ’πρεπε να είναι η θέση της Αριστεράς στα νέα κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα; Δεν έχω τις απαντήσεις. Θα σας αφήσω με ερωτήματα. Συγγραφέας είμαι, όχι πολιτικός∙ ούτε καν πολιτικός αναλυτής.

-Η φράση του Le Corbusier προέρχεται από το έργο του Vers une architecture (Paris, 1923)
-Το απόσπασμα του Ρεμπώ είναι από το ποίημα A une Raison
-Το απόσπασμα του Ρόμπερτ Μούζιλ είναι από τον Άνθρωπο Χωρίς Ιδιότητες (Οδυσσέας), σε μετάφραση Τούλας Σιέτη (Τόμος Β΄ σελ 608-609).
-Τα αποσπάσματα του Τζόυς είναι από τον Οδυσσέα (Κέδρος) σε μετάφραση Σωκράτη Καψάσκη (σελ. 335, 35).
-Από τις εκδόσεις Μαγικό Κουτί έχουν βγει οι δύο πρώτοι τόμοι από το Πηγάδι στο Τέλος του Κόσμου του Ουίλλιαμ Μόρρις, σε μετάφραση δική μου.

Ο Νίκος Βλαντής είναι συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου