29/9/24

Άνευ θητείας

Άποψη της έκθεσης της Βούλας Καραμπατζάκη «Κτίσματα» στην γκαλερί Ζουμπουλάκη

Του Κώστα Βούλγαρη
 
ΓΙΟΛΑΝΤΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ, Η Γιασμίν ο Άχμεντ και Ιζάρ ο μικρός τους γιος, εκδόσεις Μικρή άρκτος, σελ. 96
 
«Χωροφύλακες άνευ θητείας» ονομάζετο μια ορισμένη κατηγορία ανδρών που συμμετείχαν στις δυνάμεις της χωροφυλακής κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Χωρίς «επαγγελματικά δικαιώματα», πρόσληψη, εξέλιξη, μονιμότητα, συνταξιοδότηση, εντάσσονταν εθελοντικά και πολεμούσαν την «ανταρσία», πολλοί από αυτούς σκοτώθηκαν, άλλοι τραυματίστηκαν, με βάση τις  δικές τους αναφορές, διαθέσεις, επιλογές, χωρίς προσδοκίες καριέρας, ως εκ τούτου όμως περισσότερο αξιόμαχοι και αποτελεσματικοί, σε σχέση με τη γραφειοκρατικά δομημένη επίσημη χωροφυλακή, αποτέλεσαν ένα από τα παραδείγματα πως ο Εμφύλιος δεν ήταν μια κατασκευασμένη, «έξωθεν» ή «έσωθεν», αντιπαράθεση αλλά προέκυψε από τις βαθύτερες αντιθέσεις και πραγματικότητες της νεοελληνικής κοινωνίας. Συνήθως, δε, η συγκεκριμένη κατηγορία δεν ήταν καν ενδεδυμένη με την οικία στολή∙ αρκούσε ένα καπέλο και φυσικά το όπλο.
Η Γιολάντα Σακελλαρίου εμφανίστηκε σε σχετικά μεγάλη ηλικία στην ποίηση, ακμαιότατη όμως, με πνευματικό υπόβαθρο πολύ ισχυρό και ζωτικότητα εντυπωσιακή, χωρίς να εμπλακεί στις ακυρωτικές πάσης πνευματικότητας διαδικασίες ένταξης στον ποιητικοφανή συρμό, φορά μόνο το καπέλο της ποιήτριας και, βολή κατά βολή, εγγράφει πάνω στο χαρτί τα ποιήματά της, εύστοχα και δραστικά. Αναδεικνύεται όμως έτσι ως ένα εξέχον παράδειγμα, των μορφωτικών και προσωπικών προϋποθέσεων της ποιητικής ιδιότητας από τη μια και, από την άλλη, της βαθιάς γοητείας που ασκεί αυτή η δραστηριότητα σε καλλιεργημένα μέλη των λόγιων κοινωνικών κατηγοριών, και μάλιστα χωρίς αξιώσεις φήμης και προβολής, χωρίς αναπληρώσεις των πάσης φύσεως υστερήσεων. Πολύ βαθύτερες πραγματικότητες αναδεικνύονται κι εδώ.
Για να είμαι απολύτως σαφής: το βιβλίο της Γιολάντας Σακελλαρίου είναι ποιοτικά καλύτερο, δηλαδή ποιητικά επαρκέστερο, από εκατοντάδες ποιητικοφανή ιμπρεσιονιστικά κατασκευάσματα που εκδίδονται καθημερινά. Διαθέτει στιβαρότητα γλώσσας, ρυθμού, εικονοποιίας, «περιεχομένου», ενδιαφέροντα διακείμενα, είναι μια σύγχρονη ποιητική κατάθεση. Δεν συνιστά βέβαια μια τομή στη διαδρομή του νεοελληνικού ποιητικού λόγου, δεν αναμετράται με τις προοπτικές του∙ γι’ αυτό θα ήταν άδικο να κριθεί συγκρινόμενο με τις (κυρίως υποσχόμενες) σύγχρονες ποιητικές φωνές, ιδιαίτερα ευάριθμες άλλωστε. Όχι γιατί υστερεί (κάποτε υπερβαίνει μερικά βιβλία τους), αλλά γιατί δεν εγγράφεται σε ένα ποιητικό σχέδιο που ενδεχομένως θα αλλάξει το ποιητικό παράδειγμα.
Είναι εντυπωσιακή η άνεση −που βέβαια προϋποθέτει κατακτημένο ύφος− με την οποία το βιβλίο περνά από μια πλειάδα θεματικών, που χαρτογραφούν την πραγματικότητα, και μάλιστα εξακτινωμένη, από τη μινωϊκή εποχή μέχρι το παρόν, από τη μακάρια καθημερινότητά μας μέχρι το δράμα των προσφύγων, από τα Εξάρχεια του Λαπαθιώτη μέχρι μια κινηματογραφική εικόνα της Κρακοβίας, από την παιδική ηλικία μέχρι τη γενικευτική φόρμα του επιγράμματος:
Κάτι διόλου αυτονόητο −/ τα μονοπάτια// όσο προχωράς/ μπροστά σου/ δημιουργούνται («Πορεία»)
Άνευ θητείας, λοιπόν, αλλά όχι άνευ παιδείας, και δη αισθητικής, ήτοι μακρόχρονης σπουδής στων ιδεών και της τέχνης τα πεδία, όχι άνευ αποτελέσματος ποιητικού.
Γαλάζιο κομματάκι ουρανού/ κίτρινο ώχρας της χαράς/ στο τζάμι ρόδινο/ το γέλιο σου («Επί ματαίω ίσως»)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου