16/7/23

Πιο γρήγορα, πιο μακριά, πιο ψηλά

Τοπογραφικός χάρτης των Αθηνών που αποδίδεται στο Τάγμα των Καπουτσίνων Μοναχών, 1670, επιχρωματισμένη χαλκογραφία, Μουσείο Μπενάκη

Της Έλσας Κορνέτη*
 
ÉTIENNE KERN, Το μοιραίο άλμα, εκδόσεις Ρώμη, σελ. 184
 
Οι άνθρωποι πάντα πιστεύουν σε κάτι ψαρεύοντας από τις δεξαμενές του μυαλού. Οι άνθρωποι πάντα πιστεύουν επιτρέποντας στον εαυτό τους να φανταστεί Νέους Κόσμους. Ο άνθρωπος, ο ανήσυχος, ο φιλοπερίεργος, ο πολυμήχανος, ο εφευρετικός αναζητά διαρκώς μια θεϊκή στιγμή για να συνυπάρξει με το τεχνολογικό του επίτευγμα. Αναζητεί το σημείο αναμέτρησης με το δημιούργημά του και την ανταμοιβή με το αίσθημα υπεροχής του σε σχέση με άλλα όντα και τα στοιχεία της φύσης που ευελπιστεί πάντα να δαμάσει.
O 39χρονος Étienne Kern, o ήδη βραβευμένος με το βραβείο Goncourt Γάλλος  συγγραφέας, συνθέτει υποδειγματικά το σκηνικό της ζωής ενός ανθρώπου, ράφτη στο επάγγελμα, που υπήρξε πραγματικό πρόσωπο, ένας άνθρωπος που πόθησε να τελειοποιήσει τον μηχανισμό που θα ανοίξει τον δρόμο σε μια νέα πραγματικότητα με την επίτευξη ενός τολμηρού εγχειρήματος. Ο Φράντς Ράιχελτ, ο ράφτης γυναικείων ενδυμάτων που ζούσε στο Παρίσι, άγγιξε με την πραγματική του ιστορία, με το όνειρο και την ελπίδα του, το όραμά του‧ να προσφέρει στην υπηρεσία της ανθρωπότητας την εφεύρεσή του. Πόθησε την ελευθερία της ελαφρότητας, την ικανότητα της παράτολμης, αδιανόητης για την εποχή του, πτώσης από άλμα στο κενό με την προστασία ενός αυτοσχέδιου αλεξίπτωτου που είχε εξελίξει. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1912 ο Φράντς Ράιχελτ σχεδίασε την πτώση τη δική του κι όχι πλέον κάποιου ομοιώματος και μάλιστα από τον πύργο του Άιφελ, το σύμβολο του Παρισιού, κάτι που όμως είχε δυστυχώς για τον ίδιο μοιραία κατάληξη, ένα τραγικό γεγονός που  απαθανατίστηκε γιατί πρόλαβε να κινηματογραφηθεί.
Στην εποχή της Μπελ Επόκ όπου όλες οι τάσεις συνυπάρχουν σε αναβρασμό, η πίστη σε κάθε είδος τεχνολογικής προόδου είναι γεγονός. Η ανθρώπινη διάνοια φέρει κάτι από το θεϊκό φως, αυτό που έχει ενσωματωθεί στην ανθρώπινη φύση και κάθε μια θυσία στο βωμό της εξέλιξης, μας υπενθυμίζει ότι της οφείλουμε της ανθρώπινης διάνοιας το γεγονός ότι δεν αφανίστηκε το ανθρώπινο είδος.
Ο θόρυβος της τεχνολογίας και η φλυαρία του κόσμου κυριαρχούν. Η πίστη και η εμπιστοσύνη στο εγχείρημα, η αποτυχία, η απεραντοσύνη του κενού, εκεί όπου όλα συναντιούνται, όλα σιωπούν και όλα λείπουν. Η άγρια βούληση, η ψευδαίσθηση της αθανασίας, η σκέψη ενός παράτολμου ανθρώπου, όπως είναι ο Φραντς: «Απόψε ο ουρανός είναι ωραίος».
«Την εποχή εκείνη ο κόσμος δεν μιλούσε ακόμη για αεροσκάφη. Μιλούσε για αεροπλάνα. Ήταν η εποχή που οι καλύτεροι αεροπόροι στον κόσμο ήταν δελεασμένοι από τα τεράστια ποσά που προσφέρονταν σε όσους πετούσαν πιο γρήγορα, πιο μακριά, πιο ψηλά». Το αλεξίπτωτο λοιπόν θα ήταν η εφεύρεση που θα γέμιζε το μεσόστρατο μεταξύ ουρανού και γης. «Σε όσους τον άκουγαν, μιλούσε για σύννεφα και δάκρια, για εκείνους τους μακρινούς κόσμους, για όλα εκείνα τα πράγματα της γης και του ουρανού που μόνο τα παιδιά και οι τρελοί γνωρίζουν. Αλλά τις περισσότερες φορές δεν έλεγε τίποτα». Ο Φραντς Ράιχελτ δεν ήξερε καλά γαλλικά, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται ολιγόλογος και συχνά σιωπηλός. Ακόμα και οι έρωτές του ήταν σιωπηλοί.
Ο Φραντς Ράιχελτ επικεντρώθηκε με εμμονή στην τελειοποίηση μιας ανακάλυψης για να σώσει ζωές, αγκιστρωμένος σ’ ένα όνειρο που υπηρέτησε με συνέπεια και τον οδήγησε στον αφανισμό του. Ο Ετιέν Κερν βρίσκεται στο πλευρό του ήρωά του με αίσθηση συμπόνοιας, ενσυναίσθησης και κατανόησης δίπλα στον ηττημένο άνθρωπο που «πέφτει» κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Η ταλάντωση, το τραμπάλισμα της ύπαρξης στο μεταίχμιο ανάμεσα στην ελαφρότητα και στη βαρύτητα, δίνει μια μεταφορική όσο και φιλοσοφική διάσταση στην προσέγγιση του συγγραφέα, η λιτή γραφή του οποίου διακρίνεται από μια λεπταίσθητη λεκτική κομψότητα που διανθίζεται με τις εμβόλιμες σαν μικρές επιστολές σε κάθε ενότητα, προσωπικές αφηγήσεις του που τη συνοδεύουν. Ο Ετιέν Κερν γίνεται ένας άλλος ράφτης έτσι όπως συρράπτει με μυστικούς συνδετήρες και κρυφές βελονιές μικρά ρέκβιεμ αφιερωμένα σε πρόσωπα δικά του που χάθηκαν,  Ο συγγραφέας υπηρετεί με συνέπεια από την αρχή ως το τέλος ένα συμπαγές πλαίσιο εμπλουτίζοντάς το με πλήθος συναισθηματικών μεταπτώσεων του κεντρικού ήρωα, αλλά ταυτόχρονα και του ίδιου του τού εαυτού χωρίς υπερβολές στις περιγραφές των ταραγμένων ψυχικών τοπίων. Τίποτα δεν λείπει, αλλά και τίποτα δεν περισσεύει. Η οικονομία του λόγου και του χώρου λειτουργούν με διάθεση σχεδόν ποιητική.  
Η μεταφραστική δεινότητα της Ιωάννας Αβραμίδου με τη μακρόχρονη εμπειρία, αλλά και την απόλυτη προσήλωση στο ειδικό βάρος της κάθε έκφρασης και λέξης, κατόρθωσε ν’ αποδώσει το βιβλίο σε άψογα ελληνικά, με όλες τις σιωπές και τις παύσεις του κεντρικού ήρωα, όπως και του αφηγητή, πετυχαίνοντας να δημιουργηθεί αυτή η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του βιβλίου που χαρακτηρίστηκε εξόχως συγκινητικό.
 
*Η Έλσα Κορνέτη είναι ποιήτρια και πεζογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια: